: Σύμφωνα με επιστήμονες στη Βρετανία, οι άνθρωποι που είναι πιο ευάλωτοι στην Covid-19 πιθανώς θα χρειασθούν μία τρίτη ενισχυτική ή αναμνηστική δόση του εμβολίου /BioNTech αργότερα εντός του έτους

 

Έτσι, σύμφωνα με τους  ερευνητές του Ινστιτούτου Φράνσις Κρικ και του Πανεπιστημιακού Κολλεγίου του Λονδίνου (UCL), μεταξύ των οποίων ο Έλληνας Γιώργος Κασσιώτης, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό «The Lancet», σύμφωνα με τους «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς», ανέφεραν ότι τα επίπεδα εξουδετερωτικών αντισωμάτων σε όσους έκαναν τις δύο δόσεις του εν λόγω ήταν κατά μέσο όρο τουλάχιστον πέντε φορές χαμηλότερα έναντι τις παραλλαγής Δέλτα, σε σχέση με το αρχικό κινεζικό στέλεχος.

Μετά από την πρώτη δόση του το 32% των εμβολιασθέντων -ο ένας στους τρεις- εμφάνισαν αισθητή ανοσιακή απόκριση αντισωμάτων έναντι της ινδικής παραλλαγής Δέλτα, σε σχέση με ποσοστό 79% των εμβολιασθέντων έναντι του αρχικού ιού που είχε ανιχνευθεί στη Γουχάν.

Η λοιμωξιολόγος Έμα Γουόλ του UCL δήλωσε πως «το πιο σημαντικό πράγμα είναι να διασφαλιστεί ότι τα κρατούν όσο γίνεται περισσότερους ανθρώπους εκτός νοσοκομείων» και, όπως είπε, «τα ευρήματά μας δείχνουν ότι ο καλύτερος τρόπος για να το πετύχουμε αυτό είναι να χορηγούμε γρήγορα τις δεύτερες δόσεις και να παρέχουμε ενισχυτικές δόσεις σε όσους μπορεί να μην έχουν επαρκώς υψηλή ανοσία έναντι των νέων παραλλαγών του ».

Η καθηγήτρια Ανοσολογίας και Λοιμωξιολογίας Ελεάνορ Ράιλι του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου σημείωσε ότι, όπως δείχνουν τα νέα στοιχεία, «τα εμβόλια πιθανώς παρέχουν κάπως μικρότερη προστασία έναντι της λοίμωξης με την παραλλαγή Δέλτα». Πρόσθεσε, όμως, πως η απόκριση των αντισωμάτων δεν είναι ο μοναδικός παράγοντας που καθορίζει την αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού.

«Αυτά τα δεδομένα δεν μπορούν να μας πουν εάν το θα είναι λιγότερο αποτελεσματικό για την αποτροπή της σοβαρής νόσου, τη νοσηλεία ή τον θάνατο. Πρέπει να περιμένουμε για τα πραγματικά στοιχεία».

«Έχουμε λόγους να είμαστε αισιόδοξοι, καθώς άλλες ανοσιακές αποκρίσεις, όπως των Τ-λεμφοκυττάρων, επίσης συμβάλλουν στην προστασία έναντι της σοβαρής νόσου και αυτές μπορεί να επηρεάζονται λιγότερο από τις μεταλλάξεις του κορονοϊού που επιδρούν στα εξουδετερωτικά αντισώματα», συμπλήρωσε.

Η Pfizer, σύμφωνα με τη βρετανική εφημερίδα, σχολίασε ότι ακόμη δεν έχει δει τη μελέτη των Francis Crick-UCL.