Οι εκάστοτε , χωρίς να καταβάλουν προσπάθειες για να διορθώσουν τα κακώς κείμενα της παιδείας, τα οποία είναι ουκ ολίγα, προβαίνουν συνήθως σε επιφανειακές και όχι σε βάθος «μεταρρυθμίσεις» οι οποίες παραμένουν  στη μνήμη μας με το όνομα του/της Υπουργού, π.χ. μεταρρύθμιση Αρσένη, μεταρρύθμιση Γιαννάκου, μεταρρύθμιση Διαμαντοπούλου, μεταρρύθμιση Αρβανιτόπουλου κ.ά.

Κωνσταντίνος Αδριανουπολίτης Εκπαιδευτικός – Ερευνητής

Πρόεδρος Ε.Ε.Τ.Ε.Κ.

Η πιθανότερη εξήγηση του φαινομένου αυτού είναι, κατά την άποψή μας, ότι επειδή οι αλλαγές στην παιδεία  είναι ένα δυσεπίλυτο πρόβλημα και έχει πολιτικό κόστος, εάν γίνουν με βαθιές τομές,  και επειδή τα αποτελέσματα φαίνονται σε βάθος χρόνου, οι Υπουργοί επιλέγουν μια επιφανειακή «μεταρρύθμιση», για τους μείνει έστω το όνομα.

Το αποτέλεσμα των επιλογών αυτών είναι ότι όλοι σχεδόν οι Υπουργοί Παιδείας δεν κατόρθωσαν να εκλεγούν ως Βουλευτές, παρά το γεγονός ότι είχαν την ευκαιρία, λόγω της μεγάλης δημοσιότητας την οποία απολάμβαναν.

Να τονίσουμε παρενθετικά ότι οι βαθιές τομές που προαναφέραμε είναι αποτελεσματικές όταν υπάρχει αξιολόγηση του υπάρχοντος εκπαιδευτικού συστήματος, ακριβής σχεδιασμός του επόμενου, διάλογος με τους επιστημονικούς και συνδικαλιστικούς φορείς και φυσικά διακομματικός διάλογος.

Προ της ψήφισης του Ν. 4763/2020 (για την ΕΕΚ, τα κολλέγια κ.λ.π.) επιχειρήθηκε διάλογος με πρόσκληση της Υπουργού Παιδείας προς τα κόμματα για διάλογο επί του Ν/Σ, το οποίο θα ερχόταν στη Βουλή. Διαπιστώθηκε στη συνέχεια ότι δεν θα δινόταν το κείμενο του Ν/Σ, στους εκπροσώπους των κομμάτων, για επεξεργασία,  συζήτηση, προτάσεις  και ο διάλογος θα είχε μια γενικότερη μορφή! Επειδή έγινε αντιληπτό ότι ο διάλογος αυτός δεν θα ήταν επί της ουσίας αλλά προσχηματικός, οι εκπρόσωποι των κομμάτων δεν ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση και ο διάλογος δεν έγινε.

 

Το προσφιλές θέμα  λοιπόν, στο οποίο επιθυμούν να θέσουν τη σφραγίδα τους οι εκάστοτε  Υπουργοί, είναι το σύστημα πρόσβασης στα Πανεπιστήμια και ορισμένα άλλα θέματα, από τα οποία προέχει η επιλογή και τοποθέτηση των στελεχών της εκπαίδευσης.

Τα στελέχη της εκπαίδευσης, τα οποία θα υλοποιήσουν τις επιταγές της κάθε μεταρρύθμισης, είναι απαραίτητο να επιλέγονται με αντικειμενικές και αδιάβλητες διαδικασίες.

Αυτό όμως δεν συμβαίνει στην πράξη. Η εκάστοτε πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας εφαρμόζει την πολιτική του κόμματος, το οποίο υπηρετεί και για την επιτυχία εφαρμογής της πολιτικής αυτής, κρίνει απαραίτητο να επιλεγούν στελέχη τα οποία ανήκουν στον ίδιο κομματικό χώρο, προκειμένου να εφαρμόσουν πιστά την υλοποίηση των κομματικών επιλογών.

Στις προσεχείς κρίσεις η παρουσία των αιρετών εκπροσώπων των εκπαιδευτικών, όπως ίσχυε μέχρι σήμερα, δεν υπάρχει και το σύστημα επιλογής γίνεται περισσότερο διαβλητό.

 

Αυτή η τακτική που θα ακολουθηθεί στις προσεχείς κρίσεις  είναι λανθασμένη, διότι η Παιδεία είναι υπόθεση υπερκομματική, εθνική, κοινωνική και απαιτεί τουλάχιστον διακομματική συναίνεση.

Διακομματική συναίνεση και διάλογος σήμερα δεν υπάρχουν και εάν έλθει στην εξουσία άλλο κόμμα, το πιθανότερο είναι ότι θα καταργήσει τη μεταρρύθμιση του προηγούμενου. Αυτό θα πρέπει να θεωρηθεί μάλλον βέβαιο διότι και κατά το παρελθόν έχουν γίνει διαφορετικές μεταρρυθμίσεις, αλλαγές και από Υπουργούς οι οποίοι ανήκαν στο ίδιο κόμμα!

Η κατάσταση που επικρατεί σήμερα είναι ακόμη χειρότερη διότι  δεν υπάρχει διάλογος ούτε μεταξύ των πολιτικών κομμάτων, ούτε μεταξύ του Υπουργείου και των εκλεγμένων οργάνων των εκπαιδευτικών και τις όποιες διαφορές τους καλούνται να επιλύσουν τα δικαστήρια!

Σε αυτή την κατάσταση έχει περιέλθει σήμερα ο χώρος της Παιδείας.

Η ακολουθούμενη τακτική με σκληρή γραμμή και χωρίς διάλογο, δεν θα έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα για τους εμπνευστές  της.

Στο χώρο της εκπαίδευσης υπηρετούν Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί – Παιδαγωγοί, οι οποίοι διδάσκουν στους μαθητές τους να έχουν ελεύθερη γνώμη, να μην υποτάσσονται, να μην είναι πειθήνια όργανα και να διεκδικούν το δίκιο τους για να είναι άξιοι σαν αυριανοί δημοκρατικοί πολίτες.

Είναι υποχρεωμένοι ως Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί να εφαρμόζουν αυτά που οι ίδιοι διδάσκουν. Οι μαθητές «διδάσκονται»  περισσότερο από τις συμπεριφορές, τις θέσεις και τις στάσεις των δασκάλων τους, παρά από τα λεγόμενά τους.

Δυστυχώς σήμερα υπάρχει η αίσθηση ότι η μεγάλη πλειονότητα των Εκπαιδευτικών Λειτουργών στέκονται απέναντι στις αλλαγές του χώρου της Παιδείας.

Κλείνοντας τονίζουμε ότι, το διαχρονικά σαθρά δομημένο σύστημα επιλογής στελεχών της εκπαίδευσης,  θα συνεχίσει την προδιαγεγραμμένη πορεία του.

Οι υποψήφιοι για τις θέσεις Διευθυντών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης είναι 634 για 116 θέσεις. Ο ανταγωνισμός προβλέπεται μεγάλος, ο κάθε υποψήφιος θα χρησιμοποιήσει το «μέσον» του και θα επικρατήσουν οι έχοντες το μεγαλύτερο. Αυτό δεν είναι τόσο δύσκολο διότι υπάρχει και η συνέντευξη.

Τονίζουμε επιγραμματικά ότι οι ψηφισθέντες Νόμοι, στην παρούσα συγκυρία, δεν διασφαλίζουν και την επιτυχή εφαρμογή τους, έχουν ψηφιστεί  Νόμοι που έχουν μείνει στα χαρτιά.

Υπάρχει διέξοδος από το αδιέξοδο που έχει δημιουργηθεί;

Ίδωμεν