Πίνακας περιεχομένων

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με την Εκτελεστική Απόφαση (ΕΕ) 2025/1147 που εκδόθηκε στις 11 Ιουνίου 2025, επέβαλε στην Ελλάδα δημοσιονομική διόρθωση ύψους 415.051.036,74 ευρώ για παρατυπίες στη διαχείριση των αγροτικών ενισχύσεων μέσω του . Το πρόστιμο εντάσσεται σε σειρά κυρώσεων που αφορούν συνολικά 17 κράτη μέλη και συνδέεται με διοικητικές αστοχίες και συστημικές ελλείψεις στον μηχανισμό εφαρμογής των ευρωπαϊκών κανονισμών από τον Οργανισμό.

Σύμφωνα με το non paper του ΥΠΑΑΤ, οι έλεγχοι που εντοπίζουν τις παρατυπίες καλύπτουν την περίοδο από το 2009 έως και το 2023. Ειδικότερα, οι τελευταίοι έλεγχοι αφορούν τα έτη 2016-2023 και συνεπώς αφορούν κυβερνήσεις διαφορετικής πολιτικής κατεύθυνσης, χωρίς δυνατότητα απόδοσης ευθύνης σε ένα μόνο πρόσωπο ή περίοδο.

Δείτε 

ΟΠΕΚΕΠΕ – Οι διορθώσεις σχετίζονται με διοικητικές αστοχίες και όχι με απάτες παραγωγών

Το πρόστιμο δεν αφορά δόλο ή απάτες από την πλευρά των αγροτών, αλλά διοικητικές αδυναμίες στη διαχείριση των κοινοτικών ενισχύσεων. Οι παρατυπίες οφείλονται κυρίως στην ελλιπή εφαρμογή ευρωπαϊκών κανονισμών, λόγω θεσμικών ελλείψεων όπως η απουσία κτηματολογίου και βοσκοτοπικών χαρτών, καθώς και στην υποστελέχωση του ΟΠΕΚΕΠΕ και άλλων εμπλεκόμενων υπηρεσιών.

Παράλληλα, το ΥΠΑΑΤ διαχωρίζει σαφώς τις περιπτώσεις διοικητικών προστίμων από τις δόλιες πράξεις. Στις πρώτες, η επιστροφή κονδυλίων γίνεται μέσω μηχανισμών όπως ο συμψηφισμός ή η κάλυψη από τον προϋπολογισμό. Στις δεύτερες, η ανάκτηση γίνεται μέσω ποινικών διαδικασιών και αφορά υποθέσεις που εξετάζονται από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία και τη Δικαιοσύνη.

Οι διορθώσεις εντάσσονται σε ευρωπαϊκή πρακτική που αφορά και άλλα κράτη μέλη

Η επιβολή δημοσιονομικών διορθώσεων δεν αποτελεί φαινόμενο που αφορά αποκλειστικά την Ελλάδα. Στην απόφαση της 11ης Ιουνίου περιλαμβάνονται συνολικά 17 κράτη-μέλη. Αυτό υποδηλώνει πως οι διαδικασίες ελέγχου και επιβολής κυρώσεων είναι κοινές σε επίπεδο Ε.Ε., γεγονός που δεν αναιρεί την ανάγκη εσωτερικών μεταρρυθμίσεων.

Στο πλαίσιο αυτό, από το 2023 ο ΟΠΕΚΕΠΕ έχει τεθεί υπό την επιτήρηση του ΥΠΑΑΤ, με στόχο την πλήρη εξυγίανσή του και την ενίσχυση της λειτουργικής του επάρκειας. Η πρωτοβουλία αυτή στοχεύει στην ενίσχυση της διαφάνειας και στην αποτελεσματικότερη διαχείριση των κοινοτικών κονδυλίων.

ΟΠΕΚΕΠΕ – Η ευθύνη κατανέμεται σε δύο διακριτές πολιτικές περιόδους

Το ΥΠΑΑΤ επισημαίνει ότι οι διορθώσεις σχετίζονται με δύο διακριτές περιόδους. Μέχρι το 2019, εφαρμόστηκαν διαδικασίες ατεκμηρίωτες και ελλιπείς. Από το 2020 και έπειτα, παρά την προσπάθεια βελτίωσης του πλαισίου, παρέμειναν κρίσιμες θεσμικές αδυναμίες, όπως η απουσία κτηματολογίου, δασικών και βοσκοτοπικών χαρτών και πλήρους κτηνιατρικής βάσης δεδομένων.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έκρινε πως οι βελτιώσεις δεν ήταν επαρκείς για να αποτρέψουν τις δημοσιονομικές διορθώσεις, με αποτέλεσμα την επιβολή κυρώσεων ακόμη και για τις πιο πρόσφατες περιόδους.

Δείτε εδώ 

 Νέο Σχέδιο Δράσης και ένταξη του ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ για διασφάλιση διαφάνειας

Από τον Σεπτέμβριο του 2024, εφαρμόζεται Σχέδιο Δράσης με 45 παρεμβάσεις για την αναδιοργάνωση του ΟΠΕΚΕΠΕ. Το σχέδιο αυτό συμφωνήθηκε με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και προβλέπει σειρά μεταρρυθμίσεων που διασφαλίζουν την πλήρη συμμόρφωση με τους ευρωπαϊκούς κανόνες λειτουργίας, ελέγχου και διαφάνειας.

Παράλληλα, ο ΟΠΕΚΕΠΕ έχει υπαχθεί στην εποπτεία της ΑΑΔΕ, σε μια θεσμική κίνηση που στοχεύει στη θωράκιση της ανεξαρτησίας, της λογοδοσίας και της αξιοπιστίας του Οργανισμού.

Επαναφορά της εμπιστοσύνης των αγροτών και θεσμική διαχείριση της κρίσης

Η πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΑΤ διαχειρίζεται το ζήτημα με θεσμική σοβαρότητα, χωρίς μετάθεση ευθυνών. Όπως αναφέρεται στο non paper, ο στόχος δεν είναι η αναζήτηση ενόχων αλλά η πρόληψη νέων λαθών και η θεμελίωση ενός οργανισμού σύγχρονου, αποτελεσματικού και δίκαιου απέναντι στους παραγωγούς.

Με ετήσιες πληρωμές άνω των 3 δισεκατομμυρίων ευρώ – εκ των οποίων 2,3 δισ. αφορούν άμεσες ενισχύσεις – ο ΟΠΕΚΕΠΕ αποτελεί κρίσιμο πυλώνα για την κοινωνική συνοχή. Η επιτυχία του σχεδίου μεταρρυθμίσεων και η επαναφορά της εμπιστοσύνης των παραγωγών είναι βασική προτεραιότητα για την αγροτική πολιτική της χώρας.