Το ότι η εκπαιδευτική πολιτική της ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας είναι σε αντίθεση με τις προκλήσεις του σχολείου και σε αναντιστοιχία με την εκπαιδευτική πραγματικότητα διαφαίνεται και στα αδιέξοδα και στο ανεφάρμοστο που per se συναντά

Του

Χαρακτηριστικές είναι οι περιπτώσεις στην πρόσφατη νομοθετική παρέμβαση του Υπουργείου, στις οποίες μέσω τροπολογιών επιχειρείται η διόρθωση των κακώς κείμενων. Ωστόσο, η Υπουργός δεν αναρωτιέται γιατί χρειάζεται αυτή η εμβαλωματική πολιτική παρέμβαση – ακριβώς γιατί στο πνεύμα της αλαζονείας, που την χαρακτηρίζει, δεν δέχεται αμφισβήτηση στο αλάνθαστο των επιλογών της.

Ας δούμε συγκεκριμένα τι συμβαίνει. Στο άρθρο 1 της  υπ. αριθμ. 1204/119 Υπ. Τροπολογίας αναφέρεται. «Για την ενίσχυση του εκπαιδευτικού προσωπικού και των μελών Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού – Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού, που απασχολείται σε δομές πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, οι οποίοι είναι και δικαιούχοι του προγράμματος “ψηφιακή μέριμνα”, μπορούν να είναι και δικαιούχοι των επιταγών (voucher) για την αγορά τεχνολογικού εξοπλισμού».

Και να ποια είναι τα αγκάθια της εν λόγω ρύθμισης. α) Υπήρξε σημαντική καθυστέρηση, παρά το γεγονός ότι το κόμμα μας και η εκπαιδευτική κοινότητα απαιτούσαν την εφαρμογή του μέτρου από την αρχή της πανδημίας.  Έτσι όλο το προηγούμενο διάστημα η  τηλεκπαίδευση γίνεται με ελλειμματικό τρόπο αλλά και παραμένει ελλειμματική, για τους λόγους που σημειώνονται παρακάτω. β) Το ποσό που διατίθεται δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες των εκπαιδευτικών – και της αγοράς. γ) Η ταχύτητα σύνδεσης του δικτύου γενικά στα σχολεία της χώρας είναι πολύ χαμηλή .

Γι’ αυτό προτείνεται α) περαιτέρω ενίσχυση του ποσού του voucher, για να αγοραστεί ο αναγκαίος εξοπλισμός και β) η ενίσχυση των υποδομών του ΨΗΦΙΑΚΟΎ ΣΧΟΛΕΊΟΥ, που έχει ατονήσει και έχει παραμείνει όπως ήταν επί των κυβερνήσεων του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Με δεδομένο ότι είναι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και έχουν επενδυτικό χαρακτήρα, θα πρέπει να αναπτυχθούν οι Ψηφιακές Δομές στην εκπαίδευση συνολικά!  Μέχρι τώρα, η ψηφιακή πολιτική της κυβέρνησης στην εκπαίδευση είναι ανύπαρκτη.

Με το άρθρο προβλέπεται επέκταση της μεταβατικής διάταξης περί  μη συμπλήρωσης του Διπλού Μηχανογραφικού και για το έτος 2022-23. Γιατί το Υπ. Παιδείας δεν προβαίνει στην κατάργηση της διάταξης και να παραδεχτεί ότι έκανε λάθος; Κάθε χρόνο θα κάνει την ίδια τροπολογία σε έναν ανεφάρμοστο νόμο;

Το Κίνημα Αλλαγής έχει επισημάνει από την  αρχή το αδιέξοδο του νόμου για το σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Το Διπλό Μηχανογραφικό είναι απομεινάρι μιας κακής ρύθμισης για την εισαγωγή στο πανεπιστήμιο. Δημιουργεί σοβαρά εκπαιδευτικά, κοινωνικά και ηθικά προβλήματα. Εισάγει την πρακτική της λοταρίας στην εισαγωγή των μαθητών στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση. Γιατί μπορεί να εισαχθεί σε ένα τμήμα ένας μαθητής με χαμηλότερη βαθμολογία από έναν άλλον που θα έχει υψηλότερη!

Βασική μας θέση για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια είναι η εφαρμογή του ΕΘΝΙΚΟΥ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΟΥ – όπως ισχύει γενικά στην Ευρώπη-, για να λήξει η διαρκής ενασχόληση με το Σύστημα Πρόσβασης, που όλο αλλάζει εδώ και μισό αιώνα!!

Και άλλο ένα δώρο προς τα ιδιωτικά σχολεία. Με το άρθρο 2 γίνεται προνομιακή αλλαγή. Συγκεκριμένα, μεταξύ άλλων αναφέρεται. «Η εφαρμογή πρόσθετων κριτηρίων αξιολόγησης από τα ιδιωτικά σχολεία είναι δυνατή – πέραν αυτών που ισχύουν για τα δημόσια σχολεία -, εφόσον τα κριτήρια αυτά ορίζονται στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του σχολείου, που προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 11.»

Γιατί δίνεται η δυνατότητα στα ιδιωτικά σχολεία να εφαρμόζουν πρόσθετα κριτήρια; Για ποιο λόγο μόνο τα ιδιωτικά σχολεία έχουν αυτό το προνόμιο; Ποτέ οι κανονισμοί των σχολείων δεν υπέρκεινται της γενικής νομοθεσίας. Με τα πρόσθετα κριτήρια των Κανονισμών Λειτουργίας πολύ απλά θα καταστρατηγούνται οι διατάξεις της σχετικής Νομοθεσίας.

Όταν δεν μπορείς να διαμορφώσεις μια μεταρρυθμιστική πολιτική και κινείσαι είτε στις σκουριασμένες ράγες του παλαιο-συντηρητισμού με μεσαιωνικές αντιλήψεις είτε στις αγοραίες λεωφόρους του νεοφιλελευθερισμού, τα αδιέξοδα θα είναι πάντα παρόντα. Στις σημερινές αναδυόμενες κοινωνίες της γνώσης και της μάθησης απαιτείται εκπαιδευτικό σχέδιο με δημοκρατικό περιεχόμενο με στόχο την ενίσχυση του πολιτισμικού, μορφωτικού και παιδαγωγικού ρόλου του σχολείου.

Γραμματέας του Τομέα Παιδείας του Κινήματος Αλλαγής