Η παχυσαρκία των παιδιών κάτω των πέντε ετών έχει φθάσει σε επίπεδα που… προκαλούν «συναγερμό» και μετατρέπεται σε έναν «εφιάλτη με εκρηκτικές διαστάσεις» στις αναπτυσσόμενες χώρες, κυρίως στην Αφρική, όπου το ποσοστό τους έχει διπλασιαστεί από το 1990, προειδοποίησε τη Δευτέρα ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) σε έκθεσή του, στην οποία τονίζει πως ο αριθμός των παχύσαρκων παιδιών ανέρχεται ήδη σε τουλάχιστον 41 εκατομμύρια σε διεθνές επίπεδο.

Σε έκθεση της Επιτροπής για τον Τερματισμό της Παιδικής Παχυσαρκίας (ECHO) που έχει συστήσει ο ΠΟΥ, υπογραμμίζεται ότι επί χρόνια, το φαινόμενο δεν θεωρείτο μείζον πρόβλημα δημόσιας υγείας και επίσης ότι θεωρείτο από ορισμένους πως σχετιζόταν κατά κύριο λόγο με τον τρόπο ζωής και με το πώς οι οικογένειες αντιμετωπίζουν τη διατροφή των παιδιών τους.

Όμως η έρευνα που διεξήχθη για μια περίοδο δύο ετών σε πάνω από 100 χώρες κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι πολιτικές δημόσιας υγείας σε όλο τον κόσμο πρέπει να βρεθούν στην πρώτη γραμμή για να ανασχεθεί η επιδημία αυτή.

«Ποιο είναι το κεντρικό μήνυμα; Ότι δεν φταίνε τα παιδιά», είπε μιλώντας στους δημοσιογράφους ο Πίτερ Γκλάκμαν, συμπρόεδρος της Επιτροπής.

Βιολογικοί παράγοντες, η ανεπαρκής πρόσβαση σε μια ισορροπημένη διατροφή, η μείωση της σωματικής δραστηριότητας στα σχολεία και η έλλειψη κανονιστικών ρυθμίσεων στο εμπόριο διατροφικών προϊόντων που συμβάλλουν στην παιδική παχυσαρκία είναι ανάμεσα στις κύριες αιτίες που συντείνουν στην επιδείνωση της επιδημίας, για την οποία χρειάζεται μια παγκόσμια, συντονισμένη αντίδραση, σημειώνεται στην έρευνα.

Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, ο αριθμός των παχύσαρκων ή υπέρβαρων παιδιών αυξήθηκε κατά 10 εκατομμύρια παγκοσμίως από το 1990, από τα 31 στα 41 εκατομμύρια το 2014, και πλέον υπάρχουν περισσότερα παχύσαρκα και υπέρβαρα παιδιά στις χώρες με χαμηλά και μεσαία εισοδήματα, από ό,τι στις χώρες με υψηλά εισοδήματα.

Στις αναπτυσσόμενες χώρες ο αριθμός των παχύσαρκων παιδιών υπερδιπλασιάστηκε, φθάνοντας τα 15,5 εκατομμύρια το 2014 από 7,5 εκατομμύρια το 1990, εξαιτίας της παγκοσμιοποίησης και της αστικοποίησης, υπογραμμίζεται στην έκθεση του ΠΟΥ.

Ιδιαίτερα στην Αφρική ο αριθμός των παχύσαρκων ή υπέρβαρων παιδιών σχεδόν διπλασιάστηκε, από τα 5,4 εκατομμύρια στα 10,3 το ίδιο διάστημα.

«Το υπερβολικό βάρος και η παχυσαρκία επηρεάζουν την ποιότητα ζωής κάθε παιδιού, καθώς αντιμετωπίζει ένα ευρύ φάσμα εμποδίων, σωματικών ψυχολογικών και για την υγεία του», ανέφερε η Σάνια Νίσταρ, συμπρόεδρος της ECHO.

«Γνωρίζουμε ότι η παχυσαρκία έχει αντίκτυπο και στις εκπαιδευτικές επιδόσεις των παιδιών και αυτό –σε συνδυασμό με την πιθανότητα τα παιδιά να παραμείνουν παχύσαρκα και στην ενηλικίωση τους– έχει μεγάλες συνέπειες για την κατάσταση της υγείας και την οικονομική κατάσταση των ίδιων των παιδιών, των οικογενειών τους, αλλά και του συνόλου των κοινωνιών» στις οποίες ζουν.

Η διαφημιστική προώθηση ανθυγιεινών τροφίμων και αναψυκτικών ήταν ο κύριος παράγοντας για την αύξηση στους αριθμούς των παχύσαρκων και υπέρβαρων παιδιών, ειδικά στις αναπτυσσόμενες χώρες, σημείωσε ο ΠΟΥ.

Σχεδόν τα μισά από τα παχύσαρκα και υπέρβαρα παιδιά κάτω από την ηλικία των πέντε ετών ζουν στην Ασία και το 25% στην Αφρική.

Όπως αναφέρεται στη έκθεση η Λιβύη, η Αίγυπτος, το Μαρόκο, η Αλγερία, η Τυνησία και η Μποτσουάνα έχουν το υψηλότερο ποσοστό υπέρβαρων παιδιών στην Αφρική.

Τα παιδιά που δεν έχουν επαρκή πρόσβαση σε μια ισορροπημένη διατροφή τα πρώτα χρόνια της ζωής τους αντιμετωπίζουν ιδιαίτερα υψηλό κίνδυνο να γίνουν παχύσαρκα, όταν η ποσότητα τροφής που καταναλώνουν και τα επίπεδα δραστηριότητας τους αλλάζουν, σημειώνει ο ΠΟΥ.

Παράλληλα, παιδιά μεταναστών αλλά και αυτοχθόνων πληθυσμών αντιμετωπίζουν επίσης υψηλό κίνδυνο παχυσαρκίας εξαιτίας των απότομων πολιτισμικών αλλαγών και της περιορισμένης πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας.

Η έκθεση επισημαίνει ότι η επιδημία παχυσαρκίας δυνητικά μπορεί να προκαλέσει ανατροπές στις δαπάνες στον τομέα της υγείας σε όλο τον κόσμο και κάλεσε τις κυβερνήσεις να αντιμετωπίσουν μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την υγεία, όπως χαρακτηρίζει το φαινόμενο ο οργανισμός.

Ανάμεσα σε άλλες συστάσεις του, ο οργανισμός προτρέπει τις κυβερνήσεις να προωθούν την υγιεινή διατροφή, τη σωματική άσκηση και ένα υγιές σχολικό περιβάλλον.