Αν είστε νυν ή πρώην καπνιστές, θα ήταν ευχής έργο να αρχίσετε να τρώτε άφθονα φρούτα και λαχανικά, συνιστούν επιστήμονες από το Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Καρολίνσκα στη Σουηδία.

Εξετάζοντας στοιχεία από περισσότερους από 44.000 Σουηδούς, ηλικίας 45 έως 79 ετών, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι κάθε πρόσθετη μερίδα φρούτων και λαχανικών την ημέρα σχετιζόταν με μείωση κατά 4% έως 8% του κινδύνου αναπτύξεως χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας (ΧΑΠ).

Η ΧΑΠ εκδηλώνεται με σοβαρά επεισόδια δύσπνοιας και μπορεί να μειώσει σημαντικά το προσδόκιμο επιβίωσης. Είναι, δε, τόσο σοβαρή ώστε σύντομα θα αποτελεί την τρίτη κυριότερη αιτία θανάτου στον κόσμο, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας.

Αν και το κάπνισμα αποτελεί την κύρια αιτία της (προκαλεί το σχεδόν 90% των κρουσμάτων), στο 10% των περιπτώσεων ευθύνονται άλλοι παράγοντες, όπως η έλλειψη ενός ενζύμου που λέγεται α1-αντιθρυψίνη, η έκθεση σε χημικά στον χώρο εργασίας, η έκθεση στο νέφος στα μεγάλα αστικά κέντρα κ.λπ.

Όπως γράφουν οι επιστήμονες του Καρολίνσκα και άλλων ερευνητικών κέντρων στην επιθεώρηση «Thorax», οι δύο στους τρεις εθελοντές τους είχαν υπάρξει καπνιστές, ενώ σχεδόν ένας στους τέσσερις ήταν νυν καπνιστής.

Στη διάρκεια 13 ετών παρακολούθησης, 1.918 από αυτούς διαγνώσθηκαν με ΧΑΠ. Οι νυν ή πρώην καπνιστές που έτρωγαν πέντε ή περισσότερες μικρομερίδες φρούτων και λαχανικών την ημέρα είχαν κατά 35% λιγότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν την πνευμονοπάθεια σε σύγκριση με όσους έτρωγαν δύο μικρομερίδες ή λιγότερο. Στους μη καπνιστές δεν παρατηρήθηκε ανάλογο όφελος.

Μία μικρομερίδα λαχανικών αντιστοιχεί σε 100 γραμμάρια τροφίμου, ενώ μία μικρομερίδα φρούτων μπορεί να αντιστοιχεί σε ένα μικρό μήλο ή σε ένα μικρό πορτοκάλι ή σε ένα αχλάδι ή σε μισή μπανάνα ή σε ένα μανταρίνι ή σε ένα ροδάκινο κ.λπ.

Οι ερευνητές από τη Μονάδα Διατροφικής Επιδημιολογίας του Καρολίνσκα εκτιμούν ότι τα φρούτα και τα λαχανικά δρουν προστατευτικά στους καπνιστές χάρη στις άφθονες αντιοξειδωτικές ουσίες που περιέχουν, οι οποίες ίσως μειώνουν τις βλάβες του καπνού.

Δεν αποκλείουν επίσης να υπάρχουν ανάλογα οφέλη και στις γυναίκες, αν και η παρούσα μελέτη διεξήχθη αποκλειστικά σε άνδρες.