Μειώνεται διαρκώς η μαθητική διαρροή στην – “ στην ελληνική Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (2013-2016)”: η πρώτη έρευνα του Παρατηρητηρίου για τα θέματα καταγραφής και αντιμετώπισης της μαθητικής διαρροής

Μπορεί η να υπολείπεται των ευρωπαϊκών χωρών σε “καλές” επιδόσεις, μπορεί αρνητικές πρωτιές να έχει πολλές, υπάρχει όμως ένας τομέας στον οποίο παρουσιάζει σαφώς καλύτερη εικόνα: η πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου είναι σήμερα πολύ μικρότερη από τον ευρωπαϊκό στόχο για το 2020. Βάσει των στοιχείων του 2015 που συγκεντρώνει η Eurostat, ο μαθητικός πληθυσμός που εγκατέλειπε το σχολείο πριν από τη Δευτεροβάθμια ανήλθε σε ποσοστό 7,9%. Οι εκτιμήσεις της αρχής για το 2016 αναφέρουν ότι μόλις το 6,5% του μαθητικού πληθυσμού της χώρας δεν συνέχιζε τη φοίτησή του σε Γενικά και Επαγγελματικά Λύκεια. Την ίδια ώρα οι Ευρωπαίοι γείτονές μας έχουν στόχο του 2020 την υποχώρηση της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου στο 10%…

“Φαίνεται πως ακόμη και μέσα στην κρίση το σχολείο αποτέλεσε καταφύγιο για τα παιδιά. Η εικόνα που έχουμε όσον αφορά τη μαθητική διαρροή σήμερα δείχνουν ότι ως μέγεθος βαίνει διαρκώς μειούμενη”, σχολιάζει στην “Α” η Ελένη Παπαδοπούλου, μέλος της ερευνητικής ομάδας στο Παρατηρητήριο του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής για τα Θέματα Καταγραφής και Αντιμετώπισης της Μαθητικής Διαρροής. Το Παρατηρητήριο από το 2016 συμμετέχει γνωμοδοτικά στην υλοποίηση του στρατηγικού σχεδιασμού του υπουργείου Παιδείας για τη μείωση της μαθητικής διαρροής. Στο πλαίσιο αυτού του σχεδιασμού υλοποιήθηκαν τα τελευταία χρόνια ενέργειες όπως ο εξορθολογισμός της ύλης σε πολλά μαθήματα, ακόμη και τα σχολικά γεύματα· στο ίδιο πλαίσιο σχεδιάζονται σήμερα και δράσεις εκδημοκρατισμού των σχολείων (λ.χ. μέσω της ενίσχυσης του ρόλου των μαθητικών συμβουλίων ή της αποτίμησης και σχεδιασμού του έργου της σχολικής μονάδας).

Πρόωρη σχολική εγκατάλειψη και

Είναι σημαντικό να διακρίνουμε πως, ενώ η πρόωρη σχολική εγκατάλειψη αφορά νέους που έχουν ολοκληρώσει το πολύ την υποχρεωτική εκπαίδευση (Γυμνάσιο στη χώρα μας), η μαθητική διαρροή (την οποία μελετά το Παρατηρητήριο) αναφέρεται “στην αποστέρηση της δυνατότητας ολοκλήρωσης του σχολείου”, σύμφωνα με τη σχετική μελέτη που δημοσιοποιήθηκε χθες. Η στέρηση του δικαιώματος στην εκπαίδευση “αγγίζει” αναγκαστικά ζητήματα ισότητας και κοινωνικού αποκλεισμού, όπως παρατηρεί η πενταμελής ομάδα του ΙΕΠ που επιμελήθηκε τη μελέτη. Ζητήματα όπως αυτά συνδέονται άμεσα με τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης.

Από το 2008 που υπάρχουν τα τελευταία δεδομένα, τα οποία είχε συγκεντρώσει το τότε Παιδαγωγικό Ινστιτούτο -και μόνο για τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση- μέχρι το 2013, οπότε το πληροφοριακό σύστημα MySchool ξεκίνησε τη συστηματική καταγραφή των αριθμητικών δεδομένων που αφορούν στον μαθητικό πληθυσμό, υπήρξε ένα “κενό πληροφορίας”. Η μεθοδολογία της έρευνας του Παρατηρητηρίου, που μελετά την περίοδο 2013-2016 κατά διαστήματα (2013-2014 και 2015-2016), συμβάλλει στη συγκρότηση μιας πιο διαυγούς εικόνας για την κατάσταση σήμερα. Αυτό που είναι σαφές αφορά το γεγονός ότι η διαχρονική εξέλιξη τόσο του δείκτη ΠΕΣ όσο και της μαθητικής διαρροής μεταβάλλονται στην ίδια κατεύθυνση, επιβεβαιώνοντας ουσιαστικά ότι μέσα στην κρίση το ελληνικό σχολείο κατάφερε να συγκρατήσει τους μαθητές του.

Ένας στους δέκα μαθητές εγκαταλείπει τα ΕΠΑΛ

Την ώρα, πάντως, που όσοι συνεχίζουν μετά το Γυμνάσιο στα Γενικά Λύκεια ολοκληρώνουν σε συντριπτικό ποσοστό τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (η διαρροή στα ΓΕΛ είναι μόλις 1,92%), όσοι μαθητές επιλέγουν τα ΕΠΑΛ “διαρρέουν” κατά 11,02%. Στα Γυμνάσια παρατηρείται αφενός ο μεγαλύτερος όγκος μαθητών που διαρρέουν (4,23% ή 4.338 μαθητές το 2016-2017), ωστόσο αυτό συμβαίνει γιατί εκεί ολοκληρώνεται η υποχρεωτική εκπαίδευση. Το ποσοστό διαρροής από τα ΕΠΑΛ, όμως, που έχουν πολύ μικρότερο όγκο μαθητών ετησίως, αφορά το γεγονός ότι η επαγγελματική εκπαίδευση παραμένει το “μελανό σημείο” του σχολείου, η “λύση ανάγκης” για τους μαθητές.

«Την τελευταία εικοσαετία παρατηρείται σταδιακή υποβάθμιση της επαγγελματικής εκπαίδευσης, απόρροια αναποτελεσματικών εκπαιδευτικών πολιτικών που οδήγησαν στη συνολική αμφισβήτησή της με αποκορύφωμα την κατάργηση σημαντικών τομέων των ΕΠΑΛ, τη διαθεσιμότητα εκπαιδευτικών, τη συρρίκνωση του μαθητικού δυναμικού». Με τα λόγια αυτά περιέγραφε την κατάσταση ο υφυπουργός Παιδείας Δημήτρης Μπαξεβανάκης σε επιστολή του προς τους γονείς, εκπαιδευτικούς και μαθητές των ΕΠΑΛ. Διαβεβαίωνε, πάντως, ότι η επαγγελματική εκπαίδευση αποτελεί προτεραιότητα της σημερινής κυβέρνησης. Αξίζει να επισημανθεί ότι την τελευταία διετία έχουν γίνει θετικές παρεμβάσεις στα ΕΠΑΛ, από τη δομή τους μέχρι την επαναφορά των διαθεσίμων. Αν έχουν αποτέλεσμα, θα φανεί τα επόμενα χρόνια.

Στρατηγική για την αντιμετώπιση της σχολικής διαρροής

Εντάσσονται πάντως στη συνολική στρατηγική για την αντιμετώπιση της σχολικής διαρροής, που εκτείνεται σε τρεις άξονες:

α. Πρόληψη της Μ.Δ. μέσω δράσεων για την αναβάθμιση της εκπαίδευσης

β. Παρεμβατικά μέτρα για την αντιμετώπιση των αναγκών ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων (αξίζει να αναφερθεί εδώ ότι τα μεγαλύτερα ποσοστά Μ.Δ. εμφανίζονται στην περιφέρεια της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, τόσο στην πρόσφατη όσο και σε παλαιότερες έρευνες. Αύξηση καταγράφεται και στη Θεσσαλία στα Γυμνάσια).

γ. Αντισταθμιστικά μέτρα (Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας, δράσεις της Γενικής Γραμματείας Διά Βίου Μάθησης και Νέας Γενιάς).

Όσο μεγαλύτεροι, τόσο συχνότερα εγκαταλείπουν οι μαθητές

Αξίζει να σημειώσουμε ότι το ποσοστό της διαρροής αυξάνεται σημαντικά όσο μεγαλώνει η ηλικία των μαθητών. Στο Γυμνάσιο οι μαθητές που απέχουν πάνω από τέσσερα χρόνια από τη βασική ηλικιακή ομάδα της τάξης διαρρέουν κατά 85%. Στο μεταξύ τα αγόρια εγκαταλείπουν το Γυμνάσιο σε ποσοστό 35% σε σχέση με τα κορίτσια.

Η μαθητική διαρροή είναι ακόμη μεγαλύτερη στην Αττική, όπου συγκεντρώνεται το ένα τρίτο του μαθητικού πληθυσμού. Ιδιαίτερα προβληματική περιοχή θεωρείται η Δυτική Αττική σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης και τύπους σχολείου. Εκεί παρατηρούνται οξύτερα προβλήματα που άπτονται ακόμη και της ποιότητας της σχολικής στέγης…

* Σε σύνολο 7.530 Δημοτικών Σχολείων, Γυμνασίων, ΓΕΛ και ΕΠΑΛ (το 2013-2014) μελετήθηκαν τα 7.504 και 398.414 εγγεγραμμένοι μαθητές (κατά τις Α’ και Δ’ τάξεις στα Δημοτικά και της Α’ τάξης σε Γυμνάσια, ΓΕΛ και )