Οι επιλογές που συνοδεύουν την έξοδο από το τρίτο πρόγραμμα είναι επισήμως τρεις και αυτές παραμένουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

Σύμφωνα με διευκρινίσεις ανώτερου και καθ’ ύλην αρμόδιου κοινοτικού αξιωματούχου στον οποίο απευθύνθηκε το Capital.gr, αμέσως μετά την ενημέρωση από το EWG ότι έδωσε το πράσινο φως προς το Eurogroup, όσο αφορά την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης, τα διαθέσιμα σενάρια είναι τρία. Αλλά ένα εξ αυτών εμφανίζεται ως η βέλτιστη επιλογή:

Η αποκαλούμενη “καθαρή έξοδος” είναι μια πραγματική επιλογή, όπως υποστήριξε αλλά παραμένει εξαιρετικά δύσκολο να υλοποιηθεί. Η εκδοχή αυτή υποστηρίζεται από την κυβέρνηση, αλλά θα είναι πολύ δύσκολο να υποστηριχθεί από τις αγορές.

Η γραμμή της προληπτικής στήριξης στο πλαίσιο του ESM ταυτίζεται με τα δύο διαθέσιμα προγράμματά του, το ECCL και το PCCL, τα οποία όμως συνοδεύονται από ένα πλαίσιο δεσμεύσεων που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως ένα νέο mini πρόγραμμα. Η δυσκολία των δύο αυτών γραμμών (ECCL και PCCL), όπως υποστήριξε στο Capital.gr ο αξιωματούχος της Κομισιόν, είναι οτι αφ’ ενός δεν έχουν εφαρμοσθεί ποτέ μέχρι σήμερα. Και αφ’ εταίρου συνοδεύονται με πολιτικές δυσκολίες τις οποίες η κυβέρνηση που θα έπρεπε να ζητήσει την εφαρμογή τους, είναι αμφίβολο αν αυτή την στιγμή μπορεί να αναζητηθεί στην Ελλάδα…

Επιπλέον, όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς εύκολα στο πρόγραμμα του ESM, η εφαρμογή τους προϋποθέτει την σαφή και χωρίς “αστεράκια” βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.

Η τρίτη επιλογή, η αποκαλούμενη “υβριδική” στηρίζεται στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού 6/2 pack, ήτοι στο κοινοτικό αναθεωρημένο και αυστηρότερο νομικό καθεστώς δημοσιονομικής πολιτικής και εποπτείας (στο οποίο δεν ανήκει ο ESM, που παραμένει διακρατικό όργανο). Στο πλαίσιο αυτό θα αναζητηθεί μια σύνθεση ενός αναπτυξιακού πακέτου στο πλαίσιο του αναθεωρημένου Συμφώνου Σταθερότητας, του οποίου η εποπτεία θα είναι ασφαλώς “ενισχυμένη”.

Και το οποίο θα πρέπει να συμφωνηθεί μαζί με την ελληνική κυβέρνηση και να υιοθετηθεί, αν όχι να προταθεί από αυτή.

Το “πακέτο” αυτό για πρώτη φορά θα υποστηρίζεται από τους δύο βασικούς όρους του προγράμματος, ήτοι την επίτευξη των πρωτογενών πλεονασμάτων, την ολοκλήρωση του προγράμματος και θα συνοδεύεται από την συγκεκριμενοποίηση των μεσοπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης διάρκειας μέτρων περαιτέρω ελάφρυνσης του χρέους. Στο σκέλος αυτό, της ελάφρυνσης του χρέους, θα περιλαμβάνεται πέραν της επιμήκυνσης μέρους του δανείου του EFSF με σταθεροποίηση χαμηλού επιτοκίου και η αποπληρωμή μέρους του διακρατικού δανείου GLF (του πρώτου δανείου) από τα αδιάθετα διαθέσιμα κεφάλαια του δανείου των 86 δισ. ευρώ (τρίτο δάνειο). Συμπληρωματικό μέτρο σ’ αυτό θα είναι η σταδιακή επιστροφή στο ΥΠΟΙΚ των κερδών από τα ομόλογα που κρατούν οι κεντρικές τράπεζες (SMPs και ANFAs). Αυτά που αγόρασαν στην πρώτη φάση της κρίσης με έγκριση της ΕΚΤ (πρόγραμμα ΟΜΤ) οι κεντρικές τράπεζες από τις εμπορικές τράπεζες των χωρών τους για να τις απαλλάξουν από τον κίνδυνο…

Αυτή η “τρίτη” λύση φαίνεται να …ζυμώνεται στις Βρυξέλλες.

Αλλά δεν έχει ακόμα την έγκριση της κυβέρνησης του Βερολίνου, για την οποία υπάρχει η προσδοκία ότι δεν θα είναι πρόβλημα αν προκύψει ο κυβερνητικός σχηματισμός SPD – CDU.

Τα ερωτηματικά παραμένουν όμως ανοικτά για το πως θα σταθεί απέναντι σε μία τέτοια λύση η ΕΚΤ και το ΔΝΤ (σ.σ. βλέπε αναλυτικό ρεπορτάζ στο τρέχον φύλλο του Κεφαλαίου 20/1/2018) καθώς από την πλευρά της η Φρανκφούρτη συνδέει τις επιλογές της με την διατήρηση του Waiver (σ.σ. κατ’ εξαίρεση χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ με εγγύηση κρατικά ομόλογα) στις ελληνικές τράπεζες. Κάτι που αποτελεί την βάση των επιχειρημάτων του κ. Στουρνάρα στις συστάσεις του για υιοθέτηση της δεύτερης “λύσης”…

Από την πλευρά της πάντως η κα Λαγκάρντ χωρίς να έχει ξεκαθαρίσει την στάση του ΔΝΤ δήλωσε χθες ότι “μπορούμε να ελπίζουμε ότι η Ελλάδα είναι τώρα καλύτερα θωρακισμένη, ώστε να αναπτυχθεί στο μέλλον. Πραγματοποιήθηκαν ορισμένες δομικές μεταρρυθμίσεις, μέσω των οποίων ελπίζουμε να προσελκύσει η Ελλάδα επενδύσεις τις οποίες χρειάζεται οπωσδήποτε η χώρα, για να αναπτυχθεί εντονότερα. Βλέπουμε ήδη να αναπτύσσεται λίγο τώρα, αλλά οι μεταρρυθμίσεις είναι μια διαδικασία χωρίς σαφές σημείο τερματισμού…”.