Βλέπουν τις εποχές να περνάνε έχοντας τη δική τους σφραγίδα. Αναπτύσσονται διαρκώς αλλάζοντας κάθε μέρα την εικόνα της επιστήμης συνολικά. Χρησιμοποιούν όλο και πιο πολύ τις νέες τεχνολογίες και ξεπετάγονται με ρυθμούς που πλέον δεν προλαβαίνουν να τους αφομοιώσουν ακόμα και οι πιο ειδικοί επιστήμονες.

Του Νίκου Τσούλια


Είναι οι Φυσικές Επιστήμες. Μακρύ το ταξίδι τους, άγνωστος ο προορισμός τους πέραν του γενικού για όλες τις επιστήμες προορισμού της βελτίωσης της ζωής του ανθρώπου. Έρχονται από πολύ μακριά. Η γέννησή τους θα ξεκινήσει από τους αρχαίους Έλληνες φιλόσοφους των παραλίων της Μικράς Ασίας, του Αιγαίου και του γενικότερου ελληνικού χώρου. Οι πρώτοι επιστήμονες είναι και φιλόσοφοι, είναι οι φιλόσοφοι των φυσικών επιστημών. Άλλωστε, εδώ θα ξεκινήσει και το ταξίδι του ο ανθρώπινος διαφωτιστικός στοχασμός, αφού «ο Ηράκλειτος καθιερώνει για πρώτη φορά, εκτός από την έννοια του Γίγνεσθαι και την έννοια του Λόγου, που έκτοτε δεσπόζει στη φιλοσοφική σκέψη, ακόμα και στη θεολογική»[i]. Μετά θα αναπτυχθεί η φιλοσοφία ευρύτερα και θα αφορά περισσότερο τη σφαίρα του ανθρώπου με τον Σωκράτη και τον Πλάτωνα.

Η Ατομική θεωρία – περί της δομής και της ασυνέχειας της ύλης – θα είναι τομή στην ανθρώπινη σκέψη και θα παραμείνει ένα από τα πιο ισχυρά και διαχρονικά επιστημονικά ρεύματα στην ιστορία του ανθρώπου, για να ενώνει τις αναζητήσεις μας και τα ερωτήματά μας εδώ και χιλιάδες χρόνια πριν και ποιος ξέρει για πόσες χιλιάδες χρόνια ακόμα. Η Ατομική θεωρία δεν φοβάται το χρόνο, τον εκμηδενίζει και αργότερα όταν θα γεννηθεί η δίδυμή της θεωρία που αφορά μόνο τη μορφή της έμβιας ύλης – η Εξελικτική θεωρία – θα αποτελέσουν ένα ισχυρό και σταθερό πλαίσιο αναφοράς στη διαρκή μεταβλητότητα της έρευνας.

Στην Αναγέννηση θα είναι οι Φυσικές επιστήμες που θα σηκώσουν τη σημαία του νέου κινήματος του διαφωτισμού, θα συνδεθούν με το κραταιό ρεύμα του Θετικισμού και θα προκαλέσουν τη γέννηση της βιομηχανικής επανάστασης. Η άλλη επανάσταση, η Γαλλική – που μαζί με τη βιομηχανική θα είναι η διττή επανάσταση που αποτελεί το κινούν αίτιο της νεωτερικότητας – θα συνδεθεί με τα κοινωνικά κινήματα, με την πολιτική θεωρία και αρκετά αργότερα με την ανάδυση των κοινωνικών επιστημών.

Οι Φυσικές επιστήμες έχουν συγκριτικά πλεονεκτήματα σε σχέση με τις άλλες περιοχές της γνώσης. Το πείραμα και το εργαστήριο αποτελούν τα πιο στέρεα μεθοδολογικά εργαλεία παραγωγής της γνώσης. Εδώ η ύλη δεν προσεγγίζεται απλά και μόνο ως παρατηρούμενο πεδίο. Εδώ η ύλη μετασχηματίζεται στις πιο ακραίες συνθήκες, για να γνωρίσουμε και τις πιο κρυφές πτυχές της. Εδώ μελετάμε την πιο μακρινή ύλη, του χώρου και του χρόνου. Ξαναγεννάμε την πρώτη μας στιγμή, τη στιγμή που ξεκίνησαν όλα, η ύλη και ο χρόνος, το σύμπαν και η ανθρώπινη συνείδηση και σκέψη. Το CERN αναδεικνύεται ως η πιο βασική εστία της ερευνητικής ανησυχίας του σύγχρονου ανθρώπου, ως πεδίο αναθεώρησης της συνολικής ματιάς μας για τη Φύση.
Μετά την πρώτη επιστημονική επανάσταση των αρχαίων Ελλήνων που είχε το άρωμα των φυσικών επιστημών, μετά τη δεύτερη επανάσταση της αναγέννησης του Νεύτωνα, του Γαλιλαίου, του Κοπέρνικου κλπ που και αυτή είχε το ίδιο άρωμα, θα έλθει η νέα εποχή, στην οποία αρχικά με εργαλείο τη μαθηματική σκέψη (και απόρροια τις θεωρίες της Σχετικότητας του Αϊνστάιν) και στη συνέχεια με εργαλείο τις νέες τεχνολογίες και με άγνωστες ακόμα τις απόρροιες, η ανθρώπινη σκέψη βρίσκεται σε ένα διαρκές ταξίδι στο αξιερώτητο, στην έρευνα και στο στοχασμό και μέσω του ταξιδιού των φυσικών επιστημών αλλάζει τον κόσμο και τον άνθρωπο.
Κατά τον 19ο αιώνα θα είναι η Γεωλογία που θα κάνει σημαντικά βήματα για να ανασυστήσει τα μακρινά γεγονότα που συνέβησαν στον πλανήτη μας, αργότερα και αφού έχει περάσει στη φάση ωριμότητας πλέον η Φυσική με τους νόμους του Νεύτωνα, θα είναι και πάλι η Φυσική που στον 20ο αιώνα θα συγκεντρώσει τον βαθύ πυρήνα της επιστήμης, για να προστεθούν η Χημεία και κυρίως η Βιολογία αρχικά με την κυτταρική θεωρία, μετά με τη θεωρία της εξέλιξης, μετά με τη δομή DNA και σήμερα με τη μηχανική γενετική και με τη βιοτεχνολογία, που με τις διαρκείς ανακαλύψεις τους και με τα όλο και πιο νέα ερωτήματά τους θα κινούν ισχυρές δυνάμεις γραφής της ιστορίας του ανθρώπου. Οι Φυσικές επιστήμες παραμένουν καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας του ανθρώπου ζωντανό πεδίο προβληματισμού και στοχασμού, παραμένουν ένα διαρκώς διεγερμένο εργαστήρι επίλυσης προβλημάτων και δημιουργίας νέων εικόνων του κόσμου.

Στην εκπαίδευση θα πάρουν τη θέση που τους αξίζει και θα συγκεντρώνουν το πιο θερμό ενδιαφέρον – ανεξάρτητα από επαγγελματικές επιλογές – από τους μαθητές και τις μαθήτριες. Ασκούν γοητεία και έλξη στα παιδικά ερωτήματα και στις εφηβικές αναζητήσεις. Τροφοδοτούν θεαματικά τις νεανικές πνευματικές ανησυχίες. Ωστόσο, στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα δεν θα συναντούν κάποιου είδους ολοκλήρωση. Ενώ το θεωρητικό πλαίσιό τους είναι καλό συγκρινόμενο με το αντίστοιχο των άλλων ευρωπαϊκών χωρών, στο πρακτικό επίπεδο, στην εργαστηριακή τους προσέγγιση και στον ερευνητικό τομέα υστερούν.
Έχουμε πολλές δυνατότητες βελτίωσης των μαθησιακών πεδίων των Φυσικών επιστημών στην εκπαίδευση. Εδώ οφείλουμε να αναπτύξουμε τη διαθεματικότητα και τη διεπιστημονικότητα μεταξύ των διάφορων περιοχών των Φυσικών επιστημών, ως μια ευρεία μεθόριο συνάντησης των επιμέρους προβληματισμών για να καρποφορεί το πάντα ανήσυχο πνεύμα της έρευνας. Και έχει πολύ μεγάλη σημασία η διδασκαλία των φυσικών επιστημών στην εκπαίδευση. Επηρεάζει τις επιλογές των μαθητών / μαθητριών, αναπτύσσει συναισθηματικούς δεσμούς, καλλιεργεί ισχυρές τάσεις δια βίου γνώσης και μάθησης. Πόσοι και πόσοι νέοι και νέες δεν έκαναν επιλογές ζωής επηρεασμένοι από τον τρόπο διδασκαλίας ενός μαθήματος, αλλά ακόμα και από τον οίστρο ή και από το ήθος ενός μόνο εκπαιδευτικού;

Είχα από πολύ μικρός μια πολύ σαφή κλίση για τις θετικές επιστήμες και τα μαθηματικά. Την έχασα κατά τη διάρκεια των γυμνασιακών μου σπουδών γιατί δεν είχα καθηγητές που ν’ αξίζουν κάτι παραπάνω από ένα ξερό σύκο. Έτσι, μετά την πρώτη γυμνασίου δεν έκανα πια μαθηματικά, διάλεξα αντίθετα τα ελληνικά και πάντως, στο τέλος του τρίτου μου χρόνου, έδειξα απρόοπτα ότι είχα διατηρήσει μια «ικανότητα» αξιοσημείωτη. Με φώναζαν ελληνίζοντα φυσικό.
Γκράμσι Α., Γράμματα από τη φυλακή
[i] Αλατζόγλου – Θέμελη, Κ. (2005), Προσωκρατικοί: οι μακρινοί πρόγονοι της Διαλεκτικής, Ουτοπία, σ. 34