| Η αγορά άξιων των βάσεων για τις θετικές σπουδές στην Ελλάδα

Νικολέττα ΜΑΡΓΑΡΙΤΗ

Ιδιωτική Εκπαιδευτικός Συγγραφέας Εκπαιδευτικών Βιβλίων Βιολογίας, nikoletta.margariti@gmail.com

Περίληψη

 

Οι στην Ελλάδα και ειδικότερα οι ιατρικές και οι σπουδές μηχανικής στο ΕΜΠ, είναι περιζήτητες και εμφανίζουν ισχυρή ανελαστική ζήτηση, από τους υποψηφίους των εισαγωγικών ( ή πανελληνίων) εξετάσεων κάθε χρόνο. Οι εισαγωγικές εξετάσεις, είναι ένας θεσμός, αναμφισβήτητα καθιερωμένος στη συνείδηση της ελληνικής κοινωνίας, ως αδιάβλητος. Ωστόσο, κάθε χρόνο, ο θεσμός αυτός “εξετάζεται” στο κατά πόσο είναι αξιοκρατικός και δίκαιος, ικανός να επιτυγχάνει το σκοπό του, που είναι ο σωστός διαχωρισμός (με βάση πάντα τις δεξιότητες που ζητούνται από τις εξετάσεις αυτές) των υποψηφίων και εντέλει, η ορθή και δίκαιη κατανομή τους στις σχολές, πολύ περισσότερο δε στις περιζήτητες σχολές, όπως είναι οι Ιατρικές και οι σχολές των Μηχανικών του ΕΜΠ. Τα τρία τελευταία χρόνια, όπου εφαρμόζεται το σύστημα εισαγωγής στα ΑΕΙ και ΑΤΕΙ με 4+1 μαθήματα, το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, δημοσιεύει στατιστικώς επεξεργάσιμα στοιχεία, που αφορούν στη βαθμιαία κατανομή ανά βαθμό των βαθμολογιών που επιτυγχάνουν οι υποψήφιοι, από τη βάση του δέκα έως το είκοσι. Σκοπός της παρούσας εργασίας, είναι η στατιστική επεξεργασία αυτών των στοιχείων και η ανάλυση των αποτελεσμάτων αυτής της επεξεργασίας για τα πέντε (5) μαθήματα που οδηγούν στις θετικές σπουδές, σε σχέση με τη φυσική δυναμική ως προς τις εξεταζόμενες δεξιότητες του πληθυσμού των υποψηφίων και σε συνάρτηση με τις δυσκολίες, που εμφανίζει στην Ελλάδα η εκπαίδευση στις θετικές σπουδές στα λύκεια. 

 

Λέξεις κλειδιά:

 

Πανελλήνιες εξετάσεις, κατανομή βαθμολογιών, θετικές σπουδές

Με αφορμή την ανακοίνωση των φετινών (2018) των εισαγωγικών εξετάσεων για την είσοδο των υποψηφίων φοιτητών στα ΑΕΙ και ΑΤΕΙ της χώρας, παρουσιάζουμε παρακάτω την στατιστική μελέτη των αποτελεσμάτων για πέντε (5) μαθήματα που αφορούν την εισαγωγή των υποψηφίων των θετικών σπουδών τόσο του 2ου όσο και του 3ου Επιστημονικού Πεδίου, από τα Γενικά Λύκεια όλης της Ελλάδος.

Η διαγραμματική παρουσίαση1 αυτής της μελέτης, αφορά τις τρεις τελευταίες συνεχόμενες χρονιές, που εφαρμόστηκε το «νέο» σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, με την εξέταση σε τέσσερα συν ένα (4+1) μαθήματα αντί για έξι (6), που ήταν από το 2006 μέχρι το 2015.

Τα έτη λοιπόν που μελετάμε, είναι τα 2016-2017-2018 και φυσικά τα δεδομένα προέρχονται από τα επίσημα στατιστικά στοιχεία που δημοσίευσε το Υπουργείο Παιδείας Έρευνας και Θρησκευμάτων (Υπουργείο Παιδείας εφεξής).

Αξίζει να αναφερθεί, ότι μονάχα για αυτά τα τρία τελευταία έτη, το Υπουργείο Παιδείας έχει δημοσιεύσει στατιστικώς επεξεργάσιμα αποτελέσματα, τα οποία όμως αφορούν μονάχα τις βαθμολογίες πάνω από τη βάση του 10.

Τα αποτελέσματα δηλαδή που δημοσιεύθηκαν από το Υπουργείο Παιδείας, αφορούν τις βαθμολογίες που πέτυχαν οι υποψήφιοι από το 10 μέχρι το 20, ανά 1 μονάδα, 10-10,9, 11-11,9, 12-12,9, 13-13,9 κ.ο.κ.

 

Εικόνα 1: Παρουσίαση της κατανομής των βαθμολογιών των μαθημάτων της θετικής κατεύθυνσης, για τα έτη 2016 έως 2018.

 

Τα στοιχεία που δίνονται ωστόσο από το Υπουργείο Παιδείας, δεν διακρίνουν ομαδοποιημένα ανά πεδίο, τις βαθμολογίες στα κοινά μαθήματα του 2ου και του 3ου επιστημονικού πεδίου  (Φυσική, Χημεία) ούτε και για το μάθημα της Έκθεσης, δεν γίνεται ομαδοποίηση των υποψηφίων ανά επιστημονικό πεδίο. Για τις βαθμολογίες κάτω της βάσης του 10, το Υπουργείο Παιδείας δεν έχει δώσει αναλυτικούς πίνακες με το πλήθος των υποψηφίων ανά βαθμό, για κανένα από τα μαθήματα της θετικής κατεύθυνσης, ούτε όμως και των υπολοίπων κατευθύνσεων, δηλαδή δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πόσοι από τους υποψήφιους έχουν γράψει βαθμολογίες  μεταξύ

1-1,9, 2-2,9 κ.ο.κ. Συνεπώς, είναι αδύνατη η στατιστική τους επεξεργασία. Ωστόσο, δίνονται στον παρακάτω πίνακα τα ποσοστά του πλήθους των υποψηφίων της θετικής κατεύθυνσης, που έγραψαν βαθμολογίες πάνω και κάτω από την βάση του 10, για τα έτη 2016, 2017 και 2018, τα οποία εξετάζονται στην παρούσα εργασία.

 

Πίνακας 1. Ποσοστιαία κατανομή υποψηφίων θετικών σπουδών σε βαθμολογίες κάτω και πάνω της βάσης του 10 για τα έτη 2016 έως 2018.

 

Ποσοστιαία κατανομή υποψηφίων θετικών σπουδών σε βαθμολογίες κάτω και πάνω της βάσης του 10 για τα έτη 2016 έως 2018
Μάθημα Βαθμολογία 0-9,9

% υποψηφίων

Βαθμολογία 10-20

% υποψηφίων

Παρατηρήσεις
Βιολογία Ο.Π
2016 24,54 75,46 ¼ έως 1/3 των υποψηφίων δεν καταφέρνουν κάθε χρόνο να ξεπεράσουν την βάση του 10. Σταδιακά το ποσοστό αυτό τείνει να αυξάνεται.
2017 31,66 68,34
2018 31,43 68,57
Έκθεση
2016 6,66 93,34 Πολύ μικρό ποσοστό των υποψηφίων δεν επιτυγχάνει να περάσει τη βάση του 10.
2017 6,41 93,59
2018 8,15 91,85
Μαθηματικά
2016 46,76 53,24 Κάθε χρόνο σχεδόν, περίπου οι μισοί από τους υποψηφίους δεν μπορούν να επιτύχουν βαθμολογίες μεγαλύτερες του 10!
2017 56,25 43,75
2018 56,21 43,79
Φυσική
2016 30,50 69,50 1/3 έως ελαφρώς  λιγότεροι από τους  μίσους  περίπου των υποψηφίων κάθε χρόνο αδυνατούν να επιτύχουν βαθμολογίες μεγαλύτερες του 10.
2017 27,90 72,10
2018 39,78 60,22
Χημεία
2016 24,73 72,27 Σταθερά μονάχα το  ¼  των υποψηφίων δεν κατορθώνουν να επιτύχουν βαθμολογίες μεγαλύτερες της βάσης του 10.

Γενικά: Σε όλα τα μαθήματα εμφανίζεται τάση για αύξηση των βαθμολογίων κάτω από το 10.

2017 24,79 75,21

Όπως φαίνεται καθαρά από τα παραπάνω διαγράμματα (Εικ.1), υπήρξε μέσα σε αυτή την τριετία, μία τάση, ώστε η δεξιά ασυμμετρία που παρατηρούνταν στα μαθήματα , , Βιολογία να προσεγγίσει την κανονική κατανομή.

Η δεξιά ασυμμετρία παρουσιάζει μία σταθερά ανοδική κατανομή των ποσοστώσεων των βαθμολογίων των υποψηφίων σε αναλογίες από 10 προς 20. Δηλαδή οι λιγότεροι μαθητές έγραψαν 10-10,9, περισσότεροι 11-11,9 κ.ο.κ. ενώ οι περισσότεροι μαθητές έγραψαν μεταξύ 19 και 20! Προφανώς αυτό, δεν μπορεί να αποδοθεί πάρα μόνο στο γεγονός ότι τα θέματα ήταν πολύ εύκολα και συνεπώς με χαμηλή διακριτή ικανότητα, ώστε να ξεχωρίσουν τους άριστους από τους πολύ καλούς, τους πολύ καλούς από τους καλούς και αυτούς από τους μέτριους κ.ο.κ.

Η κανονική κατανομή, είναι η κατηγοριοποίηση των βαθμολογιών των υποψηφίων σε μορφή κώδωνα, δηλαδή οι περισσότεροι μαθητές γράφουν βαθμολογίες μεταξύ 14-16  και λιγότεροι γράφουν βαθμολογίες από 10 έως 14 (με αυξητική τάση μεταξύ 10 με 14) ενώ ακόμη λιγότεροι γράφουν βαθμολογίες μεταξύ 16-20 (με πτωτική τάση μεταξύ 16 με 20).

Τέτοια κατανομή εμφανίζει μονάχα το μάθημα της Έκθεσης, όπως μπορούμε να παρατηρήσουμε από τα διαγράμματα (Εικ.1).

Η κανονική κατανομή, όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό, άλλα και όπως είναι γνωστό από τις ποσοτικές επιστήμες (π.χ. Γενετική: Ποσοτικοί χαρακτήρες), ανταποκρίνεται στη φυσική κατανομή των ατόμων ενός πληθυσμού (όπως ο πληθυσμός των υποψηφίων εδώ) για ιδιότητές του,  που επηρεάζονται από μεγάλη αλλά και κατά το δυνατόν μετρήσιμη ποικιλία παραγόντων, τόσο γενετικών όσο και περιβαλλοντικών.

Βεβαίως, για τα μαθήματα που εξετάζονται στις πανελλαδικές εξετάσεις θα μπορούσε, υπό μια έννοια, να θεωρηθεί θεμιτό και οι βαθμολογίες των υποψηφίων, πέρα από την κανονική κατανομή, να εμφανίζουν τουλάχιστον δεξιά ασυμμετρία,  όπως αυτή των Μαθηματικών (Εικ. 1).

Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι οι πανελλαδικές εξετάσεις αφορούν ένα ορισμένο σχολικό εγχειρίδιο για κάθε μάθημα, το οποίο έχει πεπερασμένη και εντελώς καθορισμένη ύλη το ίδιο, αλλά και τα σχολικά εγχειρίδια των προηγούμενων σχολικών τάξεων, τα οποία θεωρητικά αποτελούν το γνωστικό υπόβαθρο για το εγχειρίδιο της Γ’ Λυκείου, που εξετάζεται στις εισαγωγικές εξετάσεις  (βλέπε εγκύκλιος Αρ.Πρωτ.222487/Δ2/18-12-2017/ΥΠΠΕΘ) και συνεπώς είναι αυτά τα σχολικά εγχειρίδια, από τα οποία επιτρέπεται να αντληθούν θέματα.

Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η μορφή των θεμάτων είναι εντελώς προσδιορισμένη και (θεωρητικώς) περιορίζεται ακόμη περισσότερο η επιλογή τους, από το γεγονός ότι πρέπει να αποφεύγονται θέματα από εκπαιδευτικά βοηθήματα που κυκλοφορούν στην αγορά καθώς και σχετικές ιστοσελίδες (κανόνας που δεν τηρείται φυσικά, για διάφορους λόγους).

Όλοι λοιπόν αυτοί οι λόγοι, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για μεγάλο βαθμό ελεύθερης σκέψης και απόδοσής της, από τους υποψηφίους και φυσικά καθιστά πρακτικώς ανεφάρμοστη τη φράση που βρίσκεται στο τέλος των οδηγιών προς τους εξεταζόμενους και συνοδεύει πάντα τα θέματα: «κάθε απάντηση επιστημονικώς τεκμηριωμένη θεωρείται σωστή».

Για να μπορεί να εφαρμοστεί αυτή η φράση, θα πρέπει να συμβαίνουν τα εξής:

α. Για να μπορέσει να βαθμολογηθεί ορθά το γραπτό ενός μαθητή, που ξεφεύγει από το απόλυτα ορισμένο πλαίσιο της σχολικής ύλης και των λεγομένων του σχολικού εγχειριδίου, δεν αρκεί δυστυχώς ο μαθητής να έχει γράψει και να έχει τεκμηριώσει ορθά τη λύση του, αλλά θα πρέπει β. Και οι βαθμολογητές του να γνωρίζουν την γνώση αυτή, την οποία έχει διατυπώσει ο μαθητής, γεγονός που δεν είναι δυστυχώς απαραίτητο ότι συμβαίνει. γ. Πρέπει  επίσης, οι βαθμολογητές για να μπορέσουν να  την αξιολογήσουν ορθά μια τέτοια απάντηση ενός μαθητή, να δεχθούν να «παρεκκλίνουν» από τις έτοιμες λύσεις, που έχει δώσει η Κεντρική Επιτροπή Εξετάσεων (ΚΕΕ). δ. Να είναι πρόθυμοι να διαβάσουν ολόκληρο το γραπτό, με περίσσεια προσοχή για το πενιχρό ποσό που πληρώνονται ανά γραπτό, ασχέτως του ελάχιστου χρόνου που διαθέτουν  (ειδικότερα όταν το μάθημα που διορθώνουν είναι το τελευταίο που εξετάστηκε στις εξετάσεις) και πέρα των πιέσεων για αύξηση της ταχύτητας των διορθώσεων, ώστε να ανακοινωθούν «εγκαίρως» τα αποτελέσματα από το Υπουργείο Παιδείας, με συνακόλουθη βεβαίως, μείωση της ποιότητας διόρθωσης.

Ακόμη, ειδικότερα για το μάθημα της Βιολογίας που αντιμετωπίζει έντονα αυτό το πρόβλημα (εξαιτίας των λιγοστών βιοεπιστημόνων που βρίσκονται στα σχολεία) σε αντίθεση με τα υπόλοιπα τέσσερα μαθήματα που εξετάζει η παρούσα μελέτη, θα πρέπει για να βαθμολογηθεί αντικειμενικά ο μαθητής που έγραψε κάτι διαφορετικό από τις έτοιμες λύσεις τις ΚΕΕ, άλλα ωστόσο εντελώς σωστό, τόσο επιστημονικά όσο και σύμφωνα με το σχολικό εγχειρίδιο στο οποίο εξετάζεται, οι βαθμολογητές που  πρόκειται να το διορθώνουν, θα πρέπει να είναι  ειδικοί στο αντικείμενο, δηλαδή βιοεπιστήμονες (με πρόσφατες βασικές σπουδές στις επιστήμες ζωής) και όχι κατά κύριο λόγο επιστήμονες άλλων ειδικοτήτων, όπως χημικοί, φυσικοί ή γεωλόγοι (Π.Ε. 04) που απλώς έχουν «διδάξει» το μάθημα για μερικά χρόνια στο σχολείο, ενώ δεν έχουν διδαχθεί οι ίδιοι στο πανεπιστήμιο επαρκώς ή ακόμη και καθόλου το αντικείμενο που πραγματεύεται το σχολικό βιβλίο της Γ΄ Λυκείου Θετικού Προσανατολισμού.

Και αυτό διότι, αν και το σχολικό εγχειρίδιο της Βιολογίας έχει γραφτεί προ 20ετίας, εντούτοις πραγματεύεται βιολογικά θέματα, που βρίσκονται ακόμη και τώρα στην αιχμή της πλέον ταχύτερα εξελισσόμενης επιστήμης σε ολόκληρο τον επιστημονικό κόσμο (όπως είναι γνωστό η Βιολογία απορροφά την πλειονότητα των κονδυλίων της παγκόσμιας χρηματοδότησης για την έρευνα). Τέτοια θέματα είναι για παράδειγμα, η γονιδιακή θεραπεία, η βιοτεχνολογία μικροοργανισμών, φυτών και ζώων, η κλωνοποίηση θηλαστικών κ.ά.

Πέρα όμως από όλα τα παραπάνω προβλήματα και πολλές ακόμη παθογένειες των πανελλαδικών εξετάσεων, οι εξετάσεις αυτές παραμένουν εν πολλοίς ένας αδιάβλητος θεσμός, μπορεί όχι δίκαιος απαραιτήτως, όμως αδιάβλητος θεσμός και γι’ αυτό το λόγο καταξιωμένος στη συνείδηση της ελληνικής κοινωνίας από τότε που εφαρμόστηκαν.

Με βάση όσα ήδη αναφέρθηκαν και παρατηρώντας τα διαγράμματα της Εικόνας 1, διακρίνεται μία τάση για βελτίωση της ικανότητας διαχωρισμού των υποψηφίων από έτος σε έτος.

Ειδικότερα, για το μάθημα της Βιολογίας, το οποίο έχει, από όλα τα μαθήματα τον μεγαλύτερο συντελεστή (1,3) για το 3ο πεδίο (Επιστήμες Υγείας), που οδηγεί στις Ιατρικές σχόλες και με δεδομένο ότι στη Βιολογία Θετικού Προσανατολισμού εξετάζονται περίπου 13.000-16.000 μαθητές κάθε χρόνο,

γίνεται ορατό ότι:

Κυμαίνονται οι άριστοι (19-20) από ~ 7%  με 9% (τα ποσοστά (%) αυτά αντιστοιχούν περίπου σε 1200 άτομα σε όλη την Ελλάδα, σημειώνεται ότι στις Ιατρικές – Οδοντιατρικές και φαρμακευτικές σχόλες της χώρας εισάγονται κάθε χρόνο περίπου 1400 άτομα) και παράλληλα φέτος, εν αντιθέσει με τις προηγούμενες χρονιές το μεγαλύτερο ποσοστό των υποψηφίων που έγραψαν μεγαλύτερη βαθμολογία από 10, κυμάνθηκαν σε βαθμολογίες μεταξύ 17-18 και όχι 18-19 όπως τα δύο προηγούμενα χρόνια. Αυτό μας δείχνει ότι υπάρχει τάση, για μία κατανομή βαθμολογιών πιο κοντά στην κανονική κατανομή, στην οποία υπακούει ο πληθυσμός; Σίγουρα κάτι τέτοιο μόνο θετικό μπορεί να θεωρηθεί, εφόσον βεβαίως, αυτό επιτυγχάνεται με θέματα που διατυπώνονται με επιστημονική και παιδαγωγική ορθότητα και όχι με ασάφειες επιστημονικές και παιδαγωγικές, όπως ήταν για παράδειγμα τα φετινά θέματα, τα οποία μπορούν ενδεχομένως να χαρακτηριστούν μαζί με τα θέματα του 2015** ως τα χειρότερα που έχουν τεθεί ποτέ στο μάθημα, από το 2000 μέχρι τώρα.

Τα θέματα πριν από το 2011 μπορεί κάνεις να πει, ότι ήταν διαφορετικής φιλοσοφίας, περισσότερο προσανατολισμένα στην παράθεση αυτούσιων τμημάτων του σχολικού εγχειρίδιου και με ασκήσεις πολύ μικρού βαθμού δυσκολίας, χωρίς την απαίτηση ιδιαίτερης κριτικής σκέψης, αλλά και χωρίς να στερούνται και προβλημάτων διατύπωσης. Από το 2011 και μετά, η παράθεση των αυτούσιων αποσπάσματων του σχολικού βιβλίου δεν έχει μειωθεί, αντίθετα μάλιστα. Όμως αυτό ζητείται μέσω περισσοτέρων ερωτήσεων συνδυαστικής σκέψης και κριτικής ικανότητας. Εντούτοις αυτές οι ερωτήσεις και οι ασκήσεις πολύ συχνά μετά το 2011, χαρακτηρίζονται από ασάφειες (θέματα: γ2 2018, β και δ 2016, 2015, δ 2014 κ.α.), από ερωτήματα που δεν υπάρχουν απαντήσεις εντός του σχολικού βιβλίου, ούτε και προηγουμένων τάξεων σχολικών εγχειρίδιων Βιολογίας ή είναι ρητώς εκτός εξεταστέας ύλης (π.χ. τα θέματα: η δράση του ενζύμου DNA δέσμαση 2015 και 2016, γ3 2018 κ.α.) και από επιστημονικές ανακρίβειες (θέματα: επαναληπτικά δ 2012, δ2014, δ2015, εσπερινά γ2017 κ.α.) ή έρχονται σε σύγκρουση με γνώσεις προηγουμένων τάξεων στην Βιολογία (θέματα: α2016) ή δίνονται πολλαπλής επιλογής με περισσότερες από μια σωστές επιλογές (α 2018) ή η απάντηση τους ενώ υπάρχει εντός του σχολικού βιβλίου της Γ΄ Λυκείου και εντός εξεταστέας ύλης, αυτή δεν λαμβάνεται υπόψη (θέματα:

επαναληπτικά δ2016, γ2018).

Το πρόβλημα βεβαίως δεν έγκειται μόνο στις λανθασμένες εκφωνήσεις, αλλά ακόμη περισσότερο στις λανθασμένες απαντήσεις που δόθηκαν από την ΚΕΕ και θεωρήθηκαν αυτές ως «Σωστές» και όχι οι επιστημονικώς σωστές, που πηγάζουν άλλωστε και από το σχολικό εγχειρίδιο, και που προτάθηκαν από τους συντονιστές των εξεταστικών κέντρων, όπως φέτος (βλέπε άρθρο της Βιολόγου – συντονίστριας των  πανελλαδικών εξετάσεων Δρ. Ευγενίας Μπολανάκη στο διαδικτυακό τόπο www. esos.gr στις 21-7-2018).

Ειδικότερα για την Βιολογία που αναφέρουμε εδώ, τα θέματα που επιλέγονται για τις πανελλαδικές εξετάσεις από το 2016, είναι ορθά διατυπωμένα και απαντημένα στην αγγλική γλωσσά, αφού αποτελούν συχνά αντιγραφές έτοιμων (εξαιρετικών αναμφίβολα, αν αποδιδόταν ως έχουν) θεμάτων από πανεπιστήμια της αλλοδαπής. Εντούτοις, στις εξετάσεις παρουσιάζεται αδυναμία να αποδοθούν σωστά στην ελληνική γλώσσα αυτά τα θέματα καθώς και οι απαντήσεις που τα συνοδεύουν, αποδίδοντας εντέλει θέματα ασαφή, που επιδέχονται περισσότερες της μιας ερμηνείες, ενώ ταυτόχρονα εμφανίζεται αδυναμία να προσαρμοστούν  με ορθό επιστημονικό και παιδαγωγικό τρόπο εντός των ορίων της περιορισμένης και εντελώς καθορισμένης εξεταστέας ύλης των πανελληνίων εξετάσεων. Έτσι, δυστυχώς, ο στόχος της κατανομής των βαθμολογίων των υποψηφίων σε κανονική κατανομή για βαθμολογίες μεγαλύτερες της βάσης του 10, επιτυγχάνεται μόνο αριθμητικά όχι όμως ουσιαστικά, αφού είναι πολύ πιθανό, άριστα προετοιμασμένοι μαθητές να μην γράψουν καλά και να μην επιτύχουν το στόχο τους, οπότε υποχρεώνονται να ξαναδώσουν εξετάσεις ή να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό, και αυτό  όχι γιατί δεν γνωρίζουν την επιστημονικώς ορθή απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα, αλλά διότι δεν είναι φυσικά μάντης, για να μαντέψουν ποια από τις αναρίθμητες λανθασμένες απαντήσεις, θα θεωρηθεί σωστή από την ΚΕΕ!

Από την άλλη πλευρά, είναι πολύ πιθανό μέτρια προετοιμασμένοι μαθητές, που αδυνατούν να απαντήσουν επιστημονικώς ορθά σε αυτά τα ερωτήματα, πέτυχαν κατά τύχη ή λόγω πραγματικός άγνοιας, την λανθασμένη απάντηση που θεωρεί ως σωστή η ΚΕΕ, ακόμη και αν αυτή η ¨σωστή” απάντηση έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την εξεταζόμενη ύλη για τις εξετάσεις (βλέπε ερώτημα γ3 και απάντηση του 2018 αλλά και θέμα Δ 2015, όπως και θέμα Γ Εσπερινών Λυκείων 2017, Θέμα Α 2016 και 2018 κ.α)!

Το πρόβλημα ωστόσο, είναι ακόμα βαθύτερο στο συγκεκριμένο μάθημα, καθώς διδάσκεται, κατά κύριο λόγο, όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, από καθηγητές τόσο εντός των σχολείων αλλά όσο και εκτός (φροντιστήρια) που δεν έχουν βασικές σπουδές στις Επιστήμες Ζωής ώστε να είναι γνώστες της επιστήμης της Βιολογίας και των εφαρμογών της, αλλά αντίθετα διδάσκεται από φυσικούς (η πολυπληθέστερη ειδικότητα από τους καθηγητές, μετά τους φιλόλογους και τους μαθηματικούς), χημικούς (η αμέσως λιγότερο πολυπληθέστερη κατηγορία καθηγητών μετά τους φυσικούς, όμως αρκετά κοντά σε πλήθος με τους φυσικούς) και γεωλόγους. Οι ειδικότητες αυτές, είτε δεν διδάχθηκαν καθόλου είτε δεν διδάχθηκαν επαρκώς, στο πρόγραμμα σπουδών του τμήματος που παρακολουθήσαν (μικρό ποσοστό μαθημάτων Βιολογίας, στο σύνολο του προγράμματος σπουδών τους και όχι πάντα υποχρεωτικά) το μοντέρνο και ταχέως εξελισσόμενο αντικείμενο της Βιολογίας. Να σημειωθεί βεβαίως ότι, σημαντικό ρόλο σε αυτό (πρόγραμμα σπουδών των πανεπιστημιακών τμημάτων των ειδικοτήτων που διδάσκουν Βιολογία, εκτός των βιοεπιστημόνων) έχει και η χρονική περίοδος που φοίτησαν στο πανεπιστήμιο ή οι μετέπειτα σπουδές στους, τόσο σε επίπεδο χρονικής περιόδου, όσο και σε επίπεδο αντικειμένου σχετικού ή όχι με τις επιστήμες ζωής και ειδικότερα την Μοριακή Βιολογία-Βιοτεχνολογία και τη Γενετική, που είναι τα αντικείμενα που πραγματεύεται το σχολικό εγχειρίδιο της Γ΄ Λυκείου Θετικού Προσανατολισμού.

Επιπλέον, και πάλι αναφερόμενοι στο μάθημα της Βιολογίας που είναι αυτό που κρίνει την εισαγωγή των υποψηφίων στις περιζήτητες Ιατρικές σχόλες, έχοντας τον υψηλότερο συντελεστή βαρύτητας 1,3 (για κάθε επιπλέον βαθμό στην κλίμακα του 1-20, ο υποψήφιος κερδίζει 330 μόρια!) οφείλουμε να σημειώσουμε ότι από την μια, η εξαιρετικά μεγάλη ζήτηση στις σχόλες αυτές είναι σταθερά ανελαστική από υπάρξεως των πανεπιστημίων στην Ελλάδα και από την άλλη, το μάθημα της Βιολογίας προβλέπεται να διδάσκεται μόνο 2 ώρες την εβδομάδα στην Γ΄ Λυκείου όσο δηλαδή και η Έκθεση με συντελεστή βαρύτητας 0,3 (κάθε επιπλέον βαθμός στην κλίμακα 1-20 δίνει 200 μόρια) και λιγότερο από την Φυσική  (συντελεστής 0,3 στο 3ο πεδίο και

0,7 στο 2ο, δηλαδή 270 μόρια για κάθε επιπλέον βαθμό) και την Χημεία (συντελεστής βαρύτητας 0,3 στο 2ο πεδίο και 0,7 στο 3ο πεδίο) που διδάσκονται 3 ώρες! Τέλος, από τα θετικά μαθήματα,  τα μαθηματικά που αποτελούν το μάθημα βαρύτητας (1,3 στο 2ο πεδίο) για την εισαγωγή στα πολυτεχνεία διδάσκονται 5 ώρες την εβδομάδα!

Αξίζει δε να παρατηρηθεί ότι, το γνωστικό αντικείμενο της Βιολογίας είναι το μόνο από όλα τα παραπάνω (Μαθηματικά, Νέα Ελληνικά, Φυσική και Χημεία) που δεν εμφανίζει συνοχή στην ύλη ούτε συνέχεια στην διδασκαλία του, στα πλαίσια ολόκληρης της α΄ βαθμιας και β΄ βαθμιας εκπαίδευσης της χώρας μας. Με εξαίρεση ελάχιστα ψήγματα  περί νόμων του Μέντελ, μοριακού δόγματος, μίτωση και μείωση στο 5ο κεφάλαιο του βιβλίου της γ΄ γυμνάσιου και μια επαναπροσέγγιση του δόγματος, της μίτωσης και της μείωσης στο 4ο κεφάλαιο του βιβλίου της β’ λυκείου (το οποίο μέχρι το 2015 ήταν εκτός ύλης), όλο το υπόλοιπο περιεχόμενο που πραγματεύεται το βιβλίο της Γ΄ Λυκείου της Βιολογίας Θετικής Ομάδας Προσανατολισμού, είναι εντελώς νέο και άγνωστο, χωρίς συνοχή και συνέχεια με την ύλη της Βιολογίας στις προηγούμενες τάξεις του Λυκείου και του Γυμνασίου.

Ωστόσο, αν όλα αυτά συμβαίνουν στα πλαίσια των συντεχνιών των διαφόρων ειδικοτήτων των εκπαιδευτικών και φυσικά, εάν υπάρχει η συναίνεση του Υπουργείου Παιδείας σε αυτές, προκείμενου μεταξύ άλλων,  αφενός μεν να ικανοποιήσει τις συντεχνίες και αφετέρου  να περιορίσει τους διορισμούς εκπαιδευτικών, στα γενικότερα πλαίσια των περικοπών, τότε το σύνολο αυτών των αποφάσεων ας ληφθεί από όλες τις πλευρές υπόψη, ότι βαραίνει την ελληνική νεολαία, ψυχικά, σωματικά και πιθανόν χρονικά, αλλά και τους γονείς αυτών, ενώ ωθεί με μαθηματική ακρίβεια στην αρωγή βοήθειας εξωσχολικά, για την εισαγωγή στην σχολή επιθυμίας και σε περίπτωση αποτυχίας, οδηγεί στην μετανάστευση των νεοελλήνων στο εξωτερικό, με δυσάρεστες συνέπειες για την ελληνική κοινωνία.

 

 

Η Έκθεση είναι το μάθημα στο οποίο, εξετάζονται όλοι ανεξαιρέτως οι υποψήφιοι κάθε χρόνο (περίπου 80.000) και το μάθημα με τον χαμηλότερο συντελεστή σε κάθε επιστημονικό πεδίο, με μοναδική εξαίρεση όταν ο μαθητής έχει δηλώσει πως θα εξεταστεί και σε πέμπτο μάθημα, είτε την Βιολογία Γενικής παιδείας είτε τα μαθηματικά Γενικής παιδείας και “ανοίγει” έτσι και δεύτερο επιστημονικό πεδίο στο μηχανογραφικό του, όποτε έχει συντελεστή βαρύτητας 0,6 για το επιπλέον επιστημονικό πεδίο. Όμως, είναι  και το μάθημα με τις περισσότερες αναβαθμολογήσεις γραπτών (περίπου 12%), σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο εξεταζόμενο μάθημα στις πανελλαδικές εξετάσεις. Βεβαίως το μάθημα της Έκθεσης διδάσκεται αποκλειστικά από φιλόλογους (2 ώρες την εβδομάδα στην Γ’ Λυκείου), με συνοχή και συνεχεία της ύλης, σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης.

Η εικόνα της Έκθεσης, όπως προκύπτει από τα διαγράμματα (Εικ. 1), λόγω όλων των παραπάνω χαρακτηριστικών του μαθήματος προσεγγίζει την ιδεατή, και αυτή που οφείλουν να εμφανίζουν όλα τα μαθήματα που εξετάζονται πανελλαδικώς, ώστε να μπορούν να χαρακτηριστούν τα θέματα ικανά να προσεγγίζουν τις πραγματικές ανθρώπινες δυνατότητες ενός πληθυσμού (εδώ του πληθυσμού των υποψηφίων) για ορισμένες δεξιότητες (εδώ αυτές που εξετάζουν οι συγκεκριμένες εξετάσεις). Η Έκθεση, είναι το μόνο από τα μαθήματα που εμφανίζει κανονική κατανομή, δηλαδή οι πολλοί είναι μέτριοι, οι άριστοι ελάχιστοι και οι «κακοί μαθητές» λίγοι, αλλά περισσότεροι από τους άριστους.

 

Η Φυσική είναι το μάθημα με συντελεστή 0,3 για το 3ο πεδίο και 0,7 για το 2ο πεδίο. Το σύνολο των υποψηφίων κάθε χρόνο που εξετάζεται στο μάθημα της Φυσικής είναι περίπου 30.000 υποψήφιοι από τους οποίους οι ~ 13.000-16.000 ανήκουν στο 3ο πεδίο και οι υπόλοιποι στο 2ο πεδίο. Διδάσκεται σχεδόν αποκλειστικά από Φυσικούς, για 3 ώρες κάθε εβδομάδα στην Γ’ Λυκείου, με συνοχή και συνέχεια της ύλης σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες.

Στα διαγράμματα (Εικ. 1) παρατηρούμε ότι από τότε που τα μαθήματα έγιναν 4 +1 αντί για 6 (μέχρι το 2015), το μεγαλύτερο ποσοστό των υποψηφίων συνωστίζεται στο 19-20. Εξαίρεση, η φετινή χρονιά, που αν και οι περισσότεροι από τους υποψηφίους κατά τη διάκρισή τους από 10-20 ανά 1 μονάδα εμφανίζονται και πάλι μεταξύ 19-20, σε ποσοστό δηλαδή περίπου 10%, αυτό το ποσοστό έχει εμφανώς περιοριστεί, σε αντίθεση με τις δυο προηγούμενες χρονιές. Το υψηλό ποσοστό των αριστούχων, είναι γεγονός αναντίρρητα προβληματικό για ένα  μάθημα όπως η Φυσική, το οποίο προσφέρεται για  αντικειμενική και επιτυχημένη διάκριση των υποψηφίων. Άρα τα

δύο προηγούμενα χρόνια, μπορούμε να πούμε ότι τα θέματα της Φυσικής ήταν πολύ εύκολα, αλλά φέτος (2018), αν και παρέμειναν εύκολα, θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν από καλύτερη διακριτική ικανότητα, αφού πέτυχαν την μείωση των αριστούχων, αισθητά σε σχέση με τα δυο προηγούμενα χρόνια.

΄Ας ελπίσουμε ότι τις αμέσως επόμενες χρονιές, η εικόνα της Φυσικής θα προσεγγίσει την εικόνα της Έκθεσης, δηλαδή θα αντιπροσωπεύει πραγματικά την κατανομή του πλήθους των μαθητών για ορισμένες δυνατότητές τους (όπως αυτές ζητούνται και εξετάζονται στις συγκεκριμένες εξετάσεις) σύμφωνα με τα δεδομένα της ανθρώπινης φύσης.

 

Το μάθημα της Χημείας είναι και αυτό με συντελεστή 0,3 όμως για το 2ο πεδίο σε αντίθεση με τη Φυσική και 0,7 για το 3ο πεδίο. Το σύνολο των υποψηφίων που εξετάζονται στο μάθημα είναι ακριβώς όμοιο με αυτό της Φυσικής ~ 30.000 κάθε χρόνο. Διδάσκεται σχεδόν αποκλειστικά από χημικούς, 3 ώρες την εβδομάδα στην Γ’ Λυκείου και χαρακτηρίζεται από συνοχή και συνεχεία της ύλης σε όλο το εύρος της β΄ βαθμιας εκπαίδευσης.

Η Χημεία διαχρονικά ήταν (από την εποχή των δεσμών ακόμα) και συνεχίζει να παραμένει το ευκολότερο από όλα τα εξεταζόμενα μαθήματα των θετικών σπουδών. Έτσι, δεν είναι τυχαίο που πάντα ήταν και εξακολουθεί να είναι το μάθημα με τους περισσότερους αριστούχους.

Ειδικότερα τα χρόνια πριν το 2016, αλλά και το 2016 με ποσοστό μαθητών που έγραψε μεταξύ 19-20 να είναι πάνω από 13% των υποψηφίων, το 2017 το ποσοστό αυτό έπεσε στο 12% περίπου, αλλά η γενική εικόνα δεν άλλαξε, καθώς τα ποσοστά των μαθητών που έγραψαν μεταξύ 10-20 κατανεμημένα ανά 1 μονάδα εμφανίζουν σταθερή βαθμιαία αύξηση τόσο το 2016 όσο και το 2017 (δεξιά ασυμμετρία), γεγονός που δηλώνει ότι τα θέματα είναι εύκολα στη Χημεία, η οποία δεν καταφέρνει να διαχωρίσει επιτυχημένα τους υποψηφίους σε άριστους, καλούς, μέτριους κ.ο.κ.

Φέτος βεβαίως είναι η πρώτη φορά που οι άριστοι 19-20 είναι λιγότεροι από μία άλλη κατηγορία, αυτή όμως είναι όσοι μαθητές έγραψαν 18-19 ενώ οι άριστοι, είναι η δεύτερη πολυπληθέστερη κατηγορία υποψηφίων με ποσοστό ~ 11 % και η τρίτη πολυπληθέστερη είναι αυτή των μαθητών που έγραψαν μεταξύ 17-18. Δηλαδή και πάλι η συσσώρευση των υποψηφίων  γίνεται γύρω από τις υψηλές και όχι γύρω από τις μεσαίες βαθμολογίες, όπως θα ήταν το σωστό.

Οι εξετάσεις στη Χημεία λοιπόν φαίνεται ακόμη ότι αποτυγχάνουν να κατατάξουν τους μαθητές σε κανονική κατανομή.

 

Τα Μαθηματικά είναι το μάθημα με συντελεστή 1,3 στο 2ο πεδίο, το σύνολο των μαθητών που εξετάζονται στα μαθηματικά  κάθε χρόνο είναι ~ 20,000 μαθητές για την θετική κατεύθυνση και άλλοι τόσοι περίπου, για την κατεύθυνση των οικονομικών σπουδών. Τα μαθηματικά διδάσκονται αποκλειστικά από μαθηματικούς, 5 ώρες την εβδομάδα στην Γ΄ Λυκείου και χαρακτηρίζονται από συνοχή και συνέχεια της ύλη τους, σε όλο το φάσμα της εκπαίδευσης στην Ελλάδα.

Το μάθημα των Μαθηματικών ήταν, και φαίνεται ότι εξακολουθεί να ξέρει πώς να συνεχίζει να είναι το πραγματικά δύσκολο μάθημα των πανελληνίων εξετάσεων από τα θετικά μαθήματα. Είναι αυτό, που εμφανίζει σταθερά αριστερή ασυμμετρία με τα ποσοστά των μαθητών που γράφουν 10-20 χωρισμένα μεταξύ τους ανά 1 μονάδα, να μειώνονται βαθμιαία από το 10  έως   20.

Σίγουρα, τα Μαθηματικά σε αντίθετη με τη Φυσική, τη Χημεία και τη Βιολογία κατορθώνουν μία πιο ορθολογική διάκριση μεταξύ των μαθητών υποψηφίων, διατηρώντας το επίπεδο των θεμάτων και τον τρόπο διόρθωσής τους υψηλό.

Είναι δε αξιοπρόσεκτο, πως η κατανομή των βαθμολογίων των  υποψήφιων εμφανίζει έντονη δεξιά ασυμμετρία  στα μαθήματα της Φυσικής και της Χημείας, που από τη φύση τους απαιτούν μαθηματική γνώση, ενώ από την άλλη πλευρά η κατανομή των βαθμολογίων των υποψηφίων στα μαθηματικά εμφανίζει έντονη αριστερή ασυμμετρία! Θα ήταν βεβαίως πιο αντικειμενική η εικόνα των διαγραμμάτων που εμφανίζονται στην εικόνα 1, αν το Υπουργείο Παιδείας έδινε τα στατιστικά στοιχεία με τρόπο που να διακρίνονται οι βαθμολογίες των υποψηφίων που ανήκουν στο 2ο επιστημονικό πεδίο σε όλα τα μαθήματα στα οποία αυτοί εξετάστηκαν και  το ίδιο και για τις βαθμολογίες των μαθητών που ανήκουν στο 3ο επιστημονικό πεδίο.

Να επισημάνουμε ακόμη, ότι το 3ο πεδίο δεν επιλέγεται πλέον μόνο από άριστους μαθητές, αλλά και από πολλά παιδιά που ενδιαφέρονται για τα παραϊατρικά

επαγγέλματα, τα οποία χαρακτηρίζονται από σχετικά υψηλό βαθμό επαγγελματικής αποκατάστασης, σε σχέση με πολλές άλλες ειδικότητες άλλων πεδίων. Επίσης το δεύτερο επιστημονικό πεδίο επιλέγεται όχι μόνο από αρίστους μαθητές, με στόχο τις υψηλόβαθμες πολυτεχνικές σχολές της μηχανικής, αλλά και από πολλούς άλλους μαθητές, εξαιτίας της μεγάλης ποικιλίας χαμηλόβαθμων, κυρίως περιφερικών, ΑΕΙ και ΑΤΕΙ, προκειμένου να εξασφαλίσουν την εισαγωγή τους σε κάποια σχολή

 

Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι λίγοι είναι οι μαθητές που εξετάζονται με αξιώσεις τόσο στο μάθημα των μαθηματικών όσο και στο μάθημα της Βιολογίας, οι μαθητές αυτοί είναι κατά κανόνα πολύ υψηλού επιπέδου μαθητές, οι οποίοι δεν έχουν αποφασίσει κατά την διάρκεια του έτους, αν θα ήθελαν να σπουδάσουν στο πολυτεχνείο ή στην ιατρική και έτσι θέλοντας να έχουν το δικαίωμα της επιλογής και όντας μαθητές πολύ υψηλού επιπέδου, αποφασίζουν να εξεταστούν και στα δυο αυτά πολύ απαιτητικά μαθήματα, οπού συνήθως τα καταφέρνουν εξίσου καλά και στα δυο.

Από την άλλη πλευρά, οι λιγότερο «δυνατοί» μαθητές που επιλεγούν και τα δυο αυτά μαθήματα, έχουν ως γνώμονα, ότι στο ένα από τα δυο μαθήματα δεν θα επενδύσουν ιδιαίτερη προσπάθεια και κόπο, άλλα θέλουν με αυτό τον τρόπο να “ανοίξουν” τις χαμηλόβαθμες σχόλες και των δυο επιστημονικών πεδίων, ώστε να εξασφαλίσουν την εισαγωγή τους σε κάποια από αυτές, χωρίς απαραίτητα να είναι η σχολή αυτή ο πραγματικός στόχος τους.

Πάντως οι μαθητές που δεν ανήκουν στην κατηγορία των άριστων, και αποφασίζουν να εξεταστούν τόσο στο μάθημα της Βιολογίας όσο και στο μάθημα των Μαθηματικών και επενδύουν ισάξια προσπάθεια και κόπο και στα δυο αυτά μαθήματα, συνήθως βγαίνουν χαμένοι τόσο σε επίπεδο κόπου όσο και σε τελικό αποτέλεσμα,  καθώς είναι πραγματικά δύσκολο να επιτύχουν άριστες ή έστω πολύ υψηλές βαθμολογίες και στα δυο αυτά μαθήματα, που είναι τα πλέον απαιτητικά όπως προκύπτει πολύ εύκολα και από το παραπάνω διάγραμμα (Εικ. 1), από όλα τα θετικά μαθήματα των πανελλαδικών εξετάσεων.

 

 

Πέρα όμως από τα θετικά μαθήματα, αν επεκτείνουμε την έρευνά μας και για τα υπόλοιπα μαθήματα που εξετάζονται στις εισαγωγικές εξετάσεις μόνο για το έτος 2018, βλέπουμε ότι  φέτος στο μάθημα των λατινικών και στο μάθημα Αρχές οικονομικής θεωρίας, η εικόνα είναι όπως φαίνεται, παρόμοια με την εικόνα της χημείας και της φυσικής των δυο προηγούμενων ετών, που όπως αναλύθηκε, δεν μπορούσαν πάρα να θεωρηθούν αποτυχημένα θέματα, μιας και δεν επιτυγχάνουν ικανοποιητική διάκριση μεταξύ των υποψηφίων, αφού το μεγαλύτερο ποσοστό  των μαθητών επιτυγχάνουν βαθμολογίες μεταξύ 19-20! Σίγουρα και ο δρόμος των φιλολόγων και των οικονομολόγων είναι ακόμη μακρύς, για να επιτύχουν σωστή και αξιοκρατική κατανομή υποψηφίων στο μάθημα των λατινικών και των οικονομικών αντιστοίχως.

Εικόνα 2: Κατανομή βαθμολογιών όλων των μαθημάτων έτους 2018

Ανακεφαλαιώνοντας λοιπόν, όπως προκύπτει από τη διαγραμματική ανάλυση των στατιστικών στοιχείων των πανελλαδικών εξετάσεων που δημοσιεύει κάθε χρόνο από το 2016 το Υπουργείο Παιδείας και αφορούν τις βαθμολογίες των υποψηφίων στην κλίμακα 10-20 ανά μία μονάδα, για τα μαθήματα που αφορούν τη θετική κατεύθυνση, φαίνεται πως υπάρχει μία βελτίωση από έτος σε έτος ώστε να προσεγγίσουν τα αποτελέσματα κατά ένα τρόπο την κανονική κατανομή σε όλα τα μαθήματα εκτός βεβαίως της Έκθεσης που το επιτυγχάνει κάθε χρόνο (παρόλο που φέτος ήταν περισσότεροι όσοι έγραψαν μεταξύ 10-14 από ότι 16-20). Η Βιολογία δείχνει να κινείται με ταχύτερο ρυθμό προς αυτόν τον στόχο, χωρίς όμως να βελτιώνονται οι προβληματικές παράμετροι που αναφέρθηκαν προηγουμένως (κάθε χρόνο: ασάφειες στις εκφωνήσεις και λανθασμένα τόσο επιστημονικώς όσο και παιδαγωγικός ερωτήματα των θεμάτων των πανελλαδικών εξετάσεων,  συνοδευόμενα από λανθασμένες επιστημονικώς απαντήσεις, αλλά και πολύ μεγάλο ποσοστό διορθωτών που δεν είναι απαραίτητα γνώστες της επιστήμης της Βιολογίας), σε συνεπεία ο στόχος αυτός να επιτυγχάνεται πλασματικά. Αμέσως μετά έρχεται η Χημεία και τελευταία η Φυσική, που φαίνεται να κινείται πιο αργά από όλα τα θετικά μαθήματα προς αυτό τον στόχο. Τα Μαθηματικά είναι το μόνο μάθημα από τα θετικά, που εμφανίζει σταθερά ικανό τρόπο διάκρισης των μαθητών υποψηφίων, μιας και εμφανίζει και τα τρία χρόνια που μελετάμε αριστερή κατανομή ποσοστών.

Συνοψίζοντας επομένως, όπως διαμορφώνεται η εικόνα στη διαγραμματική παρουσίαση των βαθμολογίων των υποψηφίων για τις θετικές σπουδές κατά τα έτη 2016, 2017 και 2018 (Εικ.1), μπορούμε να εξάγουμε, πως έγιναν βήματα, αλλά χρειάζονται ακόμη και άλλα, κυρίως όμως προς την ποιοτική και όχι μόνο προς  την ποσοτική βελτίωση της κατανομής, έτσι ώστε να φτάσουν τα θέματα και ο τρόπος διόρθωσής τους στα θετικά μαθήματα, να προσεγγίζουν την εικόνα της κανονικής κατανομής, η οποία αντιπροσωπεύει τον ανθρώπινο πληθυσμό σε χαρακτήρες όπως αυτούς που εξετάζονται σε αυτές τις εξετάσεις, για τους υποψηφίους..

Όμως πέρα από την στατιστική, δεν πρέπει να παραβλέπουμε και όσα αναφέρθηκαν προηγουμένως στην αρχή του άρθρου, για τους περιορισμούς και τις ισχυρές παθογένειες και στρεβλώσεις των πανελλαδικών εξετάσεων, με κύριο χαρακτηριστικό εδώ, το γεγονός ότι αυτοί οι αριθμοί που παρουσιάζονται στο παρόν άρθρο, δείχνουν μόνο την τάση για την κατανομή του πλήθους των υποψηφίων σε βαθμολογίες, δεν εξετάζεται όμως ο τρόπος που επιτυγχάνεται αυτό.

Μη ξεχνάμε για όλα τα μαθήματα την πολύ σημαντική παθογένεια της αποστήθισης των λεγομένων κατά γράμμα, των εντός εξεταστέας ύλης εδαφίων των σχολικών εγχειριδίων, με τα όσα λάθη τους και την περιορισμένη ύλη τους, χώρια από την παλαιότητα (τουλάχιστον για την βιολογία που η εξέλιξη της γίνεται με ταχύτατους ρυθμούς) της πληροφορίας που περιέχουν. Η στρέβλωση αυτή είναι αρκετή, για να είναι αδύναμη η οποία διακριτική ικανότητα των θεμάτων των πανελλαδικών εξετάσεων όσο επιτυχημένα και αν είναι αυτά.

Στόχος λοιπόν θα πρέπει να είναι οι πανελλαδικές εξετάσεις πέρα από αδιάβλητες να είναι και αξιοκρατικές, επιλέγοντας τους αυριανούς επιστήμονες της Χώρας μας, με κριτήρια που πραγματικά κατορθώνουν να κατανέμουν τους υποψηφίους όχι εκεί που έτυχε, άλλα εκεί που πέτυχαν με βάση τον κόπο και τα προσόντα τους.

 

Αξίζει να αναφερθεί ότι φέτος είναι η πρώτη χρονιά που γίνεται δυνατή η εισαγωγή παιδιών από τα ΕΠΑΛ σε όλα τα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης της Χώρας, μεταξύ αυτών και σχολών όπως οι περιζήτητες Ιατρικές και οι Πολυτεχνικές (εδώ εξετάζονται μόνο τα θέματα των ΓΕΛ).

 

Ας ευχηθούμε επίσης να επικρατήσει  σύνεση και σωφροσύνη στο επιτελείο του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας Ερευνας και Θρησκευμάτων (τώρα ή μετά τις εκλογές) που αποφασίζει για την νέα ύλη και ειδικά των θετικών μαθημάτων και ακόμη ειδικότερα της Βιολογίας  και το νέο σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμιά εκπαίδευση!

 

 

 

1Η διαγραμματική παρουσίαση των αποτελεσμάτων έγινε από τον οικονομολόγο Msc. Γ. Καρακατσάνη.

Πηγή δεδομένων: Επίσημα πίνακες του Υπουργείου Παιδείας για τα έτη 2016-2018 όπως αυτοί δημοσιεύθηκαν στο διαδίκτυο από τον ιστότοπο του Υπουργείου Παιδείας www.minedu.gr.