Η απαρχή αυτής της νοοτροπίας ξεκινάει κάπου στο λύκειο. Σε αυτό το θεσμό πρέπει να επιλέξεις, μάλλον και από την πρώτη τάξη ποια κατεύθυνση θα πάρεις και ενδεχομένως ποιο επάγγελμα θέλεις να ασκήσεις. Έτσι αποφασίζεις ποια είναι τα μαθήματα εκείνα που σε οδηγούν σε αυτό τον προσανατολισμό και γίνονται προνομιακά και μάλλον του αποκλειστικού σου ενδιαφέροντος.

Του Νίκου Τσούλια

     Απ’ εκείνη τη στιγμή κόβεις ουσιαστικά τη σχέση σου με τη Γνώση, την Παιδεία, τη Μόρφωση. Προφανώς είναι μια αντικειμενική ανάγκη. Γιατί είναι τα μαθήματα εκείνα που θα σου ανοίξουν προοπτική στην αναγκαία επαγγελματική επιλογή. Ελπίζεις ότι σε κάποια στιγμή στη ζωή σου ίσως ξανασυναντήσεις τα εγκαταλελειμμένα μαθήματα / γνωσιακά πεδία – μάλλον ποτέ.

     Σπέρματα αυτής της αντίληψης μπορεί να έχουν πέσει από πολύ νωρίς όταν σε ρωτούν τη θες να γίνεις όταν μεγαλώσεις και αρχίζεις τότε να βλέπεις από τον περίγυρό σου τι μπορεί να ‘ναι το καλύτερο, χωρίς όμως να νοιάζεσαι τότε στις μικρές ηλικίας να δεις τι οδηγεί σε αυτή την κατεύθυνση. Είναι μία καθαρά θεωρητική αναφορά.

     Έτσι μετά το λύκειο, μετά τις πανελλαδικές εισάγεσαι στο πανεπιστήμιο, σπουδάζεις μια επιστήμη και μετά προκύπτει η ανάγκη του μεταπτυχιακού, να εστιάσεις σε έναν τομέα από την επιστήμη σου και όταν βγεις στον επαγγελματικό χώρο η εστίαση γίνεται ακόμα πιο ειδική. Θα πρέπει να ανταποκρίνεσαι στα ερωτήματα και στα προβλήματα που θέτει η ίδια εργασία σου και κυρίως η καθημερινότητά της ανάπτυξη, αν δεν εργάζεσαι σε έναν πολύ φιλόδοξο και ερευνητικό τομέα.

     Τελικά, το ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής. Στη σχέση μας με τη γνώση μαθαίνουμε κάποια βασικά πράγματα στη θεσμική εκπαίδευση, στην υποχρεωτική εκπαίδευση και μετά επιλέγουμε έναν δρόμο πλατύ στην αρχή, στενότερο στη συνέχεια, μέχρι που γίνεται ένα μικρό δρομάκι ίσως ένα μονοπάτι και κάνουμε τη διαδρομή του στο μεγαλύτερο μέρος της ενεργού ηλικία μας, γιατί οι απαιτήσεις της δουλειάς ιδιαίτερα σήμερα είναι πολύ σημαντικές. Έχεις αφήσει όλες τις άλλες επιλογές, όλους τους άλλους δρόμους, όλους τους άλλους ορίζοντες, χωρίς να ξέρεις τι ακριβώς υπάρχουν εκεί.

     Και νομίζεις ότι έχεις μία κάποια μόρφωση. Δημιουργείς μια αυταπάτη στον εαυτό σου. Τελικά η εξειδίκευσή σου σε έχει οδηγήσει σε έναν φοβερό επιμερισμό της γνώσης. Η γνώση είναι ένα άγνωστο, ένα αθέατο σύμπαν.

     Φυσικά, εδώ προκύπτει ένα απλό ερώτημα. Μπορεί ένας άνθρωπος να γνωρίζεις τα πάντα; Φυσικά ποτέ! Δεν είναι δυνατόν, δεν υπάρχει κανένας άνθρωπος στη Γη που να έχει γνώση όλων των πραγμάτων. Αλλού θέτω το ζήτημα. Αφήνουμε βασικά πεδία της μόρφωσης και της γνώσης από νωρίς και δεν τα ξαναβρίσκουμε μπροστά μας. Μπορεί να έχουμε μια μικρή ή και ευκαιριακή επαφή ενδεχομένως στιγμές χαλάρωσης ειδικά με τη λογοτεχνία, αλλά και πάλι η λογοτεχνία παραμένει άγνωστη.

     Ο καθολικός, πολυσχιδής και πνευματικά ολοκληρωμένος άνθρωπος δεν έχει μόνο πολυμάθεια αλλά και ερευνητική σκέψη και είναι ένας διαρκής αναζητητής της αλήθειας. Υπήρξαν πολλά τέτοια πρόσωπα στην ιστορία: ο Αριστοτέλης, ο Ερατοσθένης, ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι, ο Νεύτωνας, ο Γαλιλαίος.

     Λέγεται ότι δεν μπορεί να υπάρξει σήμερα Homo Universalis; Ωστόσο αυτό είναι μια εύκολη δικαιολογία. Δεν είναι ανάγκη να έχουμε γνώση όλων των επιστημονικών πεδίων. Εκείνο που είναι ανάγκη είναι να ξέρουμε τα βασικά σημεία αναφοράς, έτσι ώστε να μπορούμε να ερμηνεύουμε ικανοποιητικά την πραγματικότητα, να κατανοούμε τον κόσμο και να οδηγούμαστε σε μια πορεία – προφανώς ασυμπτωματική – αυτογνωσίας.
     Ως προς το ερώτημα που έχει τεθεί, θα γίνω συγκεκριμένος. Δεν μπορούμε να ασκούμαστε πέραν του ειδικού επαγγελματικού πεδίου συνολικά σε τέσσερα θεμελιώδη πεδία για τη ζωή μας; Δεν μπορεί να συνυπάρξει η επιστήμη λογοτεχνία, η φιλοσοφία, η τέχνη και η πολιτική, να προσδιοριστεί ένας βασικός πυρήνας για να έχουμε μια περίπου σφαιρική θεώρηση των πραγμάτων; Να μπορούμε να διαβάσουμε ένα εκλαϊκευμένο βιβλίο της επιστήμης μας αλλά και τουλάχιστον των όμορων επιστημών (π.χ βιολογία, χημεία, φυσική, γεωλογία ακόμα και μαθηματικά);
     Δεν μπορούμε να εντρυφήσουμε σε βιβλία της φιλοσοφίας, που στο κάτω-κάτω είναι ένα θέμα που αφορά τον καθένα μας; Δεν μπορούμε να έχουμε μια κάποια συστηματική σχέση με τη λογοτεχνία και με την τέχνη (φυσικά η λογοτεχνία τέχνη είναι απλά το τονίζω); Μπορούμε να αφήσουμε απέξω τη μελέτη των πολιτικών και κοινωνικών ζητημάτων, που ούτως ή άλλως παίζουν σημαντικό ρόλο στη ζωή μας; Και το πιο σημαντικό, αν δεν διαβάζουμε Ποίηση, πώς μπορούμε να κατανοήσουμε τις βασικές αγωνίες του ανθρώπου και τις ρίζες της δημιουργικότητας;
     Αλλά το κέρδος σε αυτή την εκδοχή δεν είναι απλά και μόνο θέμα γνώσεων. Το πιο βασικό θέμα είναι ότι αποκαθιστούμε τη χαμένη ενότητα της γλώσσας, το οποίο είναι ιδιαίτερα καθοριστικό για την πνευματική μας καλλιέργεια, για τη συναισθηματική μας ωρίμανση, για την ουσιαστική πολιτική συμμετοχή μας και τη διαρκή κοινωνικοποίησή μας! Υπάρχει ένα πεδίο, που αφορά κάθε άνθρωπο, η αφήγηση! Τίποτα από όσα κατέχουμε δεν έχει τη μέγιστη αξία αν δεν μπορεί να γίνει αφήγησηˑ ο πιο καθολικός και ο πιο διαχρονικός, ο πιο εκφραστικός και ο πιο ουσιαστικός, ο πιο ανθρώπινος και πιο κοινωνικός τρόπος επικοινωνίας μας!

     Ισχυρίζομαι, λοιπόν, ότι το διάβασμά μας πρέπει να είναι «ανοικτό». Να στηρίζεται σε έγκυρα αναγνώσματα. Να έχει καθολικότητα. Να αφορά και τα κλασικά έργα και τα σύγχρονα πνευματικά έργα, που έχουν όμως ορθολογική επιδραστικότητα. Για παράδειγμα, θα πρέπει να διαβάσουμε τα «Πολιτικά» του Αριστοτέλη, τα Ομηρικά Έπη, Ελύτη, Δημουλά, Παπαδιαμάντη, Χαράρι, βιβλία για την Τεχνητή Νοημοσύνη, Αρεντ, Τσόμσκι, Δον Κιχώτη, Καρλ Πόππερ, Πίνκερ, Ρωλς, Δαρβίνο, βιβλία για τη Μηχανική Γενετική, βιβλία για τον Χρόνο και την Αστρονομία, για τη θεωρία της λογοτεχνίας…

     Μπορούμε να πάρουμε μια γεύση της πρότασής μου, αν διαβάσουμε έστω και ένα βιβλίο, αυτού του κλίματος, ένα βιβλίο που μπορεί να είναι επιστημονικό και ταυτόχρονα φιλοσοφικό, λογοτεχνικό και να περιδιαβαίνει δρόμους της τέχνης. Να λοιπόν δύο βιβλία του τόσο σπουδαίου ανθρώπου των Γραμμάτων, του Γιώργου Γραμματικάκη, «Η κόμη της Βερενίκης», που είχε κάνει φοβερή αίσθηση όταν πρωτοεκδόθηκε, και «Η αυτοβιογραφία του φωτός», που είναι βιβλία – ταξίδια στη Γλώσσα, στη Σκέψη. Πιο πρόσφατα, έχουμε το εμβληματικό ανάλογο βιβλίο του Στέφανου Τραχανά «Ο Κύκλος» – ένα ξεχωριστό πνευματικό δημιούργημα.

     Διαβάζεις αυτά τα βιβλία και νιώθεις πληρότητα. Έχουν επιστημονική αλλά και σχετικά κατανοήσιμη βάση, πλούσιο στοχασμό, λογοτεχνική γραφή και καλαίσθητα σχήματα, αφηγηματική ροή και εκ του γεγονότος ότι αφορούν θέματα από τα πιο ουσιώδη της ζωής έχουν σαφώς και την κοινωνική τους θεώρηση… Νιώθεις ότι ταξιδεύεις στον πυρήνα της Γνώσης, στην καρδιά των Γραμμάτων, στην ενότητα της Γλώσσας. Νιώθεις όμορφα. Είσαι σε κατάσταση θαυμασμού και απορίας, έκστασης και γοητείας…