Καιάδας αποδεικνύεται για τους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς της η συνεχιζόμενη πολιτική αδιαφορίας και εγκατάλειψης από την κυβέρνηση. Με το κλείσιμο των σχολείων, όλα εκείνα τα παιδιά με αναπηρίες βίωσαν επώδυνα τον εγκλεισμό τους, χωρίς σχεδιασμό και χωρίς καμία φροντίδα από το κράτος για την αναγκαία στήριξή τους.

Αντίθετα, η κυβέρνηση και το , αντί να στρέψoυν την προσοχή τους, να ασχοληθούν επιστημονικά, να σκύψουν στην ανακούφιση αυτών των ευπαθών ομάδων, και εν τέλει να χρηματοδοτήσουν γενναία τα επιπλέον μέτρα που είναι ανάγκη να παρθούν, περιορίστηκαν σε τηλεοπτικό δρώμενο με τον πρωθυπουργό να εκφράζει την ευαισθησία του και σε πλήθος εγκυκλίων, που φωτοτυπούσαν την κατεύθυνση της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, μόνο που με copy paste κατευθύνσεις Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση δε γίνεται!

Το Υπουργείο Παιδείας εσκεμμένα «αγνοεί» ότι το κάθε παιδί με αναπηρία, είναι ένα ξεχωριστό παιδί, έχει τις δικές του εξατομικευμένες ανάγκες, γι’ αυτό χρειάζεται το διαφοροποιημένο επιστημονικό παιδαγωγικό πλαίσιο, μα πάνω από όλα την αγάπη, τη στήριξη, την επαφή, το έμψυχο πλαίσιο, για να νιώσει ασφάλεια και να κατακτήσει όλα τα υπόλοιπα.

Και επειδή το έμψυχο δυναμικό της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης (παιδαγωγικό, επιστημονικό και βοηθητικό) το γνωρίζει καλά αυτό, βρέθηκε από την πρώτη στιγμή δίπλα στα παιδιά και τις οικογένειες τους με αίσθημα εκπαιδευτικής και κοινωνικής ευθύνης. Προσπάθησε, σε συνθήκες «ατομικής ευθύνης», που έχει επιβάλλει η κυβέρνηση, να ξεπεράσει τα εμπόδια, να διατηρήσει επαφή, να εκφράσει την αλληλεγγύη του, να τα εμψυχώσει, να τα διαβεβαιώσει ότι μένουμε σπίτι αλλά είμαστε ΔΥΝΑΤΟΙ.

Και πραγματικά η ζωντανή επικοινωνία με τα παιδιά και τους γονείς έφερε χαρά και συγκίνηση, σφυρηλάτησε δεσμούς πέρα από την παιδαγωγική και επιστημονική σχέση και ανέδειξε την ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ σχέση, που είναι ανάγκη να δυναμώνει, για να γίνουν πιο αποτελεσματικοί οι αγώνες για τα σύγχρονα μορφωτικά δικαιώματα των παιδιών με αναπηρία και την κάλυψή τους.

Όμως, για την ευπαθή αυτή ομάδα των παιδιών με αναπηρία δεν επαρκεί, αν και είναι αναγκαίο, η ζωντανή επαφή με τα ίδια, καθώς συνυπάρχουν σοβαρά προβλήματα, που χρήζουν διεπιστημονικής και ιατρικής παρέμβασης, είναι σύνθετα, σοβαρά και ξεπερνούν κατά πολύ την αλληλέγγυα στάση όλου του δυναμικού της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης.

Δυνατό χτύπημα στην προσπάθεια των εκπαιδευτικών της Ειδικής Αγωγής να συμπαρασταθούν με δική τους πρωτοβουλία στους μαθητές τους έδωσε το Υπουργείο, με εγκύκλιο που εξέδωσε στις 6/5/2020, με την οποία ζητά από τα ΚΕΣΥ την καταγραφή των επιπλέον αναγκών σε ειδικό εκπαιδευτικό και ειδικό επιστημονικό προσωπικό για τη διενέργεια διεπιστημονικών αξιολογήσεων, με προτεραιότητα τους μαθητές της Γ΄ Λυκείου, αλλά και όσων έχουν αιτηθεί παράλληλης στήριξης, ώστε να διατεθούν συνάδελφοι από τα ειδικά σχολεία που είναι σε αναστολή.

Ταυτόχρονα ζητά την υπόδειξη επιπλέον χώρων, κατά προτίμηση σχολείων όμορων των ΚΕΣΥ, για την αποφυγή συγχρωτισμού και τη διενέργεια αξιολογήσεων. Δυστυχώς, με την εγκύκλιο αυτή το Υπουργείο στερεί από τις οικογένειες που έχουν παιδιά με αναπηρία έστω κι αυτή την ελάχιστη και αυτονόητη «εξ αποστάσεως» στήριξη, που τους προσέφερε το επιστημονικό και παιδαγωγικό προσωπικό στα αδιέξοδα και τα προβλήματα που βίωσαν λόγω του εγκλεισμού. Από την άλλη, στον σύνθετο, απαιτητικό τομέα της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης, που είναι η γνωμάτευση, το Υπουργείο επιλέγει να λύσει το πρόβλημα με συνοπτικές διαδικασίες, μεταφέροντας το επιστημονικό δυναμικό από τα σχολεία στα ΚΕΣΥ.

Η μεθόδευση αυτή επιχειρεί να αντιμετωπίσει τη λίστα των παιδιών που είναι σε αναμονή, με ημίμετρα. Μια λίστα, που φυσικά προϋπήρχε της πανδημίας, λόγω της υποστελέχωσης των ΚΕΣΥ και απλά μεγάλωσε εξαιτίας των έκτακτων μέτρων. Έχουμε σοβαρές αμφιβολίες, όμως, εάν αυτό θα γίνει με ουσιαστικό τρόπο για τα ίδια τα παιδιά.

Επιπλέον, ανοίγει ο δρόμος για την παγίωση αρνητικών αλλαγών στα εργασιακά δικαιώματα των συναδέλφων, τη μετακίνηση του προσωπικού, την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων. Επαναλαμβάνουμε, έχουμε σοβαρές αμφιβολίες, όμως, εάν αυτό θα γίνει με ουσιαστικό τρόπο για τα ίδια τα παιδιά. Το Υπ. Παιδείας σαρώνει κάθε δικαίωμα στη σταθερή εργασία και αφήνει παρακαταθήκη για το μέλλον την εργασιακή περιπλάνηση και την αβεβαιότητα για το προσωπικό της Ειδικής Αγωγής. Η μεγάλη πλειοψηφία των εργαζόμενων στα ΚΕΣΥ είναι αναπληρωτές και θα απολυθούν το καλοκαίρι σε συγκεκριμένη ημερομηνία. Άρα η υποτιθέμενη πρόσκληση ενδιαφέροντος μόνιμων εκπαιδευτικών, που υπηρετούν σε Τμήματα Ένταξης και Ειδικά Σχολεία, θα καταλήξει σε υποχρεωτική μετακίνηση για τις ανάγκες της υπηρεσίας. Στο μέλλον, κάθε φορά που η εκάστοτε κυβέρνηση θα επιλέγει νέες περικοπές λόγω της υποχρηματοδότησης, το προσωπικό θα μετακινείται υποχρεωτικά από σχολείο σε σχολείο και από δομή σε δομή!! Ο χώρος της Ειδικής Αγωγής είναι το πείραμα για την ρευστοποίηση και της γενικής αγωγής.

Η διαχρονική επιλογή όλων των κυβερνήσεων μέχρι τώρα να μη διορίζουν το αναγκαίο μόνιμο επιστημονικό, παιδαγωγικό και βοηθητικό προσωπικό σε όλες τις δομές Ειδικής Αγωγής κι Εκπαίδευσης έχει σαν αποτέλεσμα κάθε άλλη πρόταση να είναι ημίμετρο, που τελικά βαίνει σε βάρος των αναγκών των ίδιων των παιδιών.

Στα πλαίσια αυτά το Δ.Σ του Συλλόγου μας καταγγέλλει μια ακόμα επιθετική κίνηση του Υπουργείου Παιδείας και της Κυβέρνησης, απέναντι πρωτίστως στα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών με αναπηρία ή και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, που θα αναγκαστούν με σύντομες διαδικασίες να ανταποκριθούν σε αξιολογήσεις, μετά από μεγάλο διάστημα εγκλεισμού τους, στοιχείο που εκ προοιμίου θα αλλοιώσει την όποια διαδικασία.

Τώρα και όχι αύριο το Υπουργείο Παιδείας να ικανοποιήσει τα δίκαια αιτήματα και τις διεκδικήσεις των εκπαιδευτικών σωματείων, να στηρίξει ουσιαστικά τον ευαίσθητο τομέα της Ειδικής Αγωγής κι Εκπαίδευσης. Γι’ αυτό απαιτούμε:

· Γενναία αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης, για να καλυφθούν τόσο οι έκτακτες ανάγκες που προκύπτουν από την πανδημία, όσο και οι διαχρονικές ελλείψεις που βασανίζουν την Ειδική Εκπαίδευση.

· Μονιμοποίηση όλων των αναπληρωτών όλων των ειδικοτήτων, που εργάζονται στην Ειδική Αγωγή, που η ίδια η πραγματικότητα δείχνει ότι υπολείπονται των πραγματικών αναγκών που υπάρχουν.

· Πλήρης στελέχωση των ΚΕΣΥ και των Ιατροπαιδαγωγικών Κέντρων με μόνιμο προσωπικό, ώστε να καταργηθούν οι λίστες αναμονής των παιδιών και να γίνονται οι διεπιστημονικές γνωματεύσεις με αποκλειστική ευθύνη του φορέα, σε άμεσο χρόνο από τον εντοπισμό του προβλήματος.

· Ίδρυση και λειτουργία όλων των ειδικών δομών (ειδικά σχολεία, τμήματα ένταξης) ώστε να καλυφθούν όλες οι ανάγκες.

· Λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων για την υγιεινή και ασφάλεια των συναδέλφων, που ξεκινούν τη διαδικασία των αξιολογήσεων (ατομικά μέσα, μάσκες, γάντια, αντισηπτικά, καθαριότητα χώρων κ.τ.λ.) με ευθύνη του Υπουργείου Παιδείας.

· Επιπλέον για την περιοχή μας, ζητάμε να στεγαστούν τα 1ο 12θέσιο Ειδικό Δημοτικό και 1ο Ειδικό Νηπιαγωγείο ΕΛΕΠΑΠ σε σύγχρονο δημόσιο κτήριο. Είναι ντροπή να στεγάζονται δημόσια σχολεία το 2020 σε ίδρυμα ιδιωτικού δικαίου και κατά μήκος ενός διαδρόμου με κινδύνους για παιδιά με ειδικές ανάγκες, εκπαιδευτικούς, ΕΕΠ και ΕΒΠ και γονείς. Κυβερνήσεις, Υπουργείο Παιδείας και Δήμος Αθηναίων, έχουν διαχρονικά την ευθύνη γι’ αυτό!

Επισημαίνουμε επιπλέον ότι, με βάση την εγκύκλιο του Υπουργείου, καμία μετακίνηση συναδέλφου δεν είναι υποχρεωτική, καμία επιβολή – πίεση για υποχρεωτική δήλωση στις Περιφερειακές Διευθύνσεις δε θα γίνει αποδεκτή.

Για το Δ.Σ.

Η Πρόεδρος Ο Γ. Γραμματέας

Δριμάλα Θεοδώρα Κοπριτέλης Απόστολος