–  Αύξηση των κορονοϊού αναμένεται στη χώρα μας κατά τους δύο επόμενους μήνες, κάτι που ήταν λίγο – πολύ αναμενόμενο με δεδομένο το και του λιανεμπορίου μέσα στον Ιανουάριο, αλλά πλέον του προγραμματισμένου ανοίγματος της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης από τον Φεβρουάριο.

Αυτό ανέφερε στο ΕΘΝΟΣ ο καθηγητής της Πολυτεχνικής Σχολής, επικεφαλής του Εργαστηρίου Περιβαλλοντικής Μηχανικής και επικεφαλής του Κέντρου Έρευνας για το Εκθεσίωμα και την Υγεία του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Δημοσθένης Σαρηγιάννης.

Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, ενώ βρισκόμασταν στα 500 κρούσματα την ημέρα κατά εβδομαδιαίο μέσο όρο μέχρι τις 23 Ιανουαρίου, από εκείνο το σημείο και μετά, σημειώθηκε μία αύξηση και αναμένεται την τελευταία εβδομάδα του μήνα να φτάσουμε τα 670 κρούσματα την ημέρα κατά εβδομαδιαίο μέσο όρο. Μάλιστα, δεν αποκλείεται την τελευταία ημέρα του Ιανουαρίου ο αριθμός των κρουσμάτων να αγγίξει τα 800. Αυτό σημαίνει ότι μέσα σε λίγες μέρες από την επαναλειτουργία δημοτικών σχολείων και λιανεμπορίου η αύξηση των κρουσμάτων φτάνει το 30%.

Την ίδια στιγμή, με και λιανεμπορίου θα παραμείνουν ανοιχτά και θα επαναλειτουργήσει από το Φεβρουάριο η Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, ο κ. Σαρηγιάννης εκτιμά, με βάση τα μαθηματικά μοντέλα που ακολουθεί, ότι στο τέλος του ερχόμενου μήνα τα κρούσματα θα κυμαίνονται στα 950-1.000 την ημέρα κατά εβδομαδιαίο μέσο όρο.

1.700 κρούσματα την ημέρα τον Μάρτιο

Ακόμα πιο δύσκολη θα είναι η κατάσταση τον Μάρτιο, με δεδομένη και την περαιτέρω διασπορά του μεταλλαγμένου και πιο μεταδοτικού στελέχους στη χώρα μας, αφού στο τέλος του συγκεκριμένου μήνα τα κρούσματα αναμένεται να κινούνται στα 1.650-1.700 την ημέρα κατά εβδομαδιαίο μέσο όρο. Μάλιστα, αν δε ληφθούν μέτρα, ώστε να σπάσουν από την αρχή οι αλυσίδες μετάδοσης του μεταλλαγμένου στελέχους του , τον Απρίλιο και τον Μάιο αναμένεται να γίνει… χαμός, σε ό,τι αφορά τον αριθμό των κρουσμάτων.

«Αυτήν τη στιγμή η περίοδος που διανύουμε, αναφορικά με τον κορονοϊό, μπορεί να θεωρηθεί αντίστοιχη με αυτήν του δεύτερου δεκαημέρου του περασμένου Οκτωβρίου. Είναι δεδομένο ότι θα φτάναμε στο τέλος του Ιανουαρίου τα 2.000 ημερήσια κρούσματα, αν ανοίγαμε μαζί Δημοτικά, Γυμνάσια, Λύκεια και λιανεμπόριο. Πολύ καλά κάναμε και δεν το πράξαμε, με αποτέλεσμα να γλυτώσουμε ένα σημαντικό αριθμό κρουσμάτων», λέει  ο κ. Σαρηγιάννης.

Ανησυχία από το μεταλλαγμένο στέλεχος

Ο καθηγητής του ΑΠΘ εκφράζει την εκτίμηση ότι θα αυξηθούν οι ασθενείς με το μεταλλαγμένο στέλεχος από τον Φεβρουάριο, ωστόσο, η μεγαλύτερη αύξηση αναμένεται μέσα στον Μάρτιο και αν δε ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα η κατάσταση θα είναι πολύ δύσκολη τον Απρίλιο και τον Μάιο. Σε αυτό το ενδεχόμενο ο καθηγητής εκτιμάει ότι το μεγάλο πρόβλημα τότε θα εντοπιστεί στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, οι οποίες θα πιεστούν σημαντικά, μια και ήδη ένα μεγάλο μέρος των κλινών είναι κατηλειμμένο.

«Δεν πρέπει να φτάσουμε στα 2.000 κρούσματα την ημέρα, για να προχωρήσουμε σε μέτρα, όπως κάναμε τον Οκτώβριο και το Νοέμβριο. Σήμερα οι ΜΕΘ είναι κατά 52% κατηλειμμένες στη Θεσσαλονίκη και κατά 61% στην Αθήνα, ενώ τον Οκτώβριο ήταν πολύ λιγότεροι οι ασθενείς σε αυτές. Ο στόχος πρέπει να είναι να σπάσουμε τις αλυσίδες μετάδοσης του μεταλλαγμένου στελέχους στην αρχή τους. Αυτό θα γίνει με περισσότερα τεστ και με ένα ενισχυμένο δίκτυο αλληλούχισης των κρουσμάτων, δηλαδή να διαβάζουμε το γονιδίωμα του ιού στους ασθενείς, ώστε να ξέρουμε, αν πρόκειται για το παλιό ή για το μεταλλαγμένο στέλεχος, να μπουν οι θετικοί σε καραντίνα και να γίνει σωστά η ιχνηλάτηση. Να φέρω ως παράδειγμα την απολύτως σωστή απόφαση του πρωθυπουργού για νέο κλείσιμο των καταστημάτων στις 2 Ιανουαρίου. Την πήρε χωρίς να έχουμε τότε δεδομένα αύξησης των κρουσμάτων κι έτσι μπόρεσε τώρα να ανοίξει ουσιαστικά το λιανεμπόριο. Δεν πρέπει να γίνεται τίποτα με αυτοματισμούς αλλά με επαγρύπνηση και φρένο, όπου χρειάζεται», τονίζει ο κ. Σαρηγιάννης.

Σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο να κλείσει ξανά οποιαδήποτε δραστηριότητα το επόμενο διάστημα, ο καθηγητής του ΑΠΘ υποστηρίζει ότι θα το δείξει η διαδικασία ανίχνευσης και αλληλούχισης που περιέγραψε παραπάνω. «Πρέπει να αλλάξουμε τον τρόπο που λειτουργούμε. Η αλληλούχιση θα πρέπει να γίνεται και σε άλλες δομές της χώρας και όχι μόνο στην Αθήνα. Υπάρχει αυτή η δυνατότητα. Αν γίνει αυτό, μπορεί να μην υπάρχει η δυνατότητα να αποφύγουμε μία αύξηση κρουσμάτων, αλλά θα ξέρουμε, αν πρέπει να κλείσει κάτι και πότε. Επίσης, έτσι θα μπορούμε να σπάζουμε τις αλυσίδες της μετάδοσης του ιού στην αρχή τους. Δεν πρέπει να βλέπουμε και να κάνουμε, πρέπει να προλαβαίνουμε. Πρέπει να κλείνουμε εκεί που υπάρχει πρόβλημα. Όχι ανοίγω – κλείνω και βλέπουμε», σημειώνει ο κ. Σαρηγιάννης.