Το δημόσιο αγαθό της εκπαίδευσης, που σύμφωνα με το άρθρο 16 του Συντάγματος υπηρετούν από κοινού η ιδιωτική και δημόσια εκπαίδευση, βρίσκεται στο στόχαστρο του Υπουργείου Παιδείας και της κυβέρνησης.

ΣΥΝΕΚ

Μετά την ψήφιση του κατάπτυστου νόμου 4692/2020 που αυξάνει τον αριθμό των μαθητών στην πρωτοβάθμια, μετατρέπει το γυμνάσιο και το λύκειο σε εξεταστικό κέντρο, κατατεμαχίζει και κατηγοριοποιεί τα δημόσια σχολεία με την αύξηση των προτύπων και την εξωτερική αξιολόγηση, μετά τα νέα ωρολόγια προγράμματα που συρρικνώνουν τα καλλιτεχνικά μαθήματα και τα μαθήματα κοινωνικών και πολιτικών επιστημών, σειρά έχει το νομοσχέδιο για την ιδιωτική εκπαίδευση.

Την “εύρυθμη λειτουργία των ιδιωτικών σχολείων” επικαλείται η Αιτιολογική Έκθεση του νομοσχεδίου. Για τη ΝΔ όμως “ευρυθμία” συνιστά η λειτουργία τους αποκλειστικά και μόνο σύμφωνα με το κέρδος κουρελιάζοντας τα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών και τα εργασιακά των εκπαιδευτικών. Συγκεκριμένα, το νομοσχέδιο Κεραμέως για την ιδιωτική εκπαίδευση, που είναι προς ψήφιση στη Βουλή, χωρίς κανένα διάλογο και παρά τις σφοδρές αντιδράσεις:

Απελευθερώνει τις απολύσεις, και μάλιστα χωρίς αιτιολόγηση, και έλεγχο από ανεξάρτητη επιτροπή (όπως γίνεται μέχρι σήμερα στη χώρα μας αλλά και στην Ευρώπη) και ελαστικοποιεί τις εργασιακές σχέσεις, αφήνοντας τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς έρμαια στους εργασιακούς εκβιασμούς των σχολαρχών. Επισημοποιείται η αδήλωτη και «εθελοντική» εργασία απογεύματα, Σαββατοκύριακα, αργίες και διακοπές και νομιμοποιείται ακόμη και η εξαναγκασμένη παραίτηση (με την απειλή της απόλυσης) από μέρος του ωραρίου του ιδιωτικού εκπαιδευτικού, ίσως η πλέον απροσχημάτιστη και χυδαία ρύθμιση που έχει επιβληθεί από κυβέρνηση για εργαζόμενους στην περίοδο της Μεταπολίτευσης.

Η αλλαγή του εργασιακού καθεστώτος των εκπαιδευτικών στα ιδιωτικά δημιουργεί σοβαρό θεσμικό ζήτημα ισοτιμίας των τίτλων σπουδών μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών σχολείων. Κι αυτό διότι το πέρασμα των ιδιωτικών εκπαιδευτικών στο Υπουργείο Εργασίας μετατρέπει τα ιδιωτικά σχολεία σε κοινές επιχειρήσεις, όπου οι τίτλοι σπουδών δεν υπόκεινται πλέον στον απαραίτητο κρατικό έλεγχο και ευνοούνται οι πρακτικές αδιαφάνειας και ανομίας. Αφήνονται έτσι απροστάτευτοι όχι μόνο οι μαθητές των ιδιωτικών σχολείων αλλά και το 94% των μαθητών της χώρας, που φοιτούν στα δημόσια σχολεία.

Απειλείται η ελεύθερη κρίση των εκπαιδευτικών λειτουργών σε παιδαγωγικά και εκπαιδευτικά καθώς ο σχολάρχης ή οι μέτοχοι θα μετέχουν υποχρεωτικά στο Σύλλογο Διδασκόντων. Αρκεί να θυμηθούμε πώς αντιμετωπίστηκε η εκπαιδευτικός Φ. Μπουλούτα από μεγάλο εκπαιδευτήριο όταν έπιασε τον γιο του Σαμαρά να αντιγράφει στις εξετάσεις, για να καταλάβουμε τι σημαίνει αυτή η ρύθμιση.

Τα ιδιωτικά σχολεία αποκτούν χαρακτηριστικά μεγάλων επιχειρήσεων, ένα είδος μεγάλων εκπαιδευτικών σούπερ-μάρκετ, με δυνατότητα να “εμπορεύονται” κάθε είδους υπηρεσία που έχει άμεση ή έμμεση σχέση με την εκπαίδευση, από την προσχολική εκπαίδευση ως τη διά βίου κατάρτιση. Χτίζεται έτσι βήμα βήμα η θεσμική υποδομή που θα αναλάβει να στηρίξει σταδιακά τα επόμενα βήματα ιδιωτικοποίησης και εμπορευματοποίησης βασικών τομέων της εκπαίδευσης.

Υποβαθμίζεται η παρεχόμενη εκπαίδευση στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, με την πρόβλεψη λειτουργίας φροντιστηριακών δομών σε όλες τις τάξεις, οι οποίες προφανώς θα λειτουργούν ανταγωνιστικά στο πρωινό μάθημα.

Η έως τώρα πολιτική της κυβέρνησης για την εκπαίδευση (επαγγελματική ισοτιμία πτυχίων δημόσιων πανεπιστημίων και ιδιωτικών κολλεγίων, νόμος 4692/2020, τροπολογία για τη ζωντανή αναμετάδοση του μαθήματος, νέα ωρολόγια προγράμματα, νομοσχέδιο για την ιδιωτική εκπαίδευση) έχει σαφή χαρακτηριστικά :

Κοινωνική ανισότητα, νόθευση των εκπαιδευτικών αποτελεσμάτων, απουσία παιδαγωγικών αρχών, ελαστική εργασία, ιδιωτικοποίηση και εμπορευματοποίηση του αγαθού της εκπαίδευσης και κατ’ επέκταση υποβάθμιση του σχολείου εν γένει.