Βάσεις 2015 – Πώς επηρεάζουν τα δύσκολα θέματα. Εκτιμήσεις επιδόσεων

Πτώση των βάσεων φέρνουν τα Μαθηματικά για δυνατούς λύτες

Αισθητή πτώση των βάσεων στις πολυτεχνικές σχολές, στις σχολές θετικών επιστημών και γενικότερα σε όσες σχολές έχουν ως μάθημα αυξημένης βαρύτητας τα Μαθηματικά Κατεύθυνσης, εκτιμούν οι εκπαιδευτικοί ότι θα προσκαλέσει η εξαιρετική δυσκολία που χαρακτήρισε φέτος αυτό το μάθημα.

Η δυσκολία των θεμάτων συγκρινόμενη με τις προηγούμενες χρονιές, είναι ο πιο σημαντικός «τροχονόμος της κίνησης των βάσεων. Χθες, τα θέματα στα Μαθηματικά Κατεύθυνσης κρίθηκαν πολύ πιο δύσκολα από ότι όλα τα υπόλοιπα μαθήματα που εξετάστηκαν μέχρι σήμερα με αποτέλεσμα να προοιωνίζονται πτώση των βάσεων στις αντίστοιχες σχολές. Αυτό καθώς τα Μαθηματικά της Θετικής Κατεύθυνσης είναι μάθημα αυξημένης βαρύτητας για το Επιστημονικό Πεδίο ΙΙ (θετικές επιστήμες).

Ο αριθμός των μορίων που συγκεντρώνει ο μαθητής στο μάθημα αυτό προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό του βαθμού του μαθήματος επί 1,3 και αντιστοιχεί στο 13% του συνολικού αριθμού των μορίων που μπορεί να συγκεντρώσει για εισαγωγή σε κάποιο τμήμα του συγκεκριμένου επιστημονικού πεδίου. Δεδομένου μάλιστα ότι οι πρώτες εκτιμήσεις από τα βαθμολογικά κέντρα κάνουν λόγο για λιγότερους αριστούχους από πέρυσι στα περισσότερα από τα μαθήματα που εξετάστηκαν έως τώρα, τότε είναι πιθανό η πτώση των βάσεων να έχει ευρύτερη διάσταση.

Όπως εκτίμησε χθες στα «ΝΕΑ» ο γενικός γραμματέας της Ελληνικής Μαθηματικής Εταιρείας (ΕΜΕ) Γιάννης Τυρλής, τα θέματα που επελέγησαν φέτος ήταν ίσως τα δυσκολότερα από την καθιέρωση του παρόντος εξεταστικούς συστήματος (!) και θα παρατηρηθεί σφαγή υποψηφίων, με πάρα πολλούς να πέφρουν κάτω από τη βάση. Ο Γιάννης Τυρλής εκτιμά ότι άριστα θα είναι φέτος το 15, το πολύ 16 – και αυτό θα το πιάσουν λίγοι πολύ καλά προετοιμασμένοι. «Οι βάσεις στις θετικές σχολές θα πέσουν, αλλά εκτιμώ ότι θα εμφανιστεί πτώση και στις οικονομικές, ενδεχομένως και τις ιατρικές σχολές» είπε.

«Ανεπαρκής ο χρόνος». Μάλιστα, όπως ανακοίνωσε επίσημα η Μαθηματική Εταιρεία, «Ο διατιθέμενος χρόνος δεν επαρκούσε για την πλήρη και επιτυχή διαπραγμάτευση των θεμάτων, τα οποία «χαρακτηρίζονται ως τα δυσκολότερα των τελευταίων ετών». Ειδικά τα ερωτήματα Δ1 και Δ2 παρότι αναφέρονται σε συναρτήσεις και διαδικασίες που είναι γνωστές στους μαθητές, θα δυσκολέψουν αρκετούς από τους υποψηφίους.

Σύμφωνα επίσης με τον φροντιστή Αντώνη Φλωρόπουλο, τα θέματα σα Μαθηματικά Κατεύθυνσης ήταν υψηλού επιπέδου, πολύ απαιτητικά και σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια, σαφώς δυσκολότερα. «Ήταν θέματα διαβαθμισμένης δυσκολίας. Εύκολα μπορούσαν οι υποψήφιοι να απαντήσουν στο πρώτο και στο δεύτερο θέμα, ενώ το τρίτο και το τέταρτο απευθύνονταν σε υποψηφίους άρτια καταρτισμένους», τόνισε.

Πηγή: ΤΑ ΝΕΑ

Τα δύσκολα θέματα ρίχνουν τις βάσεις

Πτωτική κλίση έλαβαν οι βάσεις εισαγωγής στα πανεπιστήμια και στα ΤΕΙ ύστερα από τα χθεσινά, ιδιαίτερα δύσκολα, θέματα στα Μαθηματικά και στα Αρχαία κατεύθυνσης. Τα δύο μαθήματα είναι πρώτης βαρύτητας, καθώς ο βαθμός σε αυτά προσμετράται με συντελεστή 1,3: τα Αρχαία για τους υποψηφίους της θεωρητικής κατεύθυνσης που διεκδικούν μία θέση στις φιλολογίες, στις νομικές και στα τμήματα κοινωνικών επιστημών, και τα Μαθηματικά για τους υποψηφίους της τεχνολογικής κατεύθυνσης, που διεκδικούν την εισαγωγή τους στα τμήματα θετικών (φυσικομαθηματικές κ.ά.) και τεχνολογικών επιστημών (πολυτεχνεία, πληροφορική).

Βέβαια, οι επιδόσεις στα Μαθηματικά επηρεάζουν και την πορεία των βάσεων εισαγωγής στις περιζήτητες σχολές υγείας, καθώς στο μάθημα εξετάζονται (όχι ως πρώτης βαρύτητας) οι υποψήφιοι της θετικής κατεύθυνσης.

Ειδικότερα, ως «τα δυσκολότερα των τελευταίων ετών» χαρακτήρισε η Ελληνική Μαθηματική Εταιρεία (ΕΜΕ) τα θέματα των Μαθηματικών, προσθέτοντας ότι «το ποσοστό των ερωτημάτων αυξημένης δυσκολίας είναι μεταξύ των υψηλότερων συγκρινόμενο με τα θέματα των προηγουμένων ετών». Εκτός από τον υψηλό βαθμό δυσκολίας, τα θέματα ήταν και πολλά. Χαρακτηριστικό είναι, επίσης, ότι σύμφωνα με την ΕΜΕ, ο διατιθέμενος χρόνος δεν επαρκούσε για την πλήρη και επιτυχή διαπραγμάτευση των θεμάτων. «Αρκετά υποερωτήματα είχαν περισσότερες από μία λύσεις. Αν κάποιος υποψήφιος επέλεγε τις έξυπνες και γρήγορες λύσεις, τότε θα κέρδιζε σημαντικό χρόνο. Πρέπει, όμως, να τονίσουμε ότι υπήρξαν υποερωτήματα με πολύ μεγάλο βαθμό δυσκολίας, ως εκ τούτου το ποσοστό των αριστούχων θα μειωθεί σημαντικά», δήλωσε στην «Κ» ο καθηγητής Μαθηματικών του φροντιστηρίου ΟΡΙΟΝ, κ. Μανώλης Φουντουλάκης.

Ως προς τα Αρχαία, στους υποψηφίους δόθηκε προς εξέταση διδαγμένο κείμενο του Πρωταγόρα σχετικά με την πολιτική αρετή, ενώ το αδίδακτο κείμενο ήταν από το έργο του Θουκυδίδη «Ιστορίαι». «Το κείμενο είναι απαιτητικό, χαρακτηριστικό, όμως, για τη θουκυδίδεια πυκνότητα λόγου και ύφους» σχολίασε η Πανελλήνια Ενωση Φιλολόγων, προσθέτοντας πάντως ότι ήταν εύστοχη η επιλογή του διδαγμένου κειμένου από τον Πρωταγόρα σχετικά με την πολιτική αρετή.

«Τα φετινά θέματα παρουσίαζαν αυξημένη δυσκολία για τους υποψηφίους, με αποτέλεσμα μικρότερος βαθμός υποψηφίων να κατακτήσει υψηλή βαθμολογία στο βασικό μάθημα εξέτασης της θεωρητικής κατεύθυνσης, γεγονός που ενδεχομένως θα έχει ως αποτέλεσμα την πτώση των βάσεων», σχολίασε χθες για την «Κ» ο καθηγητής του φροντιστηρίου ΟΡΙΟΝ, κ. Μιχάλης Μπικάκης. Για το γνωστό κείμενο, ο ίδιος ανέφερε ότι «δεν είχε επιλεγεί ποτέ στο παρελθόν». Ως προς το απόσπασμα του άγνωστου κειμένου, ο κ. Μπικάκης τόνισε ότι «κρίνεται απαιτητικό για τους μαθητές, με δεδομένο ότι ο λόγος του Θουκυδίδη θεωρείται πυκνός και δυσνόητος, ενώ για την αποκωδικοποίηση των νοημάτων απαιτούνταν ένταξη στο ευρύτερο ιστορικό πλαίσιο. Η έλλειψη νοηματικής συνοχής και αλληλουχίας δεν διευκόλυνε τους μαθητές στην κατανόηση και τη μετάφρασή του».

Βιολογία, Μαθηματικά και Λογοτεχνία μειώνουν φέτος τους αριστούχους

Μείωση των άριστων και πολύ καλών βαθμολογιών (15-20) δείχνουν οι πρώτες εκτιμήσεις των βαθμολογητών στα σημαντικότερα (από την πλευρά του αριθμού συμμετοχής των υποψηφίων) μαθήματα της πρώτης εβδομάδας των πανελλαδικών εξετάσεων.

Μαθηματικά και Βιολογία Γενικής Παιδείας, Λογοτεχνία Θεωρητικής Κατεύθυνσης και Βιολογία Θετικής Κατεύθυνσης, όπως όλα δείχνουν (παρ’ όλο που ακόμη δεν υπάρχει ένα ικανό δείγμα βαθμολογημένων γραπτών), θα μειώσουν τα ποσοστά των υποψηφίων (σε σχέση με πέρσι) που θα κινηθούν στην κλίμακα των υψηλών βαθμολογιών (15-20).

Η Βιολογία Θετικής Κατεύθυνσης συγκέντρωσε τα περισσότερα σχόλια, ενστάσεις και διαμαρτυρίες πολλών καθηγητών και βαθμολογητών, ενώ δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι μέρος των θεμάτων ήταν εκτός ύλης ή έξω από τις δυνατότητες των μαθητών.

Είναι αλήθεια βέβαια ότι κάθε χρόνο, στη διάρκεια των πανελλαδικών εξετάσεων, τα περισσότερα μαθήματα στα οποία καλούνται να διαγωνιστούν οι χιλιάδες υποψήφιοι συγκεντρώνουν θετικές ή αρνητικές κριτικές, καθώς πιστώνονται με βαθμούς ευκολίας και σαφήνειας ή δυσκολίας και ασάφειας.

Επιστρατεύεται σε κάθε περίπτωση, τόσο από τους μαθητές όσο και από άλλους ενδιαφερόμενους (εκπαιδευτικούς, γονείς, φροντιστές), ένα στερεότυπο αθωωτικό ή ενοχικό λεξιλόγιο που ντύνει τα θέματα των εξετάσεων με μια θαυματουργή δύναμη, άλλοτε θεία και άλλοτε διαβολική, καθώς τα αναδεικνύει άλλοτε σε φορέα σωτηρίας και άλλοτε σε φορέα απώλειας.

Ενας «βολικός» μύθος

Κι αν η όλη συζήτηση περί εύκολων και δύσκολων θεμάτων είναι άνευ μεγάλης σημασίας, αφού ο αριθμός των εισακτέων είναι προκαθορισμένος και είτε με εύκολα είτε με δύσκολα θέματα δεν θα «μπουν» περισσότεροι ή λιγότεροι, ωστόσο υπάρχει μια παράμετρος αρκετά σημαντική. Οταν τα θέματα είναι έξω από τις δυνατότητες που παρέχει το δημόσιο σχολείο σε έναν μαθητή που διαβάζει, τότε ευθύς υπονοεί, χωρίς να το διακηρύσσει, ότι το δημόσιο σχολείο δεν φτάνει για να αντεπεξέλθει κάποιος στις απαιτήσεις των πανελλαδικών εξετάσεων.

Παράλληλα, συντρίβει το ηθικό πολλών υποψηφίων, κυρίως αυτών που δεν κουβαλούν οικονομικές και κοινωνικές αποσκευές, νομιμοποιώντας την αποτυχία σαν να είναι φυσικό φαινόμενο και όχι «κατασκευή».

Δεν χρειάζεται βέβαια να αναφερθούμε στις δεκάδες περιπτώσεις που τα θέματα που δόθηκαν έχουν λάθη, ασάφειες, και αμφιλεγόμενες απαντήσεις.

Οσοι παρακολουθούν από κοντά το «τι», το «πώς» και το «γιατί» των πανελλαδικών εξετάσεων, τα θέματα και την κίνηση των βαθμολογιών, γνωρίζουν πολύ καλά ότι ο έντυπος και ηλεκτρονικός Τύπος, αυτές τις μέρες, γεμίζει με αναλύσεις για «εύκολα» ή «δύσκολα» θέματα, για «θέματα–παιχνιδάκι» ή «θέματα–φωτιά», ανεβάζοντας το θερμόμετρο του άγχους και της ανησυχίας των υποψηφίων στον πιο κρίσιμο εξεταστικό γύρο.

Ωστόσο, όσοι γνωρίζουν τη «λογική» των πανελλαδικών εξετάσεων μπορούν, πριν ακόμη ολοκληρωθούν, να κάνουν ένα είδος πρώιμου απολογισμού για τις φετινές πανελλαδικές εξετάσεις ο οποίος θα επαληθευτεί καθώς βασίζεται σε ακλόνητη σειρά στατιστικών δεδομένων.

Εχουμε λοιπόν και λέμε: Η Κεντρική Επιτροπή Εξετάσεων θα προσπαθήσει να υποτάξει τα θέματα σε σχέδια που ούτε με την εκπαιδευτική διαδικασία έχουν σχέση ούτε με τις ανάγκες και τις δυνατότητες των μαθητών.

Τα θέματα των εξετάσεων υποτάσσονται στη λογική να χωριστούν οι μαθητές σε κατηγορίες έτσι ώστε να «χωράνε» στην προσφορά θέσεων εισακτέων. Ακόμη, υποτάσσονται στη λογική της κίνησης των βάσεων. Το κύριο ζήτημα είναι τόσοι να πάρουν 18-20, τόσοι 12-15, τόσοι να πέσουν κάτω από τη βάση κ.τ.λ.

Με θέματα σωστά ή λάθος, εύκολα ή υπερ-φυσικά, σύμφωνα ή όχι με τους διακηρυγμένους στόχους των αναλυτικών προγραμμάτων, θεωρητικά ή πρακτικά, έξυπνα ή ηλίθια, πονηρά ή παπαγαλίστικα, για το υπουργείο Παιδείας ο πραγματικός στόχος των εξετάσεων είναι «να παρουσιάζουν οι επιδόσεις των υποψηφίων ορθολογική κλιμάκωση στη διάκριση άριστα, καλά, μέτρια, έτσι ώστε η κλιμάκωση αυτή να βοηθήσει να γίνει πιο “αντικειμενική” η επιλογή» όσων θα εισαχθούν στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.

Το 2000 είχαμε 4,6% υποψηφίους με βαθμολογία κάτω από τη βάση και μάλιστα με πανελλαδικές εξετάσεις σε 14 μαθήματα. Το 2003 ή το 2013 που σύμφωνα με το ΥΠΕΠΘ είχαμε «ορθολογική κλιμάκωση στη διάκριση άριστα, καλά, μέτρια», βρέθηκε κάτω από τη βάση το 30-42% των υποψηφίων. Και ανάποδα: το 2000 είχαμε στην κλίμακα του «άριστα» το 16,5% των υποψηφίων ενώ, π.χ., το 2014 αρκετά λιγότερους από τους μισούς!

Στο πλαίσιο αυτό είναι λάθος να πιστεύει κανείς ότι τα αποτελέσματα των πανελλαδικών εξετάσεων αποτυπώνουν το πραγματικό μορφωτικό επίπεδο των μαθητών και ότι οι ίδιες οι εξετάσεις διαθέτουν έστω κάποια ίχνη παιδαγωγικού χαρακτήρα. Το πρόβλημα του μεγάλου ποσοστού υποψηφίων κάτω από τη βάση ή αντίθετα του μεγάλου ποσοστού υποψηφίων στη βαθμολογική κλίμακα του άριστα είναι κατασκεύασμα κυρίως του εξεταστικού συστήματος.

Με άλλα λόγια, τα υψηλά ποσοστά αποτυχίας είναι τεχνητή κατασκευή του «μαγικού φίλτρου» των λεγόμενων διαβαθμισμένων θεμάτων που λειτουργούν σαν «έξυπνες βόμβες» στην κατανομή της αποτυχίας/επιτυχίας με στόχους αντι-εκπαιδευτικούς: να μη μας ξεφύγουν οι βάσεις, να νομιμοποιήσουμε στη συνείδηση ενός τμήματος των υποψηφίων των αποκλεισμό τους και βεβαίως να ψαλιδίσουμε τις προσδοκίες…

Αυτή την παράμετρο που μένει στο περιθώριο των δημόσιων συζητήσεων την ομολογεί κάθε χρόνο, χωρίς να το θέλει, το υπουργείο Παιδείας: «Το κύριο συμπέρασμα από τη μελέτη των στοιχείων αυτών είναι ότι φέτος και σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια οι επιδόσεις παρουσιάζουν πιο ορθολογική κλιμάκωση στη διάκριση άριστα, πολύ καλά, καλά, μέτρια κ.λπ. Η κλιμάκωση αυτή θα βοηθήσει ώστε να γίνει πιο αντικειμενική η επιλογή».

Με λίγα λόγια, το υπουργείο Παιδείας με βάση τον βαθμό δυσκολίας/ευκολίας των θεμάτων μοιάζει με τον υδραυλικό που κρατάει στο χέρι του τον διακόπτη και κανονίζει ανάλογα με τις επιλογές του τη ροή του νερού.