Τον υπόγειο πόλεμο μεταξύ των νέων ψηφιακών παρόχων και των παραδοσιακών φέρνει στην επιφάνεια η έφοδος της Επιτροπής Ανταγωνισμού στα γραφεία των τραπεζών, που εξελίχθηκε την προηγούμενη εβδομάδα με σχεδόν κινηματογραφικό τρόπο

Η επέμβαση της αρμόδιας αρχής στηρίχθηκε στην καταγγελία του ψηφιακού παρόχου Viva, ο οποίος με προσφυγή του το καλοκαίρι στην Επιτροπή κατηγορεί τις τράπεζες για αθέμιτο ανταγωνισμό και πρακτικές που εμποδίζουν την ανάπτυξή του στην ελληνική αγορά.

Η καταγγελία της Viva εστιάζει, σύμφωνα με πληροφορίες, στην επιβολή προμήθειας από τις ελληνικές τράπεζες στους κατόχους καρτών που χρησιμοποιούν το σύστημα ΔΙΑΣ για να κάνουν ανάληψη από ATM τράπεζας στην οποία δεν διαθέτουν λογαριασμό και η οποία θίγει, όπως υποστηρίζει, τη δραστηριότητά της. Η καταγγελία δεν εξαντλείται εκεί, καθώς, σύμφωνα πάντα με πληροφορίες, απαριθμεί σειρά ενεργειών που θέτουν περιορισμούς στη λειτουργία της και συνοδεύεται μάλιστα από μηνύσεις κατά 14 τραπεζικών στελεχών που, όπως υποστηρίζει, υλοποιούν αυτές τις πρακτικές.

Κατά διαβολική σύμπτωση, η καταγγελία της Viva άνοιξε τον ασκό του Αιόλου, αφού συνέπεσε με την επιβολή από την πλευρά των τραπεζών χρεώσεων σε μια σειρά από συναλλαγές ή υπηρεσίες που μέχρι πρόσφατα παρείχαν δωρεάν. Μεταξύ αυτών η επιβολή συνδρομής στη χρεωστική κάρτα, η χρέωση για την έκδοση PIN στο πλαστικό χρήμα, η ερώτηση υπολοίπου λογαριασμού όταν γίνεται σε ΑΤΜ άλλης τράπεζας, η προμήθεια για την εκτύπωση των τελευταίων συναλλαγών από το ΑΤΜ κ.ά. Οι χρεώσεις αυτές, αν και δεν εκδηλώθηκαν σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα από κάθε τράπεζα, πυροδότησαν, όταν έγιναν γνωστές, αντιδράσεις από τους πελάτες και κυρίως προκάλεσαν την ενόχληση της κυβέρνησης, που θεώρησε ότι οι κινήσεις αυτές υπονομεύουν την προσπάθεια ενίσχυσης των ηλεκτρονικών πληρωμών.

Το γεγονός, μάλιστα, ότι οι χρεώσεις αυτές υιοθετήθηκαν από όλες τις τράπεζες επέτρεψε στον υπουργό Ανάπτυξης, Αδωνι Γεωργιάδη, να υπαινιχθεί ότι μπορεί να θεωρηθούν εναρμονισμένη πρακτική, αφήνοντας δημοσίως σχετικές αιχμές λίγο πριν οι τραπεζίτες κληθούν στο Μαξίμου. Στη συνάντηση που πραγματοποιήθηκε υπό τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη πριν από τρεις εβδομάδες, υπήρξε σαφής υπόδειξη από τον πρωθυπουργό να επανεξετάσουν τις προμήθειες που χρεώνουν στους πελάτες τους για τη χρήση των εναλλακτικών δικτύων και των υπηρεσιών που συνδέονται με αυτές. Το γεγονός ότι οι τράπεζες αρκέστηκαν να πάρουν πίσω μόνο ορισμένες χρεώσεις, όπως είναι η έκδοση PIN ή η χρέωση για την εκτύπωση των τελευταίων συναλλαγών στο ΑΤΜ, φανερώνει ότι υπήρξε υποδεέστερη των απαιτήσεων που είχε ο πρωθυπουργός και των προσδοκιών που είχαν καλλιεργηθεί για μια ουσιαστική κίνηση στο μέτωπο των προμηθειών.

Η κυβέρνηση βρέθηκε πολιτικά εκτεθειμένη, αφού εμφανίστηκε να ικανοποιεί το βασικότερο αίτημα των τραπεζών, δηλαδή την αναζήτηση ποινικών ευθυνών στα τραπεζικά στελέχη που υπογράφουν αναδιαρθρώσεις επιχειρηματικών χρεών μόνο κατ’ έγκλησιν, δηλαδή έπειτα από μήνυση της ίδιας της τράπεζας –και όχι αυτεπαγγέλτως, όπως ίσχυε μέχρι πρόσφατα–, χωρίς αντιστοίχως να εισακούεται ως προς την αξίωσή της για μείωση των προμηθειών.

Δεν είναι τυχαίο το ότι στην κίνηση των τραπεζών να διευρύνουν τον αριθμό των απομακρυσμένων περιοχών για τις οποίες δεν θα εισέπρατταν προμήθεια όταν οι κάτοικοι θα έκαναν ανάληψη από το τοπικό ATM, ο υπουργός Ανάπτυξης απάντησε προαναγγέλλοντας ο ίδιος και άλλες πρωτοβουλίες, οι οποίες, σύμφωνα με τις τράπεζες, σχεδιάζονταν στα γραφεία τους τη στιγμή που εισέβαλαν οι ελεγκτές της Επιτροπής Ανταγωνισμού.

Η εισβολή των 80 στελεχών της Επιτροπής Ανταγωνισμού έγινε συντονισμένα την περασμένη Πέμπτη, λίγο μετά τις 9 π.μ. Πρώτος στόχος ήταν τα γραφεία των διοικήσεων των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, της Τράπεζας Αττικής, της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών και τα γραφεία όπου στεγάζεται το διατραπεζικό σύστημα ΔΙΑΣ.

Οι σκηνές που διαδραματίστηκαν, όπως η απομόνωση των επικεφαλής των τραπεζών στα γραφεία τους –κάποιοι μάλιστα υποχρεώθηκαν να περιμένουν στον διάδρομο, ενώ σε μία περίπτωση παρέμειναν στο γραφείο διευθύνοντος συμβούλου έως τις 10 το βράδυ–, η απαγόρευση επικοινωνίας με την υπόλοιπη διοίκηση και ο εξονυχιστικός έλεγχος σε γραφεία, συρτάρια, ηλεκτρονικούς υπολογιστές και λάπτοπ, δεν αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία για τον τρόπο που λειτουργούν σε παρόμοιες περιπτώσεις οι αρμόδιες αρχές. Αποτελεί, ωστόσο, πρωτοφανές γεγονός για το τραπεζικό σύστημα, που βρέθηκε αντιμέτωπο με έναν γενικευμένο και καλά ενορχηστρωμένο έλεγχο, που επεκτάθηκε όχι μόνο στον όροφο όπου στεγάζεται η διοίκηση των τραπεζών, αλλά και σε διαφορετικά κτίρια, προκειμένου να ελεγχθούν όλες οι υπηρεσίες που εμπλέκονται με τις σχετικές καταγγελίες.

Ετσι, εκτός από τα γραφεία των CEO, οι ελεγκτές επισκέφθηκαν τα γραφεία των οικονομικών διευθυντών, μελών του διοικητικού συμβουλίου, των διευθυντών λιανικής τραπεζικής και των διευθυντών καρτών. Ενδεικτικό του εύρους που πήρε ο έλεγχος είναι ότι τα στελέχη της Επιτροπής Ανταγωνισμού επανήλθαν την επόμενη ημέρα, δηλαδή την Παρασκευή, την ίδια πρωινή ώρα. Αυτή τη φορά ο έλεγχος δεν έγινε στα γραφεία των διοικήσεων, αλλά σε κρίσιμες διευθύνσεις τραπεζικών συναλλαγών, όπως το digital banking, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις ο έλεγχος συνεχίστηκε στις διευθύνσεις λιανικής τραπεζικής, που έχουν βρεθεί στο στόχαστρο με βάση τις καταγγελίες της Viva.

Αν και κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει το αποτέλεσμα του ελέγχου, το βέβαιο είναι ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει πλέον στη διάθεσή της έναν απίστευτο όγκο στοιχείων, που περιλαμβάνει εσωτερικές αναλύσεις των τραπεζών για μια σειρά θεμάτων που αφορούν τις διαφορετικές λειτουργίες τους, την εσωτερική αλληλογραφία μεταξύ διευθύνσεων, την αλληλογραφία με συνεργαζόμενες επιχειρήσεις κ.ά. Δεν είναι τυχαίο το ότι οι ελεγκτές έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την αλληλογραφία των τραπεζών με την Ελληνική Ενωση Τραπεζών, αντλώντας στοιχεία για τις συναντήσεις, τις συνεδριάσεις των επιτροπών και τα ηλεκτρονικά αρχεία με τις συνομιλίες σε διατραπεζικό επίπεδο ή ακόμα και σε προσωπικό επίπεδο μεταξύ των τραπεζικών στελεχών.

«Παγώνουν» προσωρινά οι τιτλοποιήσεις κόκκινων δανείων

Στον «πάγο» μέχρι νεωτέρας μπαίνουν οι τιτλοποιήσεις δανείων των ελληνικών τραπεζών, αναμένοντας την οριστικοποίηση του μηχανισμού παροχής κρατικών εγγυήσεων, με την επωνυμία «Ηρακλής». Αν και η κυβέρνηση φιλοδοξεί να θέσει προς διαβούλευση το σχέδιο νόμου την προσεχή εβδομάδα, σύμφωνα με πληροφορίες, κρίσιμα θέματα παραμένουν ακόμη ανοιχτά, τα οποία θα επιδιωχθεί να κλείσουν τις προσεχείς ημέρες. Η καθυστέρηση, πάντως, στην οριστικοποίηση του τρόπου λειτουργίας του μηχανισμού αναστέλλει τις προγραμματισμένες τιτλοποιήσεις των τραπεζών, οι οποίες παρά το γεγονός ότι «δουλεύονται» από τις τράπεζες, δεν αναμένεται να κλείσουν πριν οριστικοποιηθούν κρίσιμες λεπτομέρειες του μηχανισμού. Μεταξύ αυτών είναι το κατά πόσον η εγγύηση του Δημοσίου θα είναι τελικώς επαρκής διασφάλιση προκειμένου να θεωρηθούν μηδενικού ρίσκου οι τίτλοι υψηλής διαβάθμισης (senior notes) που θα κρατήσουν στα χαρτοφυλάκιά τους οι τράπεζες. Σε περίπτωση που δεν θεωρηθούν μηδενικού ρίσκου, θα επηρεάσουν αρνητικά τα κεφάλαια και, όπως έχουν διαμηνύσει οι τράπεζες, ο μηχανισμός θα καταστεί ασύμφορος.

Κρίσιμο θέμα αποτελεί, επίσης, το κατά πόσον η προμήθεια που θα επιβαρύνει τις τράπεζες θα πληρωθεί από το όχημα ειδικού σκοπού που θα δημιουργηθεί (SPV) ή από τις ίδιες τις τράπεζες. Στην περίπτωση που πληρωθεί από το SPV, οι τράπεζες θα πρέπει να εγγράψουν το σχετικό κόστος εφάπαξ, επιβαρύνοντας έτσι τα αποτελέσματα μιας χρήσης, σε μια περίοδο που η κερδοφορία είναι οριακή και δεν μπορεί να στηρίξει αυτό το κόστος, σύμφωνα με την Καθημερινή.

Το θέμα της κατανομής της εγγύησης ανά τράπεζα παραμένει, σύμφωνα με πληροφορίες, υπό συζήτηση, παρά το γεγονός ότι στο προσχέδιο που έχει συνταχθεί μέχρι σήμερα υπάρχει διάταξη η οποία απαγορεύει να χορηγηθούν στις εκδόσεις μιας τράπεζας εγγυήσεις που να ξεπερνούν το 30% του συνολικού προγράμματος. Η πρόβλεψη ισχύει για το πρώτο 12μηνο εφαρμογής του νόμου, επιδιώκοντας να διασφαλίσει συνθήκες ίσης πρόσβασης στις τράπεζες και αίρεται μετά την παρέλευση του πρώτου χρόνου.

Σε ό,τι αφορά την ποιότητα των δανείων που θα ενταχθούν στην τιτλοποίηση, το προσχέδιο προβλέπει ότι «οι ομολογίες υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας (senior notes) πρέπει να έχουν αξιολογηθεί από εξωτερικό οργανισμό πιστοληπτικής αξιολόγησης (ECAI), εγκεκριμένο από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, σε κατηγορία αξιολόγησης ΒΒ-, Ba3, BBL ή υψηλότερη, ενώ τυχόν δεύτερη αξιολόγηση δεν δύναται να υπολείπεται της κατηγορίας ΒΒ-. Οπως όμως διευκρινίζεται στο ίδιο άρθρο, η αξιολόγηση διενεργείται χωρίς την ωφέλεια της κρατικής εγγύησης, γεγονός που σημαίνει ότι τα δάνεια αυτά θα πρέπει να είναι σχετικώς καλά δάνεια, δηλαδή να έχουν μεγάλες πιθανότητες να εισπραχθούν.

Το προσχέδιο προβλέπει ακόμη αυστηρούς όρους για τον διαχειριστή των δανείων που θα τιτλοποιηθούν, περιλαμβάνοντας πρόβλεψη που θα αναβάλλει την πληρωμή του διαχειριστή εάν οι εισπράξεις υπολείπονται του ποσού που έχει δεσμευθεί ότι θα εισπράξει.