Άμεση νομοθέτηση των μέτρων για τη μείωση του αφορολογήτου και την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις, χωρίς ρήτρα ακύρωσης σε περίπτωση που επιτευχθεί ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα χωρίς αυτά, προβλέπει η πρόταση των δανειστών που πήρε στα χέρια του ο Ευκλείδης Τσακαλώτος την Παρασκευή στις Bρυξέλλες, σύμφωνα με πηγές της κυβέρνησης και των θεσμών.

Σύμφωνα με την Καθημερινή, πρόκειται για βαρύ πακέτο, αφού η κυβέρνηση καλείται να νομοθετήσει οριστικά για τα δύο αυτά καυτά και πολιτικά επώδυνα μέτρα, χωρίς προοπτική να τα αποσύρει. Τα μέτρα θα ισχύσουν το 2019 και το 2020, όπως αναφέρουν οι πληροφορίες.

Σε αντιστάθμισμα, η πρόταση των θεσμών προβλέπει ότι σε περίπτωση υπεραπόδοσης έναντι των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα, η κυβέρνηση θα μπορεί να πάρει στοχευμένα μέτρα για την προστασία των κοινωνικά ευαίσθητων ομάδων, αλλά και για την τόνωση της ανάπτυξης.

Τα μέτρα αυτά θα προβλεφθούν επίσης ρητώς στο νομοσχέδιο που θα έρθει για ψήφιση, έτσι ώστε να μην μπορούν να ανακληθούν. Μεταξύ αυτών θα μπορούσε να είναι η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών των επιχειρήσεων, για την τόνωση της ανάπτυξης, και η μείωση του ΦΠΑ στα νησιά. Δεν είναι τυχαίο ότι ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος είπε χθες σε συνέντευξή του στον ΑΝΤ1 ότι η κυβέρνηση θα επιχειρήσει να διορθώσει την αδικία που έκανε στα μεσαία στρώματα και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Ακόμη σημαντικότερο για την κυβέρνηση είναι όμως να εξασφαλίσει την ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Στο πλαίσιο αυτό, στο υπό διαπραγμάτευση πακέτο επιδιώκει να ενταχθεί και η ελάφρυνση του χρέους, με μια κάποια συγκεκριμενοποίηση των μεσοπρόθεσμων μέτρων, έτσι ώστε να λυθούν τα χέρια του Μάριο Ντράγκι και να πάρει την απόφαση για το QE.

Κυρίως, βεβαίως, τη διαπραγμάτευση για το χρέος έχει αναλάβει το ΔΝΤ, που θέτει τη σχετική απόφαση ως προϋπόθεση για την επιστροφή του στο ελληνικό πρόγραμμα. Ομως, η απόφαση αυτή πρέπει πρώτα να πάρει τη γερμανική έγκριση κι αυτό παραμένει σε εκκρεμότητα.

Σύμφωνα, εξάλλου, με ευρωπαϊκή πηγή, υπό διαπραγμάτευση εξακολουθεί να είναι το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων και ειδικότερα η διάρκεια του στόχου για 3,5% του ΑΕΠ. Αν ο στόχος μειωθεί ύστερα από μία διετία, όπως συζητείται, σύμφωνα με πληροφορίες, θα δοθεί περιθώριο αναπτυξιακής ανάσας στη χώρα.

Αντίστοιχα, υπό διαπραγμάτευση είναι η έκταση των δύο επώδυνων μέτρων για το αφορολόγητο και τις συντάξεις. Ετσι, δεν έχει κλειδώσει ακόμη αν θα χρειαστεί να φτάσει το 2% του ΑΕΠ, ή τα 3,6 δισ. ευρώ, ή θα μπορεί να είναι και χαμηλότερο. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχει ξεκαθαρίσει ακόμη πόσο θα χρειαστεί να μειωθεί το αφορολόγητο.

Σ’ αυτή την κατεύθυνση λειτουργεί υποβοηθητικά η χθεσινή έκθεση της Κομισιόν που αποδέχεται την υπέρβαση των δημοσιονομικών στόχων του 2016 και εκτιμά ότι το 2018 το πρωτογενές πλεόνασμα θα ξεπεράσει το 3,5% του ΑΕΠ.

Μάλιστα, ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Βάλντις Ντομπρόβσκις χαρακτήρισε χθες υπερβολικά απαισιόδοξες τις προβλέψεις του ΔΝΤ και το επέκρινε γιατί δεν τις διορθώνει με βάση τα στοιχεία και τα πραγματικά αποτελέσματα.

Ανοικτό είναι ακόμη και το θέμα των εργασιακών, καθώς και εδώ το ΔΝΤ πιέζει για διπλασιασμό του ορίου των ομαδικών απολύσεων στο 10%.

Η αναζήτηση από την κυβέρνηση ενός συμβιβασμού που να περιορίζει το πολιτικό κόστος διατηρεί ζωντανό το θρίλερ έως την τελευταία στιγμή. Ετσι, ορισμένες ευρωπαϊκές πηγές εκτιμούσαν ότι πλησιάζει η ώρα που θα ληφθεί απόφαση επιστροφής των θεσμών, άλλες σημείωναν ότι δεν υπάρχει ακόμη απάντηση από την κυβέρνηση.

Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, πάντως, είπε χθες στη συνέντευξή του ότι η κυβέρνηση θα επιδιώξει πολιτική συμφωνία σε όλο το πακέτο έως τις 20 Φεβρουαρίου. Ο κ. Τσακαλώτος στάθηκε ιδιαίτερα στο συνολικό αποτέλεσμα της λύσης, από το οποίο –όπως είπε– πρέπει να κερδίζει ο κόσμος της εργασίας, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο μείωσης του αφορολογήτου. «Θα το δούμε όλο το πακέτο», είπε.

Ο ίδιος απέδωσε εύσημα στην Κομισιόν και ιδίως στον επίτροπο Πιερ Μοσκοβισί, αλλά και στον πρόεδρο του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ, ότι «έντιμα» προσπαθούν να βρουν μια λύση, σημείωσε ότι η Κομισιόν και η ΕΚΤ κινούνται στη γραμμή ότι τα μέτρα που ζητεί το ΔΝΤ είναι παράλογα και προσπαθούν να ισορροπήσουν τις απαιτήσεις των δανειστών.

Καθημερινή