Οι διατάξεις αφορούν στον προσδιορισμό του συνολικού ετήσιου εισοδήματος

Χάνουν το δικαίωμα είσπραξης κοινωνικών και απαλλαγής από τον χιλιάδες οικονομικά αδύναμοι πολίτες.

Επιπλέον σταματούν να έχουν τη δυνατότητα να εισπράττουν από τον επιδόματα στήριξης τέκνων μειωμένα κατά 33% σε σύγκριση με αυτά που δικαιούνται στην πραγματικότητα περιλαμβάνει ο ισχύων Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος, σύμφωνα με τον

Οι διατάξεις βρίσκονται στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αφορούν στον προσδιορισμό του συνολικού ετήσιου εισοδήματος κάθε οικογένειας φυσικών προσώπων, στα τεκμήρια διαβίωσης και στους υπόχρεους υποβολής δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος.

Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές του ΚΦΕ:

1) Το συνολικό οικογενειακό εισόδημα προκύπτει από το άθροισμα όλων των φορολογούμενων και απαλλασσόμενων επιμέρους εισοδημάτων των δύο συζύγων καθώς επίσης και των τέκνων, εφόσον αυτά υποβάλλουν δική τους φορολογική δήλωση.

2) Σε περίπτωση που τα δηλωθέντα ετήσια εισοδήματα των συζύγων ή και των τέκνων είναι μικρότερα από αυτά που προκύπτουν με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων, τότε το συνολικό οικογενειακό εισόδημα προσδιορίζεται με βάση το άθροισμα των συγκεκριμένων τεκμηρίων.

3) Ως εξαρτώμενο τέκνο το οποίο θεωρείται ότι βαρύνει τον φορολογούμενο και τη σύζυγό του λαμβάνεται υπόψη κάθε τέκνο, ανήλικο ή ενήλικο, το οποίο συνοικεί (διαμένει στην ίδια οικία) με τους γονείς του (ή έστω διαμένει σε ενοικιαζόμενη οικία λόγω φοίτησης σε κάποιο ΑΕΙ ή ΑΤΕΙ κ.λπ.) και έχει, κατά το εκάστοτε προηγούμενο έτος, ετήσιο εισόδημα μέχρι 3.000 ευρώ, πραγματικό ή προσδιοριζόμενο βάσει τεκμηρίων.

4) Υπόχρεος υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων είναι κάθε πολίτης ο οποίος κατά τη διάρκεια του εκάστοτε προηγούμενου έτους έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του ακόμη κι αν είναι ενήλικο εξαρτώμενο τέκνο χωρίς εισόδημα από εργασία. Απαλλαγή ενός ενήλικου φορολογούμενου από την υποχρέωση υποβολής δήλωσης προβλέπεται μόνο στην περίπτωση που ο συγκεκριμένος φορολογούμενος εξακολουθεί να είναι εξαρτώμενο τέκνο της οικογενείας του, διαμένοντας είτε στο ίδιο σπίτι με τους γονείς του είτε σε ενοικιαζόμενο σπίτι ως φοιτητής, και ταυτόχρονα:

– Δεν έχει ούτε ένα ευρώ εισόδημα στο όνομά του από οποιανδήποτε πηγή, δηλαδή ακόμη κι από τόκους καταθέσεων.

– Δεν βαρύνεται από κάποιο τεκμήριο διαβίωσης (π.χ. λόγω χρήσης κατοικίας, Ι.Χ. αυτοκινήτου κ.λπ.) ή και από κάποιο τεκμήριο απόκτησης περιουσιακού στοιχείου (π.χ. δεν έχει πραγματοποιήσει κάποια δαπάνη αγοράς ακινήτου, Ι.Χ. αυτοκινήτου κ.λπ.).

– Δεν έχει στο όνομά του κάποια ατομική ή άλλου είδους επιχείρηση.

5) Για κάθε φορολογούμενο που υποβάλλει δική του δήλωση φορολογίας εισοδήματος, έστω κι αν αυτός δεν έχει καθόλου πραγματικό εισόδημα, έστω κι αν δεν βαρύνεται από κάποιο τεκμήριο διαβίωσης ή απόκτησης περιουσιακού στοιχείου, οι φορολογικές αρχές κατά την εκκαθάριση της δήλωσης θεωρούν ότι, κατά το προηγούμενο έτος, απέκτησε ετήσιο εισόδημα 3.000 ευρώ αν είναι άγαμος ή 2.500 ευρώ αν είναι έγγαμος. Ειδικότερα, οι αρμόδιες για την εκκαθάριση της φορολογικής δήλωσης υπηρεσίες υπολογίζουν για κάθε υπόχρεο φορολογούμενο ένα ελάχιστο ποσό τεκμηρίου διαβίωσης το οποίο ανέρχεται σε 3.000 ευρώ εφόσον αυτός είναι άγαμος ή σε 2.500 ευρώ εφόσον είναι έγγαμος (άλλα 2.500 ευρώ τεκμαρτό εισόδημα καταλογίζεται στη σύζυγο ή το σύζυγο).

Από τον συνδυασμό όλων των παραπάνω διατάξεων προκύπτει ότι σε κάθε περίπτωση οικογένειας με εξαρτώμενο άγαμο τέκνο άνω των 18 ετών (ενήλικο άγαμο τέκνο που συνοικεί με τους γονείς του ή είναι φοιτητής και έχει ετήσιο εισόδημα μέχρι 3.000 ευρώ), το τέκνο αυτό, αν κατά το προηγούμενο έτος είχε στο όνομά του έστω και 0,01 ευρώ εισόδημα από τόκους καταθέσεων ή από οποιανδήποτε άλλη πηγή, υποχρεούται κατά το τρέχον έτος να υποβάλει δική του δήλωση φορολογίας εισοδήματος. Στη δήλωση αυτή οφείλει να αναγράψει το ποσό του εισοδήματός του, όποιο κι αν είναι αυτό, ακόμη δηλαδή κι αν είναι της τάξεως των 0,01 ευρώ και αφορά τόκους καταθέσεων. Στην περίπτωση αυτή θα θεωρηθεί από τις φορολογικές αρχές ότι το τέκνο αυτό απέκτησε κατά το προηγούμενο έτος εισόδημα (τεκμαρτό) ύψους 3.000 ευρώ.