Η απόπειρα εφαρμογής της (τηλε-εκπαίδευσης) από το υπουργείο παιδείας σε σχολεία και πανεπιστήμια φαίνεται ότι έχει θετικά αποτελέσματα, λιγότερα βέβαια από εκείνα που προσπαθεί να εμφανίσει το Υ.ΠΑΙ.Θ στα media.

Του Κωνσταντίνου Αδριανουπολίτη, Εκπαιδευτικός – Ερευνητής, Πρόεδρος Ε.Ε.Τ.Ε.Κ.

Τα θετικά αποτελέσματα για τα ΑΕΙ είναι σαφώς περισσότερα από εκείνα των σχολείων, διότι οι φοιτητές είναι περισσότερο εξοικειωμένοι στη χρήση των Η/Υ, από τους μαθητές Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.

Στα θετικά αποτελέσματα θα πρέπει να προσμετρήσει κανείς την μεγαλύτερη εξοικείωση των μαθητών με τους Η/Υ και την εκμάθηση ενός νέου τρόπου πρόσληψη της γνώσης.

Θετικό είναι και η ανάδειξη πολλών προβλημάτων τα οποία υπάρχουν και σε άλλη περίπτωση δεν θα έρχονταν εμφαντικά στην επιφάνεια.

Για να μπορέσει να βελτιωθεί η τηλεκπαίδευση ώστε να χρησιμοποιείται συμπληρωματικά σε κάποιες περιπτώσεις, είναι απαραίτητο, κατά τη γνώμη μας, να εξαλειφτούν κάποια προϋπάρχοντα προβλήματα ή για να χρησιμοποιήσουμε την ορολογία των ημερών «υποκείμενα νοσήματα» όπως:

Η έλλειψη κατάλληλου τεχνολογικού εξοπλισμού σε σχολικές μονάδες, μονάδες κατάρτισης, σε μαθητές και καταρτιζόμενους.

Η ελλιπής επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σε θέματα της συγκεκριμένης ψηφιακής τεχνολογίας.

Η μείωση του φόρτου των διοικητικών εργασιών στους εκπαιδευτικούς, ώστε να υπάρχει διαθέσιμος χρόνος για ασχολία με την τηλεκπαίδευση.

Όσον αφορά όμως τη φύση της τηλεκπαίδευσης είναι γεγονός ότι δεν μπορεί να αντικαταστήσει την πραγματική διδασκαλία, την δια ζώσης εκπαίδευση, με την φυσική παρουσία εκπαιδευτικών, μαθητών στην τάξη και αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει.

Τα εργαστηριακά μαθήματα επίσης, στα οποία συνήθως απαιτούνται και χειρωνακτικές δεξιότητες για την πραγματοποίηση τους, είναι σχεδόν αδύνατον να διδαχθούν και αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει, διότι εάν επιχειρηθεί κάτι τέτοιο θα καταλήξουμε σε προσομοίωση της εργαστηριακής διδασκαλίας με χρήση video κ.λ.π.

Στην Πρωτοβάθμια και την Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, στις οποίες φοιτούν ανήλικοι, το παιδαγωγικό – μορφωτικό μέρος με την εφαρμογή της τηλεκπαίδευσης ελαχιστοποιείται και αν λάβουμε υπόψη ότι το μέρος αυτό είναι από τα βασικότερα, ίσως το βασικότερο στην εκπαίδευση των ανηλίκων, τότε εύκολα καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η τηλεκπαίδευση μπορεί να εφαρμόζεται συμπληρωματικά σε κάποιες ιδιαίτερες περιπτώσεις.

Υπάρχουν και άλλα προβλήματα τα οποία είναι δυνατόν να ελαχιστοποιηθούν ή και να εξαλειφτούν, εάν θέλουμε να γίνει πιο αποτελεσματική η τηλεκπαίδευση και όχι μόνο αυτή.

Τα κυριότερα από τα προβλήματα αυτά είναι, κατά τη γνώμη μας, τα εξής:

Το Γρήγορο internet.

Είναι γνωστό ότι το γρήγορο internet κατέχει σπουδαίο ρόλο στην ποιότητα της τηλεκπαίδευσης και αυτό φάνηκε από την εφαρμογή της την περίοδο αυτή, όταν οι ταχύτητες ήταν χαμηλότερες από τις απαιτούμενες με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί αρρυθμία και εκνευρισμός σε διδάσκοντες και διδασκόμενους.

Στη Ελλάδα έχουμε απαράδεκτα χαμηλές ταχύτητες σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.

Σύμφωνα με δημοσίευση του Speedtest Global Index (Δεκέμβριος 2017), η Ελλάδα κατατάσσεται, σε σχέση με το γρήγορο internet, 43η επί συνόλου 45 ευρωπαϊκών χωρών, ακολουθούμενη από την Αλβανία και το Αζερμπαϊτζάν.

Οι πέντε πρώτες χώρες με το γρηγορότερο internet είναι οι εξής:

1. Ισλανδία

2. Ρουμανία

3. Ουγγαρία

4. Σουηδία

5. Ολλανδία

Και οι τελευταίες στην κατάταξη είναι:

41.Κύπρος

42. Τουρκία

43.Ελλάδα

44. Αλβανία

45. Αζερμπαϊτζάν

Συγκρίνοντας την ταχύτητα του Ελληνικού internet με εκείνο της Ισλανδίας (όπως φαίνεται στο γράφημα imgur του speedtest.net), διαπιστώνεται ότι το ελληνικό είναι 10 φορές αργότερο από εκείνο της Ισλανδίας.

Σε παγκόσμιο επίπεδο η Ελλάδα βρίσκεται στην 90η θέση πίσω από την Κένυα, τις Φιλιππίνες και το Νεπάλ.

Το κόστος των τηλεπικοινωνιών.

Ένα άλλο ένα αρνητικό στοιχείο είναι και το κόστος των τηλεπικοινωνιών στην Ελλάδα.

Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της Eurostat 2019 ( Your key to European statistics), η Ελλάδα έχει το ακριβότερο κόστος, σε τιμές καταναλωτού, μεταξύ των 28 χωρών της Ε.Ε.

Συγκεκριμένα οι πέντε χώρες με το υψηλότερο κόστος είναι οι εξής

28. Ελλάδα 156

27. Ισπανία 144,8

26. Βέλγιο 142,5

25. Ιρλανδία 139,4

24. Ολλανδία 127,6

Οι χώρες με το χαμηλότερο κόστος είναι:

1. Πολωνία 45,3

2. Ρουμανία 49,6

3. Λιθουανία 60,3

4. Εσθονία 65,6

5. Βουλγαρία 68,7

Ο Μ.Ο. των χωρών της Ε.Ε είναι το 100

Από τα παραταθέντα στατιστικά στοιχεία αποδεικνύεται ότι όταν μια χώρα έχει ακριβό και ταυτόχρονα αργό internet, τα στοιχεία αυτά είναι αντιαναπτυξιακά και δεν επηρεάζουν μόνο το χώρο της εκπαίδευσης αλλά και την γενικότερη ανάπτυξή της.

Για παράδειγμα το αργό internet, εκτός των άλλων, είναι και αυτό ένα αρνητικό στοιχείο στην προσέλκυση επενδυτών. Η Ρουμανία και η Ουγγαρία, όπως φαίνεται από τα στατιστικά στοιχεία, έχουν συγκριτικό πλεονέκτημα στην προσέγγιση επενδυτών έναντι της Ελλάδας, είναι τόσο δύσκολο να γεφυρώσουμε αυτό το χάσμα;

Πέραν των όσων αναφέραμε, θεωρούμε σκόπιμο να αναφέρουμε επίσης ότι ο ΟΗΕ με ψήφισμά του από το 2016 έχει εντάξει την απρόσκοπτη πρόσβαση στο διαδίκτυο στα ανθρώπινα δικαιώματα, διατυπώνοντας και τη φράση «τα ίδια δικαιώματα που οι άνθρωποι πρέπει να απολαμβάνουν offline, θα πρέπει να υπάρχουν και online».

Από τον ΟΗΕ επίσης, το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, καταδίκασε με ψήφισμά του, όλες εκείνες τις χώρες που εκ προθέσεως περιορίζουν την ελεύθερη πρόσβαση των πολιτών τους στο διαδίκτυο.

Η χώρα μας δεν εμπίπτει στις χώρες αυτές, διότι ο αναφερόμενος περιορισμός αφορά τον αποκλεισμό της πρόσβασης με τεχνικά μέσα.

Εδώ όμως γεννάται το ερώτημα, εάν δεν υπάρχει περιορισμός με τεχνικά μέσα, αλλά όταν το κόστος πρόσβασης είναι υψηλό και δυσανάλογο με τις οικονομικές δυνατότητες ενός λαού, αυτό δεν αποτελεί εμπόδιο στην απρόσκοπτη πρόσβαση, η οποία αποτελεί ανθρώπινο δικαίωμα με την έννοια του χάρτη ανθρωπίνων δικαιωμάτων του ΟΗΕ;

Το ψήφισμα του ΟΗΕ βέβαια δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα και η χώρα μας δεν έχει καταδικαστεί, αλλά το ερώτημα παραμένει, πως είναι δυνατόν να έχουμε διαδίκτυο κακής ποιότητας (πολύ χαμηλές ταχύτητες) και το κόστος να είναι το μεγαλύτερο στην Ε.Ε των 28;

Κλείνοντας θα θέλαμε να τονίσουμε ότι η ποιότητα και το κόστος του διαδικτύου είναι προβλήματα τα οποία δεν θίγουν μόνο την εκπαίδευση, την επιστήμη, την ανάπτυξη, την δημόσια διοίκηση, αλλά όλη την κοινωνία.

Θα μπορέσει άραγε η κυβέρνηση να έλθει σε κάποια συνεννόηση, αν όχι σε σύγκρουση, με τους κολοσσούς των τηλεπικοινωνιών στη χώρα μας;

Ίδωμεν