ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 13η Ιουνίου 2016
ΡΑΓΔΑΙΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΕΝ ΟΨΕΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
Είναι όντως ραγδαίες και απροσδόκητες οι εξελίξεις όσον αφορά τη σύγκληση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. Σχεδόν μια εβδομάδα μας χωρίζει από την έναρξη των εργασιών της και ήδη από τώρα άρχισαν να αποχωρούν και να δηλώνουν επίσημα, (κατόπιν Συνοδικών αποφάσεων), ότι δεν θα συμμετάσχουν στην προσεχή Σύνοδο η Εκκλησία της Βουλγαρίας, της Γεωργίας, της Αντιοχείας και της Σερβίας.
Η Εκκλησία της Ρωσίας προβληματίζεται αν θα πρέπει να συμμετάσχει και δεν αποκλείεται τελικά και αυτή να αποχωρήσει. Οπότε αν λάβει κανείς υπ’ όψιν του την αρχή της ομοφωνίας, που ισχύει σύμφωνα με τον Κανονισμό λειτουργίας της Συνόδου, αρκεί η μη συμμετοχή και μιας μόνον τοπικής Εκκλησίας, για να τινάξει κυριολεκτικά την προσεχή Σύνοδο στον αέρα. Πόσο μάλλον αυτό ισχύει όταν τελικά δεν θα συμμετάσχουν δύο, η και περισσότερες Εκκλησίες! Τα πράγματα δείχνουν πλέον ξεκάθαρα, ότι η Σύνοδος αυτή είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
Ας πάρουμε όμως τα γεγονότα με τη σειρά, προκειμένου να δώσουμε στον πιστό λαό του Θεού μια γενική και συνοπτική εικόνα των μέχρι τώρα εξελίξεων και να καταλήξουμε κατόπιν σε ορισμένα συμπεράσματα. Μετά την κοινοποίηση, (γύρω στα τέλη Ιανουαρίου ε. ε.), των έξι προσυνοδικών κειμένων, που θα αποτελέσουν την θεματολογία της μελλούσης Συνόδου, στον κλήρο και τον πιστό λαό του Θεού, άρχισε η εις βάθος μελέτη των εν λόγω κειμένων από όλες τις τοπικές Εκκλησίες. Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειώσουμε ότι τα κείμενα αυτά είχαν πάρει την τελική τους μορφή, ήδη από τον περασμένο Οκτώβριο κατά την Ε΄ Προσυνοδική Διάσκεψη. Και ενώ θα έπρεπε από τότε ακόμη να κοινοποιηθούν για να δοθεί όσο το δυνατόν περισσότερος χρόνος για την μελέτη τους, ωστόσο οι διοργανωτές της μελλούσης Συνόδου δεν τα κοινοποιούσαν. Μετά λοιπόν την κοινοποίησή τους άρχισαν να έρχονται στο φως της δημοσιότητας οι πρώτες κριτικές μελέτες. Προοδευτικά οι μελέτες άρχισαν να πληθαίνουν και να παίρνουν την μορφή καταιγίδας. Άρχισε να ασκείται μια σφοδρή και δριμεία κριτική στα εν λόγω κείμενα από επισκόπους, καθηγητές Θεολογικών Σχολών, κληρικούς και λαϊκούς. Καθοριστικό ρόλο στην περαιτέρω εξέλιξη των γεγονότων έπαιξε η διοργάνωση Θεολογικής – Επιστημονικής Ημερίδος στον Πειραιά στις 23 Μαρτίου ε ε. με θέμα: «ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟΣ: Μεγάλη προετοιμασία, χωρίς προσδοκίες». Στην εν λόγω πολύ σημαντική αυτή Ημερίδα αναπτύχθηκαν πολύ διεξοδικά, οι σημαντικότερες παράμετροι αυτής της Συνόδου, διαπιστώθηκαν δογματικά λάθη στα κείμενα και επισημάνθηκαν σοβαρότατα κενά τόσο ως προς τον τρόπο οργανώσεως της Συνόδου, όσο και ως προς την θεματολογία της. Η Ημερίδα είχε πανορθόδοξη απήχηση, έγινε γνωστή και στα άλλα πατριαρχεία και Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, οι δε εισηγήσεις των ομιλητών και τα πορίσματα δημοσιεύθηκαν στα ΜΜΕ. Από την μελέτη των ανακοινωθέντων εισηγήσεων και πορισμάτων της Ημερίδος προέκυψε έντονος προβληματισμός σε πανορθόδοξο επίπεδο. Το αποτέλεσμα ήταν ορισμένες τοπικές Εκκλησίες να αλλάξουν ριζικά στάση απέναντι στα προσυνοδικά κείμενα.
Η Ιεραρχία της Βουλγαρικής Εκκλησίας με συνοδική απόφασή της, (τον Απρίλιο ε. ε.), ζήτησε να γίνουν ουσιαστικές αλλαγές σε ένα από τα προς συζήτησιν κείμενα με τίτλο «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπό χριστιανικό κόσμον». Λίγο αργότερα (στις 1 Ιουνίου ε.ε.) μετά από νεώτερη Συνοδική απόφασή της δήλωσε ότι δεν θα συμμετάσχει στη Σύνοδο.
Στις 25 Μαΐου ε.ε. η Εκκλησία της Γεωργίαςμε συνοδική απόφασή της αποφάνθηκε ότι στα προσυνοδικά κείμενα με τίτλο: «Το Μυστήριον του Γάμου και τα κωλύματα αυτού» και «Η Αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εν τω συγχρόνω κόσμω» πρέπει να ενσωματωθούν σημαντικές τροπολογίες, ενώ το κείμενο με τίτλο «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπό χριστιανικό κόσμο» πρέπει να δεχθεί ουσιαστικές επεξεργασίες. Σε περίπτωση που οι προτεινόμενες τροπολογίες δεν θα ληφθούν υπόψη και δεν θα ενσωματωθούν στο κείμενο, η Εκκλησία της Γεωργίας δεν θα το υπογράψει. Μετά από νεώτερη Συνοδική απόφασή της (10.6.2016) δήλωσε ότι δεν θα συμμετάσχει στη Σύνοδο.
Η Εκκλησία της Αντιοχείας δεν υπέγραψε τον Κανονισμό Οργανώσεως και Λειτουργίας της Συνόδου, ο οποίος καταρτίσθηκε τον Ιανουάριο ε. ε. στο Σαμπεζύ στη Σύναξη των Ορθοδόξων Προκαθημένων. Ανεπίλυτες παραμένουν οι διαφωνίες μεταξύ των Πατριαρχείων Αντιοχείας και Ιεροσολύμων στο θέμα της εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας του Κατάρ και η έξ’ αυτού διακοπή ευχαριστιακής κοινωνίας μεταξύ αυτών, κάτι το οποίο αποτελεί ουσιαστικό κώλυμα για την συμμετοχή της Εκκλησίας της Αντιοχείας στη Σύνοδο. Και η Εκκλησία αυτή μετά από νεώτερη Συνοδική απόφασή της ανακοίνωσε ότι τελικά δεν θα συμμετάσχει στη Σύνοδο της Κρήτης.
Η Εκκλησία της Σερβίαςεπισημαίνει ελλείψεις στο σχέδιο του Κανονισμού της Συνόδου. Επίσης εκφράζει τη γνώμη ότι τα σχέδια των συνοδικών κειμένων «χρήζουν τροποποιήσεως και διευκρινήσεως προκειμένου να ανταποκριθούν στις επιταγές της ζωής και της αποστολής της Εκκλησίας». Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τα κείμενα «Η Αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εν τω συγχρόνω κόσμω» και «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον». Τελικά μετά από νεώτερη απόφασή της, (στις 9 Ιουνίου ε. ε.), ανακοίνωσε ότι δεν θα λάβει μέρος στην Σύνοδο της Κρήτης.
Η Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους τον περασμένο Μάιο, απέστειλε Επιστολή προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο και τους Προκαθημένους των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, όπου τονίζει ότι κάποια σημεία στα προσυνοδικά κείμενα έχουν ανάγκη αποσαφηνίσεως, ώστε να διατυπώνεται σαφέστερα η διαχρονική παράδοση των Αγίων Πατέρων και η συνοδική παρακαταθήκη της Εκκλησίας. Θύελλα αντιδράσεων παρατηρήθηκε σε πολλές Σκήτες, κελιώτες και ερημίτες Πατέρες, οι οποίοι με επικεφαλής τον π. Σάββα Λαυριώτηδήλωσαν απερίφραστα ότι σε περίπτωση που η μέλλουσα Σύνοδος αποδειχθεί ψευδοσύνοδος, θα διακόψουν το μνημόσυνο του Πατριάρχου και όλων όσων υπογράψουν στην Σύνοδο.
Εν τω μεταξύ στην Ουκρανική Εκκλησία ένας επίσκοπος, ο επίσκοπος Μπαντσέν κ. Λογγίνος και πολλοί κληρικοί της Ουκρανίας διέκοψαν την εκκλησιαστική κοινωνία με τον πατριάρχη Ρωσίας Κύριλλο. Επίσης παρόμοια διακοπή της εκκλησιαστικής κοινωνίας είχαμε και στην Μολδαβίααπό πολλούς κληρικούς και λαϊκούς. Ο πιστός λαός του Θεού με την καθοδήγηση ομολογητών κληρικών και μοναχών λειτούργησε για μια ακόμα φορά ως ο πραγματικός φύλακας της αμωμήτου ορθοδόξου πίστεώς μας. Όσο υπάρχει αυτή η αγιοπνευματική λειτουργία στο εκκλησιαστικό σώμα, (και θα υπάρχει πάντα), μας δίνει τη βεβαιότητα πως όποια και αν είναι η έκβαση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, αυτός θα είναι ο τελικός κριτής των αποφάσεών της. Εάν αυτές θα είναι απόλυτα σύμφωνες με την αγιοπνευματική και αγιοπατερική παράδοση της Εκκλησίας μας, θα τις επικυρώσει και θα τις εφαρμόσει. Αν είναι αντίθετες και υπηρετούν τον οικουμενισμό, και απονείμουν εκκλησιαστικότητα στην κακοδοξία, αναγνωρίζοντας υποστατό βάπτισμα και ευχαριστία, για να επέλθει ως ώριμος καρπός η «διακοινωνία», θα τις απορρίψει και θα κηρύξει την Σύνοδο ως «ληστρική», όπως έπραξε στο παρελθόν!
Το συμπέρασμα από όλα όσα ελέχθησαν είναι, ότι το όραμα και ο διακαής πόθος των οικουμενιστών για την πραγματοποίησή της Αγίας και Μεγάλης Σύνοδου κατέληξε, τουλάχιστον μέχρι σήμερα, σε δραματική αποτυχία. Τα ίδια τα γεγονότα δείχνουν πλέον ξεκάθαρα, ότι ο Θεός δεν ευλόγησε τις προσπάθειές τους, παρά το γεγονός, ότι ήταν και μακροχρόνιες, και εργώδεις, και συντονισμένες! Και δεν ευλόγησε ο Θεός, όχι διότι θέλησε να καταργήσει τον Συνοδικό Θεσμό στην Εκκλησία Του, που λειτούργησε επί αιώνες στην εποχή της βυζαντινής περιόδου, ούτε πάλι διότι δεν είναι αναγκαία η σύγκληση μιας νέας Οικουμενικής Συνόδου, που θα ανανέωνε την καταδίκη του αμετανόητου Παπισμού και του Προτεσταντισμού και θα καταδίκαζε επί πλέον όλες τις νεοφανείς αιρέσεις. Αλλά διότι, οι προσπάθειες των οικουμενιστών οικοδομήθηκαν πάνω σε σαθρά οικουμενιστικά θεμέλια. Διαποτίστηκαν έντονα από την αιρετική ιδεολογία και πρακτική του Διαχριστιανικού και Διαθρησκειακού Οικουμενισμού. Στηρίχθηκαν σε σχέδια και καινοτομίες ξένες προς την Ορθόδοξη Παράδοση και τους ιερούς Κανόνες.
Είχε απόλυτο δίκαιο ο Όσιος Ιουστίνος ο Πόποβιτς, όταν έλεγε προφητικά σχετικά με την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο: «Η παρούσα στιγμή είναι η πλέον ακατάλληλος εις την ιστορίαν της Εκκλησίας μας».
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και Παραθρησκειών