Και πρώτα απ’ όλα τι εννοούμε λέγοντας παιδεία; Την πληροφορία, την τεχνική, το δίπλωμα εξειδίκευσης που εξασφαλίζει γάμο, αυτοκίνητο κι ακίνητο, με πληρωμή την πλήρη υποταγή του εξασφαλισθέντος ή την πνευματική και ψυχική διάπλαση ενός ελεύθερου ανθρώπου, με τεχνική αναθεώρησης κι ονειρικής δομής, με αγωνία απελευθέρωσης και με διαθέσεις μιας ιπτάμενης φυγής προς τ’ άστρα;
Μάνος Χατζιδάκις, Τα σχόλια του Τρίτου

ΕΛΜΕ Λευκάδας

Η κυβέρνηση της ΝΔ, εκμεταλλευόμενη την κοινωνικοοικονομική κρίση που επέφερε η πανδημία και η διαχείρισή της, ξεδιπλώνει μια πολυεπίπεδη και συντονισμένη επίθεση ενάντια στη δημόσια εκπαίδευση. Η πανδημία λειτουργεί ως επιταχυντής νεοφιλελεύθερων, αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων στο χώρο της παιδείας που θα οδηγήσουν στην εξάχνωση του δημόσιου σχολείου.

Κομβικά σημεία της κυβερνητικής πολιτικής, στα οποία πρέπει να σταθούμε, είναι: α. η εξ αποστάσεως εκπαίδευση, β. το πολυνομοσχέδιο για την Παιδεία και γ. η σχεδιαζόμενη μεταφορά των σχολείων στους Δήμους.

α) Η ιμπρεσιονιστική εφαρμογή της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, κατά την προηγηθείσα περίοδο αναστολής λειτουργίας των σχολείων, κατέδειξε πως πρόκειται για μια ελλειμματική παιδαγωγικά πρακτική που υπολείπεται κατά πολύ ποιοτικά της άμεσης διδασκαλίας, δε διασώζει ίχνος από την πλούσια και πολυεδρική εμπειρία της σχολικής ζωής και διευρύνει τις μορφωτικές ανισότητες.

Ωστόσο, είναι πρόδηλο πως το Υπουργείο Παιδείας επιδιώκει να νομιμοποιήσει την εξ αποστάσεως εκπαίδευση στις συνειδήσεις των πολιτών ώστε αυτή να καταστεί μια μόνιμη εναλλακτική μέθοδος διδασκαλίας που θα ενεργοποιείται σε ποικίλες περιπτώσεις στο μέλλον (λ.χ. σε περιπτώσεις δημοσιονομικής περιοριστικής πολιτικής) αντικαθιστώντας τη φυσική διδασκαλία. Επιπλέον, πρέπει να προσεχθεί πως με την εξ αποστάσεως διδασκαλία οδηγούμαστε στη σταδιακή άρση της υποχρεωτικότητας της δημόσιας εκπαίδευσης.

Η πρόσφατη Τροπολογία και η Υπουργική Απόφαση που την εξειδικεύει, για τη ζωντανή αναμετάδοση των μαθημάτων της τάξης, αποτελούν άλλον έναν επικοινωνιακό ελιγμό του Υπουργείου Παιδείας. Η συγκεκριμένη Υπουργική Απόφαση, που έρχεται σε αντιπαράθεση με τη λογική και τη μεθοδολογία πάνω στις οποίες δομούνται τα προγράμματα σπουδών, εγείρει διάφορα παιδαγωγικής και νομικής φύσεως ζητήματα. Είναι μια απόφαση έωλη που κανείς εχέφρων εκπαιδευτικός δεν θα μπορούσε να εφαρμόσει. Το Υπουργείο Παιδείας γνωρίζει το παράλογο της υποθέσεως αλλά σκοπίμως προχώρησε σε αυτή την απόφαση για να απαλλαγεί από τις ευθύνες συνέχισης της εκπαιδευτικής διαδικασίας και να τις μεταθέσει στους εκπαιδευτικούς.

β) Το πολυνομοσχέδιο Κεραμέως, αν ψηφιστεί, θα επιδράσει καταλυτικά στη φυσιογνωμία του δημόσιου σχολείου. Η θεσμοθέτηση αλλεπάλληλων εξετάσεων, εν είδει μικρών πανελληνίων, στη βάση ενός αποθετηρίου θεμάτων, της γνωστής, αποτυχημένης από την εποχή Αρβανιτόπουλου, Τράπεζας Θεμάτων, θα οδηγήσει σε αύξηση της μαθητικής διαρροής, δείχνοντας την πόρτα της εξόδου σε μια μεγάλη μερίδα μαθητών και οδηγώντας τους σε ιδιωτικές και αμφίβολης ποιότητας δομές μεταγυμνασιακής εκπαίδευσης. Συνακόλουθα, θα επιφέρει τη μετάλλαξη του Λυκείου σε ένα μικρό, ελιτίστικο, έντονα ταξικό και ανταγωνιστικό σχολείο. Επιπλέον, η αναγκαιότητα ανταπόκρισης στις απαιτήσεις των εξετάσεων και της Τράπεζας Θεμάτων, θα απογυμνώσει το σχολείο από την παιδαγωγική του διάσταση, αφού η διδασκαλία θα επικεντρωθεί στη στείρα και μηχανιστική αποθησαύριση έτοιμων απαντήσεων. Όμως, με αυτόν τον τρόπο, θα οδηγηθούμε στην καταστροφή του λόγου και στην κατάρρευση της δημόσιας παιδείας, με ανυπολόγιστες συνέπειες για την κοινωνία.

γ) Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας Τα Νέα (23/05/2020), η κυβέρνηση επεξεργάζεται σχέδιο μεταφοράς αρμοδιοτήτων που αφορούν την εκπαίδευση στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Μάλιστα το σχέδιο αυτό προβλέπεται να νομοθετηθεί εντός του καλοκαιριού.
Η μεταφορά των σχολείων στους Δήμους αποτελεί εδώ και χρόνια τον ευσεβή πόθο των υπερεθνικών κέντρων προώθησης της νεοφιλελεύθερης πολιτικής στον χώρο της εκπαίδευσης. Συνδέεται με την πολυδιαφημιζόμενη Αυτονομία της σχολικής μονάδας και με την Αξιολόγησή της που προβλέπεται στο πολυνομοσχέδιο Κεραμέως. Βλέπουμε, λοιπόν, πως η κυβέρνηση με ενορχηστρωμένες, κυκλωτικές κινήσεις απεργάζεται το έσχατο πλήγμα στη δημόσια εκπαίδευση.

Με την παράδοση των σχολείων στην Τοπική Αυτοδιοίκηση το κράτος θα αποτινάξει από πάνω του το βαρίδι της χρηματοδότησής τους και παρ’ όλο που προβλέπεται αύξηση της κρατικής επιχορήγησης στους ΟΤΑ, η λειτουργία των σχολείων, όπως μας δείχνει η διεθνής εμπειρία, θα εξαρτάται ολοένα και περισσότερο από τη βιωσιμότητα των οικονομικών του κάθε Δήμου. Μέσα από ένα σύνθετο πλέγμα ανταγωνισμού των σχολείων, αξιολόγησής τους και εξάρτησης της χρηματοδότησής τους από αυτή, θα οδηγηθούμε σε έντονη κατηγοριοποίηση των σχολείων και οριστικό κλείσιμο κάποιων από αυτά.

Γίνεται πια κατανοητό πως η λειτουργία των σχολείων μέσα σε συνθήκες ανταγωνισμού και αδιαφάνειας θα επηρεάσει αρνητικά το περιεχόμενο και την ποιότητα των σπουδών τους, οδηγώντας σε πολυτεμαχισμό και διάσπαση της κοινής εκπαιδευτικής εμπειρίας, θα εντείνει τις εκπαιδευτικές ανισότητες και θα διαλύσει τις εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών εμπεδώνοντας ευέλικτες μορφές εργασίας.

Το σχολείο, παρ’ όλο που δέχεται έντονη αμφισβήτηση στις μέρες μας και έχει απολέσει το κύρος που απολάμβανε σε παρελθούσες πατριαρχικές εποχές, εξακολουθεί να επιδρά καταλυτικά στη διανοητική και ψυχική διάπλαση των νεότερων μελών της κοινωνίας. Αποτελεί βασικό αρμό της κοινωνικής συγκρότησης και ως εκ τούτου αφορά το σύνολο της κοινωνίας και όχι μόνο όσους εμπλέκονται άμεσα γύρω από αυτό. Η επίθεση που έχει εξαπολύσει η κυβέρνηση της ΝΔ στην εκπαίδευση, ακολουθώντας τις επιταγές της ολιγαρχίας των αγορών, θα έχει δραματικές επιπτώσεις για την κοινωνία μας στο μέλλον.

Στις σύγχρονες, μετανεωτερικές και μονοδιάστατες κοινωνίες, η κατίσχυση των αγορών έχει οδηγήσει σε αποδυνάμωση των δημοκρατικών θεσμών. Αποφάσεις ζωτικής σημασίας για τις κοινωνίες σχεδιάζονται από τεχνοκράτες και απλώς επικυρώνονται από τους πολιτικούς της realpolitik. Ενώ τα συστημικά ΜΜΕ δημιουργούν υγειονομικές ζώνες προστασίας του κυρίαρχου λόγου της εξουσίας.

Σε αυτές τις συνθήκες δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να επανεφεύρουμε τις δημοκρατικές παραδόσεις, να διαμορφώσουμε εκ νέου συλλογικότητες και να ενεργοποιήσουμε κινηματικές διαδικασίες, ώστε να αντιτάξουμε σθεναρή αντίσταση στον νεοφιλελεύθερο οδοστρωτήρα, αντιπαραθέτοντας το σχολείο των κοινωνικών αναγκών στο σχολείο της αγοράς. Να μην επιτρέψουμε την καταστροφή του σχολείου γιατί αυτό θα είναι και η καταστροφή της κοινωνίας.