Αν παρακολουθήσει κανείς τα τεκταινόμενα το τελευταίο διάστημα στο χώρο της εύλογα θα αναρωτηθεί: «Μα καλά αυτοί που ηγούνται του αντίστοιχου είναι τόσο ανίκανοι»; Και πώς να μην αναρωτηθεί κάτι τέτοιο όταν τίποτα δεν φαίνεται να λειτουργεί καλά στα σχολεία κατά την φετινή σχολική χρονιά.

Δημήτρης Τσιριγώτης. Φυσικός

Μπήκε ο Οκτώβρης και ακόμα υπάρχουν χιλιάδες κενά εκπαιδευτικών, , πολλά σχολεία κλείνουν λόγω κρουσμάτων κορονοϊού, στα περισσότερα σχολεία ακόμα δεν έχει αρχίσει η παράλληλη στήριξη για τα παιδιά εκείνα που την έχουν απόλυτη ανάγκη, δεν έχουν γίνει οι απαραίτητες προσλήψεις σε καθαρίστριες, δεν έχει παρθεί (πέρα από την υποχρεωτική χρήση μάσκας) κανένα άλλο μέτρο για την προστασία της υγείας των μαθητών και των εκπαιδευτικών, ο αριθμός των μαθητών μέσα στις αίθουσες αντί να μειώνεται αυξάνεται και ας μην μιλήσουμε για το τραγικό φιάσκο με τις δωρεάν μάσκες. Ατέλειωτος ο κατάλογος. Αφού λοιπόν κανείς τα διαπιστώσει όλα αυτά θα περάσει λογικά στη δεύτερη αναρώτηση: «Μα αφού οι ιθύνοντες  του υπουργείου Παιδείας είναι τόσο ανίκανοι να φέρουν εις πέρας την αποστολή τους γιατί παραμένουν στη θέση τους»;

Προσωπικά διαφωνώ εντελώς, η αποστολή εκτελείται στο ακέραιο και οι υπουργοί επιδεικνύουν απόλυτη ικανότητα. Οι προηγούμενες αναρωτήσεις ήταν εντελώς λάθος. Ο λόγος είναι πως πήραμε ως δεδομένο πως η συγκεκριμένη κυβερνητική πολιτική αποσκοπεί στην βελτίωση της δημόσιας εκπαίδευσης και του δημόσιου σχολείου. Στην πραγματικότητα η κυβέρνηση επενδύει στην πλήρη απαξίωση του δημόσιου σχολείου ώστε να λιπανθεί ο δρόμος για τον διακαή της πόθο: την ιδιωτικοποίησή του. Και αυτό το σχέδιο εξυπηρετείται απόλυτα από τη δήθεν ανικανότητα της διοίκησης του υπουργείου Παιδείας.

Το σχέδιο είναι συγκεκριμένο και έχει δοκιμαστεί και σε αρκετές άλλες χώρες: Αφήνουν να ρημάξει το ώστε μετά να αρχίσει η ανοικοδόμησή του την οποία αναλαμβάνουν οι χορηγοί, οι ιδιώτες που εμφανίζονται ως οι ευεργέτες του δημόσιου σχολείου ενώ στην πραγματικότητα είναι ταγμένοι εχθροί σε οτιδήποτε έχει να κάνει με δημόσιο τομέα και κοινωνικό κράτος. Ο δρόμος που ακολουθείται είναι εκείνος της πλήρους απαξίωσης του δημόσιου σχολείου και των δημόσιων λειτουργών του στα μάτια του κόσμου ώστε να γίνει κοινωνικό ζητούμενο πως: «Δεν πάει άλλο, κάτι επιτέλους πρέπει να αλλάξει».  Και μετά έρχεται εκείνη η ύπουλη σύγκριση:

«Στα ιδιωτικά σχολεία δεν χάνεται ούτε μια ώρα μαθήματος» και κάπως έτσι η κοινή γνώμη διαμορφώνεται να ζητήσει μόνη της: «αφού δεν μπορούν να λειτουργήσουν καλά τα δημόσια σχολεία ας βάλουν ιδιώτες να τα διοικήσουν».  Με αυτό τον τρόπο μπαίνει το νερό στο αυλάκι για την ιδιωτικοποίηση του δημόσιου σχολείου και αρχίζει να εφαρμόζεται μόλις επιτευχθεί η απαραίτητη κοινωνική συναίνεση.

Εδώ όμως πρέπει να αποσαφηνίσουμε την έννοια της ιδιωτικοποίησης του δημόσιου σχολείου. Άλλο ιδιωτικά σχολεία και άλλο ιδιωτικοποιημένα. Ιδιωτικοποιημένα σχολεία είναι εκείνα που χρησιμοποιούν πρακτικές του ιδιωτικού τομέα ώστε να μοιάζουν με επιχειρήσεις και να είναι πιο φιλικά με τις επιχειρήσεις. Οι πόροι και τα έξοδα λειτουργίας των σχολείων αυτών καλύπτονται κατά το μεγαλύτερο ποσοστό από ιδιώτες οι οποίοι με τη σειρά τους εκμεταλλεύονται τα σχολεία με σκοπό το δικό τους κέρδος.

Εννοείται πως οι ιδιώτες αυτοί καθορίζουν την εκπαιδευτική πολιτική του σχολείου και επιλέγουν το εργατικό δυναμικό. Φυσικά σε ένα τέτοιο σχολείο-επιχείρηση  οι ρόλοι όλων είναι διαφορετικοί: Ο διευθυντής έχει ένα ρόλο CEO (διευθύνων σύμβουλος). Οι εκπαιδευτικοί σε ρόλο πωλητών. Οι μαθητές και οι γονείς τους σε ρόλο πελατών. Οι χορηγοί και οι ιδιώτες που θα εξασφαλίζουν έξτρα οικονομικούς πόρους στο σχολείο διαδραματίζουν έναν ρόλο μετόχου. Το ιδιωτικοποιημένο σχολείο είναι γνωστό και ως σχολείο της αγοράς. Ξεγελάει και κερδίζει την αποδοχή του κόσμου γιατί εξακολουθεί να φέρει τον τίτλο του δημοσίου σχολείου, βέβαια ψευδεπίγραφα.

Η μεγάλη εικόνα και το αίτημα των αιτημάτων

Ας μην είμαστε αφελείς. Η πολιτική του αποτυγχάνοντας επιτυγχάνει τους στόχους της κυβέρνησης. Με συνειδητά άστοχες αποφάσεις, που κάποιες στιγμές φτάνουν και στο επίπεδο των κραυγαλέων φαιδρών (κατασκευή μασκών, παγουρίνο κ.ά) η εικόνα του δημόσιου σχολείου αμαυρώνεται ολοένα και περισσότερο. Ας μην βιαζόμαστε να χαρακτηρίζουμε κάθε αχαρακτήριστη ενέργεια του υπουργείου ως αποτυχημένη ή αστεία. Πρέπει να μας προβληματίζει το γεγονός πως οι προϊστάμενοί του παραμένουν στη θέση τους ενώ οι προκάτοχοί τους για πολύ λιγότερα είχαν αντικατασταθεί. Πρέπει να μας προβληματίζει το γεγονός πως έχοντας σχεδόν όλη την κοινωνία απέναντι (ακόμα και οι φιλοκυβερνητικοί είναι απέναντι) παρόλα αυτά, δεν έχουν κάνει ούτε νύξη για παραίτηση, έστω και για λόγους ευθιξίας. Προφανώς υπάρχει ικανοποίηση για το έργο τους. Και προφανώς το έργο τους δεν είναι αυτό που φαίνεται. Η απομάκρυνσή τους θα συμβεί μόλις θεωρηθούν από την κυβέρνηση ως καμένα χαρτιά.

Βέβαια το θέμα είναι αν υπάρχει τρόπος να αντιδράσουμε. Μέχρι τώρα η όποια αντίδραση υπάρχει από εκπαιδευτικούς, γονείς και μαθητές στρέφεται προς το εκάστοτε πυροτέχνημα που πετάει το υπουργείο και εκτονώνεται με τη ρίψη του επόμενου πυροτεχνήματος. Έτσι ακόμα και η αντίδραση μοιάζει αποσπασματική και χάνει την μεγάλη εικόνα. Η μεγάλη εικόνα, το μεγάλο διακύβευμα, το πιο σημαντικό αίτημα που ομογενοποιεί όλα τα αιτήματα εξακολουθεί να παραμένει το: «δημόσια, δωρεάν και ποιοτική παιδεία για όλα τα παιδιά».

Φυσικά η πιο σημαντική ερώτηση που πρέπει να απαντηθεί είναι αν θέλουμε να εξακολουθήσει να υπάρχει το δημόσιο σχολείο ή θα το αφήσουμε να γκρεμιστεί ώστε να αρχίσει η ανοικοδόμηση του σχολείου της αγοράς; Και αν δεν μας αρέσει το δημόσιο σχολείο που είχαμε ως σήμερα μήπως ήρθε η ώρα να απαιτήσουμε ένα καλύτερο και όχι να το αφήνουμε στα χέρια εκείνων που αποδεδειγμένα και δηλωμένα απεχθάνονται οποιοδήποτε δημόσιο αγαθό; Οι γύπες ήδη κάνουν γύρους πάνω από το προαύλιο του σχολείου και περιμένουν το θάνατο κάθε αντίδρασης.

Γονείς, εκπαιδευτικοί και μαθητές αυτό που επιδιώκουν είναι τη συναίνεση και  τη συνενοχή μας. Υπάρχει όμως κάτι που τρέμουν. Την ένωσή μας. Τη μία φωνή μας. Και το αίτημα των αιτημάτων: «δημόσια, δωρεάν και ποιοτική παιδεία». Όλα εκεί καταλήγουν τελικά.