Η ενδοσχολική βία και ο αποτελούν ένα πολυσύνθετο φαινόμενο, το οποίο διαφοροποιείται από τις άλλες μορφές επιθετικής συμπεριφοράς στη βάση της διαφοράς δύναμης και στο γεγονός ότι το θύμα δεν μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Όλες οι μελέτες και οι έρευνες συγκλίνουν στη διαπίστωση πως το bullying σχετίζεται με ευρύτερους κοινωνικούς, οικονομικούς και πολιτισμικούς παράγοντες, ενώ οι εκδηλώσεις του έχουν μια σειρά από μορφές, όπως ο λεκτικός, ο σωματικός, ο ψυχολογικός, ο σεξουαλικός, ο ρατσιστικός, ακόμα και ο διαδικτυακός εκφοβισμός.

Μερόπη Τζούφη, βουλευτής Ιωαννίνων & αναπλ. τομεάρχης Παιδείας ΣΥΡΙΖΑ, Εφημερίδα Νέα Σελίδα

Είναι το φαινόμενο κάτι νέο; Δυστυχώς όχι. Το bullying είναι διαχρονικό, αντανακλά τους τρόπους με τους οποίους δομείται το σύνολο της κοινωνικής ζωής, αλλά και το εκπαιδευτικό σύστημα. Εκτός από το να ενσωματώνει βίαιες κοινωνικές συμπεριφορές εντός και εκτός του σχολείου, επανακαθορίζει εκ νέου τις συμπεριφορές, την κουλτούρα και τις πρακτικές.

Στην Ελλάδα, ο όρος «» εισήλθε στο καθημερινό λεξιλόγιο έπειτα από τον άδικο χαμό του Βαγγέλη Γιακουμάκη, του σπουδαστή της Γαλακτοκομικής Σχολής Ιωαννίνων. Η υπόθεσή του απασχόλησε έντονα τα κοινωνικά δίκτυα και τον έντυπο τύπο, καθώς έφερε στην επιφάνεια ένα υπαρκτό πρόβλημα το οποίο συνήθως αποσιωπάται ή συγκαλύπτεται.

Ωστόσο, τον Ιανουάριο του 2014, ο πρώην υπουργός Παιδείας Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος διαβίβασε στη Βουλή, έρευνα που διενεργήθηκε σε όλα τα σχολεία της επικράτειας, σύμφωνα με την οποία το 10% των μαθητών και των μαθητριών δήλωσαν πως έχουν πέσει θύματα επιθετικής παρενόχλησης από συνομήλικούς τους ή παιδιά διαφορετικών ηλικιών.

Τα διαθέσιμα ευρωπαϊκά στοιχεία επιβεβαιώνουν την αρνητική αυτή εικόνα, με τη χώρα μας να κατέχει μια από τις υψηλότερες θέσεις στη συχνότητα καταγραφής περιστατικών σχολικού εκφοβισμού, ήδη από το 2014. Είναι βέβαιο πως η οικονομική κρίση, η φτώχεια και η υλική αποστέρηση συνέβαλαν στη μεγέθυνση του προβλήματος και στην ένταση των ανισοτήτων.

Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ προχώρησε το 2016 σε σχετική νομοθετική ρύθμιση, καλύπτοντας ένα νομοθετικό κενό χρόνων. Όμως η ποινική αντιμετώπιση του φαινομένου αποτελεί μια μερική μόνο λύση και για το λόγο αυτό, το υπουργείο Παιδείας έλαβε μια σειρά από σημαντικές πρωτοβουλίες.

Η καθιέρωση της Θεματικής Εβδομάδας στα Γυμνάσια, με θέματα δημοκρατικής συνύπαρξης και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, έμφυλων ταυτοτήτων, πρόληψης εθισμού, κυκλοφοριακής αγωγής, διατροφής και ποιότητας ζωής σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε με σκοπό -μεταξύ άλλων- να συμβάλει στην καλλιέργεια της σχολικής κοινότητας, την εμπλοκή της σε συμμετοχικές δράσεις ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης, την ομαλή επίλυση προβλημάτων ένταξης, διαφοροποίησης και διακρίσεων, καθώς και την κοινωνικοποίηση, τη συμπερίληψη και τη μη-βίαιη επίλυση των συγκρούσεων.

Ερωτήματα προκαλεί η απόφαση της υπουργού Παιδείας Νίκης Κεραμέως για κατάργηση ή/και επανασχεδιασμό του επιτυχημένου αυτού καινοτόμου προγράμματος, το οποίο δίνει τη δυνατότητα στους εφήβους να συζητήσουν κρίσιμα θέματα που τους απασχολούν εντός και εκτός της σχολικής καθημερινότητας, προλαμβάνοντας παράλληλα θέματα επιθετικής και παραβατικής συμπεριφοράς.

Επίσης, το νέο πλαίσιο οργάνωσης της σχολικής ζωής και οι δομές συμβουλευτικής και υποστήριξης των σχολικών μονάδων συμβάλλουν στο μετριασμό και την αντιμετώπιση του φαινομένου. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η τοποθέτηση κοινωνικών λειτουργών, ψυχολόγων και σχολικών νοσηλευτών, τόσο στα γενικά και επαγγελματικά σχολεία, όσο και στα σχολεία των μαθητών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.

Ιδιαίτερα κρίσιμη είναι και η δέσμη μέτρων που υλοποιήθηκε για την ομαλή ένταξη των μαθητών προσφύγων και μεταναστών στα δημόσια σχολεία, θεραπεύοντας προβλήματα κοινωνικού αποκλεισμού, κοινωνικής προστασίας και ισότιμης πρόσβασης στην κοινωνική ζωή. Οι πρωτοβουλίες αυτές απέτρεψαν επίσης τα ευάλωτα αυτά παιδιά να βρεθούν στο στόχαστρο ισχυρότερων κοινωνικών ομάδων.

Αξίζει να σημειωθεί πως το σχολικό έτος 2018-2019, περισσότερα από 13.000 παιδιά προσφύγων και μεταναστών φοιτούσαν στα δημόσια σχολεία. Σήμερα, η πολιτική της κυβέρνησης στο προσφυγικό-μεταναστευτικό ρίχνει μαύρο πέπλο πάνω στην εκπαίδευση των προσφύγων. Ο αριθμός των προσφυγόπουλων που φοιτούν είναι ασαφής και το υπουργείο Παιδείας δε θεωρεί πως οφείλει να ενημερώσει σχετικά την ελληνική κοινωνία, την ελληνική Βουλή, αλλά και τους διεθνείς οργανισμούς (ΟΗΕ, UNICEF, ΔΟΜ) που ζητούν ακριβή στοιχεία. Οι πρόσφατοι λαθεμένοι χειρισμοί στα Βρασνά και η απομάκρυνση των 8 προσφυγόπουλων από τη σχολική τάξη με ευθύνη της κυβέρνησης είναι ενδεικτικοί.

Πέρα από τα επικοινωνιακά μηνύματα και τα ευχολόγια των κυβερνητικών στελεχών σχετικά με την αντιμετώπιση του ενδοσχολικού εκφοβισμού και της βίας, υπάρχει και η ουσία. Η απάντηση βρίσκεται στην αποδοχή της διαφορετικότητας, στην αλληλοκατανόηση και το διάλογο μεταξύ μαθητών, γονέων και εκπαιδευτικών. Βρίσκεται επίσης στο δημοκρατικό σχολείο για όλες και για όλους, με αλληλεγγύη, καλλιέργεια του σεβασμού και της συμμετοχής στη σχολική και κοινωνική ζωή.

Αν δεν αποδεχτούμε αυτήν την αναγκαιότητα και αν δεν συμφωνήσουμε πως ο σπουδαίος αυτός ρόλος του σχολείου πρέπει να ενισχυθεί, τότε κάθε περιστατικό βίας θα μας εκπλήσσει. Και οι λύσεις που θα προτείνουμε θα είναι περισσότερο συντηρητικές και αυταρχικές. Την ίδια στιγμή κάποιες παιδικές ψυχές θα έχουν σημαδευτεί για πάντα.