Θεωρώ ότι οι περισσότεροι άνθρωποι σε κάποιο στάδιο της ζωής τους μένουν μόνοι τους – είτε γιατί σπουδάζουν κάπου μακριά από την οικογένειά τους είτε γιατί έχουν ξενιτευτεί για να βρουν δουλειά είτε γιατί απέμειναν μόνοι στα γηρατειά τους είτε γιατί τους εγκατέλειψαν για κάποιο λόγο οι δικοί τους είτε γιατί αυτοί έφυγαν και έριξαν μαύρη πέτρα πίσω τους είτε γιατί είναι επιλογή τους κλπ κλπ.

Του

Αυτό που θέλω να προσεγγίσω σε αυτό το κείμενο είναι η περίπτωση να μένει κάποιος / κάποια για πολύ μεγάλο διάστημα της ζωής του / της μόνος του / μόνη της. Προφανώς δεν έχει κανένα ειδικό αξιακό φορτίο του να μένεις μόνος σου – απλώς είναι διαφορετικός τρόπος ζωής. Βρίσκεις ξεχωριστές ισορροπίες με τον εαυτό σου και με τον κόσμο, ξεχωριστές όχι με την έννοια του καλύτερου ή του χειρότερου αλλά με την έννοια του διαφορετικού.
Θεωρούμε και πολύ σωστά ότι η μοναξιά είναι περίεργη ιστορία. Μπορεί να δημιουργείται είτε αν ζεις μόνος είτε αν ζεις με άλλους.

Μπορεί να προκύψει από τις συνθήκες της εργασίας, από τις κοινωνικές λειτουργίες, από τις ρηχές ανθρώπινες και διαπροσωπικές σχέσεις, από αίσθημα αδικίας, από απογοήτευση, από απουσία κάποιου νοήματος, από οικονομική ανασφάλεια, από δύσκολη ασθένεια κλπ.

Αν ζεις μόνος ξέρεις ότι, όταν γυρίζεις σπίτι σου, δεν θα βρεις κάποιον να σε περιμένει. Έχεις διαμορφώσει άλλη νοοτροπία.

Ο εσωτερικός σου μονόλογος, ο διάλογος με τον εαυτό σου – στοιχείο καθολικό σε όλους τους ανθρώπους αλλά και απόλυτα αναγκαίο για ψυχοσυναισθηματικούς και όχι μόνο λόγους – γίνεται πιο ενεργός, πιο ζωντανός και πιο δημιουργικός. Το έλλειμμα της συντροφιάς, του άλλου δικού μας ανθρώπου βέβαια έχει δυσκολίες. Αλλά από την άλλη πλευρά, το να ζεις με άλλους ανθρώπους στο ίδιο σπιτικό δεν σημαίνει ότι υπάρχει πάντα ψυχική επαφή ή ουσιαστική συναισθηματική σχέση ή κουλτούρα και πρακτική διαλόγου. Μπορεί η όλη οικογενειακή “παρέα” να λειτουργεί μόνο μέσα από την απλή φυσική παρουσία!

Ωστόσο, για να επανέλθουμε στο θέμα μας, η ανάγκη για ανθρώπινη επαφή είναι συνεχής. Ακόμα και όταν κοιμόμαστε και η συνείδησή μας είναι υπό αναστολή, το σώμα μας επιζητεί συντροφιά. Το να ζεις μόνος είναι τρόπος ζωής, που θέλει βέβαια κάποια σταθερά σημεία, κάποιες δημιουργικές ενασχολήσεις, για να βρίσκουμε πεδίο εκφραστικότητας και ελευθερίας.

Φυσικά, η παρέα ενός συντρόφου ζώου αποτελεί μια ενδεδειγμένη λύση. Γιατί δίνει τη δυνατότητα της έστω μονομερούς “συνομιλίας” – που είναι διαφορετική από τον μονόλογο και εκδηλώνεται με ήχο, που αποτελεί πηγή παρέας. Επιπλέον, διαμορφώνεται σκηνικό κοινών ενεργειών και παιχνιδιών. Ακόμα, η φροντίδα του ζώου αποτελεί μια πολύ ψυχοτονωτική λειτουργία. Τέλος, η εξάσκησή του και η δυνατότητα επικοινωνίας και κάποιας μορφής συνεννόησης με το ζώο αποτελεί όμορφη πηγή χαράς. Και από κοντά θα γεννηθούν όμορφα συναισθήματα αγάπης και αφοσίωσης, οπότε τα πράγματα γίνονται πιο φωτεινά.

Το να ζεις μόνος είναι διαφορετικό από το να είσαι μόνος και ακόμα πιο διαφορετικό από το να είσαι ολομόναχος – περιπτώσεις που είναι εκ των πραγμάτων δύσκολες και απαιτούν μεγαλείο ψυχής, για να βγάζεις πέρα. Για ποιες περιπτώσεις μιλώ; Θα αναφέρω ένα περιστατικό, που μου συνέβη, όταν κατά τη διάρκεια υλοποίησης της διδακτορικής διατριβής μου επισκέφτηκα με μια ομάδα φοιτητών ένα Επαγγελματικό Ινστιτούτο Κατάρτισης για νέους με αναπηρία και ένας νέος με νοητική υστέρηση, ο Δημήτρης, μου ζητούσε μια χάρη, που αντικειμενικά δεν μπορούσα να την πραγματοποιήσω.

Θύμωσε πολύ και στο τέλος όταν θα φεύγαμε, ζήτησα να τον χαιρετήσω αλλά δεν ερχόταν. Και ο Διευθυντής για να δώσει την εικόνα του Δημήτρη μας είπε: “Ο Δημήτρης έχει τα βάσανά του…”. “Εννοείτε την πνευματική υστέρηση”. “Αυτό είναι το λιγότερο. Ο Δημήτρης δεν γνώρισε ποτέ γονείς ούτε αδέλφια. Δεν έχει κανέναν δικό του άνθρωπο. Το είχαν εγκαταλείψει μωρό όταν γεννήθηκε. Τον ανέλαβε κάποιο ορφανοτροφείο στην αρχή”.
Ποιος μπορεί να συλλάβει έστω κατ’ ελάχιστο τον κόσμο και τη ζωή του Δημήτρη; Πώς καλλιεργήθηκε η προσωπικότητά του χωρίς την έγνοια και τη φροντίδα ενός δικού του ανθρώπου;