Δυσανάλογα ακριβό παραμένει το λεγόμενο «καλάθι της νοικοκυράς» στην Ελλάδα, καθώς, αν και η αγοραστική δύναμη διαρκώς φθίνει, οι τιμές, και μάλιστα σε βασικά είδη διατροφής, βρίσκονται σε σταθερά υψηλά επίπεδα, προκαλώντας αιμορραγία στον ούτως ή άλλως φτωχό οικογενειακό προϋπολογισμό.

Οι διαδοχικές αυξήσεις του ΦΠΑ και κυρίως αυτή που έγινε πέρυσι το καλοκαίρι με την υπαγωγή σειράς τροφίμων από τον συντελεστή 13% στον συντελεστή 23% –και τώρα πλέον 24%– προκαλεί υποχώρηση της κατανάλωσης και με τη σειρά τους βιομηχανία και λιανεμπόριο, για να αντισταθμίσουν τις απώλειες στην εγχώρια αγορά, διατηρούν ή και αυξάνουν τις τιμές.

Ουσιαστικά δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος ακρίβειας και ζημιών για την αγορά, με την έξοδο από αυτόν, σύμφωνα με την Καθημερινή, να μην είναι ακόμη ορατή.

Στην… πρωτοπορία

Αν και η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε καθεστώς αποπληθωρισμού για 41ο συνεχή μήνα (με βάση τα στοιχεία έως και τον Ιούλιο του 2016), οι τιμές στα τρόφιμα, οι οποίες έχουν και σημαντική στάθμιση στη διαμόρφωση του γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή, είναι σημαντικά αυξημένες σε σύγκριση με πέρυσι. Μάλιστα, οι μεταβολές των τιμών σε αρκετές περιπτώσεις είναι πολύ μεγαλύτερες από αυτές στην υπόλοιπη Ευρωζώνη.

Τον Ιούλιο του 2016, με βάση τα στοιχεία της Eurostat, οι τιμές των τροφίμων γενικά στην Ελλάδα ήταν αυξημένες κατά 2,3% σε σύγκριση με ένα χρόνο πριν, όταν η αντίστοιχη μεταβολή στην Ευρωζώνη ήταν 0,9%.

Οι αυξήσεις σε φρούτα, λαχανικά και έλαια θυμίζουν εποχές που η ελληνική οικονομία βρισκόταν υπό το βάρος υψηλών πληθωριστικών πιέσεων.

Τα έλαια –συμπεριλαμβανομένου του ελαιολάδου που κυρίως χρησιμοποιείται στην Ελλάδα– πωλούνται ακριβότερα κατά 9,5%, με την αύξηση στην Ευρωζώνη να είναι 2,9%.

Οι τιμές των φρούτων έχουν αυξηθεί κατά 4,2%, με την αύξηση να είναι ελαφρώς χαμηλότερη από την αντίστοιχη στην Ευρωζώνη (4,9%), ενώ οι τιμές των λαχανικών είναι αυξημένες κατά 7% στην Ελλάδα σε σύγκριση με πέρυσι, έναντι αύξησης 5,6% στην Ευρωζώνη. Οι τιμές σε ψωμί και δημητριακά έχουν αυξηθεί κατά 2% σε ετήσια βάση, όταν στην Ευρωζώνη η αύξηση κατά το ίδιο χρονικό διάστημα ήταν μόλις 0,2%.

Σημαντικές αυξήσεις παρατηρούνται, εξάλλου, και σε σειρά άλλων τυποποιημένων τροφίμων και ποτών, όπως τα αλκοολούχα ποτά (4,3%), τα ζαχαρώδη-σοκολατοειδή (5,1%), τα τυποποιημένα λαχανικά (2%), σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ).

Στην ουσία και το 2016 –και ενώ νοικοκυριά και επιχειρήσεις έχουν επιβαρυνθεί με νέα φορολογικά βάρη και με περικοπές σε μισθούς και συντάξεις– συνεχίζεται το σερί ακρίβειας σε είδη πρώτης ανάγκης, το οποίο έχει αποτυπωθεί με εντυπωσιακό τρόπο και το 2015.

Το ΑΕΠ

To 2015 το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Ελλάδα βρισκόταν στο 71% του μέσου κοινοτικού όρου, ενώ ο δείκτης της πραγματικής ιδιωτικής κατανάλωσης (AIC) στο 81% του μέσου κοινοτικού όρου (σ.σ. ο δείκτης αυτός καταγράφει τα αγαθά και τις υπηρεσίες που κατανάλωσαν τα νοικοκυριά, ανεξαρτήτως αν αυτά πληρώθηκαν από ιδιώτες ή από το κράτος και θεωρείται ότι απεικονίζει ακριβέστερα την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών).

Με βάση τα στοιχεία για το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, η Ελλάδα βρίσκεται στην 22η θέση μεταξύ των «28» της Ευρωπαϊκής Ενωσης, χαμηλότερα και από πολλά νέα κράτη-μέλη και στη 17η θέση από πλευράς πραγματικής ιδιωτικής κατανάλωσης.

Ωστόσο, τα στοιχεία της Eurostat (τα οποία αποκάλυψε η «Κ» τον περασμένο Ιούνιο) έδειξαν ότι η Ελλάδα είναι η 2η ακριβότερη χώρα μεταξύ των «28» στο γάλα και τ’ αυγά, η 4η ακριβότερη στα ψάρια, η έκτη ακριβότερη σε ψωμί και δημητριακά, ενώ ακόμη και στο λάδι είναι η 8η ακριβότερη χώρα, με τις τιμές να είναι κατά 16% πάνω από τον μέσο κοινοτικό όρο.

enikonomia