: Αν πραγματικά η ηγεσία του ήθελε να προχωρήσει σε μια αξιολόγηση του εκπαιδευτικού μας συστήματος με στόχο το βασικό κοινωνικό και πολιτικό πρόταγμα για συνεχή βελτίωση της εκπαίδευσης στη χώρα μας, θα εξασφάλιζε τις προϋποθέσεις, που είναι απόλυτα αναγκαίες και καθοριστικές.

Του (α μέρος)

Να διαμορφώσει σχέδιο για τη συνολική αξιολόγηση του εκπαιδευτικού συστήματος, για όλους τους συντελεστές που διαμορφώνουν την ποιότητα της εκπαίδευσης και όχι μόνο για τους εκπαιδευτικούς. Πώς μπορεί να γίνει αξιολόγηση αν δεν συμπεριληφθούν η εκάστοτε ακολουθούμενη εκπαιδευτική πολιτική, το περιεχόμενο της μάθησης, τα αναλυτικά προγράμματα, τα σχολικά βιβλία, οι παιδαγωγικοί μέθοδοι, το κοινωνικό και πολιτιστικό πλαίσιο του σχολείου, οι υποδομές της εκπαίδευσης (εργαστήρια, βιβλιοθήκες κλπ), η εισαγωγή του ψηφιόκοσμου κλπ (και φυσικά των εκπαιδευτικών);

Να θέσει το σχέδιο αυτό σε διαβούλευση και σε κοινωνικό διάλογο με τα πολιτικά κόμματα, τις Ομοσπονδίες των εκπαιδευτικών (ΔΟΕ, ΟΛΜΕ, ΟΙΕΛΕ), τους σχετικούς κοινωνικούς φορείς και φυσικά να λάβει υπόψη της τις γόνιμες και δημιουργικές προτάσεις τους.

Να συμβάλλει στη δημιουργία μιας κουλτούρας εσωτερικής αξιολόγησης, που θα περιλαμβάνει μόνο βελτιωτικά και όχι τιμωρητικά μέτρα. Γιατί αυτό που ενδιαφέρει τους μαθητές, την ελληνική οικογένεια, την κοινωνία συνολικά είναι το πώς θα βελτιωθούν όλοι οι συντελεστές που διαμορφώνουν το εκπαιδευτικό έργο και όχι οι ενδεχόμενες περικοπές στους μισθούς κάποιων εκπαιδευτικών.

Μόνο μέσα από αυτές τις συνθήκες και με τη συνεχή αξιολόγηση της ίδιας της μέσα από το πεδίο της εφαρμοσμένης εκπαιδευτικής πολιτικής και της καθημερινότητας της σχολικής λειτουργίας θα είναι δυνατή η ανατροφοδότηση της αναγκαίων προσαρμογών και η εφαρμογή νέων και καινοτομικών αντιλήψεων και πρακτικών.

Αντί λοιπόν να έχουμε μια στοιχειωδώς σοβαρή εκπαιδευτική πολιτική επί της αξιολόγησης, η ηγεσία του Υπουργείου επιδίδεται σε πρακτικές πρωτόγνωρης πυγμής, σκληρού αυταρχισμού – πιστή στη συνολική νεοφιλελεύθερη και συντηρητική συνάμα πολιτική της.

Η Προοδευτική Ενότητα Καθηγητών (Π.Ε.Κ.) προχώρησε σε έρευνα ως προς το πως αξιολογούν οι εκπαιδευτικοί την πολιτική του Υπουργείου Παιδείας. Γιατί χωρίς έρευνα σήμερα δεν μπορεί να προκύψει καμιά πρόταση για την παιδεία. Έχει προηγηθεί η συνολικότερη πρότασή της για την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου.

Ας δούμε μερικά από τα αποτελέσματα της έρευνας, που είναι ιδιαίτερα σημαντικά – και για την ηγεσία του Υπουργείου, αν έχει τη δυνατότητα να δέχεται κριτική. Γιατί οριοθετημένη μέσα στο κουκούλι της αλαζονείας της και της αυτοεπιβεβαίωσής της, θεωρεί ότι αξία έχει μόνο η δική της εκπαιδευτική προσέγγιση.

Σε ότι αφορά τη στάση του υπουργείου Παιδείας απέναντι στους εκπαιδευτικούς το 77% την κρίνει αρνητική ενώ το 19% καταγράφει αδιαφορία. Περίπου 4% των εκπαιδευτικών θεωρεί ότι η στάση του Υπουργείου Παιδείας απέναντί τους είναι φιλική ή υποστηρικτική.

Ανύπαρκτη ή ελλιπή σε ποσοστό περίπου 80% κρίνουν οι Έλληνες εκπαιδευτικοί την υποστήριξη που τους παρέχεται στην άσκηση του έργου τους από τις υποστηρικτικές δομές του Υπουργείου Παιδείας.

Πάνω από το 90% των εκπαιδευτικών δηλώνει ότι οι μηνιαίες αποδοχές δεν αρκούν ή μόλις που αρκούν για την κάλυψη των βασικών στοιχειωδών αναγκών

Σε πολύ μεγάλο ποσοστό οι εκπαιδευτικοί δηλώνουν απογοητευμένοι από την επάρκεια των χώρων στο σχολείο.

Ένα πολύ μεγάλο ποσοστό των εκπαιδευτικών – το οποίο κινείται στο 80% περίπου, δηλώνει καθόλου ή ελάχιστα ικανοποιημένο από τα αναλυτικά προγράμματα και τα σχολικά βιβλία.

Ακόμη μεγαλύτερη αποδεικνύεται η απογοήτευση των εκπαιδευτικών από τις επιμορφωτικές πρωτοβουλίες και δράσεις του Υπουργείου Παιδείας.

Ένα πολύ μεγάλο ποσοστό επιβεβαιώνεται ότι η αύξηση του φόρτου εργασίας που αφορά εξωδιδακτικά καθήκοντα, διοικητικές γραφειοκρατικές διεκπεραιώσεις, έχουν δυσχεράνει την αποτελεσματική διδακτική λειτουργία.

Το 78,3% των εκπαιδευτικών απαντά ότι το σχολείο δεν διαθέτει γραμματειακή και διοικητική υποστήριξη, ενώ μόλις το 21,7% απαντά ότι υπάρχει γραμματεία στο σχολείο.

Το 61% θεωρεί ότι η επικοινωνία με τις υπηρεσίες των κατά τόπους Διευθύνσεων Β/θμιας Εκπαίδευσης είναι εύκολη ή πολύ εύκολη σε αντίθεση με το 39% που την θεωρεί δύσκολη ή σχεδόν ανύπαρκτη.

Σε σχέση με τις ανάγκες προσωπικού στην εκπαίδευση μόλις το 19% των εκπαιδευτικών θεωρεί ότι οι περσινοί και οι φετινοί διορισμοί επαρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες.

Τέλος σε ότι αφορά τα μέτρα που πήρε το Υπουργείο Παιδείας για την αντιμετώπιση της πανδημίας στα σχολεία σε ποσοστό πάνω από 63% αυτά κρίνονται ανεπαρκή.

Υ.Γ.

Θα συνεχίσουμε με το δεύτερο μέρος