Αυξήσεις στα, με τη χώρα μας να διατηρεί σταθερά τις πρώτες θέσεις στην Ευρώπη με το υψηλότερο κόστος δανεισμού για τα νοικοκυριά που επιθυμούν να αποκτήσουν το δικό τους «κεραμίδι».

Σύμφωνα με το newmoney, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), το μέσο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων στην Ελλάδα διαμορφώθηκε τον περασμένο Οκτώβριο στο 3,69% έναντι 3,36% τον αμέσως προηγούμενο μήνα και 3,14% τον Αύγουστο του 2022. Πρόκειται για το τρίτο υψηλότερο επιτόκιο στην Ευρώπη μετά τις Λιθουανία και Λετονία (3,84% και 3,78% αντίστοιχα έναντι 3,46% αμφότερες τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου), ενώ την πεντάδα συμπληρώνουν οι Εσθονία και Γερμανία, με 3,56% και 3,25% αντίστοιχα.

Στον αντίποδα, τα χαμηλότερα επιτόκια στην ευρωπαική αγορά προσφέρουν οι Αυστρία, Λουξεμβούργο, Ισπανία, Μάλτα και Γαλλία, με την τελευταία, μάλιστα, να δίνει στους καταναλωτές τη δυνατότητα απόκτησης στέγης έναντι μόλις 1,77%!

Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, η Ελλάδα ανέκαθεν πρόσφερε υψηλά επιτόκια στα στεγαστικά δάνεια, ο… πρωταθλητισμός, ωστόσο, των τελευταίων μηνών συνδέεται και με τις διαδοχικές αυξήσεις από πλευράς της ΕΚΤ. Υπενθυμίζεται πως σε περίπου δύο εβδομάδες το βασικό της επιτόκιο θα αυξηθεί – για τέταρτη φορά από τον περασμένο Ιούλιο – μεταξύ 0,50 και 0,75 μονάδες βάσης, δηλαδή, στο 2,50% ή 2,75% αντίστοιχα, αυξάνοντας σημαντικά τις μηνιαίες δόσεις των δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο, αλλά και των νέων με σταθερό.

Αν και από τα μέχρι σήμερα στοιχεία των τραπεζών, αναφορικά με τη συμπεριφορά των δανειοληπτών, δεν προκύπτει ανησυχία για τη δημιουργία μίας νέας γενιάς «κόκκινων» δανείων, εντούτοις η κυβέρνηση, λειτουργώντας… πυροσβεστικά, πιέζει για τη στήριξη των ευάλωτων που αργά ή γρήγορα θα αντιμετωπίσουν δυσκολία στην αποπληρωμή των υποχρεώσεών τους. Στο πλαίσιο αυτό, όπως έγραψε το newmoney, εξετάζεται ένα σχέδιο τύπου «Γέφυρα», στο οποίο οι τράπεζες θα επιδοτούν το 50% του «καπέλου» από την αύξηση των επιτοκίων. Προς επίρρωση, σε στεγαστικό δάνειο, ύψους 100.000 ευρώ, με αρχικό επιτόκιο 3,5% και διάρκεια αποπληρωμής τα 20 έτη, η δόση «άγγιζε» τον περασμένο Ιούλιο τα 511 ευρώ. Σήμερα, μετά από τρεις διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων, αυτή έχει εκτοξευτεί στα περίπου 626 ευρώ, ενώ εάν η ΕΚΤ προχωρήσει σε νέα αύξηση κατά 0,75 μονάδες βάσης, τότε η νέα δόση θα διαμορφωθεί στα 659 ευρώ/μήνα (+148 ευρώ/μήνα). Στην περίπτωση αυτή, οι τράπεζες θα επιδοτήσουν τα 74 ευρώ/μήνα.

Αξίζει να αναφερθεί πως το θέμα της στήριξης των ευάλωτων νοικοκυριών τέθηκε επί τάπητος στο πρόσφατο τετ α τετ που είχε ο υπουργός Οικονομικών, κ. Χρήστος Σταικούρας, με τους τραπεζίτες, ενώ ειδική αναφορά έκανε και ο πρωθυπουργός, κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, στη συνάντηση που είχε την Παρασκευή με την πρόεδρο της Δημοκρατίας, κυρία Κατερίνα Σακελλαροπούλου.

Όσον αφορά στις καταθέσεις, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ), μπορεί το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο να παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο στο 0,05%, υπήρξε, ωστόσο, μία μικρή αύξηση αυτού στις προθεσμιακές καταθέσεις. Πιο αναλυτικά, το επιτόκιο στις προθεσμιακές καταθέσεις ενός έτους «άγγιξε» τον περασμένο Οκτώβριο το 0,2% έναντι 0,14% τον Σεπτέμβριο και 0,11% τον Αύγουστο.

Η Ελλάδα, δηλαδή, καταγράφει την τρίτη χαμηλότερη επίδοση σε σύνολο 19 ευρωπαϊκών χωρών, μετά τη Σλοβενία (0,14%) και την Κύπρο (0,19%), όταν, για παράδειγμα, η Γαλλία και η Ολλανδία επιβραβεύουν τους αποταμιευτές τους με επιτόκια 1,46% και 1,88% αντίστοιχα!

Το περιθώριο επιτοκίου μεταξύ των υφιστάμενων καταθέσεων και δανείων στη χώρα μας δε, έχει αυξηθεί στις 4,23 εκατοστιαίες μονάδες, γεγονός που δικαιολογεί την πίεση που ασκείται το τελευταίο διάστημα στις τράπεζες, τόσο από την κυβέρνηση, όσο και από τους ίδιους τους καταθέτες, να περάσουν γρηγορότερα τις αυξήσεις της ΕΚΤ και στις καταθέσεις.

 

Πιο αναλυτικά, η κυβέρνηση ζητά αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων και μείωση των αυξημένων επιτοκίων χορηγήσεων ως αποτέλεσμα της αύξησης των επιτοκίων της ΕΚΤ. «Τα πιστωτικά ιδρύματα αναμένεται να κινηθούν, διακριτά και ανεξάρτητα, προς αυτή την κατεύθυνση το προσεχές διάστημα. Η ελληνική κυβέρνηση ζητά αυτό να γίνει άμεσα, λαμβάνοντας υπόψη και τη μεγάλη αύξηση του επιτοκιακού περιθωρίου των τραπεζών το τελευταίο διάστημα», σημειώνεται από το οικονομικό επιτελείο.