: Στις ΗΠΑ, όταν εντοπίζεται ένα κρούσμα Covid-19 σε σχολείο, γίνονται τακτικοί διαγνωστικοί έλεγχοι σε μαθητές και εκπαιδευτικούς αντί να μπαίνουν σε όλοι όσοι έρχονται σε επαφή με το κρούσμα.

Τι δείχνουν μελέτες

Την πρακτική «test-to-stay», η οποία εφαρμόζεται σε σχολεία των ΗΠΑ, υιοθετεί πλέον ως ένα βαθμό και η Ελλάδα ενόψει του ανοίγματος των σχολείων την προσεχή Δευτέρα 10 Ιανουαρίου. Βασική αρχή αποτελεί το εντατικό τέστινγκ αντί για την καραντίνα.

«Το τεστ είναι μια ενθαρρυντική πρακτική δημόσιας υγείας για να συνεχίσουμε να στέλνουμε τα παιδιά μας στο σχολείο» δήλωσε στα μέσα Δεκεμβρίου η διευθύντρια του CDC, δρ. Rochelle Walensky, κατά τη διάρκεια ενημέρωσης στον Λευκό Οίκο.

Στις ΗΠΑ, όταν εντοπίζεται ένα κρούσμα Covid-19 σε , γίνονται τακτικοί διαγνωστικοί έλεγχοι σε μαθητές και εκπαιδευτικούς αντί να μπαίνουν σε καραντίνα όλοι όσοι έρχονται σε επαφή με το κρούσμα. Εάν οι επαφές (σ.σ. του κρούσματος) δεν έχουν συμπτώματα και βγαίνουν αρνητικά στην Covid-19 τουλάχιστον δύο φορές σε ένα χρονικό διάστημα επτά ημερών, μπορούν να συνεχίσουν να παρακολουθούν τα μαθήματα δια ζώσης, σύμφωνα με το CDC. Εάν βγουν θετικοί, θα πρέπει να απομονωθούν.

Η πρακτική εφαρμόστηκε με επιτυχία, βάσει και σχετικών οδηγιών του αμερικανικού CDC, σε διάφορες σχολικές περιφέρειες στις ΗΠΑ.

Μία από τις μελέτες κατέγραψε δεδομένα για μαθητές και δημόσια σχολεία στην κομητεία του Λος Άντζελες μεταξύ 16 Αυγούστου και 31 Οκτωβρίου. Από τα σχολεία αυτά -για τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο- τα 432 εφάρμοσαν το «test to stay» και τα 1.635 όχι.

Οι ερευνητές από το Τμήμα Δημόσιας Υγείας της Κομητείας του Λος Άντζελες διαπίστωσαν ότι μεταξύ των σχολείων που εφάρμοσαν το «test to stay», τα κρούσματα Covid-19 δεν αυξήθηκαν σε σύγκριση με τα σχολεία που δεν την υιοθέτησαν.

Πριν από την υιοθέτηση του «test-to-stay», η μέση ημερήσια εμφάνιση κρουσμάτων σε περιοχές που αργότερα εφάρμοσαν την πρακτική ήταν 10 κρούσματα ανά 100.000 μαθητές και 20 κρούσματα ανά 100.000 σε περιοχές που δεν το εφάρμοσαν, σύμφωνα με όσα έδειξαν τα δεδομένα.

Αφότου τέθηκε σε εφαρμογή η εν λόγω πρακτική, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα μέσα ημερήσια ποσοστά κρουσμάτων μεταξύ των μαθητών μειώθηκαν σε όλες τις σχολικές περιφέρειες, αλλά παρέμειναν χαμηλότερα κατά μέσο όρο στις περιφέρειες όπου εφαρμόστηκε το «test-to-stay» σε 6 ανά 100.000, σε σύγκριση με 11 ανά 100.000 σε περιοχές που δεν προχώρησαν στη νέα πρακτική.

Τα σχολεία που δεν εφάρμοσαν το «test to stay» έχασαν σημαντικό αριθμό δια ζώσης σχολικής διαδικασίας, λένε οι ερευνητές στη μελέτη τους. Ωστόσο, πρoσθέτουν ότι «η εφαρμογή απαιτεί πόρους που ενδέχεται να μην είναι διαθέσιμοι επί του παρόντος για ορισμένα σχολεία» και σημειώνουν ότι «ένα υψηλότερο ποσοστό των ‘μειονεκτούντων’ σχολείων» δεν εφάρμοσε το .

Η δεύτερη μελέτη περιλαμβάνει δεδομένα για 90 σχολεία από 31 σχολικές περιφέρειες στην κομητεία Lake του Ίλινοϊ, που εφάρμοσαν τα προγράμματα μεταξύ 9 Αυγούστου και 29 Οκτωβρίου.

Κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, αναφέρθηκαν 258 περιπτώσεις Covid-19 και ιχνηλατήθηκαν 1.664 στενές επαφές.

Ερευνητές του CDC, του Πανεπιστήμιου Rosalind Franklin και του τμήματoς Υγείας της κομητείας Lake εξέτασαν πόσες από τις στενές επαφές βρέθηκαν θετικές στον κοροναϊό και κατά πόσον ο ιός εξαπλώθηκε σε κάποια από «τις επαφές των επαφών».

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι 16 από τις στενές επαφές βρέθηκαν θετικές. Όλοι ήταν μαθητές αλλά κανείς δεν έδειξε να μεταδίδει τον ιό σε άλλες επαφές εντός σχολείου. Ωστόσο, συνολικά εννέα περιπτώσεις Covid εντοπίστηκαν σε νοικοκυριά εκτός σχολείου και τέσσερα από τα εννέα αφορούσαν πλήρως εμβολιασμένα άτομα.

Συνολικά, αναφέρουν οι ερευνητές, το «test-to-stay» «έσωσε έως και 8.152 ημέρες μάθησης για τις στενές επαφές των κρουσμάτων και η εφαρμογή του «σε συνδυασμό με πρόληψη, συμπεριλαμβανομένης της μάσκας και της φυσικής απόστασης, οδήγησε σε χαμηλή δευτερογενή μετάδοση του κοροναϊού».