Στη δύσκολη καθημερινότητα ενός εκπαιδευτικού αναφέρεται  εκτενές ρεπορτάζ της Lifo. Παρακάτω θα δείτε τις μαρτυρίες που αποτυπώνουν τις δυσκολίες του επαγγέλματος.

Αναλυτικά το ρεπορτάζ:

Ενώ όλοι μιλούν για τα κακοποιημένα παιδιά, κανείς δεν ασχολείται με την καθημερινή κόλαση που ζουν οι εκπαιδευτικοί. Συλλέξαμε μαρτυρίες τους.

Από το περιστατικό της Φλώρινας, που είχε πάρει δημοσιότητα πριν από κάνα-δυο χρόνια, όταν ένας καθηγητής αναγκάστηκε να παραιτηθεί λόγω της ανυπόφορης κατάστασης που δημιουργούσαν οι μαθητές στην τάξη (ένα από τα ελάχιστα περιστατικά που έγιναν γνωστά από τα πολλά που συμβαίνουν καθημερινά), μέχρι σήμερα τίποτα δεν έχει αλλάξει στα σχολεία. Ή, πιο σωστά, όλα έχουν αλλάξει προς το χειρότερο. Οι μαθητές δεν είναι αυτοί που ήταν τις προηγούμενες δεκαετίες, ούτε και οι γονείς, οι οποίοι έχουν επιβάλει νέους κανόνες συμπεριφοράς ‒μια νέα μορφή βίας‒ κι έχουν αποκτήσει αυθαίρετα δικαιώματα, ενώ ο ρόλος του εκπαιδευτικού υποβαθμίζεται εντελώς. Οι συνθήκες στις οποίες πρέπει να δουλέψει ένας εκπαιδευτικός το 2019 είναι πολύ δύσκολες και δυσκολεύουν όλο και περισσότερο όσο περνάει ο καιρός. «Οι σκηνές που βλέπαμε σε αμερικανικές ταινίες και έμοιαζαν πολύ ακραίες και μακρινές δεν απέχουν πολύ από την ελληνική πραγματικότητα» λέει ο Ν.Σ., δάσκαλος σε σχολείο της δυτικής Αττικής. «Σήμερα, όταν μιλάμε για παραβατική συμπεριφορά μαθητών, δεν εννοούμε μόνο τους μαθητές των γυμνασίων και των λυκείων, που μπορείς να πεις ότι είναι έρμαια των εφηβικών ενστίκτων τους. Στα δημοτικά η κατάσταση έχει ξεφύγει τα τελευταία χρόνια και η ζωή των δασκάλων έχει γίνει ανυπόφορη. Ξέρω δασκάλους που έχουν γίνει νευρωτικοί και αναγκάζονται να πάρουν χάπια για να αντέξουν την πίεση που είναι σίγουρο ότι θα υποστούν.

Στα γυμνάσια και στα λύκεια έχεις να αντιμετωπίσεις τη βία των μαθητών, αλλά στα δημοτικά πρέπει να υποστείς και τις παραξενιές του γονέα, ο οποίος επεμβαίνει συνεχώς στο έργο του δασκάλου. Ξέρω συνάδελφο που στα μέσα της περασμένης χρονιάς πήρε άδεια άνευ αποδοχών και δεν ξαναγύρισε στο σχολείο γιατί δεν μπορούσε να αντέξει το bullying που της ασκούσαν μαθητές και γονείς. Προτίμησε να προστατέψει την ψυχική της υγεία, χάνοντας τη δουλειά της». Έχει δοθεί πάρα πολλή εξουσία στα παιδιά, χωρίς να έχουν συνείδηση του τι κάνουν και πώς μπορούν να το ελέγξουν αυτό, οπότε ξεσπούν πάνω σου. Από την άλλη, είναι και οι γονείς που περιμένουν να κάνεις κάτι στραβό για να κάνουν καταγγελία. «Οι γονείς των μικρών τάξεων δεν εμπιστεύονται το σχολείο» λέει ο Μ.Δ., διευθυντής σε ιδιωτικό σχολείο της Αθήνας. «Ακόμα και αν φέρει κάποιο τίτλο και έχει μακρά ιστορία, δεν το εμπιστεύονται, ούτε και όταν τα παιδιά δίνουν δείγματα ότι περνούν πολύ καλά στο σχολικό περιβάλλον.

Οι γονείς είναι πάντα αρνητικά διακείμενοι. Δεν έχουν θετική στάση απέναντι το σχολείο. Ο δάσκαλος πλέον είναι περισσότερο εκτεθειμένος ως μονάδα και δεν ξέρω κατά πόσο ο διευθυντής του μπορεί να τον καλύψει. Είχαμε πέρσι μια μάνα που “είχε κολλήσει” με τον γυμναστή. Του έκανε καταγγελία ότι το παιδί της χτύπησε κατά τη διάρκεια της γυμναστικής. Έφερε το παιδί με πλαστικούς νάρθηκες και επιδέσμους και επέμενε ότι ο γυμναστής δεν έδωσε σημασία. Τον κατήγγειλε στην πρωτοβάθμια και περάσαμε ΕΔΕ – ήταν η πρώτη φορά που πέρασα ΕΔΕ στα τριάντα χρόνια που είμαι δάσκαλος. Ο άνθρωπος αθωώθηκε παμψηφεί γιατί δεν υπήρχαν αποδεικτικά στοιχεία, κανένα χαρτί διάγνωσης, αλλά είχε φτάσει στο σημείο να θέλει να φύγει από το σχολείο. Ένα από τα αιτήματα της μάνας ήταν να αποκαλούμε την κόρη της “πριγκίπισσα” κι εκβίαζε τους δασκάλους να αλλάξουν τον βαθμό της. Υπάρχει μια δικομανία εκ μέρους των γονέων και τα παιδιά σε απειλούν συνεχώς “θα το πω στη μαμά μου και θα σου δείξει”. Ο εκπαιδευτικός δεν θεωρείται επιστήμονας, ειδικά στο δημοτικό. Την παιδαγωγική δεν τη θεωρούν επιστήμη. Λένε στο παιδί “τι σου είπε τώρα ο δάσκαλος ο παπάρας, θα σου πω εγώ που ξέρω πιο πολλά”. Στα ιδιωτικά σχολεία είναι πιο δύσκολο να φέρεις αντίρρηση σε έναν γονέα που ζητάει παράλογα πράγματα, γιατί, σου λέει, “σε ποιον χτυπάς το χέρι, στον εργοδότη σου;”. Το έχω ακούσει κι αυτό».

«Tα σημερινά παιδιά είναι τα παιδιά εκείνων των γονιών που έχουν υπερεπενδύσει σ’ εκείνα ως αντικείμενα λατρείας» λέει η Σ.Ν., παιδοψυχολόγος που εργάζεται σε ιδιωτικό σχολείο της Αθήνας. «Στην πλειοψηφία τους είναι παιδιά χωρίς αδέρφια, μοναδικά και μοναχικά, θα προσθέσω εγώ, που οι γονείς δεν τους επιτρέπουν κανένα έλλειμμα και τα βαφτίζουν με όλη την ορολογία του DSM (Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders) που κυκλοφορεί αθρόα στο Ίντερνετ: χαρισματικά, ίντιγκο, αυτιστικά, δυσλεκτικά, υπερκινητικά, με μαθησιακές δυσκολίες, και η λίστα δεν σταματάει. Είναι τα παιδιά μιας εποχής όπου όλοι κατέχουν τη γνώση, όλοι έχουν άποψη για όλα, οι αυθεντίες έχουν πεθάνει και κυριαρχούν οι αυτιστικές απολαύσεις. Αυτά τα παιδιά είναι οι μαθητές που υποδεχόμαστε στο σχολείο.

Σε αυτό το σχολείο ο εκπαιδευτικός δεν είναι πια ο φορέας της γνώσης. Η πρόσβαση στη γνώση υπάρχει εύκολα και παντού. Ο εκπαιδευτικός δεν είναι πια ο εξουσιοδοτημένος παιδαγωγός. Οι γονείς, στην πλειοψηφία τους έχουν υψηλή μόρφωση, ξέρουν οι ίδιοι το καλύτερο για το παιδί τους σε όλα τα επίπεδα. Για τη μόρφωσή τους, την ψυχολογία τους, τη διατροφή τους, την υγεία τους, για όλα… Ποια η θέση του σύγχρονου εκπαιδευτικού; Η πραγματικότητα δείχνει μια θέση υψηλόβαθμης νταντάς που καλείται συνεχώς να αποδεικνύει την αξία της και να απολογείται για τυχόν λάθη της». «Στα δημοτικά είναι πολύ πιο μεγάλη η καταπίεση του εκπαιδευτικού, γιατί δεν έχεις τρόπους να αντιδράσεις» λέει η Σ.Σ., δασκάλα Ειδικής Αγωγής σε σχολεία του κέντρου της Αθήνας. «Η τιμωρία δεν προβλέπεται από τον νόμο. Δεν μπορείς να βγάλεις έξω από την τάξη ένα παιδί σε αυτή την ηλικία, γιατί είναι μεγάλη η ευθύνη. Είναι πολύ δύσκολη η θέση σου γιατί έχεις και τον φόβο της καταγγελίας του γονέα να σε συνοδεύει σε κάθε σου κίνηση κι αυτό σε ευνουχίζει ως εκπαιδευτικό. Δεν μπορείς να μιλήσεις άσχημα σε ένα παιδί μπροστά σε άλλους, να το μαλώσεις, το πολύ-πολύ να το κάνεις να χάσει δέκα λεπτά από το διάλειμμά του. Για τη δασκάλα των καλλιτεχνικών και των ξένων γλωσσών η κατάσταση είναι πολύ πιο δύσκολη, επειδή μπαίνει στην τάξη πολύ λίγες ώρες την εβδομάδα, δεν προλαβαίνει να χτίσει σχέσεις με τα παιδιά κι αυτό το εκμεταλλεύονται. Φέτος, που διδάσκω σε δύο σχολεία, έχω περισσότερους από 500 μαθητές. Δεν προλαβαίνω να μάθω τα ονόματά τους μέχρι να τελειώσει η χρονιά και μόλις γνωριστούμε, πρέπει να αλλάξω σχολείο. Τα παιδιά μπορούν να γίνουν πολύ σκληρά. Σε ένα από τα σχολεία όπου διδάσκω έφτασαν σε τέτοιο σημείο απόγνωσης τη δασκάλα των Αγγλικών, που έπαθε εγκεφαλικό και αυτήν τη στιγμή είναι σε κώμα! Σε ένα συγκεκριμένο τμήμα κάποιοι μαθητές την πείραζαν, γέλαγαν, την κορόιδευαν. Είχε τρομερό πρόβλημα η γυναίκα, δεν μπορούσε να σταθεί με τίποτα στην τάξη κι όταν παραπονέθηκε στη διεύθυνση, οι γονείς την κατηγόρησαν ότι μιλάει άσχημα στα παιδιά, ότι τα προσβάλλει και τα αδικεί και απείλησαν να τη διώξουν από το σχολείο. Είναι 65 χρονών, κάνα-δυο χρόνια πριν βγει στη σύνταξη, και δεν μπορούσε να σταματήσει τη δουλειά. Η γυναίκα τώρα νοσηλεύεται και δεν ξέρουμε αν θα συνέλθει…».

«Γενικά, συμβαίνουν πολύ ακραία πράγματα στο σχολείο, το παρατηρώ και στην Αθήνα, αλλά και στην επαρχία» προσθέτει η Ε.Κ., δασκάλα σε δημοτικό της Αθήνας. «Στην Αθήνα είναι ανεξέλεγκτα κάποια πράγματα κι αυτό που παρατηρώ είναι ότι τα παιδιά έρχονται στο σχολείο κι έχουν ένα γενικευμένο θυμό μέσα τους. Αυτό ξεκινάει από το σπίτι, γιατί δεν υπάρχει επικοινωνία μεταξύ των γονέων και των παιδιών. Έχει δοθεί πάρα πολλή εξουσία στα παιδιά, χωρίς να έχουν συνείδηση του τι κάνουν και πώς μπορούν να το ελέγξουν αυτό, οπότε ξεσπούν πάνω σου. Από την άλλη, είναι και οι γονείς που περιμένουν να κάνεις κάτι στραβό για να κάνουν καταγγελία. Έχει τύχει να κάνω εφημερία και να είναι γονείς κρυμμένοι στους θάμνους για να δουν αν κάνεις αυτό που θεωρούν εκείνοι σωστό. Αλλιώς, σου κάνουν καταγγελία. Πρόσφατα, σε σχολείο της Αθήνας, σε πολύ καλή περιοχή, σε Ε’ Δημοτικού, την ώρα του μαθήματος ένα παιδί άρχισε να κάνει εσκεμμένα θόρυβο, χτυπώντας μεταλλικές τάπες. Του είπα “Γιωργάκη, αυτό που κάνεις ενοχλεί και πρέπει να το σταματήσεις”. Με έγραψε κανονικότατα κι εγώ συνέχισα να του κάνω παρατηρήσεις, γιατί δεν επιτρέπεται να τον μαλώσεις. Ξεκινήσαμε έναν διάλογο για να τον πείσω ότι αυτό που κάνει δεν είναι σωστό και άρχισε να ωρύεται και να λέει “χοντρομαλακισμένη ηλίθια, θα σου κάνω καταγγελία, θα σε διώξω απ’ το σχολείο”, παίρνοντας το θάρρος από τους γονείς του. Τους λένε “αν σε πειράξει εσένα ο δάσκαλος, εγώ μπορώ να τον διώξω”, σύμφωνα με τη.

Σε αυτή την περίπτωση δεν έχεις κανέναν τρόπο να αντιδράσεις, δεν ξέρεις τι να κάνεις, απλώς του μιλάς. Τα υπόλοιπα παιδιά καταλάβαιναν τι γίνεται, του έλεγαν “σταμάτα” κι αυτός συνέχιζε: “θα φέρω δικηγόρο και θα πας στο σπίτι σου”. Του είπα “ή το σταματάς ή πας στον διευθυντή” και βγήκε έξω, κοπάνησε την πόρτα και άρχισε και κλαίει έξω από την τάξη. Του είπα “πέρνα μέσα”, μπήκε, και ενώ του είχα πάρει τις τάπες, μου όρμησε, άρπαξε το χέρι μου και το γύρισε για να μου τις πάρει. Τις επόμενες μέρες ήμουν με επίδεσμο. Το θέμα δεν έληξε εκεί, συνέχισε να βρίζει, “παλιομαλακισμένη”. Έγινε διάλειμμα κι αυτό ωρυόταν. Δεν υπάρχει γενικά σεβασμός, όχι μόνο προς τους δασκάλους. Και στον παππού του που ήρθε να τον πάρει όταν σχόλασαν έλεγε βρισιές.

 

Το χειρότερο είναι ότι τη Δευτέρα ήρθαν οι γονείς του να μου κάνουν καταγγελία γιατί έκανα bullying στο παιδί τους. Τους έδειξα απλώς το χέρι μου που ήταν δεμένο και δεν συνέχισαν, χωρίς να ζητήσουν, βεβαίως, ποτέ συγγνώμη. Βέβαια, την καταγγελία δεν τη γλίτωσα. Μετά από έναν μήνα έλειπε ο Γιωργάκης και ρώτησα το ξαδερφάκι του “ο Γιώργος που είναι; Είναι άρρωστος;”. “Ναι” μου απαντάει το παιδάκι και ήρθε καταγγελία στο σχολείο επειδή ανέκρινα τον μικρό του ξάδερφο! Επειδή δεν πίστευα ότι είναι άρρωστος, βγάζοντάς τους ψεύτες, κι επειδή άσκησα λεκτική βία απέναντι στο παιδί!

 

Είναι φρικτά αυτά που πρέπει να υποστείς κάθε μέρα. Υπάρχει περίπτωση δασκάλας που έχει παραπάνω κιλά και τα παιδιά κατευθείαν της ορμάνε φωνάζοντας “χοντρή, χοντρή” κι αμέσως ακυρώνεται οποιοδήποτε μάθημα κάνει. Δεν υπάρχει περίπτωση να την πάρουν στα σοβαρά και να ακούσουν τι λέει, γιατί το μόνο που έχουν στο μυαλό τους είναι πώς θα την κοροϊδέψουν. Αυτό είναι κάτι που δεν μπορείς να διαχειριστείς. Ένα παιδάκι προχθές, μόλις το προσπέρασα, με αποκάλεσε “ηλίθια”, αλλά δεν μπορείς να κάνεις κάτι, γιατί ο γονιός θα γυρίσει και θα σου πει “τι είναι αυτό που κάνεις στο παιδί μου;”. Το πρόβλημα ξεκινάει από τους γονείς, γιατί το παιδί πού έχει ακούσει για καταγγελίες; Είναι δυνατόν δέκα χρονών παιδί να σε απειλεί με καταγγελίες;

Παλιότερα, υπήρχε μια συνέπεια. Τώρα, πέρα από την εξουσία που έχει δοθεί στα παιδιά, θεωρούν ότι τους ανήκουν τα πάντα, ότι δεν χρειάζεται να προσπαθήσουν για κάτι. Γενικά, δεν υπάρχει καμία συνέπεια. Έχουν το δικαίωμα να κάνουν τα πάντα, να επιβληθούν στους άλλους με όποιον τρόπο θέλουν, γιατί ξέρουν ότι ο άλλος δεν μπορεί να τους ακουμπήσει, δηλαδή ξέρουν ότι δεν πρόκειται να έχουν συνέπειες. Αυτό ξεκινάει από το κράτος, το οποίο έχει υποβαθμίσει πάρα πολύ τους δασκάλους ως επάγγελμα.

 

Όταν λες δάσκαλος πλέον, πάει το μυαλό σου σε κάτι πολύ εξευτελιστικό. Είμαστε με μια βαλίτσα στο χέρι και πηγαίνουμε τη μία χρονιά σε ένα νησί και την άλλη χρονιά σε άλλο. Είμαι αναπληρώτρια έξι χρόνια, πηγαίνω κάθε χρονιά σε διαφορετικό μέρος, έχω ζήσει διαφορετικούς ανθρώπους, υπάρχουν και ωραία πράγματα, αλλά όσον αφορά το κομμάτι της δουλειάς, δεν μπορούμε να δουλέψουμε όπως θέλουμε. Κοροϊδεύουμε τον κόσμο, έτσι όπως μηδενίζεται η παιδεία, γιατί σου λέει ότι φέτος θα δουλέψεις εδώ και του χρόνου κάπου αλλού, οπότε, ό,τι δουλειά κάνεις δεν έχει νόημα, γιατί θα την αφήσεις στη μέση. Έναν δάσκαλο που τον ξέρεις, τον έχεις γνωρίσει καλά, τον σέβεσαι περισσότερο. Τώρα, μόλις πάει να στρώσει κάτι, σου λένε “μάζεψέ τα και φύγε”. Επίσης, όλα είναι με δικά μας έξοδα, ο μισθός είναι χαμηλός. Όταν βάζεις τον δάσκαλο σε τόσο υποβαθμισμένη θέση, η παιδεία σου θα είναι υποβαθμισμένη. Δεν πρόκειται να ανέβει παραπάνω. Αν δεν φτιάξεις την εικόνα του δασκάλου, αν δεν την αναβαθμίσεις, οι γονείς θεωρούν ότι πάνε τα παιδιά στο σχολείο για να περάσουν την ώρα τους. Άρα, μιλάμε για ένα “πάρκινγκ” που απλώς φροντίζει μερικές ώρες τα παιδιά τους. Υπάρχει μεγάλη απαξίωση. Όταν τον δάσκαλο τον απαξιώνεις από το σπίτι, τι θα κάνει το παιδί στο σχολείο; Παλιότερα είχαν τυφλή εμπιστοσύνη στον δάσκαλο, έλεγαν “άκου τον γιατί αυτός ξέρει”, άρα και το παιδί τον είχε ψηλά. Ενώ ασχολούμαστε με κάτι τόσο ωραίο, είναι ό,τι χειρότερο όταν μπαίνει στη μέση ο φόβος που σου προκαλούν οι γονείς, γιατί ουσιαστικά σε ακρωτηριάζουν, ειδικά όταν το κράτος σού λέει “δεν με ενδιαφέρει η γνώμη σου, θα ακούς τον γονέα. Ο γονιός είναι αυτός που κινεί τα νήματα, εσύ δεν μπορείς να πάρεις καμία πρωτοβουλία, οπότε είναι σαν να σου καταστρέφουν το επάγγελμα.

Υπάρχει πολλή επιθετικότητα και βία. Υπάρχουν παιδιά που τα ρωτάς τι θέλουν να κάνουν στο μέλλον και σου λένε “να γίνω δολοφόνος”, ξέροντας πολύ καλά τι σημαίνει αυτό. Δεν πάει το μυαλό τους, όμως, στις επιπτώσεις που θα έχει αυτό στη ζωή τους. Όταν αυτό το παιδί βγει στην κοινωνία και του πεις “μέχρι εδώ μπορείς”, πώς θα μπορέσει να συμβιβαστεί και να ενταχθεί στην κοινωνίας; Πώς να μην προβεί σε ακραίες συμπεριφορές; Έχω δει πολλά ακραία περιστατικά, τα παιδιά δεν έχουν μάθει τι σημαίνει όριο. Μου έτυχε σε παιδιά Β’ Δημοτικού, στο ολοήμερο, μαθητής να έχει κατεβάσει το παντελόνι της συμμαθήτριάς του και να την πειράζει. Είναι ένα φαινόμενο που συμβαίνει, να χάνονται παιδιά στις τουαλέτες σε ένα μεγάλο σχολείο και να τρέμεις μη συμβεί κάτι ανάλογο. Τα παιδιά θεωρούν ότι όλα επιτρέπονται γιατί και οι γονείς φοβούνται να τους βάλουν όρια, μήπως δεν γίνουν αποδεκτοί, μήπως το παιδί τούς θυμώσει. Αυτό είναι πάρα πολύ κακό για το παιδί. Στο σχολείο όπου ήμουν πέρσι ήταν ένα παιδάκι που κάθε μέρα έβγαζε τούφες από τα μαλλιά των συμμαθητριών του, έσκιζε τα πάντα, τους χτυπούσε όλους, είχε τύχει η κυρία του να εκκενώσει την τάξη δύο φορές επειδή πέταγε καρέκλες στα άλλα παιδιά. Οι σύμβουλοι διέγνωσαν απλώς ότι έχει διάσπαση προσοχής. Οι γονείς δεν δέχονταν ότι το παιδί τους έχει πρόβλημα κι εκείνοι φοβήθηκαν να κάνουν αληθινή διάγνωση, ότι έπρεπε να πάει σε ειδικό σχολείο. Στα βιβλία συμβάντων σχεδόν ποτέ δεν καταχωρίζεται το περιστατικό όπως συνέβη, πάντα τα γράφουν πιο ήπια γιατί έχεις να κάνεις με παιδιά και δεν θέλεις σε καμία περίπτωση να τα στιγματίσεις».

«Η πρώτη μου χρονιά στην εκπαίδευση και συνάμα η πιο συγκλονιστική» λέει η Ν.Ν., καθηγήτρια σε λύκειο της Ρόδου. «Ήμουν νεοδιόριστη σε λύκειο της Καλύμνου. Μια νύχτα ένας μαθητής έβαλε φωτιά κι έκαψε το γραφείο των καθηγητών. Τα μαθήματα διακόπηκαν για μία βδομάδα, μέχρι να καταφέρουν συνεργεία να καθαρίσουν το σχολείο, να αποκατασταθούν, όσο γινόταν, οι ζημιές και να μεταφερθεί το γραφείο των καθηγητών σε έναν άλλο χώρο, που μέχρι τότε χρησιμοποιούνταν ως η αίθουσα της βιβλιοθήκης. Ο λόγος της παραβατικής αυτής συμπεριφοράς; Να χαθούν οι απουσίες μιας μαθήτριας, η οποία προφανώς είχε ξεπεράσει κατά πολύ το επιτρεπτό όριο των απουσιών και είχε σχέση με τον δράστη! Φυσικά, ακολούθησαν ανακρίσεις από την αστυνομία και πολύ γρήγορα όλοι έμαθαν ποιος το έκανε. Δεν του επιβλήθηκε καμία ποινή! Αν και έχουν περάσει χρόνια από τότε, πολλές φορές ακόμα αναρωτιέμαι: άραγε, είναι αυτό προστασία της τοπικής κοινωνίας προς τον συμπατριώτη τους ή συγκάλυψη και υποκρισία;

 

Την ίδια σχολική χρονιά, στο ίδιο λύκειο της Καλύμνου, στη διάρκεια διδακτικής ώρας που εγώ είχα κενό, βρισκόμουν στο γραφείο των καθηγητών. Ενώ όλα κυλούσαν ήρεμα, μπήκε ξαφνικά έντρομος στο γραφείο ο διευθυντής μαζί με έναν άλλο συνάδελφο και μας ενημέρωσε ότι κάλεσε ασθενοφόρο για να μεταφέρει αμέσως μια μαθήτρια στο νοσοκομείο, επειδή κάποιος μαθητής την τραυμάτισε με σουγιά στην κοιλιακή χώρα. Η μαθήτρια είχε ζητήσει άδεια από την καθηγήτριά της για να πάει στην τουαλέτα και ο μαθητής που την τραυμάτισε επίσης ζήτησε άδεια από τον καθηγητή του, γιατί δεν αισθανόταν καλά. Τελικά, όπως μας ενημέρωσαν οι παλιότεροι συνάδελφοι του σχολείου στη συνεδρίαση που ακολούθησε, ο δράστης αντιμετώπιζε σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα. Οι γονείς της κοπέλας αποφάσισαν να μην προβούν σε περαιτέρω δικαστικές ενέργειες και ο σύλλογος των καθηγητών επίσης δεν επέβαλε κάποια ποινή στον δράστη. Κατόπιν συνεννόησης μαζί του, αποφάσισε να διακόψει το σχολείο τη χρονιά εκείνη και να φοιτήσει την επομένη. Αν και έχουν περάσει χρόνια από το περιστατικό αυτό, ακόμα είμαι επιφυλακτική και ελάχιστες φορές δίνω άδεια στους μαθητές μου να βγουν από την τάξη για να πάνε στην τουαλέτα ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο.

Μερικά χρόνια μετά, σε γυμνάσιο της Ρόδου, μια ανοιξιάτικη μέρα είχαμε προγραμματίσει τον μηνιαίο μας περίπατο σε πάρκο πολύ κοντά στο σχολείο. Συνοδεύαμε με τους συναδέλφους τους μαθητές στα στενά δρομάκια του πάρκου και κατευθυνόμασταν σε μια μεγάλη αλάνα, όπου συνήθως τα παιδιά έκαναν αθλητικές δραστηριότητες. Ξαφνικά, εμφανίστηκε στο πάρκο πρώην μαθητής του σχολείου με ένα αυτοκίνητο –το οποίο οδηγούσε προφανώς χωρίς δίπλωμα−, αναπτύσσοντας μεγάλη ταχύτητα και σκορπώντας τον τρόμο στα παιδιά και στους συναδέλφους. Μάλιστα, την ημέρα εκείνη συνοδεύαμε τα παιδιά χωρίς τον διευθυντή, γιατί είχε κάποια επείγουσα δουλειά στη Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Φοβηθήκαμε πολύ! Πώς να αντιδράσεις; Αυτενεργείς!

 

Μια συνάδελφος πήρε τηλέφωνο τον αδελφό της που εργαζόταν στην Τροχαία και τον παρακάλεσε να έρθει αμέσως. Σίγουρα, όλα τα περιστατικά σχολικής βίας και παραβατικότητας, τα οποία απαιτούν από τον εκπαιδευτικό να προβαίνει σε ενέργειες που είναι πέρα από τον ρόλο του και την ειδικότητά του −για τα οποία, άλλωστε, δεν έχει την κατάλληλη δομή, εκπαίδευση και στήριξη−, επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την καθημερινότητά του, και όχι μόνο την εκπαιδευτική. Κάθε τόσο έρχεσαι αντιμέτωπος με καταστάσεις που σε εξουθενώνουν ψυχικά. Προσωπικά, στη διάρκεια της δεκαοκτάχρονης εμπειρίας μου στην εκπαίδευση ευτυχώς δεν έχω να θυμάμαι κάποιο περιστατικό εναντίον μου. Θεωρώ πως καταφέρνω να είμαι πάντα αποδεκτή από την πλειονότητα των μαθητών −να αρέσεις σε όλους δεν γίνεται, είναι και θέμα χημείας, αλλά ευτυχώς με τις φιλολόγους τα παιδιά συνήθως αισθάνονται ένα παραπάνω δέσιμο−, διατηρώντας, ως επί το πλείστον, χαμηλούς τόνους και προσέχοντας πάρα πολύ τα πάντα (εκφράσεις, σκηνική εικόνα, το παράδειγμα που δημιουργείς).

 

Οπωσδήποτε, τα πρώτα χρόνια δυσκολεύτηκα και στενοχωριόμουν, γιατί καταλάβαινα ότι δεν υπήρχε καλό επίπεδο πειθαρχίας στις τάξεις μου σε σχέση με αυτές άλλων, πιο έμπειρων συναδέλφων. Με τον καιρό, όμως, συνειδητοποίησα πως υπεύθυνη γι’ αυτό ήμουν εγώ, γιατί δεν έβαζα σωστά όρια. Τα παιδιά ζυγίζουν με καταπληκτική μαεστρία τα όρια του καθενός, κάτι που έμαθα στην πορεία. Το βλέπω στην κόρη μου, που είναι 1,5 ετών, πόσο μάλλον στους εφήβους. Θυμάμαι, ακόμα, χρόνια πριν, σε μια επιμόρφωση ένας σχολικός σύμβουλος είχε πει χαρακτηριστικά ότι η σχέση που πρέπει να αναπτύσσεις με τους μαθητές είναι σαν το τζάκι: “Αν πας πολύ κοντά, μπορεί να καείς, και αν πάλι πας πολύ μακριά, μπορεί να παγώσεις”. Νομίζω ότι κάτι τέτοιο εφαρμόζω και αποδίδει. Επίσης, αν θέλεις να πετύχεις ως εκπαιδευτικός, χρειάζεται σοβαρότητα, εγρήγορση, διαρκής πειραματισμός και εναλλαγή, τόσο ως προς τις παιδαγωγικές μεθόδους όσο και ως προς τις διδακτικές.

 

Τελικά, τι είναι εκείνο που σε κρατά σ’ αυτό το επάγγελμα; Φυσικά, το ότι νιώθεις ζωντανός, εφόσον βρίσκεσαι διαρκώς σε επαφή με τη νέα γενιά, και οι δύο μήνες διακοπές το καλοκαίρι –για τις οποίες είμαστε διαρκώς στο στόχαστρο άλλων επαγγελματικών κλάδων−, που είναι σίγουρα αρκετοί και συνάμα απαραίτητοι, ώστε να ξεχάσεις όλα τα άσχημα της σχολικής χρονιάς που πέρασε, να κρατήσεις μόνο τα όμορφα, να κάνεις απολογισμό και να ξεκινήσεις τη νέα σχολική χρονιά με όρεξη, μεράκι και όνειρα»…