ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΝΙΚ. ΤΖΑΜΤΖΗ

Προς τον «ΣΥΛΛΟΓΟ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ» (Σ.Α.Ν.), που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Αινείου αριθμός 2, όπως νόμιμα εκπροσωπείται.

Αθήνα, 2 Σεπτεμβρίου 2016

Με την υπ’ αριθμ. 130272/Δ1/5-8-2016 (τ. Β΄ 2670/26-8-2016) απόφασή του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, καθορίστηκε Ενιαίος Τύπος Ολοήμερου Νηπιαγωγείου και αναμορφώθηκε το διδακτικό ωράριο και ωρολόγιο πρόγραμμά του το οποίο θα εφαρμοστεί από το σχολικό έτος 2016-2017. Ερωτάται:

Α) Είναι νόμιμη η κατανομή των τμημάτων των νηπιαγωγείων σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ως άνω ΥΑ και τις παρασχεθείσες οδηγίες από το Υπουργείο με βάση το υπ’ αριθμ. 140510/Δ1/1-9-2016 έγγραφο του;

Β) Ποιος ο ρόλος του σχολικού συμβούλου και υπάρχει τυχόν υπέρβαση των αρμοδιοτήτων του κατά την ως άνω ΥΑ, στην περίπτωση επίλυσης διαφωνίας ως προς την κατανομή των τμημάτων των νηπιαγωγείων;


Επί των ερωτημάτων σημειώνονται τα εξής:

Α) Στην υπ’ αριθμ. 130272/Δ1/5-8-2016 ΥΑ, αναφέρεται επί λέξει: «Με απόφαση και σχετική πράξη του Συλλόγου Διδασκόντων ορίζονται ο/οι εκπαιδευτικός/οί που διδάσκουν στο υποχρεωτικό πρόγραμμα και ο/οι εκπαιδευτικός/οί που διδάσκουν στο Ολοήμερο Πρόγραμμα. Σε περίπτωση διαφωνίας την οριστική λύση δίνει ο/η Σχολικός/ή Σύμβουλος».

Στις παρασχεθείσες οδηγίες με βάση το υπ’ αριθμ. 140510/Δ1/1-9-2016 έγγραφο του, το Υπουργείο ορίζει ότι: «Η κατανομή των τμημάτων θα γίνει το πρώτο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου από τον Σύλλογο Διδασκόντων, αφού ληφθούν υπόψη κριτήρια όπως η ηλικία (νήπια –προνήπια), το φύλο και οι ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες των νηπίων, με στόχο να υπάρξει μια ισόρροπη κατανομή των μαθητών στα τμήματα. Με απόφαση και σχετική πράξη του Συλλόγου Διδασκόντων ανατίθενται στους εκπαιδευτικούς οι ώρες διδασκαλίας, το τμήμα και οι εφημερίες. Ο/η εκπαιδευτικός αναλαμβάνει το τμήμα που του/της ανατίθεται για όλη τη διάρκεια του σχολικού έτους. Ο/η Διευθυντής/τρια – Προϊστάμενος/νη του νηπιαγωγείου, λαμβάνοντας υπόψη την τελευταία κατανομή τμημάτων που ίσχυσε κατά το προηγούμενο σχολικό έτος στη συγκεκριμένη σχολική μονάδα, φροντίζει ώστε όλοι οι νηπιαγωγοί (μόνιμοι, αναπληρωτές, αποσπασμένοι) να αναλαμβάνουν ανά έτος, κυκλικά και εκ περιτροπής, το προαιρετικό ολοήμερο πρόγραμμα. Συνιστάται η ανάληψη προαιρετικού ολοήμερου τμήματος για δεύτερη συνεχή σχολική χρονιά από τον ίδιο εκπαιδευτικό να γίνεται μόνο με τη σύμφωνη γνώμη του συνόλου των μελών του Συλλόγου Διδασκόντων»

1. H αρχή της ισότητας, της αμεροληψίας και της αξιοκρατίας μεταφράζονται κατ’ αρχήν στο δικαίωμα καθενός να αντιμετωπίζεται αποκλειστικά κατά τον λόγο της προσωπικής του αξίας και ικανότητας με ίσους όρους. Κατ’ ακολουθία, συνεπάγονται ότι ο νομοθέτης, όταν θεσπίζει προσόντα και προϋποθέσεις για την κατάληψη δημοσίων θέσεων, δεν επιτρέπεται να προβαίνει σε διακρίσεις βάσει κριτηρίων ασχέτων προς την ικανότητα του υποψηφίου, αλλά ούτε και να τον αιφνιδιάζει ανατρέποντας τα δεδομένα διορισμού του κατά τρόπο παράνομο και αυθαίρετο. Ο διορισμός και κατ’ αναλογία η υπηρεσιακή εξέλιξη του υπαλλήλου πρέπει να γίνεται αποκλειστικά βάσει των προσόντων του και της προσωπικής του αξίας (γνώσεις, επιδεξιότητες, εμπειρία, εργατικότητα, συνεργασιμότητα, άμεμπτο παρελθόν) κατ’ εφαρμογήν ουσιαστικών και κατάλληλων κριτηρίων στοχευόντων μόνον στην προσωπική αξία και την καταλληλότητα του υποψηφίου για τις συγκεκριμένες εκάστοτε θέσεις.

2. Το άρθρο 2 παρ. 1 Συντάγματος, καθιερώνει ως πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας το σεβασμό και την προστασία της αξίας του ανθρώπου. Κάθε ανθρώπινο όν έχει λοιπόν αυτοτελή αξία, η οποία χρήζει σεβασμού από την κρατική εξουσία. Σύμφωνα με το άρθρο 25 του Συντάγματος: «1. Τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους. Όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκησή τους. Τα δικαιώματα αυτά ισχύουν και στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουν. Οι κάθε είδους περιορισμοί που μπορούν κατά το Σύνταγμα να επιβληθούν στα δικαιώματα αυτά πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας». Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 22 του Συντάγματος η εργασία αποτελεί δικαίωμα και προστατεύεται από το Κράτος, που μεριμνά για τη δημιουργία συνθηκών απασχόλησης όλων των πολιτών και για την ηθική και υλική εξύψωση του εργαζόμενου αγροτικού και αστικού πληθυσμού. Η αρχή της ισότητας την οποία καθιερώνει το άρθρο 4§1 του Συντάγματος, αποτελεί νομικό κανόνα, ο οποίος επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση των προσώπων που τελούν κάτω από τις ίδιες συνθήκες και ο οποίος δεσμεύει άπαντα τα συντεταγμένα όργανα της Πολιτείας (ενδεικτικά ΣτΕ 2717/1988, ΣτΕ 157/1989 και Ολομ. Α.Π. 3/1997, 7/1993, 12/1992, 6/1992 κλπ). Επιπρόσθετα, η συνταγματική αρχή της ισότητας στις ειδικότερες εκφάνσεις αυτής επιβάλλει την ομοειδή μεταχείριση ομοειδών περιπτώσεων και την κατά το λόγο εκάστου υπαλλήλου αξιοκρατική υπηρεσιακή του εξέλιξη (αξιοκρατία στη σταδιοδρομία). Σύμφωνα δε με το άρθρο 14 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου απαγορεύεται κάθε είδους διάκριση, ακόμα και στον επαγγελματικό χώρο. Μάλιστα το εν λόγω άρθρο κυρώθηκε με το ν. δ. 537/74 και σύμφωνα με το άρθρο 28 του Συντάγματος έχει αυξημένη τυπική ισχύ έναντι των κοινών νόμων.

3. Οι παραπάνω ρυθμίσεις των εν λόγω υπουργικών αποφάσεων οδηγούν στην εκ των πραγμάτων διάκριση των εκπαιδευτικών σε προνομιούχους και μη, διάκριση η οποία είναι ανεπίτρεπτη ως αντισυνταγματική και παράνομη. Η πιο πάνω διάκριση έρχεται σε άμεση σύγκρουση και αντίθεση προς τα ισχύοντα στην Εκπαίδευση καθώς διακρίνει τους υπηρετούντες σε αυτήν σε προνομιούχους και μη. Μέχρι τώρα και σύμφωνα με την εγκύκλιο σχετικά με την Οργάνωση και Λειτουργία του Ολοήμερου Νηπιαγωγείου (Αρ.Πρωτ.Φ.32/1106/142065/11-09-2015/ΥΠΟΠΑΙΘ), οι θέσεις των νηπιαγωγών στο Ολοήμερο Νηπιαγωγείο είναι ενιαίες και όλες οι νηπιαγωγοί έχουν τα ίδια δικαιώματα στην επιλογή προγράμματος και ωραρίου. Για αυτόν τον λόγο και οι δυο νηπιαγωγοί ακολουθούσαν την εναλλασσόμενη βάρδια (μια εβδομάδα πρωί-μια εβδομάδα απόγευμα). Η παραπάνω απόφαση αφήνει να εννοηθεί πως καταργείται οποιαδήποτε συνοχή και συνέχεια του πρωινού προγράμματος με το απογευματινό, καθώς στο εξής θα υπάρχει μία νηπιαγωγός αποκλειστικά για το υποχρεωτικό ωράριο και μια νηπιαγωγός αποκλειστικά για το ολοήμερο. Επιπλέον, υπάρχει ο κίνδυνος οι αναπληρωτές νηπιαγωγοί, που ως γνωστόν εργάζονται για περιορισμένο χρονικό διάστημα στο νηπιαγωγείο όπου τοποθετούνται, να υποχρεωθούν να αναλάβουν μόνο το ολοήμερο (απογευματινό) ωράριο, παρά τη θέλησή τους, κάτι το οποίο έχει συμβεί πολλές φορές στο παρελθόν.

4. Η εισαγωγή, επομένως, επιπλέον κριτηρίων και δεδομένων για την κατανομή των τμημάτων μεταξύ των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στην ίδια σχολική μονάδα, συνιστά ανεπίτρεπτη υπέρβαση των αρμοδιοτήτων των οργάνων που λαμβάνουν τις αποφάσεις, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ανισοτήτων, οι οποίες ουδόλως αμβλύνονται με την πρόβλεψη των διατάξεων για την κατ’ έτος εναλλαγή των τμημάτων, κατά τη στιγμή που ο αναπληρωτής εκπαιδευτικός, είναι σχεδόν απίθανο να βρεθεί στην ίδια σχολική μονάδα και το επόμενο σχολικό έτος, αν φυσικά διορισθεί. Ουσιαστικά περιορίζεται εν τοις πράγμασι ο ρόλος του εκπαιδευτικού που αναλαμβάνει το ολοήμερο ωράριο, με αποτέλεσμα την υποβάθμιση του, γεγονός που δεν συνάδει με τις διατάξεις του Συντάγματος, περί αξιοκρατίας και ισότητας.

5. Να σημειωθεί δε ότι η δημιουργία εκπαιδευτικών δύο ταχυτήτων ουδέν προσφέρει στη ομαλή παιδαγωγική διαδικασία, αλλά ενδεχομένως να προκαλεί επιπλέον έριδες και εντάσεις. Η ενιαία αντιμετώπιση των εκπαιδευτικών αποτελεί παγιωμένη νομική κατάσταση και οι διατάξεις των εν λόγω υπουργικών αποφάσεων σε καμία περίπτωση δεν συμβαδίζουν με αυτήν.

Β) Σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. Φ.353.1/324/105657/Δ1 (τ. Β΄1340/2002) υπουργική απόφαση, όπως αυτή τροποποιήθηκε με την υπ’ αριθμ. 29195/ΓΔ4/19-2-2016 (τ. Β’ 394/2016), καθορίστηκαν τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες των σχολικών συμβούλων και ειδικότερα στις παρ. 1 και 6 του άρθρου 7 αυτά των συμβούλων Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης ως εξής: «1. Οι Σχολικοί Σύμβουλοι Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης (προσχολικής αγωγής, ειδικής αγωγής και δημοτικής Εκπαίδευσης) έχουν την ευθύνη της επιστημονικής και παιδαγωγικής καθοδήγησης και υποστήριξης των εκπαιδευτικών μιας περιφέρειας που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Ενθαρρύνουν κάθε προσπάθεια για επιστημονική έρευνα στο χώρο της Εκπαίδευσης και συμμετέχουν στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου και των εκπαιδευτικών των σχολείων της περιοχής τους….. 6. Οι Σχολικοί Σύμβουλοι Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης έχουν την αρμοδιότητα της παιδαγωγικής καθοδήγησης προγραμμάτων ενισχυτικής διδασκαλίας ή άλλων καινοτόμων προγραμμάτων αντισταθμιστικού χαρακτή­ρα τα οποία εφαρμόζονται στα σχολεία ευθύνης τους

Ακόμη στην ως άνω απόφαση και στην παρ. 2 περ. β του άρθρου 11 ορίζεται επί λέξει: «β. Οι Σχολικοί Σύμβουλοι στα πλαίσια της αρμοδιότητάς τους, εάν επισημαί­νουν προβλήματα διοικητικού χαρακτήρα, ενημερώνουν τα όργανα διοίκησης και εισηγούνται τις αναγκαίες ρυθμίσεις. Σε περίπτωση διαφωνίας τους απο­φασίζει ο Προϊστάμενος του οικείου Τμήματος Επιστημονικής Παιδαγωγικής καθοδήγησης, ύστερα από έγκριση του Περιφερειακού Διευθυντή Εκπαίδευ­σης».

Αντίθετα με τα ανωτέρω, στην υπ’ αριθμ. 130272/Δ1/5-8-2016 ΥΑ, αναφέρεται επί λέξει: «Με απόφαση και σχετική πράξη του Συλλόγου Διδασκόντων ορίζονται ο/οι εκπαιδευτικός/οί που διδάσκουν στο υποχρεωτικό πρόγραμμα και ο/οι εκπαιδευτικός/οί που διδάσκουν στο Ολοήμερο Πρόγραμμα. Σε περίπτωση διαφωνίας την οριστική λύση δίνει ο/η Σχολικός/ή Σύμβουλος».

1. Προκύπτει αβίαστα από τα ανωτέρω ότι αρμοδιότητα του Σχολικού Συμβούλου είναι μόνο η «επιστημονική και παιδαγωγική καθοδήγηση και υποστήριξη των εκπαιδευτικών» και επομένως από πουθενά δεν συνάγεται ότι καθήκον τους είναι η επίλυση διοικητικών θεμάτων, όπως είναι η κατανομή των τμημάτων των νηπιαγωγείων. Η επίλυση διοικητικών θεμάτων, ανήκει στα καθήκοντα των Περιφερειακών Δ/ντών Εκπ/σης Π.Ε & Δ.Ε, των Διευθύνσεων Π.Ε. και των Διευθυντών και Προϊσταμένων των σχολικών μονάδων, συνεπώς η ενίσχυση των καθηκόντων των σχολικών συμβούλων, με τον τρόπο που επιχειρούν να πράξουν οι ως άνω υπουργικές αποφάσεις, είναι λανθασμένη.

2. Ακόμη και η περίπτωση που ο Σχολικός Σύμβουλος διαπιστώσει ζητήματα διοικητικής φύσεως, στην περίπτωση αυτή, κατά ρητή και αποκλειστική αναφορά της παρ. 2 περ. β’ του άρθρου 11 της ισχύουσας ΥΑ, ο ρόλος τους είναι καθαρά συμβουλευτικός και γνωμοδοτικός, στερούμενοι επομένως κάθε αποφασιστικής αρμοδιότητας, προς λήψη εκτελεστής απόφασης. Και σε αυτή τη περίπτωση άλλωστε την αποφασιστική αρμοδιότητα έχει ο Περιφερειακός Διευθυντής Εκπαίδευ­σης, ο οποίος εγκρίνει την όποια απόφαση.

3. Ο ρόλος του σχολικού συμβούλου όπως καθορίστηκε από τον Ν. 1304/1982, όταν αντικατέστησε το θεσμό του Επιθεωρητή, είναι σαφέστατα και μόνο η επιστημονική και παιδαγωγική καθοδήγηση και υποστήριξης των εκπαιδευτικών και σε καμία περίπτωση η άσκηση διοικητικών καθηκόντων, όπως καθ’ υπέρβαση ορίζει η υπ’ αριθμ. 130272/Δ1/5-8-2016 ΥΑ.

Κατόπιν όλων όσων προεκτέθηκαν η απάντηση στα υποβληθέντα ερωτήματα είναι η ως άνω εκτενώς διατυπωθείσα.

Μετά τιμής Τζαμτζής Ν. Παναγιώτης