Πίνακας περιεχομένων
Σε πλήρη αντίθεση με την κυβερνητική αφήγηση περί οικονομικής προόδου και βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου των πολιτών έρχονται τα ευρήματα της ετήσιας Έκθεσης του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, η οποία δίνει μια σκληρή εικόνα για τους μισθούς και την κατάσταση των μισθωτών στη χώρα. Σύμφωνα με τα στοιχεία, η πλειονότητα των εργαζομένων αντιμετωπίζει σοβαρές δυσκολίες επιβίωσης, με τους μισθούς να παραμένουν στάσιμοι ή και να μειώνονται σε πραγματικούς όρους, την ώρα που η παραγωγικότητα αυξάνεται και ο πλούτος συγκεντρώνεται σε ένα μικρό ποσοστό του πληθυσμού.
Η Έκθεση αναδεικνύει δραματικά την υλική και κοινωνική στέρηση που βιώνει μεγάλος αριθμός εργαζομένων, με την Ελλάδα να κατατάσσεται δεύτερη σε φτώχεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ακόμη πιο ανησυχητικά είναι τα στοιχεία για την υποκειμενική φτώχεια, που αγγίζει το 57,1% στους μισθωτούς, ποσοστό μακράν το υψηλότερο στην Ε.Ε. Την ίδια στιγμή, αποκαλύπτεται ότι ενώ η κατανάλωση αυξάνεται συνολικά, τα νοικοκυριά των μισθωτών παραμένουν καθηλωμένα, με τις αυξήσεις εισοδήματος να ευνοούν κυρίως τους εργοδότες και τις ομάδες υψηλού πλούτου.
Δείτε εδώ Γιατί οι μισθοί των εκπαιδευτικών θεωρούνται άδικοι – Η Ελλάδα στον «πάτο» της κατάταξης της Ε.Ε.
Η Ομοσπονδία Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Ελλάδας (ΟΙΕΛΕ) επισημαίνει ότι τα συμπεράσματα της Έκθεσης αποτελούν ηχηρό καμπανάκι για τη χάραξη διαφορετικής πολιτικής. Όπως σημειώνει, απαιτείται άμεση αναδόμηση του εργασιακού πλαισίου, ενίσχυση των μισθών και ουσιαστική επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, προκειμένου να ανακοπεί η πορεία κοινωνικής αποδιάρθρωσης που ήδη διαγράφεται ανησυχητικά.
Έκθεση ΙΝΕ-ΓΣΕΕ: Η καταβαράθρωση των εργασιακών σχέσεων προκαλεί φτώχεια και ακραίες ανισότητες
Αποδομεί το κυβερνητικό αφήγημα περί «ισχυρής ανάπτυξης» και βελτίωσης των συνθηκών ζωής των πολιτών η Ετήσια Έκθεση του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ που παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Κυρίως διότι από τα στοιχεία της διακρίνεται πως οι άνθρωποι της μισθωτής εργασίας διαβιούν σε συνθήκες φτώχειας και καλπάζουσας ακρίβειας, ότι πληρώνονται λιγότερο αν και παράγουν περισσότερο κι ότι το μερίδιο της οικονομικής ανάπτυξης που λαμβάνουν είναι συντριπτικά μικρότερο από αυτό της (μη εργαζόμενης) ελίτ.
Από τα συμπεράσματα της έρευνας γίνεται φανερό ότι η κατάρρευση των συλλογικών συμβάσεων, η συρρίκνωση των αποδοχών και η απουσία ουσιαστικών ελέγχων στην αγορά εργασίας ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για την ντροπιαστική θέση της χώρας ως της δεύτερης πιο φτωχής σε ολόκληρη την Ε.Ε. Κόλαφο, δε, αποτελούν τα στοιχεία για την υλική και κοινωνική αποστέρηση των μισθωτών που αποδεικνύουν ότι με τις σημερινές αποδοχές η μέση οικογένεια δεν μπορεί να ζήσει.
Τα πιο σημαντικά ευρήματα της έρευνας για τους μισθούς
Αν και το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών αυξήθηκε περίπου 8,3 δισ. ευρώ, η αντίστοιχη αύξηση του συνόλου των πραγματικών μισθών ήταν μόλις 130 εκατ. ευρώ, όταν το πραγματικό εισόδημα από μη μισθωτή εργασία αυξήθηκε κατά 2,6 δισ. ευρώ και το πραγματικό εισόδημα από πλούτο κατά 4,5 δισ. ευρώ!
Ταυτόχρονα, η πραγματική κατανάλωση αυξήθηκε κατά 7,9 δισ. ευρώ. Ωστόσο, ενώ η κατανάλωση έμεινε στάσιμη για τις οικογένειες των μισθωτών, σχεδόν διπλασιάστηκε για τις οικογένειες που έχουν ως μέλος τους εργοδότη! Τα στοιχεία αυτά αποτελούν καθρέπτη της ακραίας οικονομικής ανισότητας στη χώρα και του πώς «μοιράζεται» ο πλούτος που με κόπο παράγει ο κόσμος της εργασίας.
Δεκαπέντε και πλέον χρόνια μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, οι μισθοί στη χώρα μας εξακολουθούν να είναι καθηλωμένοι σε επίπεδα που δεν διασφαλίζουν ένα επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης για μεγάλο τμήμα των απασχολουμένων. Την περίοδο 2009-2024 ο μέσος ετήσιος πραγματικός μισθός στη χώρα μας μειώθηκε κατά 32,8%. Ακόμη και την περίοδο 2019-2024 που νομοθετούνται απανωτές αυξήσεις του κατώτατου μισθού, έχουμε πραγματική μείωση του πραγματικού μισθού κατά 1,1%.
Οι εκπρόσωποι των εργοδοτών ισχυρίζονται ότι δεν μπορούν να αυξηθούν οι μισθοί λόγω μη παραγωγικότητας. Τα στοιχεία τους διαψεύδουν. Την περίοδο 2019-2024 η πραγματική παραγωγικότητα της εργασίας στο σύνολο της οικονομίας αυξήθηκε κατά 1,2%, αλλά το μέσο πραγματικό ωρομίσθιο 5 μειώθηκε κατά 4,7%. Μεταξύ των 11 βασικών κλάδων της οικονομίας η πραγματική παραγωγικότητα της εργασίας αυξήθηκε σε οκτώ, αλλά το μέσο πραγματικό ωρομίσθιο αυξήθηκε μόλις σε δύο! Από την αύξηση της παραγωγικότητας το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν επωφελούνται οι εργαζόμενοι, τουναντίον τιμωρούνται γι’ αυτήν!
Δείτε επίσης Πόσο αυξάνονται οι μισθοί το 2025 – Που θα πάει ο μέσος μεικτός μισθός
Αγοραστική δύναμη και μισθοί
Η μειωμένη αγοραστική δύναμη μεγάλου τμήματος των εργαζομένων συνεχίζει να επηρεάζει αρνητικά τις συνθήκες διαβίωσής τους. Το 2024 το ποσοστό σοβαρής υλικής και κοινωνικής στέρησης των μισθωτών ανήλθε στη χώρα μας στο 8,8%, έναντι 8% το 2023 και 3,8% στο σύνολο της ΕΕ. Το ποσοστό αυτό είναι το δεύτερο υψηλότερο στην ΕΕ, με την Ελλάδα να καταγράφει καλύτερη επίδοση μόνο σε σύγκριση με τη Βουλγαρία.
Ενδεικτικό των υποβαθμισμένων συνθηκών διαβίωσης των μισθωτών είναι επίσης ότι το ποσοστό υποκειμενικής φτώχειας για τη συγκεκριμένη πληθυσμιακή ομάδα ανήλθε το 2024 στη χώρα μας στο 57,1%. Η τιμή αυτή είναι με διαφορά η μεγαλύτερη στην ΕΕ και υπερβαίνει κατά 28,6 ποσοστιαίες μονάδες τη δεύτερη υψηλότερη, που καταγράφεται στη Βουλγαρία.
Εκτός από τα στοιχεία αυτά που δείχνουν την δυσμενέστατη οικονομικά θέση του κόσμου της εργασίας, η έρευνα θέτει σοβαρότατα ζητήματα, όπως τα διαρθρωτικά προβλήματα της οικονομίας, την τεχνολογική υστέρηση των εταιρειών και επιχειρήσεων, το έλλειμμα εμπορικού ισοζυγίου, τη μεγάλη μείωση του ενεργού εργασιακά πληθυσμού, την εξάρτηση της χώρας από εισαγόμενα αγροκτηνοτροφικά προϊόντα, τις τεράστιες περιφερειακές ανισότητες, την ανεργία και την καλπάζουσα ακρίβεια.
Είναι φανερό ότι για τη χώρα είναι αναγκαία μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση πολιτικής με αναδόμηση των θεσμών της αγοράς εργασίας και άμεση αποκατάσταση του θεσμού των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων, με δίκαιη κατανομή του παραγόμενου πλούτου και ενίσχυση των αμοιβών, με βελτίωση των συνθηκών εργασίας, με αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου.
Λίγες ημέρες πριν ο Πρωθυπουργός διαμαρτυρήθηκε για τη «γκριζίλα και τη μιζέρια» όσων ασκούν κριτική στα πεπραγμένα της κυβέρνησής του. Πράγματι, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας στον κόσμο των εργοδοτών, των μη μισθωτών, των εκπροσώπων του παρασιτικού πλούτου γκριζίλα και μιζέρια δεν υπάρχει, καθώς τα εισοδήματά των συγκεκριμένων ομάδων πολιτών αυξάνουν θεαματικά. Ελλάδα, όμως, δεν είναι μόνο το ένα πέμπτο της κοινωνίας. Και καμιά κοινωνία δεν αντέχει, όταν οι ανισότητες διευρύνονται σε τέτοιο βαθμό, όταν η φτώχεια εμμένει και αυξάνεται.
Διαβάστε ακόμη Επαγγέλματα του μέλλοντος: Ποιές ειδικότητες θα κυριαρχήσουν στην αγορά εργασίας
FAQ: Όσα πρέπει να ξέρετε για την Έκθεση του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ για τους μισθούς και την αγορά εργασίας
1. Τι εξετάζει η Ετήσια Έκθεση του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ;
Η έκθεση αποτυπώνει την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας με έμφαση στις συνθήκες εργασίας, τη διανομή του πλούτου, την αγοραστική δύναμη των μισθωτών και τη διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων.
2. Ποιο είναι το βασικό συμπέρασμα της φετινής έκθεσης;
Ότι η εργασιακή ανασφάλεια, η μείωση των πραγματικών μισθών και η απουσία συλλογικών συμβάσεων οδηγούν τη χώρα σε συνθήκες φτώχειας και ακραίων ανισοτήτων, παρά τους δείκτες οικονομικής ανάπτυξης.
3. Πώς εξελίχθηκαν οι πραγματικοί μισθοί στην Ελλάδα;
Την περίοδο 2009-2024 οι πραγματικοί μισθοί μειώθηκαν κατά 32,8%, ενώ μεταξύ 2019-2024, παρά τις αυξήσεις στον κατώτατο μισθό, ο μέσος πραγματικός μισθός μειώθηκε κατά 1,1%.
4. Ποια είναι η σχέση μεταξύ παραγωγικότητας και αμοιβών;
Ενώ η παραγωγικότητα αυξήθηκε κατά 1,2% την περίοδο 2019-2024, το μέσο πραγματικό ωρομίσθιο μειώθηκε κατά 4,7%. Αυτό δείχνει ότι η αύξηση της παραγωγικότητας δεν συνοδεύεται από αύξηση των αποδοχών των εργαζομένων.
5. Τι δείχνουν τα στοιχεία για την κατανάλωση και τη διανομή του εισοδήματος;
Η συνολική κατανάλωση αυξήθηκε, αλλά αυτή η αύξηση προήλθε σχεδόν αποκλειστικά από τις οικογένειες εργοδοτών. Οι μισθωτοί δεν επωφελήθηκαν, γεγονός που αποκαλύπτει την ένταση των ανισοτήτων.
6. Ποια είναι η θέση της Ελλάδας σε σχέση με την υπόλοιπη Ε.Ε.;
Η Ελλάδα καταγράφει το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό σοβαρής υλικής και κοινωνικής στέρησης για τους μισθωτούς στην Ε.Ε. (8,8% το 2024) και το υψηλότερο ποσοστό υποκειμενικής φτώχειας, με 57,1%.
7. Τι άλλα προβλήματα εντοπίζει η Έκθεση;
Η έκθεση αναφέρεται σε σειρά διαρθρωτικών αδυναμιών, όπως η τεχνολογική υστέρηση των επιχειρήσεων, η μείωση του ενεργού πληθυσμού, η εξάρτηση από εισαγωγές, οι περιφερειακές ανισότητες και η ανεργία.