Ανακοίνωση του τμήματος Παιδείας της Λαϊκής Ενότητας – «Η κοινωνία και οι εκπαιδευτικοί να μην παρασυρθεί από τις νεοφιλελεύθερες «Σειρήνες» των προεκλογικών εξαγγελιών του Υπουργείου Παιδείας.»

Οι αποτελούν ένα προεκλογικό πυροτέχνημα το οποίο δυστυχώς ανταποκρίνεται στα πιο νεοφιλελεύθερα οράματα της Ε.Ε. του ΟΟΣΑ και των εδώ εκπροσώπων τους.
Για μια ολόκληρη θητεία η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ συνέχισε και συνεχίζει την τακτική των προκατόχων τους, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ.
Δεν πρόκειται για καμία άλλη πολιτική πέραν αυτής της συστηματικής υποβάθμισης της δημόσιας εκπαίδευσης, της υποχρηματοδότησης, της διαρκούς μείωσης των δαπανών -ακόμη και στον πρώτο μη-μνημονιακό υποτίθεται προϋπολογισμό, της διαιώνισης της αδιοριστίας, της συμπίεσης των αναγκών σε εκπαιδευτικό προσωπικό πέρα από κάθε παιδαγωγικό κριτήριο και με όποιο κόστος, την χωρίς όρια υποβάθμιση του εκπαιδευτικού έργου, την «μονιμοποίηση» του θεσμού του αναπληρωτή που αναπληρώνει τον εαυτό του, προσλαμβανόμενος και απολυόμενος για πάνω από 15 χρόνια, την διολίσθηση προς την ιδιωτικοποίηση.
Μετά τις εξαγγελίες για σε βάθος τριετίας του κ.Κουράκη, τις επόμενες εξαγγελίες για άλλες 20.000 σε βάθος τριετίας του κ.Φίλη, έρχεται τώρα ο κ.Γαβρόγλου με τις δικές του εξαγγελίες για 15.000 διορισμούς για την επόμενη τριετία. Ακόμη κι αν είναι απλώς προεκλογικές, καθώς οι κυβερνήσεις διορίζουν και παράγουν έργο όταν κυβερνούν και όχι όταν προετοιμάζονται για την κάλπη, αποτελούν την έκφραση των πιο φιλελεύθερων οραμάτων της Ε.Ε., του ΟΟΣΑ και των υπόλοιπων εκπροσώπων τους στη χώραπου θα ζήλευαν και προηγούμενοι υπουργοί παιδείας του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ.
Οι εξαγγελίες αυτέςουσιαστικά ακυρώνουν τα πανεπιστημιακά πτυχία και τα επαγγελματικά δικαιώματα που απορρέουν από αυτά και προσβάλλουν τους νέους επιστήμονες εκπαιδευτικούς που βρίσκονται για χρόνια στη βιοπάλη και στηρίζουν τη δημόσια εκπαίδευση σε κάθε γωνιά της χώρας.
Οι εξαγγελίες αυτές εμπαίζουν όλη την κοινωνία μιλώντας για δήθεν ελεύθερη πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με «πράσινες» και «κόκκινες» σχολές που θα διαμορφώνονται με όρους αγοράς, μιλώντας για μείωση του αριθμού των παιδιών ανά τμήμα, χωρίς να προσδιορίζει με τι όρους θα γίνει αυτό, μιλώντας για διεύρυνση της προσχολικής αγωγής χωρίς καμία πρόβλεψη κονδυλίων για διορισμούς νηπιαγωγών και δημιουργία νέων νηπιαγωγείων, ανοίγοντας τον δρόμο για την ιδιωτικοποίηση ενός ακόμη τμήματος της δημόσιας εκπαίδευσης, με τη διεύρυνση του κουπονιού
Φυσικά γνωρίζουν πολύ καλά ότι τίποτε από αυτά δεν προλαβαίνουν να υλοποιηθούν έως τον Οκτώβρη όταν συνταγματικά λήγει η θητεία αυτής της κυβέρνησης -εάν δεν έχουν καταφύγει στην κάλπη πολύ νωρίτερα- και πως ό,τι εξαγγέλλουν δεν αποτελεί πλέον τίποτε παραπάνω από εμπόριο ελπίδας και προσδοκιών στους χιλιάδες νέους επιστήμονες εκπαιδευτικούς και όσους εμπλέκονται με την εκπαίδευση.
Η απαξίωση της επαγγελματικής εμπειρίας και η εισαγωγή του ατομικού προσοντολογίου, παρά τα όσα θα διακηρύξει την επόμενες μέρες η κυβέρνηση, δεν είναι ο παράγοντας εκείνος που θα διασφαλίσει «καλύτερη εκπαίδευση», απλά ανοίγει την πόρτα σε μια τεράστια αγορά εμπορίας ελπίδων , σεμιναρίων και μεταπτυχιακών με αδρά δίδακτρα για όσους και όσες το μπορούν καθώς κάθε δωρεάν και δημόσια δομή επιμόρφωσης και στήριξης του εκπαιδευτικού έργου έχει καταργηθεί.
Το μόνο που διασφαλίζεται είναι η προώθηση του διαρκούς ανταγωνισμού και η ανακύκλωση της ανεργίας μέσα από τη συνεχή ανακατανομή των πινάκων, καταρρακώνοντας κάθε έννοια συλλογικών επαγγελματικών δικαιωμάτων.
Η ΛΑ.Ε. που αληθινά πιστεύει στη δημόσια εκπαίδευση θεωρεί ότι το πρόβλημα της εκπαίδευσης δεν είναι τα «ελλιπή προσόντα» των εκπαιδευτικών που την υπηρετούν αλλά η πολιτική των μνημονιακώνπερικοπών, της χρόνιας αδιοριστίας και του θεσμού του «μονίμως-αναπληρωτή»με τη βαλίτσα στο χέρι και με λειψά επαγγελματικά δικαιώματα όπως π.χ. η άδεια μητρότητας.
Η ΛΑ.Ε. θα σταθεί στο πλευρό των εκπαιδευτικών που θα δώσουν τον αγώνα ενάντια στο νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα κοινωνικού ανταγωνισμού και αυτοματισμού ώστε να μη μετατραπεί το σχολείο σε ρωμαϊκή αρένα.
Η ΛΑ.Ε. θα συνεχίσει να αγωνίζεται για ένα καθολικό αναβαθμισμένο δημόσιο σύστημα εκπαίδευσης, επαρκώς χρηματοδοτούμενο και στελεχωμένο από το αναγκαίο προσωπικό που θα καλύπτει όλα τα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών και των μαθητριών και θα απαντάει στις ανάγκες της κοινωνίας.