Το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο (IIF), προειδοποιεί πως παρά την πτώση της  , η ενεργειακή κρίση παραμένει εδώ και αποτελεί ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα για ολόκληρο τον κόσμο και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Όπως επισημαίνει το IIF, το ευρώ έχει πρακτικά ανακάμψει στα επίπεδα όπου βρισκόταν πριν από τον πόλεμο και αφού πρώτα υποχώρησε κάτω από το 1 προς 1 με το δολάριο το περασμένο έτος, τώρα κυμαίνεται σε επίπεδα γύρω στο 1,09 δολ. Η ανάκαμψη του κοινού νομίσματος συνέπεσε με την ανάκαμψη των όρων εμπορίου –της αναλογίας των τιμών των εξαγωγών προς τις τιμές εισαγωγών–, κάνοντας πολλούς να πιστέψουν ότι το ενεργειακό σοκ τελείωσε.

«Η τεράστια εκτίναξη των τιμών του φυσικού αερίου το περασμένο καλοκαίρι έχει προκαλέσει στρέβλωση στην αντίληψη της αγοράς, με αποτέλεσμα η πρόσφατη πτώση τους να μοιάζει σαν η Ευρώπη να επέστρεψε στην κανονικότητα. Δεν είναι έτσι», τονίζουν οι αναλυτές του ινστιτούτου. Δεύτερον, μέρος της πτώσης των τιμών αντανακλά μεγάλες αλλαγές στη ζήτηση, με τη βιομηχανική παραγωγή σε κλάδους έντασης ενέργειας να βρίσκεται πολύ χαμηλότερα από τα προπολεμικά επίπεδα.

Αξίζει να σημειωθεί πως, οι κλάδοι χημικών και φαρμάκων της Γερμανίας, όπου η παραγωγή είναι κατά 15% χαμηλότερη από τα προ κρίσης επίπεδα. Αυτή η μείωση της παραγωγής, που σύμφωνα με το ινστιτούτο είναι μόνιμη, συνέβαλε στο να πέσουν οι τιμές του φυσικού αερίου έπειτα από το περυσινό ράλι, έστω και εάν η ανάκαμψη της παραγωγής στους κλάδους αυτοκινήτων και μικροεπεξεργαστών βοήθησε να αποφύγει η Γερμανία την ύφεση το 2022.

Συνεπώς, το IIF καταλήγει ότι το σοκ που πλήττει την Ευρώπη είναι σημαντικό και δεν έχει τελειώσει. Και αυτό έχει σημαντικές προεκτάσεις για τις πολιτικές και τις αγορές. Η μείωση της παραγωγής στους τομείς έντασης ενέργειας οδηγεί το ινστιτούτο να επιμείνει στην πρόβλεψή του για ύφεση στην Ευρωζώνη, κάτι που όπως σημειώνει κάνει δύσκολο να δικαιολογηθούν οι αυξήσεις επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Και με βάση αυτά τα δεδομένα, η ανάκαμψη του ευρώ επίσης δεν δικαιολογείται, τονίζουν οι αναλυτές, προβλέποντας ότι το κοινό νόμισμα θα διολισθήσει εκ νέου και θα επιστρέψει στην 1 προς 1 ισοτιμία με το δολάριο το επόμενο διάστημα.