Πέντε τομές που θα αλλάξουν την καθημερινότητα περισσότερων από 4 εκατομμύρια συνταξιούχων και ασφαλισμένων φέρνει το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο που κατατέθηκε χθες στη Βουλή, χωρίς σημαντικές αλλαγές από το αρχικό κείμενο που είχε δει το φως της δημοσιότητας.

Αυξάνονται οι κύριες συντάξεις για το σύνολο των ασφαλισμένων και των συνταξιούχων που έχουν περισσότερα από 30 έτη ασφάλισης, αυξάνονται όλες οι επικουρικές συντάξεις που κόπηκαν το 2016 για όσους συνταξιούχους είχαν άθροισμα κύριας και επικουρικής 1.300 ευρώ μεικτά, αλλάζει άρδην το καθεστώς των ασφαλιστικών εισφορών για 1,44 εκατομμύρια ελευθέρους επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενους και αγρότες, αλλά και για όσους έχουν παράλληλη ασφάλιση καθώς απαλλάσσονται από την καταβολή ασφαλιστικών εισφορών. Ταυτόχρονα, προωθείται μέσω του νομοσχεδίου που κατατέθηκε στη Βουλή με τίτλο «Ασφαλιστική Μεταρρύθμιση και Ψηφιακός Μετασχηματισμός Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-ΕΦΚΑ)», η δημιουργία ενός ασφαλιστικού φορέα του e-ΕΦΚΑ με την συγχώνευση σε αυτόν του ΕΦΚΑ και του ΕΤΕΑΕΠ από την 1η Μαρτίου του 2020.

Οι σημαντικότερες αλλαγές που προωθούνται είναι:

Αυξάνονται τα ποσοστά αναπλήρωσης των κύριων συντάξεων για παλιούς και νέους ασφαλισμένους για 30 έτη ασφάλισης και πάνω αναδρομικά από την 1η Οκτωβρίου 2019 και καταλαμβάνουν όλες τις συντάξεις παλαιές και νέες, πριν και μετά τον νόμο Κατρούγκαλου, όπως και μετά τον νέο νόμο που αναμένεται να ψηφιστεί τις επόμενες ημέρες.

Το τελικό σχέδιο των ποσοστών αναπλήρωσης των κύριων συντάξεων προβλέπει ότι στα 30 έτη ασφάλισης το ποσοστό αναπλήρωσης παραμένει 26,37%, όπως ισχύει και σήμερα, και για κάθε επιπλέον ημέρα ασφάλισης αυξάνεται, καθώς ο συντελεστής από 1,42% διαμορφώνεται στο 1,98%. Στα 33 έτη ασφάλισης το ποσοστό αναπλήρωσης από 30,63% με τον νόμο Κατρούγκαλου θα φτάσει το 32,31%, ενώ στα 35 έτη θα διαμορφωθεί 37,31% από 33,81% σήμερα. Στα 36 έτη ασφάλισης το ποσοστό αναπλήρωσης σήμερα είναι 35,40%, ενώ με το σχέδιο νόμου θα φτάσει 39,81%. Στα 40 έτη ασφάλισης η αναπλήρωση της ανταποδοτικής σύνταξης είναι 42,80% και θα διαμορφωθεί σε 50,01%, ενώ θα συνεχίσει να αυξάνεται για ασφάλιση 42 ετών, με το ποσοστό αναπλήρωσης να φτάνει το 51,01% από 46,80% που είναι σήμερα. Η προσαύξηση στη σύνταξη δεν έχει πλαφόν ανάλογα με τα έτη ασφάλισης. Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, για κάθε επιπλέον έτος πέρα των 40 ετών υπάρχει προσαύξηση στο ποσοστό αναπλήρωσης 0,50% κατ’ έτος. Ωστόσο, τα ποσοστά αναπλήρωσης των ειδικών κατηγοριών στρατιωτικών προσαυξάνονται πέραν των ποσοστών κατά ποσοστό 1,5% επιπλέον για κάθε έτος μετά το τεσσαρακοστό πέμπτο (45).

Τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης θα τεθούν σε ισχύ για το σύνολο των συντάξεων και θα επανυπολογιστούν όλες οι παλιές συντάξεις που είχαν ήδη εκδοθεί πριν τον νόμο Κατρούγκαλου, στις 13 Μαΐου του 2016 και με αυτό τον τρόπο θα αλλάξουν όλες οι προσωπικές διαφορές που έχουν καταγραφεί. Οι αυξήσεις για τους παλιούς συνταξιούχους θα δοθούν σε πέντε ετήσιες δόσεις αρχής γενομένης από 1/10/2019 και έως το 2024. Αντίθετα, οι αυξήσεις για τους νέους συνταξιούχους – όσους έχουν αποχωρήσει από 13 Μαΐου 2016 και μετά δηλαδή μετά τον νόμο Κατρούγκαλου – δεν θα έχουν μεταβατική περίοδο αλλά θα δοθούν εφάπαξ αναδρομικά από 1 Οκτωβρίου 2019.

Αυξάνονται οι 250.000 επικουρικές συντάξεις που κόπηκαν με το νόμο Κατρούγκαλου το καλοκαίρι του 2016, στο επίπεδο που ήταν στις 31/12/2014.

Αλλάζει άρδην το σύστημα των εισφορών κύριας και επικουρικής ασφάλισης για 1,44 εκατομμύρια μη μισθωτούς. Η ελάχιστη εισφορά για τους ελεύθερους επαγγελματίες θεσμοθετείται στα 220 ευρώ και για τους αγρότες στα 121 ευρώ.

Αλλάζει ο μηχανισμός στήριξης των συντάξεων, αλλά καταργείται η γνωστή ως «13η» σύνταξη που ψηφίστηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση. Ειδικότερα «Από 1/1/2020 στον ετήσιο κοινωνικό προϋπολογισμό εγγράφεται δαπάνη ύψους 0,5% του ΑΕΠ, από την οποία καλύπτεται κατά πρώτον η δαπάνη που δημιουργείται ετησίως σε εφαρμογή των με αριθ. 1890/2019 και 1891/2019 αποφάσεων της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας και κατά δεύτερον καλύπτεται η δαπάνη πολιτικών κοινωνικής ασφάλισης, πρόνοιας και κοινωνικής αλληλεγγύης και υγείας. Η δαπάνη των πολιτικών αυτών χρηματοδοτείται από τον κρατικό προϋπολογισμό και εγγράφεται στον ετήσιο προϋπολογισμό του Υπουργείου Εργασίας. Για το έτος 2020 η δαπάνη καλύπτεται από τις ήδη εγγεγραμμένες πιστώσεις του κοινωνικού προϋπολογισμού».

Αυξάνεται η σύνταξη για όσους συνταξιούχους του ΕΦΚΑ εργάζονται. Ειδικότερα οι ακαθάριστες συντάξεις κύριες, επικουρικές και προσυνταξιοδοτικές παροχές καταβάλλονται μειωμένες σε ποσοστό 30% για όσο χρονικό διάστημα απασχολούνται ή διατηρούν την ιδιότητα ή την δραστηριότητα και όχι κατά 60% που προβλεπόταν μέχρι σήμερα. Οι συνταξιούχοι υποχρεούνται πριν αναλάβουν εργασία ή αυτοαπασχοληθούν να το δηλώσουν στον φορέα κύριας ασφάλισης του ΕΦΚΑ, καθώς και στο ΕΤΕΑΕΠ. Παράλειψη της δήλωσης συνεπάγεται καταλογισμό σε βάρος του συνταξιούχου ποσού ίσου με το ύψος 12 μηνιαίων συντάξεων. Δεν μειώνεται το ποσόν της σύνταξης:

α. Οι συνταξιούχοι του ΟΓΑ εφόσον ασκούν απασχόληση υπακτέα στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ.

β. Οι ψυχικά ασθενείς του άρθρου 23 του ν.4488/2017(Α΄176).

γ. Οι συνταξιούχοι με βάση τον ν.612/1977 (Α’ 164) και τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτόν.

δ. Οι συνταξιούχοι του τετάρτου εδαφίου της περ. α` της παρ. 1 των άρθρων 1 και 26 του Π.δ. 169/2007 (Α` 210).

ε. Όσοι λαμβάνουν το εξωϊδρυματικό επίδομα ή το αντίστοιχο επίδομα του άρθρου 54 του π.δ 169/2007(Α` 210).

στ. οι πολύτεκνοι των οποίων το ένα τουλάχιστον των τέκνων είναι ανήλικο ή σπουδάζει σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές και έως τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας του ή είναι ανίκανο για κάθε βιοποριστική εργασία,

ζ. τα πρόσωπα που αναφέρονται στη παρ. 3 του άρθρο 4 του ν.4387/2016

η. οι συνταξιούχοι άλλων φορέων και του Δημοσίου εφόσον το ετήσιο εισόδημά τους από απασχόληση στον αγροτικό τομέα ως αγρότες, μελισσοκόμοι, κτηνοτρόφοι, πτηνοτρόφοι και αλιείς δεν υπερβαίνει το ποσόν των 10.000 ευρώ.

θ. Εξαιρούνται της ανωτέρω μειώσεως της σύνταξής τους έως 31-10-2020 οι συνταξιούχοι οι οποίοι βάσει γενικών ή ειδικών διατάξεων εξαιρούντο των περικοπών της σύνταξής τους.

Μειώνονται οι ελάχιστες προϋποθέσεις που απαιτούνται για να μπορέσει κάποιος να λάβει σύνταξη από τον τελευταίο φορέα ασφάλισής του με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης. Ειδικότερα οι 1.500 ημέρες που απαιτούνται σήμερα από τις οποίες 500 να είναι την τελευταία 5ετία πριν την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης μειώνονται σε 1.000 ημέρες και 300 ημέρες την τελευταία 5ετία. Για τις συντάξεις λόγω αναπηρίας ή θανάτου θα απαιτούνται 600 ημέρες ασφάλισης οποτεδήποτε ενώ γενικότερα για τη συμπλήρωση αυτών των προϋποθέσεων μπορεί να συνυπολογιστεί και ο χρόνος αναγνώρισης της στρατιωτικής θητείας για τον οποίο καταβλήθηκαν εισφορές. Σε περίπτωση που ο ασφαλισμένος δεν πληροί τους όρους αυτούς τότε προβλέπεται η δυνατότητα να εξεταστεί το αίτημα με τις προϋποθέσεις του Ταμείου όπου πραγματοποίησε τις περισσότερες ημέρες ασφάλισης, εφόσον έχει συμπληρωθεί το όριο ηλικίας του τελευταίου φορέα.

Η ελάχιστη συνολική ασφαλιστική υποχρέωσης για τους παραλλήλως απασχολούμενους από μισθό και μπλοκάκι μπαίνει στα 252 ευρώ (δεύτερη ασφαλιστική κατηγορία) εισφορά κλάδου σύνταξης και υγείας, εφόσον ασκείται ελεύθερο επάγγελμα και στα 143 ευρώ εφόσον ασκείται αγροτικό επάγγελμα. Όσοι λοιπόν καλύπτουν από τον μισθό τους πλήρως την εισφορά αυτή, απαλλάσσονται πλήρως από τις εισφορές στο μπλοκάκι διαφορετικά πρέπει να πληρώσουν το υπόλοιπο ποσό. Παράλληλα για τα νέα μπλοκάκια με δραστηριότητα έως πέντε ετών από την έναρξη ασκήσεως του επαγγέλματος, εφόσον υπάρχει παράλληλη μισθωτή απασχόληση η πλήρης απαλλαγή ισχύει εφόσον καλύπτεται από τον μισθό τους το ποσό της πρώτης και ελάχιστης ασφαλιστικής κατηγορίας, συμπεριλαμβανομένης της εισφοράς για ασθένεια, δηλαδή της εισφοράς των 210 ευρώ.

Από την 1η Μαρτίου θα αρχίσει η διαδικασία ενοποίησης του ΕΦΚΑ με το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ. Πλέον δημιουργείται Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης για περίπου 4 εκατομμύρια ασφαλισμένους και σχεδόν 2,6 εκατομμύρια συνταξιούχους.

Από την 1η Ιουλίου, όλοι οι υπόχρεοι εργοδότες θα υποβάλλουν την ΑΠΔ, ηλεκτρονικά.

Μειώνονται οι εισφορές εργοδότη-εργαζομένου από την 1η Ιουνίου 2020 στις περιπτώσεις πλήρους απασχόλησης. Ειδικότερα οι ασφαλιστικές εισφορές των μισθωτών μειώνονται κατά 0,90 μονάδες ως ακολούθως: Κατά 0,75 ποσοστιαίες μονάδες των ασφαλίστρων υπέρ κλάδου ανεργίας. Η μείωση επιμερίζεται κατά 0,48 πμ στο ασφάλιστρο του εργοδότη και κατά 0,27 πμ στο ασφάλιστρο του εργαζομένου. Το συνολικό ασφάλιστρο υπέρ ανεργίας διαμορφώνεται σε 4,25 πμ και κατανέμεται 2,69 ποσοστιαίες μονάδες στον εργοδότη και 1,56 πμ στον εργαζόμενο και κατά 0,15 ποσοστιαίες μονάδες των ασφαλίστρων υπέρ του Ενιαίου Λογαριασμού για την εφαρμογή Κοινωνικών Πολιτικών (ΕΛΕΚΠ).

Για την χορήγηση ασφαλιστικής ικανότητας και παροχές υγειονομικής περίθαλψης σε είδος από 1-1-2020 και εφεξής απαιτούνται για μεν τους μισθωτούς η πραγματοποίηση τουλάχιστον 50 ημερών εργασίας κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος για τους δε μη μισθωτούς η συμπλήρωση δύο τουλάχιστον μηνών ασφάλισης κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος, ή κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο πριν από την ημερομηνία προσέλευσης ή επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου.

Επανένταξη στη ρύθμιση των 120 δόσεων των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών οφειλών μέχρι τις 31 Μαρτίου 2020 σε περίπτωση που οι οφειλέτες απώλεσαν ανυπαίτια τη ρύθμιση στην οποία είχαν ενταχθεί, υπό την προϋπόθεση καταβολής του συνόλου των δόσεων της ρύθμισης που έχουν καταστεί απαιτητές, καθώς και νέων βεβαιωμένων, εκτός ρύθμισης οφειλών. Η αίτηση για την επανένταξη στη ρύθμιση θα υποβάλλεται από τον οφειλέτη στις αρμόδιες υπηρεσίες ΚΕΑΟ.

Χωρίς ελάχιστο χρόνο ασφάλισης θα χορηγείται το εφάπαξ. Σε πρώτη εφαρμογή οι ασφαλισμένοι επιλέγουν την ασφαλιστική κατηγορία στην οποία επιθυμούν να υπαχθούν άλλως κατατάσσονται στη πρώτη ασφαλιστική κατηγορία και καταβάλλουν τις εισφορές του Ιανουαρίου 2020 για την επιλεγείσα κατηγορία μέχρι 12 Μαρτίου 2020.

Με διάταξη λύνεται οριστικά το κενό νόμου που δημιούργησε ο νόμος Κατρούγκαλου στις εργαζόμενες μητέρες που αποκτούν παιδί και τις μειωμένες εισφορές τους. Η διάταξη αφορά εργαζόμενες μητέρες με έμμισθη σχέση εργασίας είτε αυτοαπασχολούμενες είτε ελεύθεροι επαγγελματίες είτε απασχολούμενες στον αγροτικό τομέα.