Όταν έχεις έπαρση και αλαζονεία χωρίς καμιά ουσία, εύκολα καταρρέεις. Όταν δεν έχεις πρόταση για τη βελτίωση της εκπαίδευσης και παρουσιάζεις τον αναχρονισμό ως «πρόοδο», εύκολα αποκαλύπτεσαι.


Γραμματέα του Τομέα Παιδείας
του Κινήματος Αλλαγής

«Δεν θα κάνω βήμα πίσω», διαλαλούσε η κ. Κεραμέως και για το Νομοσχέδιο και για την κάμερα στο σχολείο. Βήμα πίσω πράγματι δεν έκανε. Αντίθετα, σημειώθηκε άτακτη φυγή στην πράξη και βερμπαλισμός στα λόγια, για να αποκρυφτεί η πολιτική υποχώρησή της – εις μάτην όμως.
«Δεν μίλησα ποτέ για κάμερα στη σχολική αίθουσα», μας διακήρυξε η Υπουργός. Ολόκληρη η ελληνική κοινωνία παρακολουθούσε μια διαμάχη μεταξύ της ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας εναντίον όλων: των άλλων κομμάτων, των εκπαιδευτικών και των κοινωνικών φορέων και η κ. Κεραμέως μας λέει ότι δεν καταλάβαμε καλά και ότι έχουμε σκοπιμότητες…

Όμως η ίδια ξηλώνει σημεία του Νομοσχεδίου, που είχαν τόσο αντιδραστικό περιεχόμενο (για παράδειγμα η καθιέρωση της ηλικίας των 17 ετών για την εγγραφή στα ΕΠΑ.Λ.), και δεν μπορεί να σταθμίσει σε τι θα ισορροπήσει. Αλλά όταν το Νομοσχέδιο δεν έχει καμιά μορφωτική ουσία και συνολικό σχέδιο για την εκπαίδευση αλλά είναι μπαλώματα επί μπαλωμάτων, πώς μπορεί να σταθεί;
Αποτύχατε κ. Υπουργέ. Όσο είστε σ’ αυτή τη θεσμική θέση, θα είστε διαρκής όμηρος των αποτυχημένων νομοθετικών πρωτοβουλιών σας. Η δημαγωγία τελικά δεν ήταν προνόμιο του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Αλλά ο λαϊκισμός όσο δημοφιλής είναι στην αρχή της εκφοράς του, τόσο απεχθής είναι στην τελική του έκφραση, στην απλή επαφή του με την πραγματικότητα.

Αναρωτηθήκατε, ποιο θα ήταν το πολιτικό και εκπαιδευτικό μήνυμα που θα απέμεινε σε ύστερη φάση μετά την ψήφιση του Νομοσχεδίου; Η επαναφορά της διαγωγής στο απολυτήριο του λυκείου, το εθνικό απολυτήριο που χάθηκε λίγο πριν το τέλος (γιατί ήταν αδειανό πουκάμισο), η σχολειοποίηση του νηπιαγωγείου;

Για την κάμερα στο σχολείο είπατε ότι «ο εκπαιδευτικός δύναται, ότι είναι στη δική του ευχέρεια». Γιατί όμως «δύναται»; Αν το μέτρο είναι καλό – κατά τη γνώμη σας –, δεν θα έπρεπε να είναι εφαρμοστέο; Γιατί, σας διαμήνυσαν προφανώς ότι οι εκπαιδευτικοί θα το απέρριπταν, αφού κάτι τέτοιο θα σήμαινε την πλήρη απαξίωση της διδασκαλίας, της διαπαιδαγώγησης, του σχολείου, των μαθητών, των εκπαιδευτικών. Και έτσι για να «σκεπαστεί» η αποτυχία του επινοήσατε το «δύναται».

Αλλά η εκπαιδευτική πραγματικότητα έχει πάντα μια ξεχωριστή δύναμη, αποκαλύπτει την ουσία των πραγμάτων. Το φάντασμα (γιατί τέτοιο έχει ήδη απομείνει…) της κάμερας στη σχολική αίθουσα θα μείνει ως το αντιπαιδαγωγικό μαύρο στίγμα σας στην ιστορία της εκπαίδευσης!
Πιστέψατε ότι χάρη στο κλίμα συναίνεσης για την πανδημία θα παίρνατε και εσείς κάτι αντίστοιχο, θα ήσασταν στον «αφρό του κύματος». Αλλά το μήνυμά σας ήταν αρνητικό για την εκπαίδευση.
Πρώτον, έχετε πρόταση αποδόμησης της εκπαίδευσης και μάλιστα με ένα υβρίδιο πρωτόγνωρο: αναχρονισμού και νεοφιλελευθερισμού.
Δεύτερον, εμφανίζεστε «να αγνοείτε» τι είναι η εκπαίδευση και η παιδεία – η ιστορία τους, οι ανάγκες τους, οι προοπτικές τους, οι προκλήσεις της εποχής.

Τρίτον, θεωρείτε ότι η εκπαίδευση είναι διοικητικός οργανισμός και διοικείται από το Υπουργείο αγνοώντας τους πάντες και επομένως αρκεί η δική σας «αυθεντία».
Τέταρτον, «ξεχάσατε» εντελώς την παιδαγωγική και την πολιτισμική διάσταση του σχολείου. Στο Νομοσχέδιο δεν υπάρχει ούτε μια θεωρητική αναφορά – εκτός αν εννοείτε παιδαγωγική διάσταση, την επαναφορά της αναγραφής διαγωγής στο Απολυτήριο του λυκείου.
Πέμπτον, δεν εκτιμήσατε καλά τη δυναμική των εκπαιδευτικών. Νομίσατε ότι τα ΜΜΕ θα φροντίσουν να «αποδείξουν» ότι οι εκπαιδευτικοί είναι συντεχνία ή δεν θέλουν την κάμερα γιατί φοβούνται τι θα πει ο κόσμος που «δεν κάνουν καλά το μάθημά τους».
Προφανώς, η Ν.Δ. δεν μπορεί να διαμορφώσει εκπαιδευτικό μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα. Είναι απόλυτα ξένο – εχθρικό προς την ιδεολογία της και την πολιτική της. Ως εκ τούτου, η ηγεσία του ΥΠΑΙΘ θα βρει απέναντί της τα πολιτικά κόμματα, το εκπαιδευτικό κίνημα, τους εκπαιδευτικούς, την κοινωνία.