Ας αναρωτηθούμε. Ποια ήταν η πολιτική των κυβερνήσεων για το εκπαιδευτικό επάγγελμα, για παράδειγμα, τα τελευταία είκοσι χρόνια; Ποια ήταν η μέριμνα και η στρατηγική των αλληλοδιάδοχων ηγεσιών του Υπουργείου Παιδείας; Τι ακριβώς απαιτείτο από τους εκπαιδευτικούς και πώς στηρίζονταν οι εκπαιδευτικοί γι’ αυτές τις απαιτήσεις;

Των Νίκου Μαγκανάρη και Νίκου Τσούλια

Κυρίαρχα θέματα ήταν η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, η υπερφόρτωσή τους με γραφειοκρατικές λειτουργίες και το σύστημα διορισμών. Είναι αυτά όμως τα κύρια πεδία, που μπορούν να ανταποκριθούν στο πολυσύνθετο κοινωνικό έργο τους;

Πουθενά και ποτέ δεν σχεδιάστηκε μια πολιτική, που θα λάμβανε υπόψη, έστω στοιχειωδώς, τόσο τις ανάγκες και τα προβλήματα των σχολείων όσο και τις πολλαπλές προκλήσεις των καιρών μας, πολιτική που θα έθετε ένα νέο – έστω γενικό – πλαίσιο στους εκπαιδευτικούς, για να διευρυνθούν οι ορίζοντες του εκπαιδευτικού μας συστήματος.

Δεν έγινε κανένα σύστημα ολοκληρωμένης επιμόρφωσης. Δεν υπάρχουν καν σταθεροί θεσμοί και δομές επιμόρφωσης, όπως ήταν παλιότερα το Περιφερειακά Επιμορφωτικά Κέντρα (ΠΕΚ). Απλά υλοποιούνται κάποια επιμέρους προγράμματα χωρίς ενιαίο σχεδιασμό, χωρίς να υπηρετούνται οι βασικοί στόχοι μιας σύγχρονης επιμόρφωσης.

Δεν έγινε καμιά μνεία αναπροσαρμογής των προσόντων των εκπαιδευτικών για τα σύγχρονα προβλήματα του σχολικού οικοσυστήματος (αξιακό φορτίο και νέες γενιές δικαιωμάτων, διαπολιτισμικότητα και πολυπολιτισμικότητα, βία και διαπαιδαγώγηση, ανθρώπινες και κοινωνικές σχέσεις, σεξουαλική αγωγή και ευρωπαϊκή διάσταση κλπ κλπ). Παραμένει το μοντέλο των παλιών δεκαετιών! Δεν τέθηκε ούτε καν θεωρητικό πλαίσιο μετασχηματισμού και ενίσχυσης του μορφωτικού, του παιδαγωγικού, του πολιτιστικού περιεχομένου της παιδείας και της αγωγής. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός παραμένει καθηλωμένος. Δεν υπήρξε ποτέ μια ατζέντα σε τι ακριβώς συνίσταται ούτε και από τον σημερινό Υπουργό!

Φυσικά για την οικονομική αναβάθμιση των εκπαιδευτικών καμιά κουβέντα. Κανένας υπουργός δεν μπήκε καν στον κόπο να μάθει τις συνθήκες διαβίωσης ενός νέου εκπαιδευτικού, που ζει μακριά από την οικογένειά του είτε στα νησιά μας είτε στις ημιορεινές και ορεινές περιοχές της χώρας.

Το ερώτημα είναι απλό και προκλητικό. Αν δεν υπάρχει ούτε ως «ιδέα» για το τι εκπαιδευτικό επάγγελμα θέλουμε σήμερα, τι μπορούμε να κάνουμε για το σχολείο, τι ακριβώς συζητάμε;

Ας δούμε μια σχετική θεώρηση από έναν έγκυρο μελετητή της εκπαίδευσης, τον John MacBeath, Ομότιμο Καθηγητή του Πανεπιστημίου του Cambridge. «Είναι η διδασκαλία επάγγελμα; Τι σημαίνει να είσαι επαγγελματίας και ποιες παγκόσμιες δυνάμεις εργάζονται για να ενισχύσουν ή να μειώσουν την επαγγελματική πυξίδα των εκπαιδευτικών; Καθώς όμως οι εκπαιδευτικοί υπόκεινται σε νέες και πολλαπλές πιέσεις, ποιος είναι ο αντίκτυπος στην επαγγελματική και προσωπική τους ταυτότητα;

Τι συμβαίνει με τις υψηλές προσδοκίες, που φέρνουν μαζί τους οι νέοι εκπαιδευτικοί και πώς αυτές μετριάζονται με την πάροδο του χρόνου και πώς διατηρούνται ζωντανές; Είναι η κατανόηση και η διαχείριση της ισορροπίας μεταξύ των «μη ικανοποιημένων» και των «ικανοποιημένων» που κρατά τους εκπαιδευτικούς ανθεκτικούς και αισιόδοξους σε μια ολοένα και πιο απαιτητική και ολοένα και πιο ζωτικής σημασίας δουλειά.

Οποιοδήποτε σενάριο ή πρόγραμμα για το μέλλον του επαγγέλματος του εκπαιδευτικού, υποστηρίζεται, πρέπει να ξεκινά με την κατανόηση αυτού του «πεδίου δύναμης», τον βαθύ αντίκτυπό του στις ζωές των εκπαιδευτικών ως προοίμιο για τον εντοπισμό του πού μπορεί να βρίσκονται οι μοχλοί της αλλαγής».

Ας καταθέσουμε μια ακόμα έγκυρη θεώρηση από την Education International, την Παγκόσμια Οργάνωση των Εκπαιδευτικών, η οποία τονίζει το αυτονόητο, ότι η εκπαίδευση είναι η θεμελιώδης δημόσια υπηρεσία. «Για να συμβάλουν πλήρως οι δημόσιες υπηρεσίες στην οικοδόμηση ενός καλύτερου μέλλοντος, χρειάζονται πολύ περισσότερες δημόσιες επενδύσεις. Δεν υπάρχει δημόσια υπηρεσία πιο συνδεδεμένη με το μέλλον από την εκπαίδευση…

Η εισαγωγή νέων ταλέντων στο διδακτικό επάγγελμα απαιτεί ποιοτική και συνεχή κατάρτιση, προστασία των δικαιωμάτων, καλές αποδοχές και προϋποθέσεις και δυνατότητα δημιουργίας, αυτόνομης με επαγγελματική υποστήριξη».

Μία πρόταση υπάρχει γι’ αυτό το κρίσιμο πολιτικό και κοινωνικό θέμα. Η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας να αναθέσει στο ΙΕΠ να προγραμματίσει μια επιστημονική έρευνα σε συνεργασία με κάποια Πανεπιστημιακή Σχολή σχετική με την εκπαίδευση όσον αφορά το στάτους και τις νέες δυναμικές του εκπαιδευτικού επαγγέλματος. Και τα πορίσματα της έρευνας να μελετηθούν και να πάρουν το δρόμο της εφαρμοσμένης πολιτικής.

Αυτό είναι Μεταρρύθμιση!

Μέλος της Γραμματείας και Γραμματέας, αντίστοιχα, του Τομέα Παιδείας του ΠΑ.ΣΟ.Κ. – Κινήματος Αλλαγής