Ειδικότερα, την ασφαλέστερη οδό για την επιστροφή στα που επιμένουν να μην εμβολιάζονται για τον κορωνοϊό και τη λοίμωξη covid-19 αναζητούν οι επιστήμονες και η κυβέρνηση, μετά την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ).

Πιο αναλυτικά, το ανώτατο δικαστήριο έκρινε αντισυνταγματική την παράταση που είχε δοθεί από την κυβέρνηση ως το τέλος του χρόνου για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό των υγειονομικών και έδωσε τη δυνατότητα επανόδου στο σύστημα υγείας από την 1η Ιανουαρίου 2023 στους 2.100 εργαζόμενους σε νοσοκομεία. Ειδικότερα, πρόκειται για 243 γιατρούς, 1.100 νοσηλευτές και 757 διοικητικούς εργαζόμενους που βρίσκονται σε αναστολή από τον Σεπτέμβριο του 2021.

Ωστόσο, η εφαρμογή της απόφασης αποδεικνύεται ένας πολύ δύσκολος γρίφος. Χθες το θέμα τέθηκε σε συζήτηση στη διάρκεια της συνεδρίασης της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, κατόπιν του αιτήματος του υπουργείου Υγείας να καταρτιστεί το σχετικό πρωτόκολλοο βάσει του οποίου θα γίνει η επιστροφή των ανεμβολίαστων υγειονομικών στις εργασίες τους.

Σύμφωνα με πληροφορίες, τα μέλη της Επιτροπής «άνοιξαν» το θέμα χωρίς όμως να προλάβουν να το ολοκληρώσουν. Η εισήγησή τους για το υγειονομικό πρωτόκολλο των ανεμβολίαστων έναντι του κορωνοϊού εργαζομένων του ΕΣΥ αναμένεται την επόμενη ή τη μεθεπόμενη εβδομάδα.

Ο προβληματισμός των επιστημόνων είναι μεγάλος, όπως και το ίδιο το θέμα στην ουσία του. Κι αυτό διότι δεν αφορά τους αρνητές του εμβολίου για τον κορωνοϊό, αλλά γενικά τους αρνητές των εμβολίων μέσα στον χώρο της υγείας.

Οπως μάλιστα ανέφερε μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων στο ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ, «επιδημιολογικά ο κίνδυνος πλέον είναι χαμηλός, το ζήτημα που αναδεικνύεται είναι η επαγγελματική ηθική των υγειονομικών, πως αντιλαμβάνονται οι ίδιοι την ευθύνη τους για την προστασία των ασθενών που καλούνται να περιθάλψουν αλλά και πως η πολιτεία. Πλέον ο κίνδυνος να σταλεί από την επιστημονική κοινότητα ένα τυχόν λάθος μήνυμα για τον εμβολιασμό είναι μεγαλύτερος από τον επιδημιολογικό κίνδυνο που συνιστά η λοίμωξη covid».

Ζητούμενο είναι λοιπόν τώρα το πρωτόκολλο για τους 2.100 εργαζόμενους που δεν εμβολιάστηκαν για τον κορωνοϊό στη διάρκεια της οξείας φάσης της πανδημίας, όμως στην πράξη αυτό μπορεί να λειτουργήσει ως “πιλότος” για τους ανεμβολίαστους έναντι άλλων νοσημάτων υγειονομικούς. Για παράδειγμα, πριν από την πανδημία κορωνοϊού, οι υγειονομικοί που αρνούνταν -και αρνούνται φυσικά ακόμη – να εμβολιαστούν για την εποχική γρίπη προβλημάτιζαν τις επιστημονικές επιτροπές των νοσοκομείων, χωρίς όμως το θέμα να λαμβάνει μεγαλύτερη έκταση. Τωρα στην ατζέντα των προβληματισμών προστίθεται και ο ετήσιος εμβολιασμός έναντι της λοίμωξης covid για τους υγειονομικούς.

Κατά τους ειδικούς της Επιτροπής, το θέμα των ανεμβολίαστων υγειονομικών αναδεικνύει την ανάγκη να ενεργοποιηθούν πλέον νομοθετικά εργαλεία. Αναφέρουν ενδεικτικά τον τρόπο που ρυθμίστηκε το ζήτημα για την κάλυψη των κενών των εργαζομένων που ήταν σε αναστολή, δηλαδή με συμβασιούχους που όμως είχαν υποχρεωτικά εμβολιαστική κάλυψη έναντι του κορωνοιού. Μάλιστα, για αυτούς όπως έχει αναφέρει ο υπουργός Υγείας, κ. Θάνος Πλεύρης, καταβάλλεται προσπάθεια να παραμείνουν στο ΕΣΥ και μετά τις 31 Δεκεμβρίου που λήγουν οι συμβάσεις τους.

Το υγειονομικό πρωτόκολλο για τους ανεμβολιαστους εργαζόμενους σε άλλες θέσεις πλην δομών υγείας, θα αποτελέσει καταρχάς τη βάση και για το πρωτόκολλο για τους γιατρούς, νοσηλευτές και λοιπούς εργαζόμενους στα νοσοκομεία. Η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων είχε εισηγηθεί -και έγινε δεκτό- να πηγαίνουν στην εργασία τους με αρνητικό rapid test που διενεργούν κάθε εβδομάδα και με δική τους δαπάνη. Για τους ανεμβολίαστους υγειονομικούς εξετάζεται να απαιτείται η διενέργεια δύο τεστ την εβδομάδα, με δική τους δαπάνη. Η χρήση μάσκας υψηλής προστασίας θεωρείται επίσης δεδομένη. Σε άλλο επίπεδο, εκτός Επιτροπής, η επιστροφή των ανεμβολίαστων ενεργοποιεί τις διοικήσεις των νοσοκομείων που αναζητούν τρόπο να αξιοποιήσουν τους εργαζόμενους για τις ανάγκες των νοσηλευτικών ιδρυμάτων, αλλά χωρίς να θέσουν σε κίνδυνο τους ασθενείς. Στο πλαίσιο αυτό εξετάζεται αν και πως μπορούν να εργαστούν σε άλλη θέση, για παράδειγμα, ιδίως οι γιατροί και οι νοσηλευτές.