Βρετανοί ερευνητές ανακάλυψαν ότι ο καρκίνος του οισοφάγου μπορεί να ταξινομηθεί σε τρεις διαφορετικούς υποτύπους, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για εξατομικευμένες και στοχευμένες θεραπείες, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στο επιστημονικό έντυπο in Nature Genetics.

Η νέα αυτή εξέλιξη ενδεχομένως να συμβάλλει στην ανάπτυξη νέων θεραπευτικών στόχων ανάλογα τον υποτύπο της νόσου, καθιστώντας την αγωγή πιο αποτελεσματική και συντελώντας σε καλύτερη επιβίωση.

Οι ερευνητές του Συμβουλίου Ιατρικής Έρευνας και του Cancer Research UK μελέτησαν το πλήρες γονιδίωμα 129 οισοφαγικών καρκίνων και έτσι μπόρεσαν να χωρίσουν τη νόσο σε τρεις διακριτούς τύπους, ανάλογα με το πρότυπο DNA των καρκινικών κυττάρων.

Ο πρώτος υποτύπος έχει ελαττώματα στους μηχανισμούς αποκατάστασης του DNA, βλάβη που είναι ήδη γνωστό ότι αυξάνει τον κίνδυνο για καρκίνο στον μαστό, τις ωοθήκες και τον προστάτη. Οι ασθενείς με αυτό τον υποτύπο καρκίνου του οισοφάγου ενδεχομένως να μπορούν να επωφεληθούν από τους αναστολείς PARP, μια οικογένεια φαρμάκων που εξοντώνει τα καρκινικά κύτταρα αξιοποιώντας την αδυναμία τους να αναπλάσουν το DNA.

Ο δεύτερος υποτύπος είχε μεγαλύτερο αριθμό λαθών στο DNA και περισσότερα ανοσοκύτταρα στους όγκους, γεγονός που σημαίνει ότι οι ασθενείς θα μπορούσαν να επωφεληθούν από ανοσοθεραπείες που ήδη παρουσιάζουν ενθαρρυντικά αποτελέσματα σε διάφορες μορφές καρκίνου, όπως του δέρματος.

Ο τρίτος υποτύπος έχει μια υπογραφή DNA που κυρίως σχετίζεται με την διαδικασία της κυτταρικής γήρανσης και σημαίνει ότι οι ασθενείς μπορούν να επωφεληθούν από φάρμακα που στοχεύουν πρωτεΐνες στην επιφάνεια των καρκινικών κυττάρων, που κάνουν τα κύτταρα να διαχωρίζονται.

Όπως εξηγεί η καθηγήτρια Ρεμπέκα Φιτζεραλντ, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας «η μελέτη αποδεικνύει ότι θα μπορούσαμε να κάνουμε αλλαγές στον τρόπο που αντιμετωπίζουμε τον καρκίνο του οισοφάγου. Οι στοχευμένες θεραπείες για την εν λόγω μορφή καρκίνου δεν έχουν αποδειχθεί επιτυχημένες και αυτό κυρίως οφείλεται στην έλλειψη τρόπων καθορισμού των ασθενών που θα ωφεληθούν από κάθε διαθέσιμη θεραπεία. Τα νέα δεδομένα όμως μας βοηθούν να κατανοήσουμε τον ρόλο του DNA στους διαφορετικούς υποτύπους της νόσου, και να παραμετροποιήσουμε τη θεραπεία».

Επόμενος στόχος των ερευνητών είναι να επαληθεύσουν τα ευρήματά τους σε κλινική μελέτη. Μέσω τεστ DNA θα επιχειρηθεί η κατηγοριοποίηση των ασθενών σε μια από τις τρεις ομάδες, ώστε στη συνέχεια να δοκιμαστούν διαφορετικά θεραπευτικά σχήματα σε κάθε ομάδα, αντί ενός ενιαίου.