Σε μία σχολική κοινότητα με μικρά και μεγάλα παιδιά είναι απολύτως αναμενόμενο ενίοτε να διαδραματίζονται αστεία ή κωμικοτραγικά γεγονότα.

Δημήτρης Τσιριγώτης  

Τι γίνεται όμως όταν τα πράγματα είναι δομημένα, σχεδιασμένα και σκηνοθετημένα με παράλογο τρόπο;

Τότε εκπαιδευτικοί, μαθητές και γονείς, θέλοντας και μη, καθίστανται πρωταγωνιστές σε ένα ιδιότυπο θέατρο του παραλόγου.

Παρακάτω ακολουθούν μερικές μόνο από τις πράξεις που το αποδεικνύουν:

Μερικές πράξεις θεάτρου του παραλόγου στα σχολεία

Οι μαθητές της Β’ Λυκείου κάνουν φροντιστήριο μαθαίνοντας την ύλη της Γ΄ Λυκείου η οποία στις άλλες χώρες είναι πανεπιστημιακή ύλη.

Μετά τον Μάρτιο οι καθηγητές της Γ’ Λυκείου σταματάνε να κάνουν μάθημα αφού οι τάξεις τους σχεδόν αδειάζουν. Την παρουσία δίνουν μόνο 3-4 μαθητές που δεν προνόησαν να φυλάξουν απουσίες για το τέλος. Τελικά όλοι οι μαθητές είναι κοπανατζήδες απλά υπάρχουν δύο κατηγορίες: α) αυτοί που την κοπανάνε όλη την χρονιά αλλά φοιτούν στο τέλος και β) αυτοί που φοιτούν όλη την χρονιά αλλά την κοπανάνε στο τέλος.

Αν γίνει κάτι παραβατικό από τους μαθητές κατά τη διάρκεια μίας εκδρομής συλλαμβάνονται και οδηγούνται στη δικαιοσύνη για παραμέληση εποπτείας ανηλίκων οι εκπαιδευτικοί που είναι υπεύθυνοι της εκδρομής. Αν αυτοί αποφασίσουν να κάνουν εποπτεία και π.χ. κάνουν έλεγχο στις τσάντες των μαθητών πάλι οδηγούνται στη δικαιοσύνη για παραβίαση προσωπικών δεδομένων. Μπορούν πάντα βέβαια να κάνουν ένα τάμα.

Το υπουργείο Παιδείας δεν πιστεύει στην πρόληψη αλλά στην ομοιοπαθητική. Αποφάσισε να αντιμετωπίσει το σχολικό εκφοβισμό με εκφοβισμό.

Γονείς επενδύστε όλα σας τα λεφτά στη διάκριση του παιδιού σας, αφού πρόκειται για μετοχή με σίγουρη απόδοση. Προετοιμάστε το για τις Πανελλαδικές από το Δημοτικό, για να μπει σε Πρότυπο, για υποτροφία σε καλό Ιδιωτικό σχολείο, για τους διάφορους μαθητικούς διαγωνισμούς, για proficiency και άλλη μία γλώσσα οπωσδήποτε, για ρομποτική και STEM, στείλτε το σε campus τα καλοκαίρια. Παράλληλα μη ξεχάσετε να κατηγορείτε το δημόσιο σχολείο που δεν τα παρέχει όλα αυτά τα βασικά.

Ο Γιωργάκης είναι τεσσάρων ετών και πηγαίνει στο προνήπιο. Οι γονείς του κοιτούν με μισό μάτι τις νηπιαγωγούς όταν εκείνες τους εξηγούν ότι ο στόχος τους είναι ο Γιωργάκης να αναπτύξει την αδρή και τη λεπτή του κινητικότητα. «Και πότε θα μάθει να γράφει και να διαβάζει»; αναρωτιούνται από μέσα τους με απόγνωση. Κάθε απόγευμα λοιπόν τον βάζουν να κάνει ιδιαίτερα για να μάθει γραφή και ανάγνωση στα οποία τα καταφέρνει μία χαρά. Εκεί που δυσκολεύεται είναι να βάζει το μπουφάν του, να κόβει με ψαλίδι, να σκουπίζει τις μύξες του και να ανεβάζει το εσώρουχό μετά την τουαλέτα. «Αλλά αυτά μπορεί κάλλιστα να τα μάθει και στο Δημοτικό» σκέφτονται οι γονείς του.

Η Ευγενία πηγαίνει στην Γ’ Λυκείου. Μέχρι σήμερα σε όλες τις τάξεις ήταν η σημαιοφόρος του σχολείου. Όλοι της λένε ότι δεν μπορεί να πιάσει τη σχολή που θέλει στις Πανελλαδικές χωρίς φροντιστήριο. Η Ευγενία παρότι άριστη μαθήτρια τελικά αποφάσισε να γραφτεί σε φροντιστήριο για να γίνει αριστότερη.

Το φροντιστήριο κατηγορεί το σχολείο ως αιτία της ασθένειας του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Το σχολείο προσάπτει την ίδια κατηγορία στο φροντιστήριο. Αμφότερα σφάλλουν όμως αφού και τα δύο είναι μόνο τα συμπτώματα της ασθένειας. Γι’ αυτό καλό θα είναι το φροντιστήριο να σταματήσει να πλασάρεται ως το φάρμακο.

Με λένε Τζοβάνα και τελειώνω φέτος το Γυμνάσιο. Αυτό που θα μου μείνει είναι ο χαμός που έγινε στο κλαμπ στην τετραήμερη εκδρομή.

Είμαι ο Δημήτρης και είμαι καθηγητής σε Λύκειο. Δεν ξέρω αν το έχετε προσέξει αλλά τα θέματα των Πανελλαδικών δεν είναι προσανατολισμένα, καθώς θα όφειλαν, στο επίπεδο των σχολικών εγχειριδίων, αλλά στην κρυφή τράπεζα θεμάτων. Βλέπετε, υπάρχει η φανερή τράπεζα θεμάτων του υπουργείου Παιδείας αλλά και η κρυφή που δεν είναι άλλη από τα ιδιωτικά εξωσχολικά βοηθήματα. Τα βοηθήματα αυτά τα οποία χρησιμοποιεί ως ευαγγέλια το σύνολο των καθηγητών που προετοιμάζουν μαθητές για τις εισαγωγικές εξετάσεις, τελικά καθορίζουν το πνεύμα και το βαθμό δυσκολίας των θεμάτων των Πανελλαδικών. Για ποιο λόγο λοιπόν να συνεχίσουν να λέγονται βοηθήματα αφού η συνεισφορά τους είναι κύρια και βασική; Πάντως είναι γεγονός πως τα υποτιθέμενα βοηθητικά (φροντιστήριο και βοηθήματα) έχουν εκτοπίσει τα κύρια (σχολείο και σχολικό βιβλίο). Και εγώ, μεταξύ μας,  αισθάνομαι σαν βοηθός των καθηγητών των φροντιστηρίων. Είμαι αυτός που τους κάνει την επανάληψη. Και ενώ οι μαθητές απουσιάζουν -σωματικά ή πνευματικά- όλοι με κατηγορούν ότι δεν κάνω μάθημα.

Είμαι η Ξένια και είμαι καθηγήτρια σε φροντιστήριο. Ευτυχώς που υπάρχουν και τα φροντιστήρια αλλιώς όλοι εμείς που έχουμε τελειώσει καθηγητικές σχολές θα ήμασταν άνεργοι. Βέβαια για να πω την αλήθεια, ζηλεύω αυτό που συμβαίνει σε πολλές άλλες χώρες. Εκεί είναι ελάχιστοι οι αδιόριστοι εκπαιδευτικοί αφού στα σχολεία υπάρχουν δύο βάρδιες μαθημάτων: τα κύρια που γίνονται μέχρι το μεσημέρι και τα ενισχυτικά-φροντιστηριακά  που γίνονται από το μεσημέρι και μετά. Αυτά ενισχυτικά μαθήματα είναι υποχρεωτικά για μαθητές που έχουν μείνει πίσω είτε λόγω αδυναμιών είτε λόγω απουσιών.  Στη χώρα μας όμως, αντί το κράτος να πράξει κάτι παρόμοιο και να δώσει επαγγελματική διέξοδο στους αδιόριστους εκπαιδευτικούς, καλύπτοντας ταυτόχρονα και τις αυτονόητες υποχρεώσεις του απέναντι στους  μαθητές, προτιμά μια ιδιωτική λύση μετακυλίοντας το κόστος στην ελληνική οικογένεια.

Μέρος της πολιτικής οικονομίας του κράτους είναι και το εξής: Κρατάει χαμηλόμισθους τους εκπαιδευτικούς του δημοσίου κλείνοντάς τους όμως το μάτι. Ουσιαστικά τους λέει: «συμπληρώστε το εισόδημά τους με ιδιαίτερα μαθήματα αλλά προσοχή να μην σας τσακώσω». Έτσι το κόστος μίας καλής αύξησης στους μισθούς, που το κράτος όφειλε να κάνει, μετακυλίεται στην ελληνική οικογένεια.

Ενώ χρόνο με το χρόνο χάνονται για διάφορους λόγους όλο και περισσότερες μέρες μαθημάτων, αντιθέτως αυξάνονται οι γραπτές δοκιμασίες στις οποίες υποβάλλονται οι μαθητές. Δηλαδή με λιγότερο μάθημα γράφουν περισσότερα διαγωνίσματα και εξετάσεις.

Σύμφωνα με το υπουργείο οι εκπαιδευτικοί που έχουν την πιο ελλιπή γνώση για τη σωστή διδασκαλία και μάθηση είναι οι μάχιμοι. Αλλιώς πως εξηγείται πως τις προτάσεις για τέτοια θέματα τις κάνουν αποκλειστικά οι εκπαιδευτικοί που δεν έχουν πατήσει ποτέ το πόδι τους στην τάξη;

Όλοι συμφωνούν πως το επάγγελμα του εκπαιδευτικού είναι πολύ σημαντικό και υψηλής ευθύνης αλλά σχεδόν κανείς δεν συμφωνεί ότι θα πρέπει να αμείβεται και αντίστοιχα.

Οι Έλληνες πολιτικοί που όλοι ανεξαιρέτως αγωνιούν για το καλό της δημόσιας παιδείας, όλοι ανεξαιρέτως στέλνουν τα παιδιά τους σε ιδιωτικά σχολεία και πανεπιστήμια.

Οι καθηγητές στο Λύκειο διδάσκουν ύλη που οι μαθητές την ξέρουν ήδη, οι καθηγητές αγγλικών διδάσκουν αγγλικά τα οποία οι μαθητές τα ξέρουν ήδη, οι δάσκαλοι διδάσκουν γραφή και ανάγνωση στα πρωτάκια που τις ξέρουν ήδη και πόσοι άλλοι διδάσκουν ένα σωρό άλλα πράγματα που οι μαθητές τα ξέρουν ήδη. Οπότε βγάζει νόημα αυτό που ακούγεται πως τα σημερινά παιδιά είναι πολύ πιο μπροστά από τους εκπαιδευτικούς.

Ο τίτλος «δεκαπενταμελές συμβούλιο μαθητών» πάλιωσε. Μπορεί κάλλιστα να ονομαστεί «συμβούλιο πραγματοποίησης πολυήμερης εκδρομής».

Οι γονείς ζητούν από τους εκπαιδευτικούς να βάλουν όρια στα παιδιά τους. Οι εκπαιδευτικοί θεωρούν πως αυτό είναι πρωτίστως δουλειά των γονέων. Οπότε έτσι εξηγείται πως τα παιδιά είναι πλέον μόνιμα εκτός ορίων.

Αντί επίλογο: Από το άλογο στο παράλογο, χωρίς υπόλογο

Κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης κατηγορεί την προηγούμενη ότι τίποτα δεν έμαθε στους μαθητές. Οι δάσκαλοι τους νηπιαγωγούς, οι καθηγητές Γυμνασίου τους δασκάλους, οι καθηγητές του Λυκείου εκείνους του Γυμνασίου και οι πανεπιστημιακοί τους καθηγητές του Λυκείου. Όλοι προτιμούν να πυροβολούν τον πιανίστα αλλά κανείς εκείνον που επιλέγει τα τραγούδια. Και όσο αφήνουμε στο απυρόβλητο τον υπόλογο για τα κακά τραγούδια, θα συνεχίζουμε να διολισθαίνουμε από το άλογο στο παράλογο.