Μεγάλες ανατροπές στο Ασφαλιστικό τα επόμενα χρόνια, οι οποίες θα περιλαμβάνουν περαιτέρω αύξηση των ορίων ηλικίας και κλείσιμο των παραθύρων για πρόωρη , φωτογραφίζει για τα περισσότερα κράτη-μέλη του ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης () με νέα έκθεσή του. Μάλιστα, συνιστά να δοθούν στους εργαζομένους κίνητρα ώστε να συνεχίσουν να δουλεύουν ακόμα και μετά τη συμπλήρωση των προβλεπόμενων ορίων ηλικίας.

Ο ΟΟΣΑ τονίζει ότι η αύξηση του προσδόκιμου ζωής θα θέσει σε δοκιμασία τις αντοχές του ασφαλιστικού συστήματος σε πολλές χώρες, κάνοντας ειδική αναφορά στην Ελλάδα, όπου η αναλογία μεταξύ εργαζομένων και συνταξιούχων θα επιδεινωθεί σημαντικά έως το 2050. Η χώρα μας καλείται παράλληλα να αντιμετωπίσει τη δημογραφική πρόκληση εξαιτίας της υπογεννητικότητας και της διαρροής εγκεφάλων (brain drain) στα χρόνια των μνημονίων.

Η έκθεση του διεθνούς οργανισμού που παρουσιάζει το «business stories» έχει τίτλο «Δουλεύοντας καλύτερα σε συνάρτηση με την ηλικία» (Working Better with Age). Από αυτή προκύπτει ότι σε πολλές χώρες τα όρια ηλικίας εξακολουθούν να είναι χαμηλότερα σε σύγκριση με πριν από 30 χρόνια, άρα υπάρχει περιθώριο αύξησής τους. Ο βασικός λόγος για να αυξηθούν είναι ότι ο αριθμός των ατόμων άνω των 50 ετών που θα βρίσκονται εκτός του εργατικού δυναμικού και θα χρειάζεται να υποστηρίζονται από όσους εργάζονται μπορεί να αυξηθεί από τα 42 άτομα ανά 100 εργαζομένους το 2008 σε 58 άτομα ανά 100 εργαζομένους το 2050, καταγράφοντας αύξηση περίπου κατά 40%. Οι αναλυτές του ΟΟΣΑ υπογραμμίζουν ότι η αναλογία θα είναι ακόμη χειρότερη σε χώρες «όπως η Ιταλία, η Ελλάδα και η Πολωνία, όπου ο αριθμός των μεγαλύτερης ηλικίας ατόμων που θα βρίσκονται εκτός εργατικού δυναμικού μπορεί να είναι σχεδόν ίσος ή ακόμα και μεγαλύτερος από τον αριθμό των εργαζομένων έως το 2050».

Για να αντιμετωπιστεί η δυσοίωνη αυτή προβολή, η έκθεση προτείνει να περιοριστούν σημαντικά τα παράθυρα πρόωρης συνταξιοδότησης και προσθέτει: «Επτά χώρες του ΟΟΣΑ (Αυστραλία, Δανία, Ελλάδα, Ισραήλ, Ιαπωνία, Κορέα και Ισπανία) θέτουν περιορισμούς στα έσοδα μετά τη συνταξιοδότηση, καθώς οι συντάξεις μειώνονται αν τα έσοδα από άλλες πηγές ξεπεράσουν κάποιο όριο… Η άρση τέτοιων εμποδίων είναι σημαντική προκειμένου να γίνει ελκυστικός ο συνδυασμός εργασίας και σύνταξης για τους περισσότερους ή όλους τους εργαζομένους μεγαλύτερης ηλικίας».

Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, η μέση ηλικία συνταξιοδότησης στην Ελλάδα διαμορφωνόταν το 2018 κοντά στα 62 έτη και θα παραμείνει κάτω από τα 65 έτη για τους 20χρονους που εισήλθαν στην αγορά εργασίας το 2016, ενώ οι αντίστοιχοι μέσοι όροι στα 36 κράτη-μέλη του ΟΟΣΑ διαμορφώνονται στα 64,2 και τα 66 έτη. Μάλιστα, στη Δανία, στην Ιταλία και την Ολλανδία η μελλοντική ηλικία συνταξιοδότησης θα ξεπεράσει τα 70 έτη.

Η έκθεση υποστηρίζει ότι «πρέπει να προωθηθούν περισσότερες και καλύτερες ευκαιρίες απασχόλησης σε μεγαλύτερη ηλικία προκειμένου να προστατευτούν το επίπεδο διαβίωσης και η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών». Προς αυτή την κατεύθυνση, καλεί τις κυβερνήσεις να προχωρήσουν σε:

1. Επιβράβευση της απασχόλησης σε μεγαλύτερη ηλικία μέσω: (α) της διασφάλισης ότι το ασφαλιστικό σύστημα ενθαρρύνει και ανταμείβει την επιμήκυνση της παραμονής στην αγορά εργασίας σε συνάρτηση με το αυξημένο προσδόκιμο ζωής, (β) του περιορισμού των παραθύρων πρόωρης συνταξιοδότησης που επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό, και (γ) της διασφάλισης ότι τα κοινωνικά επιδόματα αξιοποιούνται για τη στήριξη εκείνων που δεν μπορούν να εργαστούν ή αναζητούν δουλειά, αντί για την υποστήριξη καθεστώτων πρόωρης συνταξιοδότησης.

2. Ενθάρρυνση των εργοδοτών να κρατούν και να προσλαμβάνουν εργαζομένους μεγαλύτερης ηλικίας.

3. Βελτίωση της διά βίου εκπαίδευσης, της αναγνώρισης δεξιοτήτων και των συνθηκών απασχόλησης σε όλες τις ηλικίες, σε συνδυασμό με την παροχή αποτελεσματικής βοήθειας σε εργαζομένους μεγαλύτερης ηλικίας που έχασαν τη δουλειά τους ή επιθυμούν να αλλάξουν αντικείμενο.

Αρνητικά επιτόκια

Μία ακόμη βόμβα στα θεμέλια των δημόσιων συνταξιοδοτικών συστημάτων είναι, σύμφωνα με τους αναλυτές, τα αρνητικά επιτόκια που κυριαρχούν πλέον όχι μόνο στα κρατικά, αλλά και στα εταιρικά ομόλογα της Ευρωζώνης.

Τα ασφαλιστικά ταμεία αναζητώντας ασφαλείς τοποθετήσεις αγοράζουν ομόλογα με επενδυτική βαθμίδα, τα οποία όμως έχουν αρνητική απόδοση, δηλαδή στη λήξη τους όχι μόνο δεν δίνουν τόκους, αλλά ροκανίζουν και μέρος του αρχικού κεφαλαίου. Οι αναλυτές εκτιμούν ότι τα Ταμεία θα αναγκαστούν να στραφούν προς την αγορά μετοχών, αλλά έτσι θα αυξηθεί σημαντικά το ρίσκο.