Στον κόσμο της οικονομίας, υπάρχει μια θεωρία που περιγράφει με σαρκαστική ακρίβεια τη συμπεριφορά πολλών ανθρώπων όταν οι τιμές ανεβαίνουν ανεξέλεγκτα: η λεγόμενη «Θεωρία του Μεγαλύτερου Ανόητου» (Greater Fool Theory). Σύμφωνα με αυτή, κάποιος μπορεί να βγάλει κέρδος ακόμη και από υπερτιμημένα περιουσιακά στοιχεία, αρκεί να βρεθεί ένας «ακόμα πιο ανόητος» που θα τα αγοράσει σε ακόμη υψηλότερη τιμή.
Η θεωρία αυτή αποτελεί έναν καθρέφτη της κερδοσκοπικής ψυχολογίας που κυριαρχεί συχνά στην οικονομική δραστηριότητα – από τα ακίνητα μέχρι τα κρυπτονομίσματα και τα NFTs. Παρότι δεν βασίζεται σε οικονομικά μοντέλα ή θεμελιώδη αξία, περιγράφει με ακρίβεια το πώς λειτουργούν οι φούσκες: στην ουσία, στηρίζονται στην ελπίδα ότι πάντα θα υπάρχει κάποιος πρόθυμος να πληρώσει περισσότερο.
Πώς λειτουργεί η Θεωρία του Μεγαλύτερου Ανόητου
Στον πυρήνα της, η θεωρία αυτή στηρίζεται στην υπόθεση ότι οι άνθρωποι αγοράζουν κάτι όχι επειδή πιστεύουν στην πραγματική του αξία, αλλά επειδή αναμένουν να το μεταπωλήσουν με κέρδος. Ο πρώτος αγοραστής γνωρίζει ότι πληρώνει παραπάνω, όμως ελπίζει να εμφανιστεί σύντομα ένας άλλος που θα δώσει ακόμη περισσότερα.
Όσο η τιμή ενός προϊόντος ή ενός περιουσιακού στοιχείου κινείται ανοδικά, ο μηχανισμός φαίνεται να λειτουργεί. Η αυξανόμενη ζήτηση δημιουργεί την ψευδαίσθηση μιας σταθερής ανόδου, ενθαρρύνοντας όλο και περισσότερους να μπουν στο «παιχνίδι». Όταν, όμως, η ροή νέων αγοραστών σταματήσει, η πυραμίδα καταρρέει. Οι τελευταίοι που αγόρασαν σε υψηλές τιμές μένουν με στοιχεία των οποίων η αξία υποχωρεί ραγδαία.
Παραδείγματα από την οικονομική ιστορία
Η «Θεωρία του Μεγαλύτερου Ανόητου» έχει επιβεβαιωθεί πολλές φορές στην οικονομική ιστορία. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η φούσκα των ακινήτων στις Ηνωμένες Πολιτείες τη δεκαετία του 2000, όταν πολλοί αγόραζαν σπίτια όχι για να τα κατοικήσουν ή να τα εκμεταλλευτούν, αλλά γιατί πίστευαν ότι οι τιμές θα συνεχίσουν να ανεβαίνουν. Όταν η ζήτηση σταμάτησε, οι τιμές κατέρρευσαν και εκατομμύρια άνθρωποι βρέθηκαν με δάνεια υψηλότερα από την αξία των ακινήτων τους.
Αντίστοιχα, κατά τη ραγδαία άνοδο των κρυπτονομισμάτων και των NFTs μετά το 2020, πολλοί παραδέχτηκαν ότι αγόραζαν χωρίς να κατανοούν πλήρως τι αγοράζουν, θεωρώντας ότι θα βρουν σύντομα κάποιον που θα πληρώσει περισσότερα. Όταν η αγορά ψυχράνθηκε, η θεωρία επιβεβαιώθηκε για ακόμη μία φορά: οι «μεγαλύτεροι ανόητοι» είχαν εξαντληθεί.
Γιατί συνεχίζει να λειτουργεί η θεωρία
Παρότι η Θεωρία του Μεγαλύτερου Ανόητου φαίνεται παράλογη, στην πράξη τροφοδοτείται από ανθρώπινες προσδοκίες και ψυχολογία. Η απληστία, ο φόβος ότι κάποιος άλλος θα «προλάβει την ευκαιρία» και η αίσθηση ότι «όλοι αγοράζουν» δημιουργούν μια αυτοτροφοδοτούμενη δυναμική.
Πολλοί γνωρίζουν ότι οι τιμές είναι υπερβολικές, όμως πιστεύουν ότι θα προλάβουν να αποχωρήσουν έγκαιρα πριν σκάσει η φούσκα. Στην πράξη, αυτό σπάνια συμβαίνει. Όπως έχει ειπωθεί χαρακτηριστικά, «είναι δύσκολο να κατέβεις από το τρένο όταν τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα».
Τι μας διδάσκει το «Δίλημμα του Πιο Ανόητου»
Η Θεωρία του Μεγαλύτερου Ανόητου αποτελεί υπενθύμιση ότι η λογική της οικονομίας δεν είναι πάντα λογική. Η τιμή ενός αγαθού μπορεί να εκτιναχθεί όχι επειδή έχει πραγματική αξία, αλλά επειδή οι άνθρωποι πιστεύουν ότι κάποιος άλλος θα το αγοράσει ακριβότερα. Όταν, όμως, η αλυσίδα αυτή σπάσει, οι απώλειες είναι αναπόφευκτες.
Διαβάστε επίσης Ευθειασμός αυχένα: Γιατί προκαλεί πόνο και πώς αντιμετωπίζεται
Η ουσία της θεωρίας δεν είναι να χαρακτηρίσει τους ανθρώπους «ανόητους», αλλά να δείξει πόσο εύκολα η ψυχολογία της μάζας και η προσδοκία του γρήγορου κέρδους μπορούν να επισκιάσουν τη λογική. Και τελικά, αυτό το «δίλημμα του πιο ανόητου» παραμένει διαχρονικό: ποιος θα είναι ο τελευταίος που θα πληρώσει το τίμημα της υπερβολής;