Η Συνθήκη Σένγκεν, οι κακοί χειρισμοί– Η ασύμμετρη απειλή της Λαθρομετανάστευσης και η από Βορά εν δυνάμει απειλή από την νεο-οθωμανική διείσδυση στα Βαλκάνια.
(Υπό Αντγου Θεοκλήτου Ρουσάκη Επιτίμου Διοικητού Β΄ΣΣ)

1. ΣΚΟΠΟΣ
Σκοπός της παρούσης αναφοράς είναι να καταδειχθεί ότι, η σημερινή τραγική για τη χώρα μας κατάσταση στο θέμα του προσφυγικού ή μεταναστευτικού ή της λαθρομετανάστευσης, οφείλεται σε ολέθριες αποφάσεις και πολιτικές όλων των ελληνικών κυβερνήσεων, ιδίως από το 2000 και επέκεινα.
Ακολούθως θα γίνει προσπάθεια να καταδειχθεί με συνοπτικό τρόπο η απειλή που προέκυψε για την χώρα μας με την μαζική εισροή λαθρομεταναστών, που χαρακτηρίζεται ως ασύμμετρη απειλή και είναι μια από τις σοβαρότερες απειλές που μπορεί να αντιμετωπίσει μια χώρα, διότι μετά την παράνομη διακίνηση όπλων και ναρκωτικών αποτελεί την επικερδέστερη παράνομη διεθνή δραστηριότητα.
Για να σχηματίσουμε όμως μια ολοκληρωμένη εικόνα των κινδύνων που δυστυχώς βιώνουμε ως έθνος εν μέσω μιας διαρκώς βαθύτερης πνευματικής κρίσης, θα περιγράψουμε επιγραμματικά και τις εξωτερικές εν δυνάμει απειλές που ελλοχεύουν από τα βόρεια σύνορά μας εξ΄ αιτίας των αλβανικών εθνικιστικών εξάρσεων και των μεθοδεύσεων που η Τουρκία χρησιμοποιεί για να τις αξιοποιήσει επ΄ ωφελεία της.
Τέλος θα γίνει προσπάθεια καταγραφής με τρόπο επιγραμματικό ενός πλέγματος ενδεικτικών μόνο προτάσεων που αφορούν στην αντιμετώπιση του θέματος της λαθρομετανάστευσης, που από πλευράς προτεραιότητας κρίνουμε ότι πρέπει να χαρακτηρισθεί ως ΄΄ άκρως επείγον ΄΄.
Λόγω της ευρύτητας του θέματος δεν θα γίνει στην παρούσα ανάλυση αναφορά στις γενικότερες γεωπολιτικές και γεωστρατηγικές συνθήκες που αφορούν στη δημιουργία των μεταναστευτικών – προσφυγικών ή λαθρομεταναστευτικών ρευμάτων των τελευταίων ετών.
Ο λόγος που επέβαλε την αναφορά αυτή είναι η ανάδειξη του προβλήματος του μεταναστευτικού ως μία από τις αμεσότερες ασύμμετρες απειλές που πρέπει να αντιμετωπίσει η χώρα με υπεύθυνους χειρισμούς, αλλά κυρίως με πλήρη αναθεώρηση της πολιτικής της επί του θέματος, όσο ακόμη είναι καιρός και πριν το πρόβλημα αυτό γίνει χιονοστιβάδα και μας εξαφανίσει ως ο κρατική οντότητα.
2. ΓΕΝΙΚΑ
Δυστυχώς, ό,τι ακριβώς συνέβη με την είσοδό μας στην Ευρωζώνη το ίδιο ακριβώς συνέβη και με την είσοδό μας στη συνθήκη Σένγκεν. Δηλαδή, εισήλθαμε με άκρως δυσμενείς – καταστροφικούς για τη χώρα μας όρους, χωρίς να πληρούνται οι αναγκαίες προϋποθέσεις για ένα τόσο σημαντικό εγχείρημα, χωρίς να έχουν εξασφαλισθεί τα στοιχειώδη εθνικά μας συμφέροντα, αλλά και χωρίς να υπάρχει η δέουσα ενημέρωση των Ελλήνων πολιτών.
Αντιθέτως, υπήρξε συσκότιση, εάν όχι παραπληροφόρηση των πολιτών, ότι η είσοδος της χώρας στη συνθήκη Σένγκεν, θα ήταν εθνικά επωφελής. Αποδεικνύεται όμως αντίθετα ότι οι συνέπειες, όχι μόνο για τη χώρα μας, αλλά και για την ενότητα της Ευρώπης είναι ολέθριες, διότι η κατάργηση των συνοριακών ελέγχων στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τον τρόπο που σχεδιάστηκαν, καθώς και η θέσπιση ενιαίων διαδικασιών για τη χορήγηση ασύλου, έγιναν χωρίς να υπάρξει πολιτική ένωση της Ευρώπης, αλλά και δημιουργία κοινού συστήματος ασφάλειας και άμυνας των χωρών μελών της Ένωσης.
Οι δυσμενείς συνέπειές της συνθήκη του Σένγκεν άρχισαν να γίνονται ιδιαιτέρως αισθητές πριν από έξι περίπου έτη, όταν ξεκίνησε η προκληθείσα από τις μεγάλες δυνάμεις της Δύσης αναταραχή στις χώρες της Βόρειας Αφρικής και στις χώρες της Μέσης Ανατολής (η περίφημη «Αραβική Άνοιξη»). Ωστόσο, αυτές οι δυσμενείς συνέπειες άρχισαν να κορυφώνονται και να καθίστανται καταστροφικές από το καλοκαίρι του 2015, λόγω της εγκληματικής για τους πρόσφυγες και για τα εθνικά συμφέροντα της χώρας «πολιτικής» της κυβέρνησης ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – ΑΝ.ΕΛ., η οποία θα αναλυθεί στη συνέχεια.
3. Η εξελικτική διαμόρφωση της Συνθήκης Σένγκεν και των Παραρτήματων της έχει ως εξής:
Η συνθήκη Σένγκεν ή Κώδικας συνόρων του Σένγκεν υπεγράφη, ως αρχική συμφωνία, το 1985 στην κωμόπολη Σένγκεν του Λουξεμβούργου, από την οποία και έλαβε την ονομασία της, με τη συμμετοχή πέντε μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ήτοι της Γερμανίας, της Γαλλίας, του Βελγίου, της Ολλανδίας και του Λουξεμβούργου. Έκτοτε, υπέστη τροποποιήσεις και το τελικό κείμενό της διαμορφώθηκε με τους αριθμ. 562/2006 και 1051/2013 Κανονισμούς του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαρτίου 2006 και της 22ας Οκτωβρίου 2013, αντιστοίχως (SCHENGEN-1 και SCHENGEN-2). Η Ελλάδα υπέγραψε τη συνθήκη, προσχωρώντας σ’ αυτήν, το 1992 (επί κυβερνήσεως Κων/νου Μητσοτάκη), την κύρωσε το 1997, με το Νόμο 2514/1997, και την έθεσε σε εφαρμογή το 2000 (επί κυβερνήσεως Σημίτη)
Η αρχική μορφή της συνθήκης Σένγκεν δε θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ιδιαιτέρως επιβλαβής για τη χώρα μας. Βασικός σκοπός της ήταν και είναι η ακώλυτη – ελεύθερη διακίνηση των πολιτών – υπηκόων των χωρών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άρθρο 20). Προβλέπει, ωστόσο, διαδικασίες για την καλύτερη φύλαξη των εξωτερικών συνόρων της Ένωσης, προκειμένου να καταπολεμηθεί η λαθρομετανάστευση (αυτός είναι ο ορθός όρος, που χρησιμοποιείται στην πρώτη σελίδα της συνθήκης) και η εμπορία ανθρώπων, αλλά και να προληφθεί κάθε απειλή κατά της εσωτερικής ασφάλειας, της δημόσιας τάξης, της δημόσιας υγείας και των διεθνών σχέσεων των κρατών μελών (βλ. άρθρο 12 παρ. 1).
Δικαιούχοι του κοινοτικού δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας μεταξύ των κρατών μελών είναι κυρίως οι πολίτες της Ένωσης (άρθρο 2 παρ. 5α), ενώ ως υπήκοος τρίτης χώρας, ο οποίος δεν έχει το δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας μεταξύ των κρατών μελών, ορίζεται στη συνθήκη «οποιοσδήποτε δεν είναι υπήκοος της Ένωσης (άρθρο 2 παρ. 6).
Ρητώς προβλέπεται στη συνθήκη η ίδρυση εξειδικευμένης συνοριοφυλακής (άρθρα 14 και 15), αλλά και περιγράφεται ο τρόπος φύλαξης και ελέγχου των εξωτερικών συνόρων της Ένωσης (π.χ. βλ. άρθρα 4-13).
Κατ΄ αρχήν να τονίσουμε ότι, όπως σαφώς προκύπτει από το κείμενο της Συνθήκης (SCHENGEN-1), δεν υπάρχει η παραμικρή πρόβλεψη ή διαδικασία αποβολής κράτους – μέλους της Συνθήκης. Ως εκ τούτου, μόνο ως προπαγάνδα και προσπάθεια πρόκλησης πανικού στους Έλληνες πολίτες μπορεί να εκληφθεί από όσους πολιτικούς και δημοσιογράφους διαδίδεται, σε αγαστή συνεργασία με τους ευρωπαίους εταίρους, ότι μεθοδεύεται η αποβολή της χώρας μας από τη συνθήκη Σένγκεν. Επιπρόσθετα ουδείς Ευρωπαίος εταίρος επιθυμεί πραγματικά την αποπομπή της Ελλάδος ή άλλου κράτους μέλους της Συμφωνίας, διότι οι Ευρωπαίοι εταίροι θα υποστούν σημαντικές αρνητικές συνέπειες.
Θα το επιδιώξουν μόνο, εάν εξασφαλίσουν τη δική μας συναίνεση και υπογραφή σε όρους εξόδου, οι οποίοι θα τους ευνοούν, δηλαδή θα ελαχιστοποιούν τους κινδύνους γι’ αυτούς. Αυτή, λοιπόν, η τακτική παραπληροφόρησης και πρόκλησης πανικού στον ελληνικό λαό γίνεται, προκειμένου να εμφανισθεί η έξοδος της χώρας μας από τη συνθήκη Σένγκεν και από την Ευρωζώνη, ως κάτι καταστροφικό για τη χώρα.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο ανενημέρωτος και τρομοκρατημένος ελληνικός λαός θα επιθυμεί με κάθε τρόπο και κόστος την παραμονή της χώρας στη συνθήκη Σένγκεν, αποδεχόμενος ό,τι του επιβάλλεται, ακόμη και όταν αυτή η παραμονή συνεπάγεται τη σταδιακή καταστροφή του. Είναι φυσικό ότι στο υποσυνείδητο του ελλιπώς ενημερωμένου Έλληνα πολίτη εντυπώνουν τη σκέψη, ότι, αφού θέλουν οι ευρωπαίοι εταίροι να μας εκδιώξουν, τότε μας συμφέρει να παραμείνουμε στη συνθήκη Σένγκεν.
Η μετατροπή της συνθήκης Σένγκεν σε κάτι καταστροφικό για τη χώρα μας άρχισε το έτος 2003, επί κυβερνήσεως Σημίτη, η οποία συνυπέγραψε την 18η Φεβρουαρίου 2003 τον αριθμ. 343/2003 Κανονισμό του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΟΥΒΛΙΝΟ 2), που αφορούσε στη «θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους, που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου, που υποβάλλεται από υπήκοο τρίτης χώρας» (ASYLO). Ο συγκεκριμένος Κανονισμός, λειτούργησε και λειτουργεί ως «Παράρτημα» της συνθήκης Σένγκεν, διότι σχετίζεται άμεσα με τις διαδικασίες ελέγχου στα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης.
Έτσι, ούτε λίγο ούτε πολύ, με τις προβλέψεις του συγκεκριμένου Κανονισμού, οι «χώρες εισόδου» της Ένωσης, που μετέχουν στη συνθήκη Σένγκεν, είναι υποχρεωμένες να δέχονται στο έδαφός τους, όσους υπηκόους τρίτων χωρών πληρούν τις προϋποθέσεις του πρόσφυγα (όχι του μετανάστη). Κατεξοχήν χώρες εισόδου προσφύγων και μεταναστών, που μετέχουν στη συνθήκη Σένγκεν, είναι η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία (βλ. άρθρα 10-14 και 16-20)
Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τις προβλέψεις του συγκεκριμένου Κανονισμού (ASYLO), οι υπήκοοι τρίτων χωρών, που πληρούν τις προϋποθέσεις του πρόσφυγα, πρέπει να γίνονται δεκτοί σ’ αυτές τις χώρες («χώρες εισόδου») και να παραμένουν σ’ αυτές. Μόνο δε σ’ αυτές τις «χώρες εισόδου» δύνανται να εργάζονται και όχι στις άλλες χώρες – μέλη της συνθήκης Σένγκεν.
Εάν, όμως, επιλέξουν, αξιοποιώντας την ελεύθερη διακίνηση μεταξύ των χωρών – μελών της συνθήκης Σένγκεν, να ταξιδέψουν στη Γερμανία, στην Αυστρία, στη Σουηδία, κλπ, που ναι μεν είναι χώρες – μέλη της συνθήκης, αλλά όχι «χώρες εισόδου», τότε η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία είναι υποχρεωμένες, εφόσον αποδεικνύεται, ότι ο πρόσφυγας εισήλθε και κατεγράφη σε κάποια από αυτές τις χώρες, να τον δεχθούν πίσω (βλ. άρθρα 16-20).
Είναι, λοιπόν, προφανές, ότι ο συγκεκριμένος Κανονισμός εξυπηρέτησε και εξυπηρετεί κατά απόλυτο τρόπο τις χώρες της βόρειας και δυτικής Ευρώπης και ιδίως τη Γερμανία, που αποτελεί τον βασικό πόλο έλξης και προορισμό προσφύγων και μεταναστών, καθότι προβάλλει τα τελευταία χρόνια, ως η πιο ισχυρή και ακμάζουσα χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης. Αντιθέτως, οι χώρες, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία, που είναι οι κατεξοχήν «χώρες εισόδου» προσφύγων και μεταναστών (ιδίως η Ελλάδα), συνυπέγραψαν έναν Κανονισμό, που μακροπρόθεσμα θα λειτουργούσε σε βάρος των συμφερόντων τους και θα τις μετέτρεπε σε αποθήκη εξαθλιωμένων προσφύγων και λαθρομεταναστών.
Ωστόσο, για να λειτουργήσει ο Κανονισμός προς όφελος της Γερμανίας και των υπολοίπων βόρειων και δυτικών ευρωπαϊκών χωρών, απαιτείται οι «χώρες εισόδου» των κρατών – μελών της συνθήκης Σένγκεν, δηλαδή η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία, να καταγράφουν όσους πρόσφυγες και μετανάστες εισέρχονται στα εδάφη τους και να αποστέλλουν αυτά τα στοιχεία στα άλλα κράτη – μέλη, ώστε εάν βρεθούν στη Γερμανία, στην Αυστρία, κλπ, να μπορούν αυτές οι χώρες να τους στείλουν πίσω στη «χώρα εισόδου», η οποία θα είναι υποχρεωμένη να τους δεχθεί. Εάν, όμως, δεν καταγράφονται, τότε δεν θα είναι ευχερές να αποδειχθεί ποία είναι η «χώρα εισόδου», ώστε να την υποχρεώσουν να αποδεχθεί την επιστροφή των προσφύγων και των μεταναστών. Αυτήν την κομβική προϋπόθεση είναι σημαντική και χρήσιμη στην κατανόηση όσων συνέβησαν στη συνέχεια και εξελίσσονται στις μέρες μας.
Για να εξασφαλίσουν, στο μέτρο του δυνατού, η Γερμανία και οι υπόλοιπες χώρες της βόρειας και δυτικής Ευρώπης, ότι αυτή η καταγραφή θα γίνεται, προώθησαν την επόμενη χρονιά, δηλαδή το έτος 2004, με την ψήφιση του αριθμ. 2007/2004 Κανονισμού του Συμβουλίου της Ε.Ε., την ίδρυση – σύσταση της περίφημης FRONTEX, δηλαδή «του ευρωπαϊκού οργανισμού για τη διαχείριση της επιχειρησιακής συνεργασίας στα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Αυτό συνέβη επί κυβερνήσεως Καραμανλή.
Ο χρόνος, που επελέγη για την κατάρτιση και ψήφιση των προαναφερθέντων Κανονισμών, δηλαδή τα έτη 2003 και 2004, δεν ήταν τυχαίος. Είχαν προηγηθεί οι επεμβάσεις του ΝΑΤΟ στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν και είχαν ήδη αρχίσει να δημιουργούνται τα πρώτα μεγάλα μεταναστευτικά ρεύματα, με κατεύθυνση την Ευρώπη και ιδίως τη Γερμανία και τις άλλες χώρες της βόρειας και της δυτικής Ευρώπης. Γ’ αυτόν το λόγο η Γερμανία έσπευσε να προστατεύσει τον εδαφικό χώρο της, συνεργαζόμενη και με άλλες ενδιαφερόμενες χώρες (π.χ. Γαλλία, Αυστρία), καθώς και με τις χώρες, που λειτουργούσαν, ως δορυφόροι της. Δυστυχώς, σ’ αυτήν την επιδίωξή της βρήκε πρόθυμες κυβερνήσεις στην Ελλάδα, στην Ιταλία και στην Ισπανία, οι οποίες είχαν πλέον καταστεί δορυφόροι και λειτουργούσαν υπέρ μίας γερμανικής Ευρώπης, τις δυσμενέστατες συνέπειες της οποίας βιώνουμε τα τελευταία έξι χρόνια.
Επιπλέον, στη συνθήκη Σένγκεν (SCHENGEN-1), υπήρχε πρόβλεψη στα άρθρα 23-31 για προσωρινή επαναφορά του ελέγχου στα εσωτερικά σύνορα της Ένωσης ( δηλαδή το λεγόμενο ΄΄ κλείσιμο των συνόρων ΄΄), υπό συγκεκριμένες – αυστηρώς περιορισμένες περιπτώσεις, που σχετίζονται με λόγους δημόσιας τάξης και εσωτερικής ασφάλειας μίας ή περισσοτέρων χωρών – μελών της συνθήκης Σένγκεν. Η επαναφορά των ελέγχων προβλεπόταν να έχει ανώτατη διάρκεια 30 ημέρες και δυνατότητα ανανέωσης αυτών των περιορισμών για περιόδους, που δεν θα υπερβαίνουν τις επιπλέον 30 ημέρες (SCHENGEN-1)
Το δε 2011, επί κυβερνήσεως Γιώργου Παπανδρέου, ο εν λόγω Κανονισμός, τροποποιήθηκε, με τον αριθμ. 1168/2011 Κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ε.Ε. της 25ης Οκτωβρίου 2011 (FRONTEX), προκειμένου να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο ο ρόλος της FRONTEX. Η FRONTEX, επί της ουσίας, δεν στοχεύει τόσο στη φύλαξη των εξωτερικών συνόρων των χωρών – μελών της συνθήκης, που είναι «χώρες εισόδου», αλλά στην εξασφάλιση, ότι όσοι πρόσφυγες και μετανάστες εισέρχονται στις «χώρες εισόδου» (π.χ. στην Ελλάδα) θα καταγράφονται, ώστε, εάν βρεθούν στη συνέχεια στη Γερμανία ή σε άλλη χώρα της βόρειας ή της δυτικής Ευρώπης, να επιστρέφονται στη «χώρα εισόδου», η οποία θα είναι υποχρεωμένη να τους δεχθεί πίσω.
Με αφορμή όμως
α) το ξέσπασμα της «Αραβικής Άνοιξης» στις χώρες της Βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής, που απεδείχθη «Αραβικός Χειμώνας», πάλι με ευθύνη των Δυτικοευρωπαϊκών χωρών και τη συνδρομή της Τουρκίας, της Σαουδικής Αραβίας και του Κατάρ, αλλά και
β) τη διαπίστωση, εκ μέρους της Γερμανίας, ότι η καταγραφή των προσφύγων και των μεταναστών στις «χώρες εισόδου», δηλαδή στην Ελλάδα (ιδίως σ’ αυτήν), στην Ιταλία και στην Ισπανία, δεν ήταν η ενδεδειγμένη, μεθοδεύτηκε, κυρίως από τη Γερμανία, η τροποποίηση της συνθήκης Σένγκεν, αλλά και η ενίσχυση του ρόλου της FRONTEX.
Ειδικότερατην 22α Οκτωβρίου 2013 η συγκυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου συνυπέγραψε τον αριθμ. 1051/2013 Κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τον οποίο τροποποιήθηκε – συμπληρώθηκε η συνθήκη Σένγκεν (SCHENGEN-2). Για μία ακόμη φορά, σκοπός των τροποποιήσεων και συμπληρώσεων ήταν η προστασία της Γερμανίας και των λοιπών χωρών της βόρειας και δυτικής Ευρώπης.
Πλέον, με την τροποποίηση της συνθήκης που έγινε με τον προαναφερθέντα Κανονισμό, καθίσταται ευχερέστερη η επαναφορά των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα της Ένωσης ή, όπως συνηθίζεται να λέγεται, το «κλείσιμο των συνόρων». Αρκεί, για παράδειγμα, η διαπίστωση, ότι η φύλαξη των εξωτερικών συνόρων της Ένωσης (π.χ. της Ελλάδας) δεν είναι επαρκής ή δεν είναι εφικτή. Παράλληλα, η διάρκεια του «κλεισίματος των συνόρων» (επαναφοράς των ελέγχων) από τριάντα ημέρες αυξήθηκε σε έξι μήνες, με δυνατότητα παράτασης για δύο έτη (βλ. άρθρο 23 παρ. 4 – SCHENGEN-2). Με αυτές τις τροποποιήσεις, τέθηκε ουσιαστικά και η λογική των hotspots (κέντρα φιλοξενίας και κέντρα φύλαξης) στην Ελλάδα.
Όλα αυτά υπεγράφησαν από διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις (Σημίτη, Καραμανλή, Παπανδρέου, Σαμαρά – Βενιζέλου), που στηρίζονται από κόμματα (ΠΑ.ΣΟ.Κ. και Ν.Δ.), τα οποία σήμερα εμφανίζονται τιμητές και ως σωτήρες, κατηγορώντας όλους τους άλλους. Αυτό, ωστόσο δεν εξαγνίζει τις εγκληματικές ευθύνες της τωρινής κυβέρνησης, στις οποίες θα αναφερθώ παρακάτω.
Πρέπει, όμως να επισημανθεί, ότι στη συνθήκη Σένγκεν δεν μετέχουν αυτή τη στιγμή πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ορισμένες από τις οποίες επιθυμούν συνειδητά να διατηρήσουν τους ελέγχους στα σύνορά τους. Οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις οποίες δεν ισχύει σήμερα η συνθήκη Σένγκεν, είναι η Αγγλία, η Ιρλανδία, η Κροατία, η Ρουμανία, η Βουλγαρία και η Κύπρος.
Συγκρατείστε το γεγονός, ότι για την Κύπρο και τη Βουλγαρία, δύο όμορες με την Ελλάδα, αλλά και με την Τουρκία, χώρες, δεν αντιμετωπίζουν μεταναστευτικό ρεύμα, παρά το γεγονός, ότι η Βουλγαρία έχει εκτεταμένα χερσαία σύνορα με την Τουρκία. Η διαφοροποίησή τους με την Ελλάδα, συνίσταται στο ότι α) δεν ισχύει σ’ αυτές η συνθήκη Σένγκεν, β) έχουν πιο αυστηρή εσωτερική νομοθεσία και γ) έχουν σοβαρή και σταθερή εξωτερική πολιτική.
Και ενώ, μετά την κατασκευή του φράχτη στον Έβρο, που αναχαίτισε τις προσφυγικές εισροές από την περιοχή, θα ανέμενε κάποιος, να διοχετευθούν αυτές οι μεταναστευτικές – προσφυγικές ροές στη Βουλγαρία, της οποίας τα χερσαία σύνορα με την Τουρκία είναι επίσης εκτεταμένα και δεν υπάρχει το εμπόδιο κάποιου μεγάλου φράχτη, δεν συνέβη αυτό , διότι απλούστατα προστάτευσε τη Βουλγαρία το γεγονός, ότι δεν ήταν μέλος της συνθήκης Σένγκεν, όπως η Ελλάδα, αλλά και ότι είχε αυστηρότερη εσωτερική νομοθεσία για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες.
Αυτό πρακτικά σήμαινε, ότι όποιος εισερχόταν στη Βουλγαρία δεν είχε την ίδια ευκολία να μεταβεί σε χώρες της βόρειας και της δυτικής Ευρώπης (κυρίως στη Γερμανία και στη Σουηδία). Ως εκ τούτου, οι μεταναστευτικές ροές διοχετεύθηκαν από τους Τούρκους διακινητές στα ελληνικά νησιά του Αιγαίου και έλαβαν τεράστιες διαστάσεις από τα τέλη της ανοίξεως του 2015. Το μόνο που άλλαξε και δικαιολογεί αυτήν την τεράστια αύξηση της μεταναστευτικής – προσφυγικής ροής προς τη χώρα μας, ήταν η εγκληματική για τη χώρα μας, αλλά και για τους ίδιους τους δυστυχείς πρόσφυγες και μετανάστες, πολιτική ανοικτών συνόρων, που ακολούθησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.
Τα πάντα μετεβλήθησαν απότομα επί τα χείριστα, όταν η τότε αρμόδια Υπουργός Τασία Χριστοδουλοπούλου, έστειλε με δημόσιες δηλώσεις της το μήνυμα και στη συνέχεια την αντίστοιχη εντολή προς τους συνοριοφύλακες, ότι ουδείς παρανόμως εισελθών στη χώρα θα συλλαμβάνεται, αλλά και δεν θα εγκλείεται σε ειδικούς καταυλισμούς, οι ελάχιστοι των οποίων καταργήθηκαν, αντί να βελτιωθούν οι συνθήκες διαβίωσης σ’ αυτούς.
Όλα, λοιπόν, καταδεικνύουν, ότι η «πολιτική» της κυβέρνησης ήταν προϊόν πάγιων ιδεοληψιών, επικίνδυνων για τη χώρα μας, τις συνέπειες των οποίων βιώνουμε σήμερα. Δυστυχώς η κατάσταση θα επιδεινωθεί μετατρέποντας τη χώρα σε απέραντη αποθήκη εξαθλιωμένων προσφύγων και μεταναστών με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε όλους τους τομείς (υγεία, ασφάλεια, οικονομία, κλπ). Παράλληλα, αυτή η πολιτική, στοχοποίησε τη χώρα μας, εμφανίζοντάς την παγκοσμίως, ως «ξέφραγο αμπέλι» και ως μη τηρούσα τις συμφωνίες, που υπογράφει. Αντί δηλαδή, να στοχοποιείται η Τουρκία και ο καταστροφικός ρόλος της, τόσο στη Συρία, όσο και στο ζήτημα των προσφυγικών – μεταναστευτικών ροών, η ελληνική κυβέρνηση κατόρθωσε να στοχοποιήσει τη χώρα μας, αλλά και να την αφήσει χωρίς συμμαχίες, όχι μόνο εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και μεταξύ των βαλκανικών χωρών.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι, αμέσως μετά από αυτή τη σοβαρή και εγκληματική στροφή στη μεταναστευτική «πολιτική» της χώρας (εάν ποτέ υπήρξε δομημένη μεταναστευτική πολιτική), μειώθηκαν απότομα οι μεταναστευτικές – προσφυγικές ροές προς την Ιταλία και προς την Ισπανία. Τρανή απόδειξη αποτελεί το γεγονός, ότι μετανάστες και πρόσφυγες από τις χώρες της βόρειας και υποσαχάριας Αφρικής προτιμούν πλέον να κάνουν ένα μεγάλο ταξίδι φθάνοντας στα παράλια της Τουρκίας, αφού προηγουμένως διασχίσουν τη Βόρεια Αφρική, τη Μέση Ανατολή και τη Μικρά Ασία, προκειμένου να περάσουν απέναντι στα ελληνικά νησιά, ρισκάροντας ακόμη και τη ζωή τους στην ταραγμένη θάλασσα του Αιγαίου, αντί να επιλέξουν τις πλησιέστερες σ’ αυτούς χώρες της Ιταλίας και της Ισπανίας, όπως συνέβαινε πριν το καλοκαίρι του 2015.
Υπό αυτή την έννοια η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ φέρει τεράστιες ευθύνες, τόσο για το ανθρώπινο δράμα, που συντελείται στις ακτές του Αιγαίου και πλέον και στο εσωτερικό της χώρας μας, όσο και για το εθνικό έγκλημα, που συντελείται σε βάρος της χώρας μας.
Εάν μάλιστα ληφθούν σοβαρά υπόψη οι απόψεις, που δημοσίως εκφράσθηκαν από αρμοδίους Υπουργούς της Κυβέρνησης (Ξυδάκη και Μουζάλα), ότι δηλαδή οι μεταναστευτικές – προσφυγικές ροές θα συμβάλλουν στην επίλυση του δημογραφικού προβλήματος της χώρας !!!!!!!, αποδεικνύεται δυστυχώς περίτρανα ότι υπάρχει αδυναμία αντιλήψεως από την Κυβέρνηση ενός τεράστιου προβλήματος.. Έτσι ίσως θα πρέπει να ανησυχούμε, πως ό,τι συμβαίνει αποτελεί μέρος ενός καλοσχεδιασμένου σχεδίου, που επιχειρεί να μετατρέψει την Ελλάδα από χώρα…… σε χώρο αποθήκευσης λαθρομεταναστών, εξ αιτίας του καταστροφικού συνδυασμού ανικανότητας και στείρας ιδεοληψίας της Κυβέρνησης, προκειμένου ο όγκος των μεταναστευτικών ροών να κρατηθεί και όσο αντέξει, έξω από τον σκληρό πυρήνα της ΕΕ.
Σε συνθήκες οικονομικής κρίσης και κατάρρευσης της χώρας είναι ανθρωπίνως αδύνατο να φιλοξενηθούν δεκάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες, οι οποίοι, στη συντριπτική πλειοψηφία τους θα εγκλωβιστούν μόνιμα στη χώρα μας. Τίποτε δεν μπορεί να εξασφαλίσει αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης γι’ αυτούς τους ανθρώπους. Η δε αξιέπαινη προσπάθεια ιδιωτών – πολιτών και ΜΚΟ (όχι όλων, διότι κάποιες διαδραματίζουν ύποπτο ρόλο) δεν δύναται να καλύψει τις τραγικές ανεπάρκειες του ελληνικού κράτους.
4. Η ασύμμετρη απειλή των λαθρομεταναστευτικών εισροών
Οι συνέπειες της μαζικής αυτής λαθρομετανάστευσης κρίνονται σοβαρές σε πολλούς τομείς της κρατικής μας οντότητας όπως στον οικονομικό τομέα, στον τομέα της υγείας, του τουρισμού, της κοινωνικής συνοχής, της παιδείας κλπ. Εκεί όμως που το θέμα είναι μείζον και εθνικής σημασίας, είναι στον τομέα της ασφάλειας της χώρας και της διατήρησης της εθνικής μας υπόστασης ως έθνους.
Τούτο διότι η λαθρομετανάστευση αποτελεί μια ασύμμετρη απειλή η οποία υποβόσκει στα θεμέλια του συστήματος αμύνης και ασφαλείας της χώρας καθ΄ όσον:
Α. Οι λαθρομετανάστες στην συντριπτική πλειοψηφία τους, πλην ελαχίστων Συρίων, είναι Μουσουλμάνοι και συνδέονται εθνολογικά και θρησκευτικά με τον εξ ανατολών εχθρό μας, που είναι βέβαιο ότι θα τους χρησιμοποιήσει και θα τους βοηθήσει να οργανωθούν σε συμπαγείς κοινότητες προκειμένου να τους ποδηγετήσει για την επίτευξη των στόχων του στο Αιγαίο και την Θράκη. Πρέπει δε να θεωρούμε βέβαιο ότι για το ενδεχόμενο αυτό, η Τουρκία έχει ήδη δημιουργήσει την απαραίτητη υποδομή με κατάλληλους ανθρώπους (πράκτορες, στελέχη ειδικών επιχειρήσεων, ειδικούς σε δολιοφθορές κλπ) που ήδη βρίσκονται μεταξύ των λαθρομεταναστών στην Ελλάδα και θα ακολουθήσουν και άλλοι.
Είναι εφιαλτικό μόνο και στη σκέψη το σενάριο μιας κρίσης ή ενός θερμού επεισοδίου με την Τουρκία και ενώ το μείζων της αμυντικής μας προσπάθειας να είναι προσανατολισμένο προς ανατολάς, στα νώτα μας και εντός της χώρας μας να καταστρέφονται εργοστάσια παραγωγής ρεύματος, λιμάνια , αεροδρόμια, υδραγωγεία, νοσοκομεία, γέφυρες, οδικοί άξονες, σιδηροδρομικό δίκτυο ή να σφάζεται άμαχος πληθυσμός.
Β. Επιπρόσθετα πρέπει να θεωρούμε βέβαιο ότι μεταξύ των λαθρομεταναστών παρεισέφρησαν ή θα παρεισφρήσουν στελέχη ισλαμιστικών τρομοκρατικών οργανώσεων προκειμένου να συνεχίσουν στην Ελλάδα ή στην υπόλοιπη Ευρώπη το έργο που άρχισαν οι ομοϊδεάτες τους στις Βρυξέλες, στο Παρίσι και Μόναχο, δημιουργώντας κλίμα ανασφάλειας σύμφωνα με τις διακηρύξεις τους σε όλο τον Δυτικό κόσμο.
Γ. Εξίσου σοβαρή είναι και η απειλή που δημιουργούν οι λαθρομετανάστες και στην κοινωνική συνοχή της χώρας μας. Προερχόμενοι από χώρες με εντελώς διαφορετικό από εμάς πολιτιστικό και πολιτισμικό επίπεδο, κυρίως δε με διαφορετική θρησκεία που διδάσκει και απαιτεί την εξόντωση όποιου δεν ασπάζεται τις αρχές του κορανίου και τον ισλαμισμό. Συγκροτούν έτσι αρραγείς φυλετικές, εθνικές και θρησκευτικές ομάδες που όχι μόνο δεν αφομοιώνονται από τις τοπικές κοινωνίες, όπως αποδεικνύεται σε άλλες χώρες του δυτικού κόσμου, αλλά προσπαθούν μαχητικά και δια της βίας να επιβληθούν επ΄ αυτών, αποκτώντας τελικά κοινωνική αυτοδυναμία, αναγκάζοντάς τους να εγκαταλείψουν τις εστίες τους και να γίνουν πρόσφυγες στη χώρα τους.
Δ. Τέλος οι λαθρομετανάστες, ένα μεγάλο ποσοστό των οποίων είναι βέβαιο ότι θα μείνουν στην πατρίδα μας λόγω των δεσμεύσεων και υποχρεώσεων που ανέλαβαν ανεύθυνες πολιτικές ηγεσίες, με τους πολύ αυξημένους ρυθμούς της πληθυσμιακής ανάπτυξής τους, θα καταστούν πολύ γρήγορα πλειοψηφία στη χώρα μας, κατ΄ αρχήν στις περιοχές που θα εγκατασταθούν και εν συνεχεία στο σύνολο του πληθυσμού. Εάν στη Μ. Βρετανία , μια μεγάλη χώρα της Ευρώπης, οι Βρετανοί θα είναι μειοψηφία σε λιγότερο από 10 χρόνια, είναι εύκολο να αντιληφθούμε τις επιπτώσεις που θα έχει για τη χώρα μας αυτό το φαινόμενο όσον αφορά την εθνική μας ασφάλεια και εδαφική μας κυριαρχία , όταν εθνολογικά οι πρόσφυγες είναι συγγενείς με γειτονικά μας κράτη που διεκδικούν εδάφη από τη χώρα μας.
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ
Και ενώ αυτά συμβαίνουν εντός των τειχών, θα ήταν σκόπιμο να συνδυάσουμε αυτήν την πραγματικά στενάχωρη και επικίνδυνη κατάσταση στο εσωτερικό με τις εξελίξεις που τρέχουν στα βόρεια σύνορά μας, με την απροκάλυπτη πλέον εθνικιστική συμπεριφορά των ομόρων γειτόνων μας απέναντι στην Ελλάδα και με τον τρόπο που η Τουρκία αξιοποιεί αυτή την πολιτική θέση επ΄ ωφελεία της , προκειμένου ΄΄ δίκην λαβίδας ΄΄ να περισφίξει την πατρίδα μας για να εξυπηρετήσει τους προαιώνιους στόχους της και να προχωρήσει στην μουσουλμανοποίηση των Βαλκανίων.
Στο βορά, ενώ οι σχέσεις μας με τη Βουλγαρία έχουν θέσει τις διαφορές μας σε φαινομενική ΄΄ ύπνωση ΄΄ , δεν μπορούμε να πούμε ότι το ίδιο συμβαίνει και με την Αλβανία ή καλύτερα τον αλβανικό παράγοντα στα Βαλκάνια που περιλαμβάνει την Αλβανία, το Κόσσοβο και την ΠΓΔΜ. Αυτός ο αλβανικός παράγων των Βαλκανίων που από την 10ετία του 90 ευρίσκεται σε μια διαρκώς αυξανόμενη εθνικιστική έξαρση,
Κατ΄ αρχήν να εξηγήσουμε επιγραμματικά πως προέκυψε ιστορικά αυτός ο εθνικισμός προκειμένου να διευκολυνθούμε στην εξήγηση αφ΄ ενός μεν των κοινωνικών συμπεριφορών μεταναστών, νομίμων ή παρανόμων, από αυτές τις χώρες στην πατρίδα μας, αφ΄ ετέρου δε, των επιλογών και συμμαχιών των γειτόνων μας ( Αλβανών) που μας φαίνονται παράδοξοι, ανεξήγητοι ή αντιφατικοί σε σχέση με τη δική μας προσφορά ή ανεκτικότητα απέναντί τους.
Είναι προφανές ότι οι σχέσεις της κάθε χώρας με τις γειτονικές της επηρεάζουν άμεσα τα ζωτικά της συμφέροντα, κυρίως στον τομέα της οικονομίας και της ασφάλειας. Έτσι και στην περίπτωση της χώρας μας, οι σχέσεις με τις γειτονικές μας χώρες εξασφαλίζουν ή απειλούν τα ζωτικά μας συμφέροντα στην περιοχή δημιουργώντας στα ασταθή Βαλκάνια είτε προϋποθέσεις για ένα ντόμινο δυσάρεστων εξελίξεων, είτε ένα παράγοντα ασφαλείας με την αξιοποίηση των προφανών γεωπολιτικών πλεονεκτημάτων μας.
ΑΣΤΑΘΕΙΑ- ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ
Σε αυτό το γεωστρατηγικό περιβάλλον, οι λόγοι οι οποίοι ιστορικά αποδεικνύεται ότι αποτελούσαν και αποτελούν παράγοντες αστάθειας είναι ποικίλοι και δυνάμεθα να τους συνοψίσουμε στους κυριότερους όπως παρακάτω:
1. Η σύγκρουση των συμφερόντων των μεγάλων και περιφερειακών δυνάμεων διαχρονικά
2. Ο τρόπος με τον οποίο μέσα από συσχετισμούς δυνάμεων και συμφερόντων κάποιων εποχών, χαράχτηκαν τα σύνορα των κρατών
3. Η ύπαρξη μιας ή περισσοτέρων μειονοτήτων με τις συνιστώσες τους, σχεδόν σε όλες τις χώρες των Βαλκανίων και τέλος
4. Η ιστορικά τεκμηριωμένη τάση των λαών της βαλκανικής να έχουν μια έμφυτη θα μπορούσαμε να πούμε ροπή για σύγκρουση παρά για διαπραγμάτευση για την επίλυση των διαφορών τους
Αν η Βουλγαρία αναγεννήθηκε το 1878 για να υπηρετήσει τα σχέδια του τσάρου της Ρωσίας μέσα από τον πανσλαβισμό, το ίδιο έτος ο Αλβανικός Σύνδεσμος της Πρισρένης που προκήρυξε το Αλβανικό Έθνος αφιέρωσε ένα μεγάλο μέρος της διακήρυξής του σε ένα λίβελο κατά των Ελλήνων ο οποίος επί 100 χρόνια οδηγεί όλες τις κυβερνήσεις των Τιράνων υπό όλα τα καθεστώτα.
Έτσι σε αυτό το κλίμα δημιουργήθηκε μέσα από τους βαλκανικούς πολέμους του 1912 – 13, το νεοϊδρυθέν Αλβανικό Κράτος ως δυτικό ανάχωμα των Βαλκανίων. Εμπνευστές η Αυστρία και η Ιταλία που είδαν το νέο κράτος ως τη μόνη λύση για να εμποδίσουν τη Σερβία να βγει στην Αδριατική. Με όπλο τον εκβιασμό των μεγάλων δυνάμεων, οι Αλβανοί εισέπραξαν από το Μαυροβούνιο την περιοχή της Σκόδρας, από τη Σερβία όλα τα εδάφη που κυρίευσε ως το Δυρράχιο και από την Ελλάδα τη Βόρεια Ήπειρο.
Μετά όμως την πτώση του Σοβιετικού καθεστώτος στα Βαλκάνια , η πολιτική κατάσταση στις χώρες αυτές δημιούργησε επιπρόσθετα ένα ασταθές πεδίο πολιτικής και οικονομικής αντιπαράθεσης. Μέσα σε ένα σκηνικό ημι-ανάπτυξης, δημοσιονομικής διαφθοράς και έλλειψης ανεκτικότητας στην διαφορετικότητα του άλλου, αναβιώνουν ιστορικές αντιπαλότητες και πάθη, με κυρίαρχο το πρόβλημα του αλβανικού αλυτρωτισμού και των επιδιώξεών του για τη δημιουργία της μεγάλης Αλβανίας ή της μεγάλης Ιλλυρίας ή της Φυσικής Αλβανίας που είναι ο πιο καινούργιος όρος.
Πώς λοιπόν μπορεί να εξηγηθεί το φαινόμενο της «έκρηξης» του αλβανικού εθνικισμού; Από την μελέτη της ιστορία των Βαλκανικών λαών διαπιστώνουμε ότι η ιδέα της δημιουργίας ενός μεγάλου και ισχυρού κράτους, αποτέλεσε σημαντικό σταθμό σε κάποια χρονική στιγμή για κάθε κράτος της περιοχής. Για όλα όμως τα κράτη πλην του Αλβανικού.
Η αποτυχία της θεμελίωσης της «Μεγάλης Ιδέας» και οι αρνητικές συνέπειες που ακολούθησαν για κάθε Βαλκανικό κράτος, κατάφεραν να δημιουργήσουν αυξημένα εθνικά αντανακλαστικά σε όλους του Βαλκανικούς λαούς. Εθνικά αντανακλαστικά τα οποία τους προέτρεψαν να εγκαταλείψουν την επιδίωξη της δημιουργίας μια «Μεγάλης Πατρίδας» για την αποφυγή μιας νέας εθνικής καταστροφής. Πλην του Αλβανικού κράτους. Η Αλβανοί μετά από αρκετά χρόνια απομονωτισμού και αιώνες μη συγκεκριμένης εθνικής προέλευσης αναζητούν τα τελευταία χρόνια απεγνωσμένα εθνικούς μύθους αναφορικά με την φυλετική τους καθαρότητα, όπως ακριβώς το έπραξαν στο παρελθόν και οι υπόλοιποι Βαλκανικοί λαοί. Η μόνη διαφορά είναι ότι η γένεση των Βαλκανικών εθνικισμών συνέπεσε χρονικά δημιουργώντας ένα ιδιόμορφο modus vivendi στην περιοχή, ενώ οι Αλβανοί ανακαλύπτουν το επικίνδυνο «παιχνίδι» του εθνικισμού τώρα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει σε μια πολύ εμπεριστατωμένη μελέτη του ο καθ. Κ Σπ. Λίτσας.
Ο κίνδυνος που ελλοχεύει για την χώρα μας, βέβαια, δεν είναι άμεσος αλλά έμμεσος και αφορά στην περιθωριοποίηση και σταδιακή εξαφάνιση της ελληνικής μειονότητας της Βορείου Ηπείρου ή στην πλήρη αποσταθεροποίηση του κράτους της πΓΔΜ. Και τα δύο είναι σοβαρά και αφορούν στο μέλλον της περιοχής.
Ο σημαντικότερος κίνδυνος όμως για τα Βαλκάνια είναι η ονομαζόμενη «Ιρλανδοποίηση» ή «Βασκοποίηση» του αλβανικού αλυτρωτισμού. Δηλαδή η μεταφορά του πυρήνα δράσης του UCK και των υποομάδων του στο εσωτερικό των Βαλκανικών μητροπόλεων, με τη μορφή αντάρτικου των πόλεων ως ασύμμετρη απειλή. Μπορεί το συγκεκριμένο σενάριο να ηχεί λίγο περίεργα και ίσως να σκεφτεί κάποιος ότι οι χρονικές συγκυρίες δεν ευνοούν ένα τέτοιο εγχείρημα. Όπως όμως προαναφέραμε, ο αλβανικός εθνικισμός, χρονικά, δεν ζει ούτε κινείται στον 21ο αιώνα και δεν έχει δοκιμάσει ακόμα, όπως οι υπόλοιποι βαλκανικοί λαοί, μια «μεγάλη» εθνική ήττα λόγω των αλυτρωτικών συναισθημάτων και μεθοδεύσεων.
Η ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ
Αυτός όμως ο εθνικιστικός κίνδυνος πρέπει να συνεξεταστεί και να συνδεθεί και με την όλο και πιο αυξημένη τουρκική νεο-οθωμανική επιστροφή στην περιοχή, η οποία είναι πολυσχιδής και στην έκφρασή της ιδιαίτερα προκλητική.
Συγκεκριμένα, η Τουρκία εκμεταλλευόμενη την πολιτική και οικονομική καχεξία της Βουλγαρίας , της πΓΔΜ αλλά κυρίως της Αλβανίας στη δεκαετία του ΄90, άδραξε στην κυριολεξία την ευκαιρία παρέμβασης στην περιοχή. Η απορία αλλά και η θλίψη επ’ αυτού αυξάνεται όταν αναλογιστούμε ότι, η Ελλάδα μετά το 1990 είχε το στρατηγικό πλεονέκτημα στα Βαλκάνια σε κάθε τομέα και μπορούσε να είναι σημαιοφόρος της ευρωπαϊκής προοπτικής των χωρών αυτών αναβαθμίζοντας και τον δικό της ρόλο. Δυστυχώς όμως η πολιτική(ες) που εφαρμόσαμε ή δεν εφαρμόσαμε στα Βαλκάνια και κυρίως προς τις συγκεκριμένες γειτονικές χώρες Αλβανία, πΓΔΜ και Κόσσοβο δεν αξιοποίησαν την ιστορική ευκαιρία αλλά οδήγησαν την Ελλάδα στην οικονομική και πολιτική χρεωκοπία περιθωριοποιώντας την σε μεγάλο βαθμό
Έτσι κατορθώνει η Τουρκία να αξιοποιήσει τον αλβανικό παράγοντα (Τιράνων, Σκοπίων και Πρίστινας) στρατηγικά σε όλους τους τομείς, χρησιμοποιώντας ως Δούρειο Ίππο, τις δήθεν ιστορικές σχέσεις του οθωμανισμού με την περιοχή μετά την πτώση της βυζαντινής αυτοκρατορίας, το ομόθρησκο με ένα μέρος του πληθυσμού της περιοχής, τις τουρκογενείς μειονότητες, την οικονομική ισχνότητα των χωρών και την ανάγκη τους για ανάπτυξη, αλλά κυρίως την ανάγκη τους για την υποστήριξή τους στις εθνικιστικές συμπεριφορές και επιδιώξεις που προαναφέραμε.
Τους στόχους της Τουρκίας με τις κινήσεις αυτές δεν τους φανταζόμαστε, ούτε τους εκτιμούμε αλλά τους διαβάζουμε στη στρατηγική σκέψη του Αχμέτ Νταβούτογλου, όπως αυτή αναλύεται εκτενώς στο γνωστό ογκώδες βιβλίο του με τίτλο «Στρατηγικό Βάθος- Η Διεθνής θέση της Τουρκίας». Στις σελίδες 440-485 (αλλά και σε άλλα σημεία) ο συγγραφέας αναφέρεται ειδικότερα στα Βαλκάνια και μιλά ξεκάθαρα για την ανάγκη της Τουρκίας να περικυκλώσει την περιοχή χρησιμοποιώντας τις μουσουλμανικές χώρες και μειονότητες.
Το μουσουλμανικό τόξο που πρέπει να τεθεί στην υπηρεσία του νεο-οθωμανισμού περιγράφεται αυτολεξεί στη σελίδα 477 ως εξής: «Η ζώνη που εξικνείται βορειοδυτικά και μέσω του άξονα Μπίχατς-Κεντρική Βοσνία-Ανατολική Βοσνία-Σαντζάκ (σ.σ. Νοτίου Σερβίας) -Κόσσοβο-Αλβανία-Μακεδονία-Κίρτζαλι (σ.σ. Βουλγαρίας) -Δυτική Θράκη καταλήγει στην Ανατολική Θράκη, έχει από τη σκοπιά της Τουρκίας τον χαρακτήρα ζωτικής αρτηρίας για τη βαλκανική γεωπολιτική και τον γεωπολιτισμό της».
Συμπερασματικά, ο Τούρκος π. Πρωθυπουργός προτείνει την αξιοποίηση της διπλωματικής και στρατιωτικής εμπειρίας των Σελτζούκων και Οθωμανών Τούρκων, αλλά με ειρηνικό τρόπο και προτείνει τη Διεθνή Οικονομία ως μέσο προβολής της τουρκικής ισχύος. Όμως η ευρύτερη ανάλυση των απόψεών του δείχνει ότι πιστεύει ακράδαντα στον ρόλο των ισχυρών Ενόπλων Δυνάμεων και της Αμυντικής Βιομηχανίας.
Για την υλοποίηση λοιπόν αυτής της ζωτικής αρτηρίας για την Βαλκανική γεωπολιτική της, παρακολουθούμε τα τελευταία μόνο χρόνια από πλευράς Τουρκίας τα παρακάτω τελείως ενδεικτικά:
Τον κ. Νταβούτογλου σε ομιλία του, (18-20 Οκτωβρίου 2009) στο Σαράγεβο να λέει: «Επιθυμούμε μια νέα Βαλκανική, που θα θεμελιώνεται στις πολιτικές αξίες, την οικονομική αλληλεξάρτηση, τη συνεργασία και την πολιτική αρμονία. Όλα αυτά εξασφαλίζονταν στα Οθωμανικά Βαλκάνια »,και συμπληρώνει: «Εμείς θα αναβιώσουμε την εποχή αυτή, τα Βαλκάνια ήταν μια πετυχημένη ιστορία και τώρα πρέπει να αναγεννηθούν».
Τον Οκτώβριο του 2013 ο κ. Ερντογάν επισκέφθηκε επίσημα το Κόσσοβο και σε ομιλία στην πόλη Πρίζρεν ( Αλβανικός Σύνδεσμος 1878) δήλωσε πως ”το Κόσοβο είναι Τουρκία” ενώ λίγο αργότερα στην Πρίστινα είπε: «Είμαστε όλοι μέρος κοινής ιστορίας και κοινού πολιτισμού. Μην ξεχνάτε, Κόσσοβο σημαίνει Τουρκία και Τουρκία Κόσσοβο».
Ας εστιάσουμε τώρα την προσοχή μας στον τομέα των Ενόπλων Δυνάμεων
Με βάση τη Συμφωνία Συνεργασία του Μαρ. 1998, κατάφερε να πετύχει η Τουρκία να υπηρετούν σήμερα μόνιμα στην Αλβανία, πλέον των 60 Αξκων – Μ. Υπαξκων που δραστηριοποιούνται στις κύριες στρατιωτικές βάσεις των Αλβανικών Ενόπλων Δυνάμεων όπως παρακάτω:
(1) Στη Ναυτική Βάση Αυλώνας (PASHALIMAN) όπου στην ουσία δημιούργησαν μια τούρκικη ναυτική βάση μέσα στην ναυτική βάση των Αλβανών.
(2) Στην Αεροπορική Βάση KUCOVA (110 χλμ νοτίως Τιράνων) που εκσυγχρονίστηκε από τουρκική τεχνική εταιρεία με χρηματοδότηση της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας 5 εκ $ συν 1,3 εκ $ για εξοπλισμό.
(3) Στο Σύνταγμα Καταδρομών και στο Τάγμα Ειδικών Επιχειρήσεων ως Εκπαιδευτές στα πρότυπα των Τουρκικών Ειδικών Δυνάμεων.
(4) Στη Μόνιμη Τουρκική Επιτροπή Συνεργασίας και Συντονισμού στα Τίρανα η οποία συντονίζει το όλο έργο της στρατιωτικής τους συνεργασίας. Εκεί διοργανώνονται μεταξύ των άλλων κάθε 6 έως 12 μήνες, τελετές παράδοσης δωρεάν στρατιωτικού τεχνικού υλικού και εξοπλισμού από την Τουρκία στις Αλβανικές Ένοπλες Δυνάμεις.
Οι Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις, πολύ έξυπνα, έχουν θέση ως πρώτη προτεραιότητα την διαμόρφωση της νεοοθωμανικής κουλτούρας στο στρατιωτικό προσωπικό του Αλβανικού Στρατού. Περίπου 100 Αλβανοί Αξιωματικών ετησίως εκπαιδεύονται στην Τουρκία στις στρατιωτικές σχολές όλων των βαθμίδων, διαμορφώνοντας έτσι ανάλογη παιδεία, αγωγή, αντίληψη και άποψη υπέρ των συμφερόντων και των στόχων της Τουρκίας στην περιοχή. Από αυτούς αναδεικνύεται λίγο αργότερα και η Στρατιωτική Ηγεσία της Αλβανίας η οποία δεν μπορεί παρά να είναι φιλοτουρκική.
Πέραν αυτών, είναι σε εξέλιξη ένα μεγάλο, ιδιαίτερα ελκυστικό πρόγραμμα δωρεάν παροχών υπηρεσιών υγείας υψηλού επιπέδου στα Στρ. Νοσοκομεία της Τουρκίας για το Στρατιωτικό Προσωπικό της Αλβανίας και τις οικογένειές τους, το οποίο ανανεώνεται ετησίως. Καταλήγοντας για να δώσουμε μια τάξη μεγέθους στο κόστος της τουρκικής στρατιωτικής βοήθειας στην Αλβανία να πούμε ότι το 2004 ανήλθε σε 62 εκατ. δολάρια ΗΠΑ ενώ το 2005 ξεπέρασε τα 100 εκατ. δολ. ΗΠΑ.
Στον αντίποδα αυτής της συνεργασίας και για να υπάρχει στον τομέα της στρατιωτικής διπλωματίας ένα συγκριτικό μέγεθος με την δική μας στρατιωτική παρουσία στην Αλβανία, κρίνεται σκόπιμο να αναφερθούν τα παρακάτω:
Η διμερής στρατιωτική συνεργασία της Ελλάδος με την Αλβανία βρίσκεται σε φθίνουσα κατάσταση και η μόνη συμφωνία που εξακολουθεί να λειτουργεί είναι αυτή της παροχής υποτροφιών σε αποφοίτους Λυκείου αλβανούς για την φοίτησή τους σε στρατιωτικές σχολές σε περίπου 10 άτομα ετησίως. Συνολικά έχουν αποφοιτήσει από Ελληνικές Στρατιωτικές Σχολές 210 Στελέχη των Αλβανικών ΕΔ από το 1998 και μετά, έναντι 2500- 3000 Στελεχών που έχουν αποφοιτήσει αντίστοιχα από τις Τουρκικές Στρατιωτικές Σχολές.
Συνοψίζοντας τα προαναφερθέντα και αξιολογώντας τους κινδύνους ή απειλές που προκύπτουν για την εθνική μας υπόσταση από:
Α. Τους 60.000 λαθρομετανάστες που υπάρχουν, μέχρι τώρα, διάσπαρτοι σε ανεξέλεγκτα στην πραγματικότητα κέντρα λαθρομεταναστών διάσπαρτα σε όλη την Ελλάδα έτοιμα να εκραγούν ανά πάσα στιγμή
Β. Την διαβρωτική για τον εθνικό και κοινωνικό ιστό και απόλυτα κατευθυνόμενη μερίδα της Μουσουλμανικής Μειονότητας της Θράκης μας από το τουρκικό Προξενείο Κομοτηνής , δηλαδή την Τουρκία και τον προφανή ρόλο των τριών μουσουλμάνων βουλευτών που στηρίζουν την Κυβέρνηση.
Γ. Την αυξανόμενη εθνικιστική συμπεριφορά του αλβανικού παράγοντα στα Βαλκάνια που αποθρασύνεται και γίνεται προκλητικότερη με την υποστήριξη του τουρκικού νέο οθωμανισμού που διεισδύει όλο περισσότερο, επηρεάζοντας ευθέως τις αποφάσεις τους με την ανάπτυξη μια πολύ επικίνδυνης συμμαχίας και τέλος
Δ. Τoν κύριο και άμεσο και διαρκώς αυξανόμενο κίνδυνο από την Τουρκία, είναι εύκολο να εκτιμήσει κάποιος, χωρίς ιδιαίτερες γνώσεις και εμπειρία, την εξαιρετικά δυσμενή θέση των Ενόπλων Δυνάμεών μας αλλά και της χώρας μας γενικότερα όταν θα χρειασθεί να αντιμετωπισθούν ταυτόχρονα όλες αυτές οι απειλές, στην περίπτωση μια κρίσης ή ενός θερμού επεισοδίου ή μιας γενικής σύρραξης. Αυτό το σενάριο, έπρεπε διαρκώς κατά την άποψή μας να απασχολεί τις ηγεσίες, διότι η αποστολή τους είναι να προετοιμάζουν την χώρα και να την διαφυλάξουν από το χειρότερο ενδεχόμενο που θα μπορούσε να επισυμβεί.
Επειδή όμως, όπως λέει και ο λαός τα ΄΄ τείχοι πέφτουν από μέσα ΄΄ και επειδή ιστορικά αυτό το έχουμε βιώσει πολλές φορές σε κρίσιμες καταστάσεις, ας επικεντρωθούμε κατ΄ αρχάς και ας δούμε τουλάχιστον τι θα μπορούσαμε ή τι μπορούμε να κάνουμε για την εσωτερική μας κατάσταση, που αφορά στους λαθρομετανάστες , που εξελίσσεται από το κακό στο χειρότερο και λόγω της γενικότερης πνευματικής και αξιακής κρίσης που βιώνουμε.
5. ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ
Και στο σημείο αυτό θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι ανεξάρτητα από το τι τι πράττει ή δεν πράττει η κυβέρνηση, είναι σημαντικό να γνωρίζει ο πολίτης, ότι υπήρχαν και υπάρχουν δυνατότητες αντιμετώπισης του προβλήματος, πάντοτε εντός του πλαισίου της διεθνούς νομιμότητας, τις οποίες όμως η ελληνική πολιτική αποφεύγει συστηματικά να αξιοποιήσει. Όσο όμως παρέρχεται ο χρόνος και η κατάσταση χειροτερεύει, τόσο οι δυνατότητες περιορίζονται δραματικά. Για τον λόγο αυτό μεταξύ ενδεχομένως και άλλων μέτρων προτείνεται να μελετηθούν και τα παρακάτω.
Α. Να καταγγελθεί με κάθε τρόπο σε όλα τα διεθνή FORUM,ο ρόλος της Τουρκίας και να επιδιωχθεί η λήψη μέτρων σε βάρος της. Απαιτείται επικοινωνιακή εκστρατεία. Το δε δικαίωμα «βέτο», το οποίο διαθέτουμε σε όλους τους οργανισμούς, στους οποίους μετέχουμε από κοινού με την Τουρκία, πρέπει πλέον να ασκείται συστηματικά από την κυβέρνηση σε σχέση με τις επιδιώξεις της Τουρκίας. Σ’ αυτήν την περίπτωση θα είχαμε πολλούς συμμάχους, δεδομένου, ότι ήδη η Τουρκία είναι «στριμωγμένη» διεθνώς στο ζήτημα της Συρίας και της εκ μέρους της ενίσχυσης των τζιχαντιστών.
Β. Οικοδόμηση συμμαχιών με τις βαλκανικές χώρες αλλά και με τις υπόλοιπες «χώρες εισόδου» της συνθήκης Σένγκεν, οι οποίες αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα με την Ελλάδα, αλλά πλέον σε μικρότερο βαθμό, ελέω της δικής μας άφρονος πολιτικής.
Γ. Καταγγελία του ρόλου της Τουρκίας για το προσφυγικό στο Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο.Η.Ε το οποίο ήδη αναγνώρισε ότι οι μεγάλες προσφυγικές ροές είναι «απειλές για την Ειρήνη».
Δ. Να καταστεί η Ελλάδα μη ελκυστική χώρα προορισμού για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες και να ποινικοποιηθεί, με αυστηρές ποινές, η παράνομη είσοδος στη χώρα μας για όλους τους εισερχομένους, πλην όσων αποδεικνύουν, ότι είναι πρόσφυγες πολέμου και όσων κινδυνεύει η ζωή τους στην Τουρκία.
Ε. Να αυστηροποιηθεί η νομοθεσία για τους διακινητές προσφύγων και μεταναστών, με την τιμωρία τους να είναι παραδειγματική.
Στ. Να ενεργοποιηθούν τα κέντρα κράτησης μεταναστών, στα οποία όμως θα υπάρχουν ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης, και να εξασφαλισθεί η ταχύτατη επαναπροώθησή τους στη χώρα τους.
Ζ. Να εξασφαλισθούν ανθρώπινες συνθήκες, εντός οργανωμένων καταυλισμών, αποκλειστικά για τη φιλοξενία προσφύγων πολέμου, σε περιοχές, που θα επιλεγούν προσεκτικά, κατόπιν συνεννόησης με τους τοπικούς φορείς.
Η. Να επιδιωχθεί η διαλογή και ταυτοποίηση μεταναστών – προσφύγων να πραγματοποιείται στην Τουρκία και η μετακίνησή τους να γίνεται απευθείας από εκεί στα κράτη υποδοχής.
Θ. Ενεργοποίηση όλων των μηχανισμών εσωτερικής ασφάλειας της χώρας, ώστε να αποτραπεί η δημιουργία τρομοκρατικών πυρήνων και προβοκάτσιας, αλλά και να εντοπισθεί και απενεργοποιηθεί η παράνομη δραστηριότητα ύποπτων ΜΚΟ.
Ι. Η απεμπλοκή των Ενόπλων Δυνάμεων από τις ΄΄ δουλείες φιλοξενίας ΄΄ μεταναστών –προσφύγων – λαθρομεταναστών ( έργο ξένο και απαξιωτικό για την αποστολή τους) και εμπλοκή τους σε συνεργασία με το Λιμενικό Σώμα και την Αστυνομία στην επιτήρηση των νησιωτικών συνόρων μας. Οι Ένοπλες Δυνάμεις ως εκ της αποστολής τους και της κεκτημένης τεχνογνωσίας τους αλλά και του σύγχρονου τεχνικού εξοπλισμού που διαθέτουν όπως, θερμικά και νυκτερινά μέσα επιτήρησης, μη επανδρωμένα εναέρια μέσα, αλλά και τα μέσα της Αεροπορίας Στρατού και ανάλογα σκάφη του Π.Ν. είναι πολλαπλά χρησιμότερες για την αντιμετώπιση του θέματος σε ένα έργο που ουδείς άλλος δύναται να παρέχει, από το να μαγειρεύουν συσσίτια ή να εγκαθιστούν καταλύματα και τουαλέτες, έργο απαραίτητο μεν αλλά που μπορεί να το αναλάβουν άλλοι φορείς.
Ια. Να ζητήσουμε την αλλαγή της συνθήκης Σένγκεν και ιδίως του Κανονισμού με αριθμ. 343/2003 (ASYLO , ΔΟΥΒΛΙΝΟ ΙΙ), με απειλή αποχώρησης της χώρας μας από τη συνθήκη, την οποία απειλή να υλοποιήσουμε, εάν δεν υπάρξουν δραστικές αλλαγές στη συνθήκη, καθ΄ όσον, το περιεχόμενό της και των «Παραρτημάτων» της είναι εξοργιστικά ετεροβαρές για τις «χώρες εισόδου».
6. ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Κλείνοντας την παραπάνω καταγραφή σκέψεων και απόψεων, εκτιμάται ότι πριν και πάνω από κάθε μέτρο ή ενέργεια για την πρόκληση της αντιμετώπισης της παράνομης διακίνησης ανθρώπων, ως βασικού παράγοντα της λαθρομετανάστευσης , είναι ο σαφής καθορισμός και η κοινή αποδοχή από τις πολιτικές ηγεσίες της φύσης και της οξύτητας του προβλήματος για την πατρίδα μας πέρα από κάθε άλλη σκέψη κομματική ή ιδεοληπτική Τούτο απαιτεί εκτός των προαναφερθέντων πολιτική συναίνεση και απεμπόληση από όλους των όποιων μικροπολιτικών συμφερόντων που θα δημιουργήσουν στη χώρα ΄΄ ανήκεστο βλάβη ΄΄
Είναι όμως δομημένο το πολιτικό μας σύστημα κατάλληλα; Διαθέτει τις διαδικασίες λήψεως τόσο σοβαρών αποφάσεων; Πολιτική βούληση υπάρχει για να δομηθεί Εθνική Στρατηγική και Σχεδίαση με προοπτική που δεν θα αλλάζει με κάθε αλλαγή κυβέρνησης; Έχει γίνει η σωστή αξιολόγηση και προτεραιοποίση των εθνικών θεμάτων και στόχων;
Υπάρχει το θεσμικό εκείνο όργανο, που για όλα τα εθνικά μας ζητήματα με τις γεωπολιτικές διαστάσεις τους, συλλέγει όλες τις πληροφορίες, αναλύει όλα τα δεδομένα, συνθέτει κύριες αλλά και εναλλακτικές προτάσεις λύσεων ή χειρισμών στην πολιτική ηγεσία και συντονίζει τους εμπλεκόμενους φορείς και υπουργεία; Συμμαχίες υπάρχουν ή μήπως και αυτές που υπήρχαν χάνονται με τους αδέξιους χειρισμούς μας ;
Έχουμε την δυνατότητα να σταματήσουμε την παρακμιακή συμπεριφορά μας, τον ατομισμό, τον κομματισμό, την διαίρεση, την εσωστρεφή πολεμική, τον καταγγελτικό λόγο, την δημαγωγία και να συνεννοηθούμε και να συμπράξουμε με τους ετέρους και γειτόνους μας για την υπέρβαση των μικρών και του μέρους, προς επίτευξη των πολλών και του μείζονος;
Μέχρι όμως να επιτευχθούν αυτά στον τομέα των διεθνών σχέσεων, σε μια επιστημονικά οργανωμένη βάση και ενόψει του κινδύνου για πλήρη ανατροπή του αμυντικού ισοζυγίου στην περιοχή, οφείλουμε διατηρήσουμε ακμαίες και με υψηλό ηθικό και φρόνημα τις Ένοπλες Δυνάμεις μας και το λαό μας.
Τούτο διότι αυτά τα δύο στοιχεία θα πρέπει να λειτουργήσουν καταλυτικά αν οδηγηθούμε στο χειρότερο σενάριο.

Ας σταματήσουμε λοιπόν άμεσα τον αφελληνισμό και την αποχριστιανοποίηση της παιδείας μας και ας επανασυνδεθούμε με τις ζωογόνες πνευματικές, ιστορικές και πολιτισμικές πηγές του έθνους μας, που θα συνεχίσουν να είναι ο θώρακας αλλά και η εθνική πυξίδα μας προς τον μέλλοντα χρόνο.