Έναν βασικό κομματικό στόχο έχει η Υπουργός Παιδείας – πέραν των νεοφιλελεύθερων πολιτικών της ιδιωτικοποίησης της μάθησης – τον ασφυκτικό έλεγχο των εκπαιδευτικών και την αποδυνάμωση των εκπαιδευτικών ομοσπονδιών.

Του

Ποτέ δεν είχαμε ένα τόσο κυνικό σχέδιο συντηρητικής αναδιάρθρωσης του εκπαιδευτικού συστήματος. Από την αρχή είχε διαφανεί το τι θα ακολουθήσει. Η υπόθεση των κολεγίων δεν ήταν μόνο πλήγμα για την επιστημονική κοινότητα και για τα πτυχία – με την παράλληλη εξυπηρέτηση των ψηφοφόρων της Ν.Δ. – αλλά και υπονόμευση κάθε έννοιας ορθολογισμού στον χώρο των επιστημονικών κλάδων.

Σήμερα επιδίδεται σε μια οργανωμένη προσπάθεια να χειραγωγήσει την εκπαιδευτική κοινότητα. Να βάλει τάξη και πειθαρχία – καταπώς την εννοεί η ίδια. Προκαλεί με την ακρότητα των μέτρων της. Έχουμε πάψει πλέον να ασχολούμαστε με την ουσία της αξιολόγησης αλλά αντίθετα με τα πρωτόγνωρα τιμωρητικά και εξοντωτικά μέτρα, που έχει νομοθετήσει κατά των εκπαιδευτικών – μέτρα που δεν ισχύουν πουθενά αλλού στο δημόσιο για ανάλογες περιπτώσεις.

Το ερώτημα τίθεται ipso facto. Ως προς τι τόσο πολιτικό μίσος;

Προφανώς υπάρχουν προηγούμενα, που συνδέονται με πλήρως αποτυχημένες πολιτικές της κ. Κεραμέως: την προσπάθεια επιβολής της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας χωρίς καμιά διαδικασία διαλόγου και συνεννόησης με τις Ομοσπονδίες (θέμα που αφορούσε απόλυτα τον τρόπο λειτουργίας του εκπαιδευτικού κινήματος) και την πρωτόγνωρη στη σύλληψή της επιλογή για εισαγωγή κάμερας στη σχολική αίθουσα με τη λογική του big brother – υπόθεση που απορρίφτηκε απόλυτα από τους εκπαιδευτικούς σε όλα τα σχολεία.

Τίθεται λοιπόν και ζήτημα εκδίκησης; Συνδέεται κάτι τέτοιο με την αντίληψη, που πρέπει να εκφράζει η όποια ηγεσία του Υπουργείου;

Είναι τέτοια η εχθρότητα της κ. Κεραμέως που περιλαμβάνει και απλά διαχειριστικά ζητήματα. Δεν υπογράφει τις αποσπάσεις των μελών των Επιστημονικών Φορέων της ΔΟΕ και της ΟΛΜΕ!  Αντί να ενθαρρύνει τις Ομοσπονδίες να παράγουν μορφωτικό και επιστημονικό έργο για την εκπαίδευση και τον εκπαιδευτικό, επιλέγει να τις τιμωρήσει αφαιρώντας τους μια τεχνική στήριξη, την οποία είχαν υιοθετήσει όλοι οι πρώην Υπουργοί Παιδείας όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων!

Την ίδια στιγμή τα σχολεία είναι εγκαταλελειμμένα. Πολλοί εκπαιδευτικοί λείπουν και πιστώσεις δεν φαίνονται στον ορίζοντα. Μαθητές συμπιέζονται σε μεγάλους αριθμούς ακόμα και σε μικρές αίθουσες. Για το μαθησιακό κενό των μαθητών του χαμένου ενάμιση σχολικού χρόνου και για ενισχυτική διδασκαλία δεν γίνεται καμιά κουβέντα. Δεν υπήρξε πρόβλημα, για την κυβέρνηση! Δεν έχει κάνει ούτε μια αναφορά περί αυτού…

Η Δημοκρατική Συνεργασία εκπαιδευτικών (ΔΗ.ΣΥ.) της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης δίνει μια όψη της σημερινής ζοφερής εικόνας των σχολείων. Εξαθέσια σχολεία υποβαθμίζονται σε τετραθέσια, τριθέσια σε διθέσια, διθέσια σε μονοθέσια, ολοήμερα τμήματα κλείνουν ή υποβαθμίζονται, χωρίς κανείς να μπει στον κόπο να ενημερώσει γιατί συμβαίνει αυτό και γιατί αν υπήρχε αιτία, αυτό δεν έγινε στην έναρξη της σχολικής χρονιάς αλλά γίνεται σαράντα πέντε ημέρες μετά. Την ανικανότητα σχεδιασμού και την αναλγησία κάποιων δεν μπορεί να την πληρώνουν οι μαθητές και τα σχολεία.

«Κανένας δεν κυβερνάει αθώα», έλεγε ο Σαιν – Ζυστ.  Αλλά εδώ τίθεται και ένα άλλο ζήτημα, ιδιαίτερα σημαντικό. Το Υπουργείο Παιδείας θα ασκεί την πολιτική του με δικαστικές αποφάσεις, με αλαζονεία και αυταρχισμό; Αυτό δεν σημαίνει το αδιέξοδο της ίδιας της πολιτικής του;

Ευτυχώς η κοινωνική πραγματικότητα ποτέ δεν διαμορφώνεται μονομερώς από τους όποιους θεσμούς της εξουσίας. Υπάρχουν κοινωνικές δυνάμεις, φορείς, οργανώσεις, πολίτες, εργαζόμενοι. Και ιδιαίτερα στην εκπαίδευση, ο ρόλος των εκπαιδευτικών δεν είναι απλά σημαντικός. Είναι καταλυτικός. Απορρέει από την παιδαγωγική ευθύνη τους και από το κρίσιμο μορφωτικό και κοινωνικό έργο τους.

Υ.Γ.

Εκφράζω την συμπαράστασή μου στην Πρόεδρο του Κινήματος Αλλαγής, Φώφη Γεννηματά. Της εύχομαι ολόψυχα να βγει πιο δυνατή από τη δοκιμασία της υγείας της.

Γραμματέας του Τομέα Παιδείας του ΚΙΝ.ΑΛ.