Η δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων των Πανελλήνιων Εξετάσεων επανέφερε στο προσκήνιο τις πολλές παθογένειες που δημιουργεί αυτή η μόνιμη πληγή της εκπαίδευσης εδώ και δεκαετίες.

ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΣΥΡΙΖΑ

Έδωσε την ευκαιρία σε δημοσιολογούντες και θιασώτες της αριστείας των ελίτ, να επιτεθούν με τον πιο άγριο και μοχθηρό τρόπο, απέναντι στα νέα παιδιά που πέρασαν σε συγκεκριμένα τμήματα, προσβάλλοντάς τα με τον χειρότερο τρόπο. Εμφανίσθηκε απροκάλυπτα το μίσος απέναντι στους νέους και τις νέες που μόνο αυτοί αξιολογούνται στις Πανελλήνιες Εξετάσεις κι όχι το ίδιο το σύστημα και οι αρχές του, καθώς και η αποτελεσματικότητα του παράλληλου συστήματος των φροντιστηρίων.

Έδωσε για ακόμη μια φορά την ευκαιρία να τονιστούν οι καταστροφικές επιλογές της Νέας Δημοκρατίας για την εκπαίδευση και το μέλλον της νέας γενιάς.
Είναι γεγονός ότι τις τελευταίες δεκαετίες, λόγω της διεύρυνσης του φοιτητικού δυναμικού των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, δόθηκε η δυνατότητα σε περισσότερα παιδιά των λαϊκών στρωμάτων να διεκδικήσουν την πρόσβασή τους σε αυτά. Αλλά ακόμα και σε αυτές τις συνθήκες, από το άνοιγμα των ιδρυμάτων επωφελήθηκαν κυρίως τα μεσαία στρώματα, εξασφαλίζοντας πρόσβαση κατά προτεραιότητα και στο σύνολο των ιδρυμάτων και στις θεωρούμενες περιζήτητες σχολές. Έτσι, οι μορφωτικές ανισότητες παραμένουν ισχυρές.

Όταν οκτώ στους δέκα υποψηφίους εισάγονται σε κάποια σχολή της τριτοβάθμιας, γίνεται φανερό ότι η βασική λειτουργία των εξετάσεων είναι να κατατάξουν τους υποψήφιους στις διαφορετικά ιεραρχημένες πανεπιστημιακές σχολές και όχι να τους αποκλείσουν από αυτές, όπως επιδιώκει μια βαθιά ριζωμένη συντηρητική αντίληψη. Όταν οκτώ στους δέκα επιτυχόντες καλούνται να σπουδάσουν σε Τμήματα διάφορα της προτίμησης τους φταίνε οι δεκάδες χιλιάδες νέοι και νέες η το σύστημα επιλογής;

Η μαζικοποίηση των Πανεπιστημίων είναι διεθνής τάση. Η Ελλάδα κινείται, πλέον, στο μέσο όρο των χωρών της Ε.Ε. στο ποσοστό του πληθυσμού που είναι απόφοιτοι Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης στις ηλικίες 25-34 ετών.

Η Νέα Δημοκρατία, ωστόσο, με την αλλοπρόσαλλη πολιτική που ακολουθεί δείχνει πως επιδιώκει να ξανακλείσει βιαστικά αυτό το έστω και περιορισμένο άνοιγμα των πανεπιστημίων, επαναφέροντας τη “βάση του 10” ή άλλα αυστηρότερα κριτήρια εισαγωγής. Γιατί; Γιατί, έτσι, ανοίγει διάπλατα την πόρτα των ιδιωτικών κολεγίων, για τα παιδιά που αποκλείονται από τα δημόσια Πανεπιστήμια, για τα οποία δεν υπάρχει καμία “βάση του 10” ή άλλο εκπαιδευτικό κριτήριο, παρά μόνο η οικονομική δυνατότητα της οικογένειας. Έτσι, πριμοδοτεί ταυτόχρονα δύο εξελίξεις: τη μείωση της πρόσβασης των πιο φτωχών λαϊκών στρωμάτων προς τα πανεπιστήμια και την τεχνητή διαμόρφωση πελατείας για την ιδιωτική μεταλυκειακή εκπαίδευση. Η Αριστεία των νεοφιλελεύθερων δεν καλλιεργεί τις κλίσεις, το ταλέντο η τη διάθεση για το καλύτερο, μεθοδεύει τον αποκλεισμό και την εμπορευματοποίηση.

Σε αντίθετη κατεύθυνση κινήθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ, θέτοντας στο επίκεντρο την αναβάθμιση και την ανύψωση του μορφωτικού ρόλου του Λυκείου και την αξιοπιστία του Απολυτηρίου του. Με στόχο, σταδιακά, να αποτελεί βαρύνοντα τρόπο εισαγωγής στα Πανεπιστήμια, πλην των σχολών υψηλής ζήτησης, όπου εκεί, θα συνεχιστεί η επιλογή μέσω εξετάσεων, τουλάχιστον στην αρχική φάση.

Ηχηρή επιβεβαίωση αυτών των στοχεύσεων της κυβερνητικής πολιτικής αποτελεί η πολιτική που άσκησε Η ΝΔ τον πρώτο χρόνο διακυβέρνησής της: Έσπευσε να καταργήσει, πριν καν δοκιμαστούν στην πράξη, μια σειρά μέτρων που ψήφισε ο ΣΥΡΙΖΑ, με αποκορύφωμα την ελεύθερη πρόσβαση καταρχάς στις λεγόμενες “πράσινες” σχολές. Το μέτρο αυτό, σε συνδυασμό με τη σταδιακή ενίσχυση του χαρακτήρα του απολυτηρίου, θα μπορούσε βήμα προς βήμα να αποτελέσει μια αξιόπιστη εναλλακτική επιλογή αντί των Πανελλήνιων Εξετάσεων. Κατάργησε ακόμα και τις διετείς σχολές για τους αποφοίτους της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης (ΕΠΑΛ), που θα λειτουργούσαν εντός των ΑΕΙ και θα τροφοδοτούσαν τον παραγωγικό ιστό με αξιόλογο δυναμικό στις τεχνικο-επαγγελματικές κατευθύνσεις.
Αυτά, όπως και πολλά άλλα προβλήματα, η νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση της ΝΔ όχι μόνο δεν κάνει τίποτα για να αντιμετωπίσει, αλλά με τις αρνητικές επιλογές της πολιτικής της τα επιδεινώνει. Με μόνιμο θύμα της την ελληνική νεολαία, την οποία δε διστάζει σε κάθε ευκαιρία να κατηγορήσει και να ενοχοποιήσει ανενδοίαστα, όπως πρόσφατα στην περίπτωση της αναζωπύρωσης της πανδημίας.

Τα υπαρκτά προβλήματα που σε όλα τα εκπαιδευτικά συστήματα γεννά η μαζικοποίηση του Πανεπιστημίου ζητούν σύγχρονες και όχι αναχρονιστικές απαντήσεις. Έχει σημασία να τονίσουμε ότι ο αναγκαίος διάλογος για τις απαραίτητες βελτιώσεις και μεταρρυθμίσεις, οφείλει να ξεκινά από την υπεράσπιση του δημόσιου Πανεπιστημίου και του δικαιώματος των νέων στη μόρφωση. Κι όχι με προσχήματα ή τη μεγέθυνση προβλημάτων να στρέφεται στην ύψωση φραγμών για τα παιδιά των λαϊκών τάξεων και σε ένα Πανεπιστήμιο των ελίτ, μονόπλευρα προσανατολισμένο στην υπηρεσία της “αγοράς”, δηλαδή, σε μια οπισθοδρόμηση πελωρίων διαστάσεων.

Για να αντιληφθoύμε το μέγεθος της προσαρμογής προς τα κάτω για την οποία προετοιμάζει την κοινωνία, μέσω της τρομοκρατίας για τις βάσεις η ΝΔ και η υπουργός Παιδείας και τα φιλικά τους ΜΜΕ, πρέπει να ενημερώσουμε ότι με βάση τα φετινά αποτελέσματα πάνω από 20000 φοιτητές που βρέθηκαν κάτω από τη βάση θα έμεναν εκτός Πανεπιστημίου. Επιστροφή, τουλάχιστον 40 χρόνια πριν, σε ό,τι αφορά στον αριθμό των εισερχομένων στην Τριτοβάθμια.
Συμφωνεί, άραγε, η κοινωνία με αυτή την επιστροφή στο χθες, που αν επιβληθεί θα ανοίξει το μορφωτικό χάσμα ανάμεσα στην Ελλάδα και τις αναπτυγμένες χώρες του κόσμου;

Είναι αυτή η επίσημη θέση της ΝΔ;
Ας τολμήσει να την πει δημόσια.