Τι λέει  ο αναπληρωτής καθηγητής Υγιεινής και Επιδημιολογίας, κλινικός ιολόγος Γκίκας Μαγιορκίνης, σε συνέντευξη που παραχωρεί στο Πρακτορείο Fm

Σύμφωνα με τον ίδιο,  , (την οποία μάλιστα χαρακτηρίζει ελαφριάς μορφής σε σχέση με άλλες που έχουν πλήξει τον πλανήτη).

«Μέσα από το βιβλίο μου προσπαθώ να βοηθήσω τον κόσμο να καταλάβει τι ήταν αυτό που περάσαμε, γιατί νομίζω ότι ο κόσμος δεν έχει απόλυτα καταλάβει ότι πρόκειται για κάτι που συμβαίνει εδώ και εκατομμύρια χρόνια. Θα συνεχίσει να συμβαίνει και πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για την επόμενη πανδημία, η οποία μπορεί να είναι, είτε δύο δευτερόλεπτα, είτε 50 χρόνια από τώρα», λέει χαρακτηριστικά ο Γκίκας Μαγιορκίνης.

Όσον αφορά την ενδημικότητα του ιού, που είχε επί της ουσίας προβλέψει ένα χρόνο πριν, μέσα από την ίδια εκπομπή, και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας μόλις πριν λίγες μέρες ήρε το ύψιστο επίπεδο υγειονομικού συναγερμού, ο κ. Μαγιορκίνης αναφέρει: «Αυτή η ενδημικότητα έχει ένα βαρύ αποτύπωμα, το οποίο αντιμετωπίζουμε και στα νοσοκομεία, και το φέρουν κυρίως οι ευάλωτες ομάδες, οι οποίες εξακολουθούν να είναι εκτεθειμένες έναντι του ιού. Αυτό που συνέβη είναι ότι ο ιός ήρθε και προσέθεσε ένα επιπλέον βάρος στο σύστημα υγείας και θα πρέπει να βρούμε τρόπο να το αντιμετωπίσουμε, για τις επόμενες δεκαετίες».

Δραματική έως απρόβλεπτη η πίεση στα συστήματα υγείας από τις επόμενες πανδημίες

Όπως γράφει στο βιβλίο του ο καθηγητής «η πιθανή έλευση νέων ιών και νέων πανδημιών θα δημιουργεί ολοένα και μεγαλύτερη πίεση στα συστήματα υγείας. Το υγειονομικό και δημοσιονομικό βάρος των ιογενών λοιμώξεων θα αυξηθεί στα χρόνια που έρχονται. Θα ζήσουμε κύματα νέων ιογενών πανδημιών, όπως συμβαίνει στον πλανήτη εδώ και εκατομμύρια χρόνια. Δεν υπάρχει κάποιος λόγος να πιστεύουμε ότι θα σταματήσει αυτό.

Αντιθέτως, υπάρχει πιθανότητα να αυξηθεί η συχνότητά τους. Όσες από αυτές επιτύχουν να εγκατασταθούν μόνιμα στον ανθρώπινο πληθυσμό θα προστεθούν στις ήδη υπάρχουσες ιογενείς λοιμώξεις και θα συνεχίσουν να ταλανίζουν τους ευάλωτους και ευπαθείς ανθρώπους, που και αυτοί συνεχώς θα αυξάνονται με τη γήρανση του πληθυσμού. Η τεχνολογία θα μας βοηθήσει να αντιμετωπίσουμε καλύτερα τις επιπτώσεις τους, αλλά κατά καιρούς η πίεση που θα προκαλούν θα είναι σημαντική έως δραματική και κατά καιρούς απρόβλεπτη».

Επιτακτική ανάγκη να επενδύσουμε σε προσωπικό εξειδικευμένο σε ιογενείς λοιμώξεις, αναπνευστικά νοσήματα, και εντατικολογία

Και για αυτόν ακριβώς τον λόγο, εξηγεί ο κ. Μαγιορκίνης στο Πρακτορείο Fm, «θα πρέπει να επενδύσουμε και σε τεχνολογία και σε ανθρώπινο δυναμικό, εξειδικευμένο σε ιογενείς λοιμώξεις, αναπνευστικά νοσήματα και στην εντατικολογία, ώστε να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά αυτό το μακροχρόνιο βάρος και τις πιθανές επόμενες πανδημίες. Αυτή η επένδυση, όμως, είναι χρονοβόρα. Χρειάζεται πάνω από 11-12 χρόνια για να εξειδικευτεί κάθε άνθρωπος, και ως εκ τούτου τα όποια κενά προκύπτουν είναι αδύνατο να καλυφθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα, ή σε επείγουσες συνθήκες.

Το είδαμε άλλωστε σε αυτή την πανδημία, όταν στην Κίνα έφτιαχναν μέσα σε δέκα μέρες νοσοκομείο, και μετακινούσαν προσωπικό από άλλα μέρη για να το στελεχώσουν. Προσωπικό μέσα σε δέκα μέρες δεν φτιάχνεις. Αν δεν υπάρχει ένα μακροχρόνιο σχέδιο, όχι μόνο να εκπαιδεύσουμε ανθρώπους, αλλά να τους δώσουμε και κίνητρα για να πάνε προς αυτή την κατεύθυνση, τότε θα βρεθούμε προ εκπλήξεων. Αν δεν κάνουμε αυτή την επένδυση, θα αντιμετωπίσουμε πολύ μεγάλες δυσκολίες μέσα στα επόμενα εκατό χρόνια».

Υπάρχουν ιοί που προκάλεσαν επιδημίες από τις οποίες πέθανε το 60 με 70% του πληθυσμού

Ερ.: Με βάση τα ιστορικά στοιχεία των πανδημιών που παραθέτετε στο βιβλίο σας πόσο σοβαρή θεωρείτε την πανδημία του SARS-CoV-2, προκύπτει εύλογα το ερώτημα.

Απ.: «Από τις πανδημίες που έχουμε δει ιστορικά, η συγκεκριμένη ήταν ελαφράς μορφής. Πιθανώς αν δεν ήμασταν σε αυτή την εποχή που υπάρχει μεγάλο ποσοστό ευάλωτων, να πέρναγε και υποτονικά. Οι πανδημίες που έχουν εμφανιστεί στον πλανήτη είναι πολύ πιο θανατηφόρες. Δηλαδή υπάρχουν ιοί που προκάλεσαν επιδημίες από τις οποίες πέθανε το 60% με 70% του πληθυσμού, όπως πχ στη Νότιο Αμερική τον 16ο και 17ο αιώνα. Και δεν ξέρουμε ποιοι ιοί είναι.

Αυτό είναι ένα φοβερά γκρίζο και τρομακτικό κομμάτι της ιολογίας, το οποίο εμένα προσωπικά με κάνει και αισθάνομαι λιγάκι περίεργα, γιατί ενώ για παράδειγμα για την ευλογιά ξέραμε το προφίλ της (σσ: ποιος ιός την προκαλεί και πώς μεταδίδεται) και ότι υπάρχει εμβόλιο, για αυτούς τους ιούς, ούτε καν ξέραμε τι προφίλ είχαν και ούτε υπάρχει εμβόλιο. Και αν συμβεί το κακό σενάριο και επανέλθουν, δεν γνωρίζουμε πόσο εύκολα θα αντιμετωπιστούν».

Οι επιδημίες είναι ένα αέναο κομμάτι του οικοσυστήματος – Δεν υπάρχει τρόπος να τις αποφύγουμε

Ερ.: Η ιστορία μέχρι σήμερα μας έχει διδάξει ότι οι επιδημίες ιών είναι σταθερές αξίες, θα συμβούν ξανά και ξανά. Το ερώτημα δεν είναι αν θα ξαναδούμε πανδημία. Το ερώτημα είναι πότε, με ποια συχνότητα και με ποιες συνέπειες, γράφετε στο βιβλίο σας. Έχει εκλείψει ο κίνδυνος μέγα-πανδημιών; Γνωρίζουμε τι μπορούμε να κάνουμε για να τις αποφύγουμε;

Απ.: «Όχι ο κίνδυνος των μέγα- πανδημιών, δηλαδή πανδημιών που μπορούν να σκοτώσουν πάνω από το 10% των κρουσμάτων που μολύνονται, δεν έχει εκλείψει. Και δεν έχει εκλείψει γιατί δεν μπορούμε να ελέγξουμε ποιο επόμενο παθογόνο θα περάσει από τα ζώα στον άνθρωπο. Φοβάμαι ότι επειδή ο πλανήτης έχει μεγάλη πυκνότητα, και πολλές επικοινωνίες, με το που θα ξεκινήσει μία πανδημία σε ένα μικρό χωριό στην Αφρική ή στην Κίνα, μπορεί να είναι πρόβλημα την επόμενη μέρα στον Καναδά. Και αυτό θα είναι δύσκολο να ελεγχθεί, οπότε όπως είπα θα πρέπει να επενδύσουμε στρατηγικά και μακροχρόνια, για να αντιμετωπίσουμε την επόμενη πανδημία.

‘Θεωρώ ότι θα είναι χειρότερη, γιατί το προφίλ της τωρινής, ήταν σχετικά ελαφρύ σε σχέση με τις άλλες πανδημίες που έχει περάσει ο πλανήτης και φοβάμαι ότι θα μας πιάσει εξ απήνης. Μπορεί πχ πολύ εύκολα να εξαπλωθεί ένας αιμορραγικός πυρετός, ο οποίος θα δημιουργούσε τεράστια προβλήματα, τα οποία είναι και δύσκολα αντιμετωπίσιμα. Δεν υπάρχει τρόπος να αποφύγουμε τις επιδημίες. Είναι ένα αέναο παιχνίδι του οικοσυστήματος. Οι ιοί είναι κομμάτι των γονιδιωμάτων των ζώων και των ανθρώπων και αυτό συνέβαινε πάντα, δεν θα σταματήσει και δεν έχουμε τρόπο να τους σταματήσουμε. Το μόνο πράγμα που μπορούμε να κάνουμε είναι να ελέγξουμε τις επιπτώσεις και να αντιμετωπίσουμε καλύτερα την οξεία φάση».