– Σύμφωνα με πληροφορίες από το υπουργείο Παιδείας,,  φέτος, υπάρχει περίπτωση να ανακοινωθούν.

Αναλυτικότερα, ένας άλλος, μεγάλος «σταθμός» , με το οποίο επιλέγουν τις σπουδές τους.

Οι υποψήφιοι θα υποβάλουν ηλεκτρονικά το Μηχανογραφικό Δελτίο, ενώ θα υπάρχει και η δυνατότητα υποβολής παράλληλου Μηχανογραφικού και για τα Δημόσια ΙΕΚ. Η διαφορά φέτος είναι ότι η υποβολή των Μηχανογραφικών δεν θα γίνει σε δυο φάσεις, αλλά σε μία.

Στρατηγάκης: Δεν έχει σχέση η ζήτηση με την αξία μιας σχολής

Πώς όμως επιλέγουν σπουδές οι υποψήφιοι; «Οι υποψήφιοι χρησιμοποιούν διάφορα κριτήρια. Ένα από αυτά είναι η βάση της σχολής. Όταν ακούν ότι μία σχολή έχει βάση 18.500 μόρια συμπεραίνουν ότι πρόκειται περί εξαιρετικής σχολής. Όταν ακούν ότι μια άλλη σχολή έχει βάση 12.000 συμπεραίνουν ότι πρόκειται περί… μικρομεσαίας και προβληματικής» λέει στο iefimerida ο Στράτος Στρατηγάκης, Μαθηματικός – Σύμβουλος Σταδιοδρομίας, δημιουργός και διαχειριστής του stadiodromia.

Είναι, όμως, έτσι τα πράγματα; Σύμφωνα με τον κ. Στρατηγάκη, «η βάση μίας σχολής εκφράζει τη ζήτηση για σπουδές σ’ αυτή τη σχολή. Μία σχολή που έχει αυξημένη ζήτηση θα διαμορφώσει και υψηλή βάση. Αντίθετα μία σχολή που έχει χαμηλή ζήτηση θα έχει κενές θέσεις και χαμηλή βάση. Δεν έχει καμία σχέση η ζήτηση με την αξία της σχολής».

Πανελλαδικές: Πώς επιλέγουν σχολή οι υποψήφιοι

Για να δοθεί ξεκάθαρη απάντηση θα πρέπει να αποσαφηνιστούν οι παράγοντες που διαμορφώνουν τη ζήτηση μια σχολής.

«Ο πρώτος παράγοντας είναι το επιστημονικό αντικείμενο του τμήματος. Η Ψυχολογία έχει μεγαλύτερη ζήτηση από τη Φιλολογία, γι’ αυτό και οι βάσεις των τμημάτων Ψυχολογίας είναι υψηλότερες από τις βάσεις των τμημάτων Φιλολογίας. Φυσικά αυτό δεν συνέβαινε πάντα. Πριν 20 χρόνια οι βάσεις των τμημάτων στην Αθήνα ήταν παρόμοιες ενώ τώρα η διαφορά τους είναι γύρω στα 5.000 μόρια. Η ζήτηση για το επιστημονικό αντικείμενο εξαρτάται και από την ελπίδα επαγγελματικής αποκατάστασης που δίνει το κάθε πτυχίο. Η Φιλολογία δεν έχει πια καλές προοπτικές επαγγελματικά, ενώ η Ψυχολογία έχει» σημειώνει ο κ. Στρατηγάκης.

Όπως λέει, «πρόκειται για ένα κριτήριο που θεωρείται σημαντικό, κυρίως από τους γονείς, αλλά είναι εξαιρετικά μεταβλητό, καθώς εξαρτάται από την εξέλιξη της Οικονομίας, που, με τη σειρά της, εξαρτάται από διάφορους απρόβλεπτους παράγοντες. Ζήσαμε τελευταία και την πανδημία και την εισβολή στην Ουκρανία, που ανέτρεψαν πολλές οικονομικές βεβαιότητες. Η ζήτηση για το επιστημονικό αντικείμενο επηρεάζεται, λοιπόν, από τις επαγγελματικές προοπτικές, που, όμως, είναι ασταθής παράγοντας».

Ένας άλλος παράγοντας που διαμορφώνει τη βάση είναι η έδρα του τμήματος. «Βλέπουμε ότι οι σχολές στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, που είναι οι πολυπληθέστερες πόλεις μας, έχουν υψηλότερη βάση από τις σχολές του ίδιου επιστημονικού αντικειμένου σε μικρότερες πόλεις. Το τμήμα Φυσικής στην Αθήνα έχει 3.000 μόρια διαφορά στη βάση από το αντίστοιχο τμήμα στην Κρήτη. Η διαφορά δεν οφείλεται στο ότι το τμήμα της Αθήνας είναι καλύτερο από της Κρήτης. Φυσικά αυτό δεν ισχύει. Οφείλεται στον αριθμό των υποψηφίων που δηλώνουν πρώτο το τμήμα της Αθήνας, που είναι πολύ περισσότεροι, αφού στην Αθήνα ζει το 40% του πληθυσμού της χώρας μας. Η αυξημένη ζήτηση για σπουδές στην Αθήνα ανεβάζει τη βάση του τμήματος σε σχέση με αυτό της Κρήτης. Αυτό αποτελεί την ευκαιρία για τους υποψηφίους που δεν κατάφεραν να γράψουν όσο καλά θα ήθελαν. Μπορούν να δηλώσουν τα τμήματα που θεραπεύουν το επιστημονικό αντικείμενο που τους ενδιαφέρει σε μικρότερες πόλεις» προσθέτει ο έμπειρος αναλυτής.

Τι δείχνουν οι αριθμοί

Ο Στράτος Στρατηγάκης υποστηρίζει ότι πολλοί υποψήφιοι «θαμπώνονται» από την υψηλή βάση των τμημάτων και ξεχνούν να ρωτήσουν τον εαυτό τους τι πραγματικά θέλουν να σπουδάσουν.

«Δηλώνουν σχολές με κριτήριο τη βάση τους. Προσπαθούν να πετύχουν στην πιο υψηλόβαθμη σχολή που μπορούν, νομίζοντας ότι αυτό είναι το ζητούμενο. Ευτυχώς δεν το κάνουν όλοι. Κάποιοι άλλοι, έχουν καταλάβει ότι η βάση δεν είναι ένα μέγεθος που τους αφορά και κάνουν τις επιλογές τους με βάση το δρόμο της καρδιάς τους. Βλέπουμε, έτσι, σε κάποιες σχολές η διαφορά των μορίων του πρώτου από τον τελευταίο να είναι πολλές χιλιάδες μόρια. Στη σχολή πλοιάρχων του Εμπορικού Ναυτικού η βάση διαμορφώθηκε το 2022 στα 8.375 μόρια και έμειναν εκατοντάδες κενές θέσεις. Πρόκειται, δηλαδή, για την κλασική περίπτωση σχολής χαμηλής ζήτησης. Ο πρώτος που εισήχθη στο τμήμα, όμως, είχε 19.000 μόρια. Γι’ αυτό τον υποψήφιο η σχολή Πλοιάρχων ήταν όνειρο ζωής. Κάτι αντίστοιχο συνέβη και με τους Μηχανικούς του Εμπορικού Ναυτικού» υπογραμμίζει.

Τα στοιχεία που παραθέτει ο Στράτος Στρατηγάκης είναι εντυπωσιακά. «Ο πρώτος που εισήχθη στο τμήμα Φιλολογίας στο Ρέθυμνο συγκέντρωσε 18.856 μόρια και φυσικά μπορούσε να εισαχθεί σε όποια σχολή του Πεδίου του ήθελε: Από τη Νομική μέχρι την Ψυχολογία που υπάρχει και στο Ρέθυμνο. Προτίμησε, όμως το δρόμο της καρδιάς του που έλεγε Φιλολογία, παρόλο που οι επαγγελματικές προοπτικές δεν διαγράφονται καλές.

Κάτι ανάλογο συνέβη στο τμήμα Μηχανικών Σχεδίασης Προϊόντων και Συστημάτων στη Σύρο: η βάση ήταν 8840 μόρια, αλλά ο πρώτος είχε 17.585 μόρια, 8745 μόρια πάνω από τη βάση του τμήματος, σχεδόν νταμπλ σκορ» σημειώνει και συνεχίζει:

«Κάποιοι ανησυχούν διότι πιστεύουν ότι τα παιδιά αυτά χαραμίζονται. Κι όμως η εμπειρία δείχνει ότι αυτοί που εισάγονται πρώτοι, τελειώνουν πρώτοι και φεύγουν με υποτροφίες στο εξωτερικό για να συνεχίσουν τις σπουδές τους. Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν, κάποια από αυτά τα παιδιά, είναι η αφόρητη πίεση από το οικογενειακό και το κοινωνικό περιβάλλον να μην δηλώσουν το τμήμα που επιθυμούν αλλά κάποιο άλλο με υψηλότερη βάση και υψηλότερο κύρος. Το ζητούμενο είναι, όμως, να ακολουθήσει ο υποψήφιος τις σπουδές που του αρέσουν και να διακριθεί σ’ αυτές και όχι να μπει σε μια σχολή υψηλού κύρους»