– Σε χαμηλότερα επίπεδα από τον Απρίλιο ισως κινηθούν οι τιμές των πράσινων τιμολογίων που θα ανακοινωθούν την 1η Μαΐου, όπως φαίνεται με βάση τη μέση τιμή ενέργειας στη χονδρεμπορική αγορά.

Η μέση τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας στο Χρηματιστήριο – βασική συνιστώσα για τον καθορισμό των τιμών λιανικής – για τον Απρίλιο υπολογίζεται στα 61 ευρώ ανά μεγαβατώρα από 67 ευρώ το Μάρτιο και 73 τον Φεβρουάριο.

Σύμφωνα με την Ημερησία, η πτώση της τιμής οφείλεται στην αυξημένη συμμετοχή των ΑΠΕ στην αγορά και η χαμηλή ζήτηση συμπιέζει τη χονδρεμπορική τιμή, τόσο λόγω καλών καιρικών συνθηκών όσο και λόγω της ανισορροπίας προσφοράς ζήτησης.

Έτσι, λόγω της μεγάλης καλοκαιρίας του Απριλίου οι τιμές ενέργειας μέχρι χθες Δευτέρα, διαμορφώθηκαν για τον Απρίλιο στα 60,16 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, 11% χαμηλότερα από τον Μάρτιο (67,54 ευρώ ανά Μεγαβατώρα).

Όμως, καθώς οι εταιρείες έχουν και τη δυνατότητα μικρότερων ή μεγαλύτερων εκπτώσεων αν θα κινηθούν πτωτικά ή σταθερά οι τιμές σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, θα φανεί από τις επίσημες ανακοινώσεις τους την 1η του μήνα.

Σημειώνεται ότι μέσω των εκπτώσεων μπορούν οι εταιρείες προμήθειας είτε να γίνουν πιο ανταγωνιστικές προσθέτοντας εκπτώσεις στη διαμόρφωση της τιμής είτε να αξιοποιήσουν τη συγκυρά των πτωτικών τιμών και να μην τις μειώσουν κι άλλο.

Υπενθυμίζεται ότι τον Απρίλιο το πιο ακριβό ειδικό προϊόν είχε διαμορφωθεί σε υψηλότερα επίπεδα, στα 11,7 λεπτά ανά κιλοβατώρα.

Λόγω των χαμηλών τιμών ενέργειας, η κινητικότητα των καταναλωτών έχει περιοριστεί και πλέον προτεραιότητα για τους προμηθευτές είναι να αυξήσουν την αποδοτικότητα του πελατολογίου τους.

Στο πλαίσιο αυτό είναι πιο πιθανό να επιχειρήσουν, σε ένα μήνα με χαμηλές τιμές ενέργειας, να μην κάνουν εκπτώσεις για να εξασφαλίσουν αποδοτικά τιμολόγια παρά να δώσουν πολύ χαμηλές τιμές για να κερδίσουν πελάτες.

Σημειώνεται εξάλλου ότι ο κλάδος της προμήθειας πιέζεται από κόστη τα οποία μετακυλύει στους καταναλωτές.

Όπως είχε πρόσφατα αναφέρει σε επιστολή του ο Σύνδεσμος ΕΣΠΕΝ, οι Προμηθευτές πιέζονται από τα κόστη των ληξιπρόθεσμων οφειλών, των ρευματοκλοπών και των ΥΚΩ, που δεν τις έχουν πληρωθεί ενώ τα αποδίδουν ενώ, οφείλουν να εξοφλούν και να αποδίδουν τα αναλογούντα ποσά για τις ρυθμιζόμενες χρεώσεις (ΥΚΩ, ΕΤΜΕΑΡ, ΧΧΣ και ΧΧΔ) ακόμα και όταν λαμβάνει χώρα μερική εξόφληση του λογαριασμού.