«Θα συνεχίζουμε να ρυθμίζουμε τα δάνεια των συνεργαζόμενων πελατών μας, όμως τα ακίνητα των στρατηγικά κακοπληρωτών θα βγουν σε πλειστηριασμό. Το πάρτι τελείωσε».

Αυτή είναι η απάντηση των τραπεζών, οι οποίες πλέον αναγκασμένες και από τον SSM να προχωρήσουν σε ουσιαστικές λύσεις και ρυθμίσεις για όλους τους «κόκκινους» δανειολήπτες.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς τους, μέχρι τέλος του έτους θα βγουν στο «σφυρί» 500 με 700 ακίνητα, τα οποία είναι κυρίως εμπορικά, ωστόσο ανάμεσά τους υπάρχουν και κατοικίες.

Πρόκειται για σπίτια των οποίων η αξία υπερβαίνει τις 350.000 με 400.000 ευρώ ενώ τα δάνεια με τα οποία αποκτήθηκαν είναι στο «κόκκινο» για διάστημα άνω των 12 μηνών.

Οι διαταγές πληρωμής και τα προγράμματα πλειστηριασμών θα είναι περισσότερα το 2017 και σύμφωνα με τον σχεδιασμό που υπάρχει μέχρι στιγμής, το επόμενο έτος θα εκποιηθούν γύρω στα 5.000 ακίνητα.

Οι τραπεζίτες επιμένουν ότι δεν έχουν πρόθεση να εκποιήσουν ακίνητα πρώτης κατοικίας που ανήκουν σε δανειολήπτες συνεργάσιμους ή να «πετάξουν» οικογένειες με αποδεδειγμένα οικονομικά προβλήματα στον δρόμο.

Όπως επαναλαμβάνουν, εστιάζουν στο να ρυθμιστεί με τρόπο βιώσιμο σε μακροχρόνια βάση ο μεγαλύτερος όγκος δανείων και σημειώνουν στο Έθνος πως: «Η αγορά ακινήτων είναι ήδη εξαιρετικά πιεσμένη και ένα γενικευμένο κύμα πλειστηριασμών θα τη βύθιζε ακόμη περισσότερο, γεγονός που δεν συμφέρει κανέναν».

Οι τράπεζες λοιπόν στήνουν μηχανισμό για να «βλέπουν» όχι μόνο δανειακά ανοίγματα των κακοπληρωτών αλλά το γενικότερο οικονομικό προφίλ τους, δηλαδή καταθέσεις, δηλώσεις εισοδήματος, Ε9.

Την ίδια ώρα οι τραπεζικές διοικήσεις με υπηρεσιακά σημειώματα ζητούν από το δίκτυο καταστημάτων τους να συμβάλει στον εντοπισμό των κατά σύστημα κακοπληρωτών.

Τα «κόκκινα» δάνεια είναι περισσότερα από 2,7 εκατ. με συνολικές οφειλές σχεδόν 98,5 δισ. ευρώ, αν μετρηθούν και τα δάνεια που βρίσκονται σε καθυστέρηση μικρότερη των 90 ημερών ο αριθμός ξεπερνά τα 3 εκατ. και η οφειλή τα 108 δισ. ευρώ.

Ο στόχος είναι τα μην εξυπηρετούμενα ανοίγματα μέχρι το 2019 να έχουν μειωθεί στα 67 δισ. ευρώ από 108 δισ. ευρώ σήμερα.