Ι . Διεπιστημονικότητα;

Τό βιβλίο τοῦ π. Βασιλείου Ἕλξη καί πάθος καί ὑπότιτλο Μιά διεπιστημονική προσέγγιση τῆς ὁμοφυλοφιλίας τῶν ἐκδόσεων «Ἐν Πλῷ» ἀριθμεῖ 700 σελίδες! Ἄν καί ὁ ὅρος «διεπιστημονικός» εἶναι ἀπροσδιόριστος καί ἀντιγραμμένος ἀπό τόν ξένο ὅρο Interdisciplinary τό νόημά του, χονδρικά εἶναι ὁ συνδυασμός δύο ἤ περισσοτέρων ἐπιστημονικῶν πεδίων καί ἡ χρησιμοποίηση τῶν συμπερασμάτων τους κατά τήν μελέτη καί διερεύνηση ἑνός ζητήματος. Ὁ π. Βασίλειος γράφει : « Θέλησα νά ἀντλήσω ἀπό τήν (ψυχ) ιατρική, τήν ψυχολογία, τήν θεολογία, τήν φιλοσοφία καί τήν κοινωνιολογία». Διάλεξε τίς συγκεκριμένες ἐπιστῆμες, ἀλλά, ἀπ΄ὅ,τι φαίνεται ἐκ τῆς ἀναγνώσεως τοῦ βιβλίου, τίς χρησιμοποίησε ἐπιλεκτικά καί σύμφωνα μέ τήν κρατοῦσα καί προωθούμενη διεθνῶς φιλικότητα πρός τήν ὁμοφυλοφιλία, πράγμα πού στερεῖ τό βιβλίο του ἀπό τήν ἀντικειμενικότητα.


Α) Ὅσον ἀφορᾶ τήν Ἰατρική ἡ μή ἐνασχόληση μέ τό AIDS καί τά λοιπά σεξουαλικῶς μεταδιδόμενα νοσήματα, ὅπως τό γράφει στόν Πρόλογο ὁ π. Β. Θ.(σ. 18) νομίζω πώς στερεῖ ἀντικειμενικότητας καἰ σφαιρικότητας τό βιβλίο του. Θά θέλαμε νά γνωρίζουμε ἄν καί πόσο σχετίζεται τό AIDS μέ τήν ὁμοφυλοφιλία. Ἐπίσης δέν θίγονται τά ἄλλα προβλήματα ὑγείας τῶν ὁμοφυλοφίλων. «Ἡ ἀνάγκη καί οἱ τρόποι ποιμαντικῆς παρουσίας» γιά τά ὁποῖα γράφει ὁ π. Β., ἀφιερώνοντας κεφάλαιο 44 σελίδων στό βιβλίο του (σσ. 469-512) ἐπιβάλλουν ὄχι μόνο «συμπόνια» στούς ὁμοφυλοφίλους, ἀλλά καί ἰατρική ἐπιστημονική ἐνημέρωση χάριν αὐτῶν καί τῶν ἄλλων νέων ἀνθρώπων, ὥστε νά γνωρίζουν τίς βασανιστικές καί πολλές φορές θανατηφόρες συνέπειες τοῦ «σεξουαλικοῦ προσανατολισμοῦ» τους. Αὐτά βέβαια, ἐφόσον εἴμαστε ὀρθόδοξοι ποιμένες καί ὄχι «συμπονετικοί» ψυχοθεραπευτές!
Β) Σχετικά μέ τήν Ψυχολογία θά θέλαμε ἀπό «πρῶτο χέρι»-ὄχι μέ τά παραμορφωτικά γυαλιά κάποιων – νά διαβάσουμε τί λένε οἱ παλαιοί καί ὄχι μόνο οἱ σημερινοί –πολλές φορές ἐλεγχόμενοι καί καθοδηγούμενοι ἀπό τό κατεστημένο- ψυχολόγοι, ὅπως γιά να γνωρίσουμε τίς γνῶμες τῆς ψυχοθεραπείας καί τῆς ψυχαναλυτικῆς θεωρίας γιά τήν ὁμοφυλοφιλία.
Μέ προβληματίζει ἐπίσης τό γεγονός ὅτι ἀποκρύπτεται μία ἀπό τίς πραγματικές αἰτίες γιά τήν ὁποῖες ἡ Αμερικανική Ψυχιατρική Ἑταιρεία ἀφαίρεσε τήν ὁμοφυλοφιλία ἀπό τόν κατάλογο τῶν ψυχικῶν διαταραχῶν. Ὅπως εἶχε κυκλοφορήσει τότε διεθνῶς ἡ σοβαρώτερη ἴσως αἰτία ἦταν ἡ ὑπερβολική καταφυγή τῶν ὁμοφυλοφίλων στούς ψυχοθεραπευτές καί τούς ψυχιάτρους προκειμένου νά λύσουν τά ἀδιέξοδα πού δημιουργεῖ στήν ψυχή του τό πάθος τῆς ὁμοφυλοφιλίας. Αὐτό δημιούργησε οἰκονομική ἀσφυξία στίς ἀσφαλιστικές ἑταιρεῖες πού ἀνάγκασαν τήν Α.Ψ. Ε. νά διαγράψει τήν ὁμοφυλοφιλία ἀπό τίς ψυχικές νόσους.
Επίσης διακρίνω προσπάθεια βιαίας ἐξαγωγῆς συμπερασμάτων ἀντιθέτων ἀπό τήν πραγματικότητα-εἶναι επιστημονικό αὐτό;- ὅσον ἀφορᾶ τίς ψυχικές διαταραχές, τήν κατάθλιψη, τίς ἀπόπειρες αὐτοκτονιῶν, τή χρήση οὐσιῶν τῶν ὁμοφυλοφίλων ἀποδίδοντάς ὅλα αὐτά ὡς ἐπί τό πλεῖστον στή «θυματοποίησή» τους καί τήν ἔλλειψη ἀνεκτικότητος τῶν κοινωνιῶν. Ἀκόμη κι ὅταν μιά κοινωνία ὅπως π.χ. ἡ ὁλλανδική εἶναι ἀνεκτική ὁ π. Β. Θ. δέν ἔχει τό κουράγιο νά δεχθεῖ τό αὐτονόητο δηλ. τήν ὁμοφυλοφιλία καθ΄ἑαυτήν ὡς αἰτία ὅλων τῶν ἀνωτέρω, ἀλλά συμπεραίνει ὅτι «οἱ αἰτίες πρέπει νά διερευνηθοῦν»! (σσ. 126-134).
Γ)Ὅσον ἀφορᾶ στή φιλοσοφία ἡ μή σαφής ἀναφορά τῶν γνωμῶν, τῆς θέσεως τῶν ἀρχαίων ἑλλήνων φιλοσόφων ἀλλά καί τῶν ὑπολοίπων φιλοσόφων γύρω ἀπό τό θέμα τῆς ὁμοφυλοφιλίας καί ὁ περιορισμός μόνο σέ παραπομπές(π.χ. σ. 318) ἀφήνει τή φιλοσοφία ἐκτός τοῦ ἀντικειμένου τοῦ βιβλίου. Καί μετά ἀκολουθεῖ ἡ ἀγχώδης ἀναφορά στή δῆθεν γνώμη τῆς ἐπιστήμης, πού ὅμως δέν μπορεῖ νά ἐξαπατήσει τόν προσεκτικό ἀναγνώστη. Τί σημαίνει π.χ. ὁ ἀφορισμός «Ἕνας αὐξανόμενος ἀριθμός συγχρόνων ἐπιστημόνων…κατέληξε στό νά θεωρεῖ τήν ὁμοφυλοφιλία φυσική»(σ. 317); ἤ τό ἄλλο : «ὁ ἀποκαλυφθείς φυσικός νόμος τῶν θεολόγων βρέθηκε νά διαφέρει ἀπό τόν φυσικό νόμο τῶν ἐπιστημόνων»(σ. 319); Μποροῦν αὐτοί οἱ «ἐπιστήμονες» νά ὑποκαταστήσουν ἤ καί νά ἀκυρώσουν τόν νόμο τοῦ Θεοῦ ἤ ἀκόμη καί τή γνώμη τῶν φιλοσόφων πού κινοῦνται σέ τελείως ἄλλο ἐπίπεδο; Βέβαια στό βιβλίο δυστυχῶς ἡ μόνη πού προβάλλεται ὡς «φιλόσοφος» εἶναι ἡ λεσβία Judith Butler καί οἱ αἰσχρές της ἰδέες. Εἰκοσιτρεῖς (23) σελίδες ἀφιερώνονται σ’αὐτήν. (σ.σ. 538 – 560)
Δ)Θεολογία δυστυχῶς εἶναι ἀποῦσα ἀπό τό «Ἕλξη καί πάθος». Θά ἔλεγα ὅτι μέσα ἀπ΄αὐτό τό βιβλίο ἔχουμε τόν Οἰκουμενισμό στήν ποιμαντική πράξη. Μέ τοῦτο τό βιβλίο εἰσπράττουμε τίς συνέπειες τῆς ἀποδοχῆς ἐκκλησιαστικότητας ὅλων τῶν αἱρετικῶν παραφυάδων πού προωθεῖ τό διεθνές σύστημα τῆς Ν. Ἐποχῆς. Στίς σελίδες 275-512 γίνεται λόγος γιά τή στάση τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῶν Πατέρων τοῦ «χριστιανικοῦ κόσμου», τῶν χριστιανικῶν «ἐκκλησιῶν», τῶν παντός εἴδους θεολόγων ὀρθοδόξων παπικῶν, προτεσταντῶν, ἀγγλικανῶν καί γιά τήν ἀνάγκη ποιμαντικῆς πρός τούς ὁμοφυλοφίλους. Ποῦ βρίσκεται ἄρα ἡ Θεολογία στίς 250 σχεδόν σελίδες; Κατά τή γνώμη μας, πουθενά ἄν, βέβαια, ὡς Θεολογία ἐννοήσουμε τό περί Θεοῦ καί ἀνθρώπου μυστήριο ὅπως ἀποκαλύπτεται στήν Ἁγία Γραφή, ὅπως ἑρμηνεύεται ἀπό τούς Ἁγίους Πατέρες καί ἐπιβεβαιώνεται καί διατρανώνεται μέ τήν ἐπίπνοια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στίς Οἰκουμενικές Συνόδους. Σ΄αὐτή τή θεολογία περιλαμβάνεται ἡ Δογματική, ἡ ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία, τό Κανονικό Δίκαιο, ἡ Πατρολογία. Ἄν λοιπόν ἐννοήσουμε τήν Θεολογία ὡς στέρεη καί κρυστάλλινη διδασκαλία πού συνοψίζει τή θέση τῆς Ἐκκλησίας, αὐτή ἀπουσιάζει ἀπό τό βιβλίο. Πουθενά δέν θά βρεῖ κανείς συστηματική, ἐπιστημονική θεολογική ἔκθεση ἔναντι τῆς ὁμοφυλοφιλίας.
Ἄν ὅμως ὡς θεολογία ἐννοήσουμε μιά τάχα ἐπιστήμη τῆς Θεολογίας, ἕνα συνονθύλευμα ἀντιφατικῶν, αἱρετικῶν, ἀντιγραφικῶν καί ἀντιχρίστων ἀπόψεων ἀπό «χριστιανούς» καί «θεολόγους» ὅλων τῶν ἀποχρώσεων, τότε, ναί, ὑπάρχει πολύ «θεολογία» στό βιβλίο τοῦ π. Θερμοῦ. Καί μόνο τέτοια. Διότι ἡ Ἁγία Γραφή καταρρακώνεται, μερικές γνῶμες τῶν Πατέρων παρελαύνουν ἀσχολίαστες ἤ βιαίως τεντώνονται καί πολλές φορές κακοποιοῦνται στήν προκρούστεια κλίνη τῶν ἀπόψεων τοῦ συγγραφέως ἤ τῶν κατ΄ἀλήθεια ἀσεβῶν φιλελεύθερων «θεολόγων» καί ψευδοφιλοσόφων. Παρόμοια καί χειρότερη εἶναι ἡ ἀντίχριστη queer «θεολογία», πού ἀγκαλιάζει τή «ρευστότητα φύλου», ἕνα ἀπό τά πιό βρώμικα καί διεστραμμένα γοῦστα πού ὑπάρχουν στόν κόσμο! Τέλος μήπως μπορεῖ νά θεωρηθοῦν θεολογία οἱ αὐθαίρετοι, ἀτομικοί ἀκροβατισμοί τοῦ π. Βασιλείου, ὁ ὁποῖος βρίσκει… ἄλυτα θεολογικά προβλήματα διαστρέφοντας τήν θεολογία τοῦ ἁγίου Μαξίμου περί φυσικοῦ καί γνωμικοῦ θελήματος ἤ λέγοντας τό ἀμίμητο : «Ὁ ὁμοφυλόφιλος δέν ἔχει καμμιά ἁμαρτία γι΄αὐτό πού τοῦ συμβαίνει, φυσικά οὔτε καί ἐνοχή, βρίσκεται ὅμως ἄθελά του σέ κατάσταση ἁμαρτωλότητας ἐπειδή ἀδυνατεῖ νά συμβάλει στό ἑνοποιητικό ἔργο τοῦ Χριστοῦ….»(σ. 645). Μήπως ἐκτός ἀπό τήν ὀρθή πίστη καί διδασκαλία ἔχουμε χάσει καί τήν ὀρθή κρίση;
Ὁ ἀντίλογος στήν προτεινομένη ἀπό μένα ἐπιστημονική, ἀντικειμενική πληρότητα τοῦ βιβλίου φαντάζομαι εἶναι ὅτι στήν περίπτωση συσωρεύσεως περισσότερου ἐπιστημονικοῦ ὑλικοῦ τό τεράστιο ἤδη βιβλίο θά γινόταν βαρετό καί δυσανάγνωστο. Ἀλλά ἡ λύση εἶναι ἁπλῆ. Ἀφαιρώντας τίς 20 ἀπό τίς 23 σελίδες πού ἀφιερώνονται στή λεσβία Judith Butler, πολλές ταυτολογίες τῶν φιλελευθέρων ὁμοφυλοφίλων, κάποιες σελίδες τῶν «ρωμαιοκαθολικῶν ντοκουμέντων» καί τῶν ἀγγλικανικῶν ἐπισήμων κειμένων κλπ. κλπ. θά προσφερόταν ἄνετος χῶρος γιά νά ἐκτεθεῖ τό ζήτημα τῶν ὁμοφυλοφίλων ὅσο χρειάζεται ἀντικειμενικότερα καί ἐπιστημονικώτερα.

ΙΙ. Καταιγισμός παραθεμάτων.

Γιά πρώτη φορά διάβασα βιβλίο πού θέλει νά λέγεται ἐπιστημονικό πού δομεῖται καί ἐκθέτει τό ὑλικό του σχεδόν ἀποκλειστικά μέ διαρκῆ παραθέματα. Ἕνα ἀτέλειωτο κατεβατό παραθεμάτων, πολλές φορές χωρίς νά τοποθετοῦνται εἰσαγωγικά, χωρισμένο βέβαια σέ ἑνότητες, δημιουργεῖ ἐρωτηματικά στόν ἀναγνώστη τοῦ τύπου : «αὐτά ἐκφράζουν τόν π. Βασίλειο;», «τά συζητᾶ, τά δέχεται, τά ἀμφισβητεῖ;» «θέλει νά προσφέρει ἐνημέρωση γιά τίς τρέχουσες ἰδέες περί ὁμοφυλοφιλίας;». Τίποτε ἀπό αὐτά δέν συμβαίνει. Ἡ μέθοδος αὐτή τῶν παραθέσεων σκοπεύει στήν μετακίνηση τῆς νοοτροπίας καί τῆς τοποθετήσεως τῶν ὀρθοδόξων ἀναγνωστῶν τῶν ὁποίων ἡ συντριπτική πλειοψηφία εἶναι τοποθετημένη ἀρνητικά θεωρώντας τήν ὁμοφυλοφιλία, σύμφωνα μέ τήν Ἁγία Γραφή καί τούς Πατέρες, διαστροφή.
Σκοπεύει, κατά τή γνώμη μας, τό βιβλίο αὐτό στό νά ἀναγκάσει τούς ἀναγνῶστες του νά προβληματιστοῦν, νά σκεφθοῦν διαφορετικά, νά μάθουν, νά…ἐκπαιδευθοῦν στό νά ἀμφισβητοῦν τόν Ὀρθόδοξη διδασκαλία καί Παράδοση, ἐντυπωσιασμένοι ἀπό ὅλον αὐτόν τόν κυκεῶνα γνωμῶν καί ἀπόψεων τόσων «μορφωμένων» ψυχολόγων ψυχοθεραπευτῶν καί ψευτοδιανοουμένων. Πρέπει οἱ ὀρθόδοξοι νά μάθουν νά συζητοῦν! Ἀνησυχεῖ ὁ π. Βασίλειος γιατί στήν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν γίνεται συζήτηση γιά τήν ὁμοφυλοφιλία : «.. ἡ ἐκ τῆς ὁμοφυλοφιλίας ἀμηχανία φαίνεται μικρότερη στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, προφανῶς ἐπειδή ἐλλείπει ἕνα στοιχεῖο διαδεδομένο στή Δύση : ἡ ἀνοιχτή συζήτηση. Τά θέματα ἐδῶ ἁπλῶς δέν συζητοῦνται, ὁπότε παρέχεται ἡ ψευδής ἐντύπωση ἡσυχίας»(σ.425). Μέ λίγα λόγια ὁ π. Β. Θ. μέ τήν παράθεση ὅλων αὐτῶν τῶν ἐξυπνακίστικων ἀκροβατισμῶν ὡς ἐπί τό πλεῖστον προερχομένων ἀπό φιλελεύθερους καί ὁμοφυλόφιλους συγγραφεῖς βομβαρδίζει τά θεμέλια τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως, πάνω στά ὁποῖα οἱ Ὀρθόδοξοι οίκοδομοῦν τήν πίστη τους καί τή ζωή τους. Αὐτά καθ΄ ἑαυτά τά θεμέλια μένουν ἀσάλευτα στήν Ἐκκλησία, ὅπως ἀκοῦμε στό τροπάριο «Ἐπί τήν ἀσάλευτον Χριστέ πέτραν τῶν ἐντολῶν σου τήν Ἐκκλησίαν σου στερέωσον». Ὅμως στίς ψυχές πολλῶν ἀδελφῶν μας ἀστηρίκτων, μ΄αὐτή τή «συζήτηση», τά θεμέλια τῆς Παραδόσεως μετακινοῦνται, ἡ πίστις τους ταλαντεύεται καί ἡ ἐν Χριστῷ ζωή τους καταλήγει τοὐλάχιστον σέ σύγχυση. Γιά τή «συζήτηση» αὐτή βοηθάει πολύ ἡ

ΙΙΙ. Ὁρολογία τῆς Ν. Ἐποχῆς

Μέ τό βιβλίο του αὐτό ὁ π. Β. εἰσάγει νέους ὅρους ὄχι γιά τή συστημική δημοσιογραφία πού τούς χρησιμοποιεῖ κατά κόρον, ἀλλά γιά τό ὀρθόδοξο ἀναγνωστικό κοινό καί τό ὀρθόδοξο ἦθος. Τούς ὅρους αὐτούς δέν τούς ἐξηγεῖ συστηματικά. Ἔτσι ὁ ἀναγνώστης ἔχει δύο ἐπιλογές. Ἤ νά κλείσει τό βιβλίο ἤ νά καταβάλει μεγάλη διανοητική προσπάθεια γιά νά ἀντιληφθεῖ τό περιεχόμενό τους. «Ἀρχή σοφίας ἡ τῶν ὀνομάτων ἐπίσκεψις», ἔλεγε ὁ Ἀντισθένης. Στή δεύτερη περίπτωση ἀντί νά «σοφίζεται» ἐξοικειώνεται μέ τούς ὅρους αὐτούς, τούς θεωρεῖ πολύ ἐκφραστικούς καἰ μπαίνει στή διαδικασία νά «συζητεῖ» θετικά μέ τό ἐπιστημονικῶς καί ὀρθοδόξως ἀπαράδεκτο αὐτό βιβλίο Εἶναι πολύ ἔξυπνη ἡ μέθοδος τοῦ π. Βασιλείου. Παραδείγματα :
α) «σεξουαλικός προσανατολισμός». Καθαρά νεοεποχίτικος ὅρος πού ἐφευρέθηκε γιά νά νομιμοποιηθεῖ ηθικά καί δικαιϊκά ἡ ὁμοφυλοφιλία.
β) Τό συνεχῶς ἀναφερόμενο δίπολο «ἑτεροφυλόφιλος» – «ὁμοφυλόφιλος» προσπαθεῖ νά μᾶς βάλει στή λογική μιᾶς ἰσότιμης καταστάσεως τῶν μέν καί τῶν δέ, μιᾶς ἰσότιμης συνεξετάσεως νά μᾶς κάνει νά τό πάρουμε ἀπόφαση ὅτι ἔχουμε δύο φυσιολογικές καταστάσεις. Ἐσύ, ἔτσι. O.K. Ὁ ἄλλος, ἀλλιῶς Ο.Κ.
γ) «ἑτερόφυλος γάμος». Γιατί, δηλαδή; Ὑπάρχει καί ἄλλος γάμος; Τοὐλάχιστον γιά τούς ὀρθοδόξους!
δ) «ταυτότητα φύλου», «βιολογικό φύλο», «κοινωνικό φύλο», «σεξουαλική ταυτότητα». Ὑπάρχει στ΄ἀλήθεια τίποτε ἄλλο ἀπό τό ἀνδρικό καί γυναικεῖο φύλο; Ἁπλῶς ὅλες οἱ διαστροφικές καταστάσεις πού βιώνουν οἱ ταλαιπωρημένοι ὁμοφυλόφιλοι πρέπει νά στεγασθοῦν σέ εἰδικές κατηγορίες φύλου, ἀνύπαρκτες στήν πραγματικότητα, γιά νά τύχουν καθολικῆς ἀναγνωρίσεως.
ε) «κανονικότητα», «κανονιστικότητα». Μέ τούς ὅρους αὐτούς, φορτισμένους μέ ὑποτίμηση, ἐννοεῖται ὁτιδήποτε ρυθμίζεται ἀπό τούς Ἱ. Κανόνες, ἤ ἀπό τό ἦθος, τούς νόμους καί κανόνες τῶν κοινωνιῶν. Θεωροῦνται ὅλα αὐτά περιοριστικά τῆς ἐλευθερίας.
στ) «προνεωτερικότητα», «νεωτερικότητα» «μετανεωτερικότητα». Νεοεποχίτικοι, ψευδοεπιστημονικοί ὅροι πού στοχεύουν, ὅσον ἀφορᾶ στό συγκεκριμένο βιβλίο, στήν ἀκύρωση τῆς Ἱ. Παραδόσεως, ἀλλά καί κάθε παραδόσεως, στήν ἀντίχριστη «ἐπανερμηνεία» τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Ἁγίων Πατέρων, τήν εἰσαγωγή νέων ἰδεῶν πρό πάντων, τῆς προσχηματικῆς ἀνεκτικότητας, τῆς δῆθεν προστασίας τῶν μειονοτήτων κλπ. Ὅ,τι εἶναι τῆς Παραδόσεως εἶναι «προνεωτερικό», εἶναι «στερεότυπο»- ἄλλος νεοεποχίτικος ὅρος!

IV. Ξενομανία

Χίλιες ἑβδομῆντα(1070) παραθέματα ξένων συγγραφέων καταλαμβάνουν τόν μεγαλύτερο ὄγκο τοῦ βιβλίου. Οἱ ἕλληνες ὀρθόδοξοι θεολόγοι περιφρονοῦνται. Ὁ λόγος τῶν θεολόγων κληρικῶν καί λαϊκῶν ὀνομάζεται καταφρονητικά «δημοσιογραφῶν ἐκκλησιαστικός λόγος» καί ἀπαξιώνεται ἀφοῦ, κατά τόν π. Β. «κινεῖται σέ τόσο χαμηλό ἐπίπεδο ὥστε εἶναι μάταιο νά μπεῖ κανείς σέ συζήτηση μαζί του»(σ. 17). Ἀντιθέτως ὅ,τι ἀνοησία, ὅποια βλασφημία, ὅποια διαστροφή τοῦ ἁγιογραφικοῦ λόγου καταγράφουν οἱ δυτικοί συγγραφεῖς, ἀγκαλιάζεται μέ θαυμασμό ἀπό τόν π. Βασίλειο, σχολιάζεται μέ σοβαρότητα καί προτείνεται πρός μελέτη καί στοχασμό. Ἑλκύεται ἡ σκέψη του ἀπό τά διανοητικά τερτίπια, τά εὐφυολογήματα καί τίς σοφιστεῖες τῶν φιλελεύθερων καί ὁμοφυλοφίλων στοχαστῶν καί τά παραθέματά τους γεμίζουν ολόκληρες σελίδες τοῦ βιβλίου του.
Συνοψίζοντας φρονῶ ὅτι τό βιβλίο «Ελξη καί πάθος» δέν ἐνδιαφέρεται γιά ἐπιστημονικότητα, ἀλλά στοχεύει μέ τά ἀτέλειωτα παραθέματα, εἰδικά ξένων συγγραφέων, καί μέ τή νεοεποχίτικη ὁρολογία του στή μετακίνηση τῶν ὀρθοδόξων ἀναγνωστῶν ἀπό τήν ξεκάθαρη διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Ἁγίων Πατέρων σέ μιά «συζήτηση» πού θά τούς ὁδηγήσει σέ φιλικότερη στάση πρός τή «λύσσα» καί «μανία»,(Ἱ. Χρυσόστομος, Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης) τῆς βδελυρᾶς ὁμοφυλοφιλίας.
Αὐτά τά λίγα γιά ἀρχή. Μετά τή μετοχή μας στά Πάθη καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, θά ἀκολουθήσουν Θεοῦ θέλοντος καί ἄλλα σχετικά μέ τό βιβλίο τοῦ π. Βασιλείου Θερμοῦ κείμενα μέ τά ὁποῖα θά ἀποδείξουμε ὅσα ἰσχυριστήκαμε στίς προηγούμενες παραγράφους.