Κροκοδείλια δάκρυα άρχισαν για ακόμα μια φορά να χύνουν κυβέρνηση, ΟΟΣΑ και διάφοροι κονδυλοφόροι με αφορμή τα αποτελέσματα των με αντικείμενο τη Γλώσσα (κατανόηση κειμένου), Μαθηματικά και Φυσικές Επιστήμες.

Άρθρο του Νίκου Δάρδαλη,
μέλους του Δ.Σ. του ΚΕΜΕΤΕ της ΟΛΜΕ,
εκλεγμένου με την Αγωνιστική Συσπείρωση Εκπαιδευτικών

Αυτό που μας ξεπερνάει είναι ότι τα ίδια τα αποτελέσματα βγάζουν γλώσσα στις ίδιες τις διακηρύξεις της κυβέρνησης, του ΟΟΣΑ και του οργανισμού της PISA που πολλάκις επισημαίνουν ότι «η έλλειψη ίσων ευκαιριών ειδικά για τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα δεν οφείλεται στις κοινωνικές ανισότητες αλλά στο ότι οι χαμηλού επιπέδου μαθητές δεν έχουν πρόσβαση σε σχολεία με εκπαιδευτικούς υψηλών προσόντων». Για αυτό βάζουν στόχο «την προσέλκυση εκπαιδευτικών με αυξημένα προσόντα, οι οποίοι διαρκώς θα εκπαιδεύονται με αξιολογήσεις και επιμορφώσεις και θα κρατούν τους καλύτερους».

Καλά αναρωτιόμαστε οι ειδήμονες του ΥΠΑΙΘ δεν είδαν τα αποτελέσματα; Τόσο πολύ έχουν αγωνία να υλοποιήσουν μια αντιεκπαιδευτική πολιτική που δεν επιλέγουν καν τα κατάλληλα προσχήματα για να το κάνουν…

Δεν διάβαζαν ότι σύμφωνα με την επεξεργασία των ευρημάτων που έκανε ο ΟΟΣΑ και δημοσιοποίησε το ΙΕΠ, επιβεβαιώνεται ότι οι μαθητές που προέρχονται από́ ευνοϊκό κοινωνικό – οικονομικό́ – πολιτισμικό περιβάλλον πετύχαν, κατά μέσον ορό, καλύτερη βαθμολογία στα μαθήματα. Στις χώρες του ΟΟΣΑ, σε πολλές από τις οποίες το αυτόνομο και κατηγοριοποιημένο σχολείο της αξιολόγησης λειτουργεί εδώ και χρόνια, οι μαθητές που προέρχονται από ευνοϊκό κοινωνικό- οικονομικό-πολιτισμικό περιβάλλον πέτυχαν, κατά μέσο όρο, βαθμολογία κατά 93 μονάδες υψηλότερη στα Μαθηματικά από τους μαθητές που προέρχονται από μη-ευνοϊκό κοινωνικό-οικονομικό περιβάλλον. Στην Ελλάδα η διαφορά υπερ των μαθητών που προέρχονται από́ευνοϊκό́κοινωνικό – οικονομικό́– πολιτισμικό́ περιβάλλον είναι 76 μονάδες.

Αυτά τα αποτελέσματα αναδεικνύουν αυτό που είναι γνωστό σε όλους τους παροικούντες της εκπαίδευσης αλλά οι κρατούντες κάνουν ότι δεν βλέπουν, ότι μέσα στο σχολείο αντανακλώνται οι ταξικές ανισότητες της κοινωνίας, τις οποίες η ελληνική κυβέρνηση κάνει ότι περνά από το χέρι της για να της αυξήσει.

Εκτός αν θεσμοθέτηση του δεκάωρου εργασίας, η κατάργηση της Κυριακάτικης αργίας, οι χαμηλοί μισθοί, η εμπορευματοποίηση της υγείας, της παιδείας και του πολιτισμού είναι κυβερνητικά μέτρα που θα συμβάλλουν στην αναβάθμιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Φυσικά η κυβέρνηση δεν αρκείται στο να υποβαθμίζει τη ζωή του λαού αλλά παίρνει και άλλα «σύγχρονα» εκπαιδευτικά μέτρα. Μέσα στην πανδημία αύξησε τον αριθμό των μαθητών στο δημοτικό, συγχωνεύει τμήματα, κόβει τη παράλληλη στήριξη, την πρόσθετη διδακτική στήριξη, γεμίζει το σχολείο με συμβασιούχους εκπαιδευτικούς που προσλαμβάνονται μετά το Δεκέμβρη για να καλύψουν τα κενά. Όσον αφορά την υλικοτεχνική υποδομή τα κοντέινερ και τα σχολεία χωρίς εργαστήρια μάλλον δεν θα συμβάλλουν στην αύξηση της κριτικής σκέψης των μαθητών. Ούτε φυσικά η ουσιαστική ετήσια επιμόρφωση των εκπαιδευτικών χωρά στην επενδυτική βαθμίδα του 2023…

Πως να υπάρξουν αντισταθμιστικά εκπαιδευτικά μέτρα απέναντι στις ανισότητες, όταν προέχουν οι παχυλές επιδοτήσεις στις πράσινες και ενεργειακές εταιρείες, στις τράπεζες και στις ΝΑΤΟΙΚΕΣ φρεγάτες.

Οι κυβερνώντες προτιμούν λοιπόν να το τερματίσουν προωθώντας μέσα από το εργαλείο της αξιολόγησης, την κατηγοριοποίηση των σχολείων. Καλύτερα διακηρύττουν (για ποιους;) να διαχωρίσουμε τους μαθητές και να διοχετεύσουμε αυτούς που προέρχονται από τα πιο χαμηλά κοινωνικά στρώματα σε σχολεία υποβαθμισμένα, με περιεχόμενο πιο προσιτό στο επίπεδό τους, στο όνομα της «θετικής διάκρισης». Οι εκπαιδευτικοί ξέρουμε καλά από την ίδια μας την πείρα πως λειτουργούν τέτοιες διαδικασίες. Ότι υπονομεύουν την προσπάθεια μας να βοηθήσουμε με παιδαγωγικά εργαλεία την συμμετοχή των μαθητών, να αναβαθμίσουμε την διδακτική διαδικασία.

Αυτό αποδεικνύεται και από την διεθνή πείρα, όπως στην περίπτωση της Γαλλίας όπου ως πανάκεια παρουσιάστηκε η αυτονομία της σχολικής μονάδας, η ανάπτυξη εσωτερικής εκπαιδευτικής πολιτικής στο σχολείο, η ευελιξία των προγραμμάτων μέσα από τις Ζώνες Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας (ΖΕΠ). Το 2012, παρότι γενικεύθηκε το συγκεκριμένο πρόγραμμα αυτήν την τριακονταετία σε 1.200 σχολεία από 363 στην έναρξή του, τα αποτελέσματα της PISA είναι αποκαλυπτικά: Η Γαλλία είναι η χώρα που η κοινωνικοοικονομική προέλευση των μαθητών ασκεί μια από τις μεγαλύτερες επιδράσεις στις σχολικές επιδόσεις!

Ας μη αναμασούν λοιπόν τα διάφορα παπαγαλάκια του συστήματος την καραμέλα για τα παιδιά και την παιδεία που είναι το μέλλον μας. Αλλιώς δεν θα έβαζαν μαύρες πλερέζες κάθε φορά που γίνονται κινητοποιήσεις με αιτήματα για ένα σχολείο με σύγχρονα και ολοκληρωμένα παιδαγωγικά εργαλεία.

Ας μην κλαίνε γιατί δεν μπορούν να τετραγωνίσουν τον κύκλο, να μην πέφτουν περισσότερο από όσο θέλουν οι γνωστικές δεξιότητες των νέων εργαζομένων, αλλά να μην πέφτει και η κερδοφορία των επιχειρήσεων… Ας μην αναρωτιούνται γιατί την εποχή της 4η βιομηχανικής επανάστασης που πράγματι η τεχνολογία και η επιστήμη εξελίσσονται συνεχώς μεγάλο μέρος των μαθητών δυσκολεύεται να διαβάσει ένα κείμενο, να κάνει σύνθετες πράξεις.

Ας κοιταχτούν στο καθρέφτη για αυτές τις αντιφάσεις. Για αυτές τις «παραδοξότητες» που οφείλονται σε ένα σύστημα που θέλει το σχολείο να βγάζει εργαζόμενους υποταγμένους, χωρίς ολοκληρωμένη σκέψη και κρίση, ένα πανεπιστήμιο που θα βγάζει επιστήμονες που θα προσφέρουν το πνεύμα και την δημιουργικότητα όχι για τις ανάγκες της κοινωνίας, αλλά για το στενό κορσέ των κερδών των επιχειρήσεων.
Μόνο που δυστυχώς για αυτούς που υπηρετούν δεν θα τους κάνουμε τη χάρη….